Quantcast
Channel: X-Quotes
Viewing all 1128 articles
Browse latest View live

Πολύποδες και εκκολπώματα παχέος εντέρου

$
0
0

Πολύποδας στο κόλον

Πολύποδες: 

Οι συχνότεροι καλοήθεις όγκοι του εντέρου είναι οι αδενωματώδεις πολύποδες. Πρόκειται για μικρά συνήθως κρεμαστά μορφώματα σαν κρεατοελιές που βρίσκονται μέσα στο παχύ έντερο προκαλώντας από κανένα ενόχλημα μέχρι πολλά.

Μπορεί να προκαλούν λίγο πόνο, φουσκώματα, μικρές ή μεγαλύτερες αιμορραγίες και σπάνια (~10%) να εξαλλαγούν σε καρκινώματα. Οι λαχνωτοί πολύποδεςείναι οι μεγαλύτεροι σε μέγεθος και με πολύ υψηλή πιθανότητα κακοήθειας (50%).

Σε κάθε περίπτωση επιβάλλεται να γίνεται κολονοσκόπηση, ριζική ενδοσκοπική αφαίρεση των πολυπόδων και ιστολογική τους εξέταση.

Επί ευρήματος κακοήθειας, καθώς και εξαρχής στους λαχνωτούς πολύποδες πρέπει να γίνεται ανοιχτή εγχείρηση (κολεκτομή). Η οικογενής πολυποδίαση είναι κληρονομική νόσος όπου υπάρχουν εκατοντάδες
πολύποδες στο έντερο και άρα η πιθανότητα αναπτύξεως καρκίνου είναι 100%. Απαιτείται αφαίρεση όλουτου παχέος εντέρου το συντομότερο.





Εκκολπώματα:
Τα εκκολπώματα είναι συνηθισμένη καλοήθης πάθηση που η συχνότητά της αυξάνεται με την ηλικία. Είναι μικρές σακκοειδείς διευρύνσεις (σαν μικρές φούσκες) που εξέχουν προς το έξω μέρος του εντέρου, επικοινωνώντας μέσω μιας μικρής οπής με τον αυλό του.

Δεν γίνονται καρκίνος και η ανεύρεσή τους σε μια κολονοσκόπηση δεν απαιτεί εγχείρηση. Προκαλούν όμως ενίοτε κάποιες επιπλοκές και τότε μπορεί να φθάσουν επειγόντως και στο χειρουργείο. Μόνο 1 στους 200 ανθρώπους με εκκολπώματα θα χρειασθεί χειρουργική επέμβαση.

Επιπλοκές είναι : Η οξεία φλεγμονή (εκκολπωματίτιδα) που εκδηλώνεται με πυρετό και κοιλιακό πόνο συχνότερα στην αριστερή μεριά της κοιλιάς, η αιμορραγίατου εκκολπώματος που συχνά είναι πολύ μεγάλη και η διάτρηση (ρήξη) του εκκολπώματος (φωτογραφία) που απαιτεί άμεση χειρουργική επέμβαση, γιατί οδηγεί ταχύτατα σε περιτονίτιδα. Στην περίπτωση αυτή, επειδή η κοιλία είναι γεμάτη κόπρανα και πύον, δεν μπορεί να γίνει άμεση αποκατάσταση της συνεχείας του εντέρου (αναστόμωση).
Γίνεται υποχρεωτικά κολοστομία προσωρινήόμως.

Αντωνακάκης Ε. Σωκράτης
Γενικός Χειρουργός
Πηγάδια Καρπάθου
τηλ. 6974 139 931
via

X-ray - Ξένο σώμα

$
0
0



Βελόνα στο 5ο δάκτυλο του ποδιού
Συχνό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν πολλοί άνθρωποι κάθεηλικίας από διάφορα ατυχήματα. Όσο απλό φαίνεται σε μια ακτινογραφία να βρεθεί ένα ξένο σώμα π.χ. μια βελόνα, ένα γυαλί, μια πέτρα, τόσο δύσκολο μπορεί να είναι στο χειρουργείο. Χρειάζεται καλή μελέτη, τρισδιάτατη χειρουργική σκέψη, υπομονή και τύχη. Τα ξένα σώματα δεν μετακινούνται μόνα τους, εκτός κι αν βρίσκονται στο πέλμα ή την παλάμη, οπότε μπορεί να κουνηθούν λίγα εκατοστά ανάλογα με την κίνηση του μέλους.

Είναι όμως λάθος ότι ένα ξένο σώμα μπορεί να φθάσει στην καρδιά. Πολλοί άνθρωποι ζουν με ξένα σώματα θαμμένα κάπου μέσα στο σώμα τους χωρίς πρόβλημα (όλμοι, σφαίρες κλπ) Αν όμως προκληθεί φλεγμονή κι απόστημα, τότε χρειάζεται διάνοιξη και αφαίρεση του πύου και του ξένου σώματος. Τα μέταλλα και οι πέτρες φαίνονται στις απλές ακτινογραφίες. Τα γυαλιά και τα ξύλα φαίνονται στους υπερήχους.

Αντωνακάκης Ε. Σωκράτης
Γενικός Χειρουργός
Πηγάδια Καρπάθου
τηλ. 6974 139 931
via

Αιμορραγίες κατώτερου πεπτικού - Διαγνωστική προσέγγιση

$
0
0
 73-χρονος άνδραςπαρουσιάζεταιμε οξείααιμορραγίακατώτερου γαστρεντερικού


Η διαγνωστική προσέγγιση σε ασθενείς με μαζική αιμορραγία από το γαστρεντερικό σωλήνα, εξελίσσεται παράλληλα με την επείγουσα θεραπευτική συντηρητική αντιμετώπιση η την προετοιμασία για χειρουργική επέμβαση.
Στόχος είναι η διευκρίνιση της αιτίας της αιμορραγίας, η ακριβής εντόπιση της εστίας, η εκτίμηση του ρυθμού απώλειας αίματος όπως και η εκτίμηση της γενικής ανταπόκριση του οργανισμού στην απώλεια αίματος.

Ιστορικό
Η λήψη του ιστορικού είναι πρωταρχικής σημασίας για τη διάγνωση και την εντόπιση της εστίας της αιμορραγίας. Αιματοχεσία χωρίς διαταραχή της κυκλοφορικής ισορροπίας, υποδηλώνει αιμορραγία από το παχύ έντερο. Πρόσφατη κάκωση, πρόσφατο χειρουργείο, πληροφορίες για αυξημένη αιμορραγική διάθεση (ρινορραγίες, εκχυμώσεις). Ιστορικό ακτινοβολιών στην πύελο μπορεί να μας οδηγήσει σε μια πιθανή πρωκτίτιδα. Η απώλεια σωματικού βάρους οδηγεί τη σκέψη μας σε μια πιθανή νεοπλασματική εξεργασία. Η ηλικία μας προσανατολίζει σε ορισμένες παθήσεις. Σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας από 60 χρόνων σκεφτόμαστε αγγειοδυσπλασίες ,εκκολπώματα ή Ca παχέως εντέρου, σε νεαρή ηλικία τους νεανικούς πολύποδες, ενώ σε παιδική ηλικία την μεκκέλειο απόφυση.

Η βαρύτητα της αιμορραγίας εκτιμάται από την αιμοδυναμική κατάσταση του ασθενούς, τον αριθμό των κενώσεων, τον αριθμό των μεταγγίσεων, το ρυθμό πτώσης του αιματοκρίτη. Εύκολη κόπωση, δύσπνοια, ταχύπνοια, ταχυκαρδία, οπισθοστερνικό άλγος, διαταραχές συνείδησης η λιποθυμικά επεισόδια υποδηλώνουν αιμοδυναμική αστάθεια.

Συνοδά συμπτώματα μπορεί να υποδηλώνουν την εστία της αιμορραγίας. Συνήθως όμως η αιμορραγία κατώτερου πεπτικού είναι ανώδυνη.

Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε τη δακτυλική εξέταση, τόσο για να πιστοποιήσουμε τις πληροφορίες του ασθενούς σχετικά με την η υφή και χροιά των κοπράνων του, όσο και για την πιθανότητα ανάδειξης μιας παθολογίας του ορθού. Είναι γνωστό ότι σαράντα τοις εκατό περίπου τον καρκίνων του παχέως εντέρου  ψηλαφώνται στη δακτυλική εξέταση.
 
Βίντεο κάψουλα: Το iPill ή μικροσκοπική κάψουλαδιαστάσεων 11×26 χλστ.


Εργαστηριακός έλεγχος.
Καθορισμός ομάδας αίματος και διασταύρωση. Λήψη αιματοκρίτη ώστε να υπάρχει τιμή σύγκρισης στους ελέγχους που μπορεί να ακολουθήσουν.

Έλεγχος πηκτικού μηχανισμού για εκτίμηση της επάρκειας των παραγόντων πήξεως και πιθανή αναπλήρωση τους εφόσον υπάρχει διαταραχή της πηκτικότητας.

Αυξημένη τιμή Ουρίας μπορεί να οφείλεται στην υποογκαιμία η στην απορρόφηση μεταβολιτών από τη διάσπαση αίματος στο ανώτερο πεπτικό. Αντίθετα η παρουσία αίματος στο παχύ έντερο δεν αυξάνει την τιμή της ουρίας.

Η λήψη αερίων αίματος μας πληροφορεί για πιθανή διαταραχή της οξεοβασικής ισορροπίας, τη βαρύτητα της διαταραχής, η οποία εξελίσσεται παράλληλα με την επιδείνωση της κλινικής εικόνας του ασθενούς.

Ενδοσκόπηση.
Θεωρείται γενικά μια ασφαλής διαδικασία ακόμα και σε ηλικιωμένους ασθενείς με αιμορραγία κατώτερου πεπτικού .

Οι ηλικιωμένοι ασθενείς πάντως έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο επιπλοκών από τους νεότερους σε ηλικία. Όμως οι διαγνωστικοί χειρισμοί έχουν συνήθως μεγαλύτερο κίνδυνο επιπλοκών όταν πραγματοποιούνται σε επείγουσα βάση. Οι επιπλοκές είναι η αιμορραγία, η διάτρηση, το έμφραγμα και η εισρόφηση.

Η κολονοσκόπηση  έχει διαγνωστική αξία 72- 86% και έχει ευρήματα εξήντα τοις εκατό από το αριστερό κόλο. Μας δίνει τη δυνατότητα θεραπευτικής παρέμβασης με τη χρήση διαθερμίας και διήθησης με αδρεναλίνη.

Αγγειογραφία.
Χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις απώλειας αίματος  ίσης ή μεγαλύτερης από 1mL/min. Έχει διαγνωστική αξία 40- 78% και ευαισθησία 30- 47%. Αποτελεί το gold  standard για τις αγγειοδυσπλασίες. Η αγγειογραφία πρέπει να επιφυλάσσεται για τους ασθενείς που έχουν μαζική αιμορραγία που αποκλείει την κολονοσκόπηση, που έχουν επίμονη η επαναλαμβανόμενη αιμορραγία, η έχουν υποβληθεί σε κολονοσκόπηση που απέτυχε να εντοπίσει την εστία της αιμορραγίας. Η αγγειογραφία και η ενδοσκόπηση είναι συμπληρωματικές εξετάσεις και η σειρά με την οποία πραγματοποιούνται εξαρτάται από την κλινική εικόνα και την εξέλιξη της αιμορραγίας του ασθενούς.

Σπινθηρογράφημα.
Η διερεύνηση με σπινθηρογράφημα όπως και η αγγειογραφία μπορεί να είναι κατάλληλες εξετάσεις για ασθενείς με μαζική αιμορραγία που αποκλείει την κολονοσκόπηση η σε αυτούς που η κολονοσκόπηση δεν μπόρεσε να εντοπίσει την πηγή της αιμορραγίας. Το σπινθηρογράφημα εντοπίζει ενεργό αιμορραγία με ρυθμό απώλειας αίματος 0,1- 0,5mL/min και είναι πιο ευαίσθητη από την αγγειογραφία αλλά λιγότερο ειδική από την ενδοσκόπηση η την αγγειογραφική μελέτη. Το σπινθηρογράφημα με τεχνήτιο 99 δημιουργεί έντονο σήμα γύρω από τα αγγεία και παραμένει στην αιματική δεξαμενή περίπου είκοσι τέσσερις ώρες. Το σπινθηρογράφημα με κολλοειδές τεχνήτιο δημιουργεί λιγότερο έντονο σήμα γύρω από τα αγγεία και παραμένει ανιχνεύσιμο για 10- 15 λεπτά μετά την χορήγηση. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να ανιχνεύσει αιμορραγία με ρυθμό 0,1mL/min, αλλά ο μικρός χρόνος παραμονής του στα αγγεία απαιτεί ενεργό αιμορραγία το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Έτσι διερεύνηση αιμορραγίας κατώτερου πεπτικού με διαλείποντα χαρακτήρα εκτιμάται καλύτερα με χορήγηση σεσημασμένων ερυθρών με τεχνήτιο 99, έχοντας έτσι τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουμε απεικονίσεις με μεσοδιαστήματα 30 λεπτών για μέχρι 24 ώρες, επιτρέποντας έτσι τον εντοπισμό της εστίας μιας διαλείπουσας αιμορραγίας.

Βίντεο Κάψουλα
Η μέθοδος αυτή έχει αρχίσει να εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια και υπάρχει η δυνατότητα εφαρμογής της σε πολλά κρατικά νοσοκομεία.Διεθνώς η εφαρμογή της έχει ένα ποσοστό εντόπισης της εστίας της αιμορραγίας 35-60% και
επιφυλάσσεται για τις περιπτώσεις που η κολονοσκόπηση αποτυγχάνει να αναδείξει κάποια εστία (βλέπε εικόνες).

Ταξινόμηση ασθενών με αιμορραγία κατώτερου πεπτικού.

Για λόγους καλύτερης αντιμετώπισης οι ασθενείς με αιμορραγία κατώτερου πεπτικού μπορούν να ταξινομηθούν σε τέσσερις κατηγορίες.

Κατηγορία 1.
Περιλαμβάνει 75- 90% των ασθενών και χαρακτηρίζεται από μικρού βαθμού αιμορραγία που αντιμετωπίζεται με συντηρητική θεραπεία.

Κατηγορία 2.
Περιλαμβάνει ασθενείς με χρόνια  διαλείπουσα αιμορραγία .Η αιτία της αιμορραγίας σε αυτή την κατηγορία εκτιμάται καλύτερα με κολονοσκόπηση . Η αξία της αγγειογραφίας περιορίζεται λόγω της χαμηλής ροής, και της σποραδικής φύσης της αιμορραγίας.

Κατηγορία 3.
Περιλαμβάνει ασθενείς που εμφανίζουν σοβαρά επεισόδια αιμορραγίας, απειλητικά για τη ζωή, με αιμοδυναμική σταθερότητα μεταξύ των επεισοδίων. Λόγω της ασταθούς φύσης της αιμορραγίας η εκτέλεση σπινθηρογραφήματος με τεχνήτιο 99 σεσημασμένα ερυθρά προηγείται της αγγειογραφίας. Εναλλακτικά, η επείγουσα κολονοσκόπηση μπορεί να έχει διαγνωστικό και θεραπευτικό ρόλο.

Κατηγορία 4.
Περιλαμβάνει ασθενείς με συνεχή ενεργό αιμορραγία. Αυτοί οι ασθενείς μπορεί να είναι υποτασικοί και αντιμετωπίζονται καλύτερα με επείγουσα αγγειογραφία η ακόμα και χειρουργείο.

Ο Αλγόριθμος αντιμετώπισης αιμορραγίας

Αλγόριθμος (βλέπε εικόνα πάνω)
Τέλος θα παρουσιασθεί ο αλγόριθμος αντιμετώπισης των ασθενών που πάσχουν από αιμορραγία κατώτερου πεπτικού και που ουσιαστικά αποτελεί την ουσία της σημερινής παρουσίασης..
Οξεία σοβαρή αιματοχεσία.
Άμεση λήψη ιστορικού, κλινική εξέταση και αντιμετώπιση.
Αιμορραγία ανώτερου πεπτικού; ΝΑΙ τότε κάνουμε γαστροσκόπηση.
ΟΧΙ τότε κάνουμε κολονοσκόπηση.
Αναγνώριση της εστίας: Αντιμετώπιση.
ΜΗ αναγνώριση της εστίας: Ενεργός αιμορραγία: Εκτέλεση αγγειογραφίας.
Επίσχεση αιμορραγίας: Εκτέλεση εντεροσκόπησης: Αρνητική: Βίντεο κάψουλα.

Αντωνακάκης Ε. Σωκράτης
Γενικός Χειρουργός
Πηγάδια Καρπάθου
τηλ. 6974 139 931

via

Επέμβαση τοποθέτησης του γαστρικού δακτυλίου

$
0
0


Πριν την επέμβαση τοποθέτησης του δακτυλίου, είναι απαραίτητη η κλινική εκτίμηση από το χειρουργό και ένας λεπτομερής προεγχειρητικός έλεγχος. Μερικές παθήσεις μπορεί να αποτελούν αντένδειξη για το χειρουργείο. Άλλες φορές, μπορεί να χρειαστεί να γίνουν τροποποιήσεις στην τεχνική ή κάποια θεραπεία πριν την επέμβαση έτσι ώστε να καλυφθούν οι ανάγκες του ασθενούς και να μειωθεί ο περιεγχειρητικός κίνδυνος. Το κάπνισμα πρέπει να ελαττωθεί μερικές ημέρες πριν τη επέμβαση και να ληφθούν ορισμένα προληπτικά μέτρα. Ο ασθενής πρέπει να ενημερώνεται λεπτο,ερώς για την προεγχειρητική προετοιμασία και τη μετεγχειρητική αγωγή. Τις περισσότερες φορές η είσοδος στο νοσοκομείο γίνεται την ημέρα της επέμβασης. Η επέμβαση διαρκεί συνήθως 40-60 λεπτά και γίνεται με γενική αναισθησία.


1. Μετά την γενική αναισθησία η περιτοναϊκή κοιλότητα γεμίζει με αέριο (CO2) έτσι ώστε να δημιουργηθεί ο απαραίτητος χώρος για την είσοδο των εργαλείων. Αμέσως μετά τοποθετούνται τα trocars εργασίας. Για την επέμβαση συνήθως χρησιμοποιούμε 5 trocars (1Χ5mm, 3X12mm, 1X15mm). Μέσα από αυτά εισέρχονται τα εργαλεία, η κάμερα και ο δακτύλιος.



2.Αρχικά διανοίγεται το περιτόναιο στην περιοχή του γαστροφρενικού συνδέσμου, ώστε να διευκολύνει την δίοδο του δακτυλίου.



3.Ακολούθως διανοίγεται η υμενώδης μοίρα του ελάσσονος επιπλόου.



4.Μετά τη διάνοιξη του ελάσσονος επιπλόου, αναγνωρίζονται τα ανατομικά οδηγά σημεία: το δεξιό σκέλος του διαφράγματος (Α), ο κερκοφόρος λοβός του ήπατος (Β), η κάτω κοίλη φλέβα (C) και η αριστερά γαστρική αρτηρία (D) που γίνεται αντιληπτή από τον ορατό σφυγμό της. Στη συγκεκριμένη ασθενή υπάρχει ορατός μελανός λεμφαδένας στην πορεία της αριστεράς γαστρικής αρτηρίας. Η παρασκευή αρχίζει στο (Χ) αμέσως άνωθεν της πορείας της αριστεράς γαστρικής.



5.Αφού παρασκευαστεί κατάλληλα το δεξιό σκέλος του διαφράγματος, ένα ειδικό αρθρωτό εργαλείο (gold finger) ή μια γωνιώδης αρθρωτή λαβίδα προωθείται προσεκτικά πίσω από το στομάχι 1-2 περίπου εκατοστά κάτω από την καρδιοοισοφαγική συμβολή με κατεύθυνση προς την ήδη παρασκευασμένη γωνία του His. Για να αποφευχθεί η είσοδος στον ελάσσονα επιπλοϊκό θύλακο, δεν γίνονται άλλες παρασκευές.



6. Ο γαστρικός δακτύλιος σύρεται στη θέση του με τη βοήθεια του gold finger. Οι χειρισμοί πρέπει να είναι ήπιοι για να αποφευχθούν κακώσεις και αιμορραγία. Στη συνέχεια ο δακτύλιος κλειδώνεται.
               




7. Για να περιοριστεί η πιθανότητα μετακίνησης του δακτυλίου, ο δακτύλιος καθηλώνεται με 3 - 4 γαστρικές ραφές στην πρόσθια επιφάνεια του στομάχου. Με την τεχνική pars flaccida δεν υπάρχει ανάγκη υποστήριξης του δακτυλίου  από την οπίσθια πλευρά του στομάχου γιατί είναι ήδη καθηλωμένος στον συνδετικό ιστό του οπισθοπεριτοναϊκού χώρου.



8.Η επέμβαση τελειώνει με τη σύνδεση του ειδικού τυμπάνου (port) το οποίο εμφυτεύεται κάτω από το δέρμα της κοιλιάς. Απο εδώ γίνεται η ρύθμιση του γαστρικού δακτυλίου.

Δείτε το σχετικό βίντεο: 


Ποιοί ασθενείς είναι κατάλληλοι για δακτύλιο;


Οι ενδείξεις της λαπαροσκοπικής τοποθέτησης γαστρικού δακτυλίου είναι ίδιες με αυτές της χειρουργικής της παχυσαρκίας. Ο Δείκτης Σωματικού Βάρους είναι το μέτρο της κλινικής αξιολόγησης της παχυσαρκίας (ΔΣΒ - Βody Mass Index - BMI) και προκύπτει από τη διαίρεση του βάρους με το τετράγωνο του ύψους (ΔΣΒ= Βάρος/Ύψος2). Οι φυσιολογικές του τιμές είναι μεταξύ 20 και 25. Από την επέμβαση περισσότερο θα ωφεληθούν τα άτομα ηλικίας από 18 μέχρι 60 ετών, με ΔΣΒ μεγαλύτερο από 40 Kg/m2. Δηλαδή άτομα που το βάρος τους τα κατατάσσει στο κλινικό στάδιο της νοσογόνου παχυσαρκίας. 

Κατάλληλοι για λαπαροσκοπική τοποθέτηση γαστρικού δακτυλίου είναι όσοι:
      -Έχουν ηλικία μεταξύ 18 και 50
      -Έχουν ΔΣΒ 35 - 45 kg/m2
      -Πάσχουν από παχυσαρκία για 5 ή περισσότερα χρόνια
      -Έχουν διάθεση να προσπαθήσουν να χάσουν βάρος
      -Δεν κάνουν κατάχρηση αλκοόλ ή χρήση ναρκωτικών ουσιών
      -Δεν πάσχουν από άλλα νοσήματα που αποτελούν αντένδειξη για την επέμβαση
      -Είναι συνεργάσιμοι και μπορούν να συμμορφωθούν με τις μετεγχειρητικές οδηγίες

Ασθενείς με ψυχογενείς διαταραχές της διατροφικής συμπεριφοράς (βουλιμία και παροξυσμική υπερφαγία), χειρουργούνται μόνο εφ' όσον η νόσος παρακολουθείται από εξειδικευμένο ψυχολόγο και βρίσκεται υπό έλεγχο. Στον αγώνα κατά της παχυσαρκίας, ο γαστρικός δακτύλιος αποτελεί ένα χρήσιμο εφόδιο, αλλά για το καλύτερο αποτέλεσμα η προσπάθεια πρέπει να  συνοδεύεται από ψυχολογική υποστήριξη και διατροφική παρακολούθηση. Η ψυχολογική υποστήριξη στοχεύει στην ενθάρρυνση της προσπάθειας για την υιοθέτηση των απαραίτητων αλλαγών στη διατροφή και το γενικότερο τρόπο ζωής.

ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ:Ο δακτύλιος δεν είναι πανάκεια. Οι ασθενείς που επιλέγουν το γαστρικό δακτύλιο πρέπει να είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν ριζικά τις διατροφικές τους συνήθειες και να ακολουθήσουν τις μετεγχειρητικές διαιτολογικές οδηγίες.

Η τοποθέτηση δακτυλίου όπως και οι άλλες περιοριστικές επεμβάσεις,  εφοδιάζει τον ασθενή με ένα εργαλείο που δίνει τη δυνατότητα να μετριαστεί η κατανάλωση τροφής. Η κατανάλωση γλυκισμάτων, snacks και υγρών δεν ελέγχεται με το δακτύλιο, γι αυτό οι ασθενείς θα πρέπει να περιορίζουν την κατανάλωση τέτοιων τροφών. Άτομα που είναι εθισμένα στην κατανάλωση ζάχαρης και γλυκισμάτων (patients with a "sweet tooth") θα ωφεληθούν περισσότερο από άλλες επεμβάσεις, όπως το γαστρικό μανίκι και το γαστρικό by-pass.  




Αντωνακάκης Ε. Σωκράτης
Γενικός Χειρουργός
Πηγάδια Καρπάθου
τηλ. 6974 139 931
via

Καρκίνος του παχέος εντέρου

$
0
0


Ο καρκίνος του παχέος εντέρουείναι ένας από τους συχνότερους στον άνθρωπο. Αρχικά προκαλεί μόνο ανεπαίσθητα ή και καθόλου συμπτώματα. Με την πάροδο του χρόνου προκαλούνται μικροπονάκια, φουσκώματα, μικροαιμορραγίες που σπάνια είναι έντονες, καθώς και βλέννες στα κόπρανα.

 Καρκίνος παχέος εντέρου.


Γενικά μπορεί κανείς να παρατηρήσει κάποια αλλαγή στις συνήθειες του εντέρου του. Αργότερα παρουσιάζεται αδυναμία, απώλεια βάρους και εύκολη κούραση.
Συχνά ο καρκίνος του δεξιού τμήματος του παχέος εντέρου (τυφλό, ανιόν) το οποίο έχει μεγάλη διάμετρο και συνεπώς δεν φράζει ακόμα κι από μεγάλο όγκο, διαγιγνώσκεται επειδή βρέθηκε σιδηροπενική αναιμία σε κάποια εξέταση αίματος και συστήθηκε κολονοσκόπηση στον ασθενή.

Σπανιότερα προκαλεί αιμορραγία χρώματος σκούρου μελιτζανί ή μαύρου.

Αντίθετα ο καρκίνος του αριστερού τμήματος (κατιόν, σιγμοειδές) το οποίο έχει μικρή διάμετρο και φράζει εύκολα, εκδηλώνεται συχνότερα με συμπτώματα ειλεού, χωρίς να λείπει και η αναιμία. Στην εικόνα φαίνεται η πιθανότητα καρκίνου σε κάθε ένα από τα τμήματα του παχέος εντέρου. Το 60% εμφανίζεται μέχρι βάθος 35 εκ από τον πρωκτό και μπορεί εύκολα να ελεγχθεί με κολονοσκόπηση ή ορθοσιγμοειδοσκόπηση. Όταν η εξέταση αυτή γίνεται σωστά, δηλ. με ενδοφλέβια χορήγηση ειδικού φαρμάκου, δεν πονάει. 

• Η χορήγηση σκευασμάτων σιδήρου σε ασθενή με σιδηροπενική αναιμία χωρίς να γίνει κολονοσκόπηση είναι κλασικό σφάλμα.

• Κάθε άνθρωπος που αναφέρει απώλεια αίματος με τις κενώσεις, ακόμα κι αν έχει αιμορροΐδες, πρέπει να κάνει κολονοσκόπηση.

Ενδοσκοπική εικόνα καρκίνου του παχέος εντέρου



Η ανεύρεση καρκίνου στο παχύ έντερο απαιτεί επέμβαση (κολεκτομή)εκτός κι αν υπάρχουν ήδη μεταστάσεις. Η επέμβαση που γίνεται ονομάζεται ανάλογα με το ποίο τμήμα του εντέρου έχει τον καρκίνο. Αριστερή κολεκτομή για καρκίνο του κατιόντος κόλου, δεξιά κολεκτομή για καρκίνο του ανιόντος ή του τυφλού, εγκαρσιεκτομή για καρκίνο του εγκαρσίου. Σε περιπτώσεις μεταστάσεων, που εμφανίζονται συνήθως στο ήπαρ (συκώτι) αλλά και αλλού, ριζική επέμβαση δικαιολογείται μόνο σε οξεία περιτονίτιδα λόγω διάτρησης του εντέρου από τον καρκίνο, ή σε περιτονίτιδα από ειλεό. Όπως και σε κάθε μορφή καρκίνου, έτσι κι εδώ η μη ανεύρεση μεταστάσεων στις αξονικές τομογραφίες και τα σπινθηρογραφήματα, δεν σημαίνει υποχρεωτικά πως δεν υπάρχουν. Μπορεί απλώς να είναι πολύ μικρές και να μην φαίνονται ακόμα. Έτσι εξηγείται γιατί μερικοί ασθενείς εμφανίζουν μεταστάσεις χρόνια μετά την επέμβαση κι ενώ μέχρι τότε όλοι ήσαν αισιόδοξοι.• Ο έλεγχος για πιθανές μεταστάσεις πρέπει να προηγείται κάθε επεμβάσεως για καρκίνο γιατί μπορεί να την καταστήσει περιττή ή πολύ απλούστερη.

Ενδοσκοπική εικόνα πολύποδα του παχέος εντέρου. Ο πολύποδας έχει περιβρογχισθεί με τον βρόγχο πολυποδεκτομής (εισάγεται μέσω του κολονοσκοπίου) και είναι έτοιμος για αποκοπή


Μία σχολαστική κολεκτομή έχει πιθανότητες να γιατρέψει τον άρρωστο από τον καρκίνο αρκεί να μην υπάρχουν μεταστάσεις, να αφαιρεθεί σωστά τμήμα του εντέρου κι από τις δύο μεριές του όγκου μαζί με όλο το τμήμα του μεσοκόλου (του μέρους που περιέχει τα αγγεία και τους λεμφαδένες του εντέρου) και να γίνει μια καλή αναστόμωση. Σε όλες τις περιπτώσεις καρκίνου, τα τμήματα του εντέρου που απομένουν μετά την κολεκτομή ενώνονται και αποκαθίσταται πάλι η συνέχεια του εντερικού σωλήνα (αναστόμωση).

Εξαιρούνται οι περιπτώσεις διάτρησης και ειλεού, όπου λόγω φλεγμονής απαιτείται συνήθως να γίνει προσωρινή κολοστομίακαι μετά από λίγους μήνες με νέα επέμβαση, η αναστόμωση του εντέρου, αν η κατάσταση του ασθενούς το επιτρέπει. Κολοστομίαονομάζεται η εξωτερίκευση του παχέος εντέρου στο κοιλιακό τοίχωμα. Τότε ο ασθενής δεν ενεργείται κανονικά, αλλά σε σακουλάκι κολλημένο στο δέρμα της κοιλιάς του.

Αν ο καρκίνος του παχέος εντέρου βρίσκεται πολύ χαμηλά στο ορθό, σε σημείο που να απέχει λιγότερο από 6 εκατοστά από τον πρωκτό (πιάνεται τότε και με το δάχτυλο), συνήθως απαιτείται μαζί με την αφαίρεση του πάσχοντος τμήματος του εντέρου και αφαίρεση όλου του σφιγκτηριακού μηχανισμού του πρωκτού και τότε γίνεται μόνιμη κολοστομία. Η επέμβαση αυτή λέγεται κοιλιοπερινεϊκή εκτομή του ορθούγιατί περιλαμβάνει τομή και από την κοιλία και από το περίνεο, δηλαδή γύρω από τον πρωκτό.

Η πιθανότητα καρκίνου σε κάθε ένα από τα τμήματα του παχέος εντέρου. Το 60% εμφανίζεται μέχρι βάθος 35 εκ από τον πρωκτό και μπορεί εύκολα να ελεγχθεί.

Συστάσεις πρόληψης και έγκαιρης διάγνωσης του καρκίνου του παχέος εντέρου:
- Ασυνήθιστα συμπτώματα από την κοιλιά ή αλλαγές ή αίμα στις κενώσεις πρέπει να αναφέρονται αμέσως στο γιατρό.
- Άτομα μεγαλύτερα των 50 ετών (έστω και χωρίς συμπτώματα) θα πρέπει να υποβάλλονται σε δοκιμασία ανίχνευσης αιμοσφαιρίνης στα κόπρανα κάθε χρόνο και σε εύκαμπτη σιγμοειδοσκόπηση κάθε 3 με 5 χρόνια ή σε κολονοσκόπηση ανά 10ετία.
- Η κατανάλωση φρούτων, λαχανικών και ασβεστίου προφυλάσσει από εμφάνιση καρκίνου του παχέος εντέρου. Το αντίθετο συμβαίνει με την κατανάλωση κόκκινου κρέατος.
- Η αποφυγή του καπνίσματος και της καθιστικής ζωής, καθώς και η υιοθέτηση συστηματικής άσκησης (π.χ. περπάτημα) αποτελούν σημαντικούς προληπτικούς παράγοντες.
- Η αφαίρεση των πολυπόδων προλαμβάνει την εμφάνιση του καρκίνου του παχέος εντέρου.
- Οι στενοί συγγενείς των ασθενών που εμφάνισαν καρκίνο του παχέος εντέρου σε νεαρή ηλικία πρέπει να συμβουλευτούν γιατρό.

Αντωνακάκης Ε. Σωκράτης
Γενικός Χειρουργός
Πηγάδια Καρπάθου
τηλ. 6974 139 931

via

Πλευρίτιδα: Αιτίες, συμπτώματα, διάγνωση, θεραπεία και πρόγνωση

$
0
0




Η αντιμετώπισητης πλευρίτιδας εξαρτάται από την αιτία που την προκάλεσε.
Η πλευρίτιδα είναι η φλεγμονή του υπεζωκότα, της διπλής μεμβράνης που περιβάλλει τους πνεύμονες. Χαρακτηρίζεται από έντονο πόνο, ιδιαίτερα κατά την αναπνοή και το βήχα.
Η φλεγμονή του υπεζωκότα μπορεί να προκληθεί για διάφορους λόγους. Μολύνσεις με ιούς ή βακτηρίδια, πνευμονίες (γρίπη, φυματίωση), αυτοάνοσες ασθένειες (ερυθηματώδης λύκος), ρευματικές παθήσεις (ρευματοειδής αρθρίτιδα), τραυματισμοί του θώρακα, πνευμονική εμβολή, μεσοθηλίωμα (καρκίνος που προκαλείται από τον αμίαντο) και άλλες μορφές καρκίνου, συμπεριλαμβάνονται στις αιτίες πρόκλησης πλευρίτιδας.

Συμπτώματα
Η φλεγμονή προκαλεί ανωμαλίες στον υπεζωκότα. Κατά την αναπνοή, λόγω τράχυνσης των δύο φύλλων της διπλής μεμβράνης από την οποία αποτελείται ο υπεζωκότας, δημιουργείται τριβή η οποία παράγει ένα χαρακτηριστικό ήχο και κατά την κλινική εξέταση των πνευμόνων ακούγεται καλύτερα με το στηθοσκόπιο.
Η πλευρίτιδα συνοδεύεται συνήθως από συλλογή υγρούστο θώρακα, στο χώρο μεταξύ των δύο μεμβρανών του υπεζωκότα που περιβάλλουν τον κάθε πνεύμονα.
Ο πόνοςστο θώρακα που επιδεινώνεται κατά τις κινήσεις, την αναπνοή, το βήχα, το φτάρνισμα και που κάποτε επεκτείνεται στους ώμους, είναι το κυριότερο σύμπτωμα της πλευρίτιδας. Ανάλογα με την αιτία που έχει προκαλέσει την πλευρίτιδα, μπορεί να υπάρχει ή όχι, πυρετός με ή χωρίς ρίγος
Η πλευριτική συλλογή του υγρού που μπορεί να είναι και αιματηρή, προκαλεί ξηρό βήχα, βραχύπνοια (βραχεία επιπόλαια αναπνοή), ταχύπνοια και υποξαιμία με κυάνωση.
Η συλλογή του υγρού μεταξύ των δύο φύλλων της διπλής μεμβράνης μπορεί να οδηγήσει στην υποχώρηση του πόνου. Εάν όμως η συλλογή του υγρού αυξηθεί σε όγκο, τότε είναι δυνατόν να επηρεάζει την πνευμονική λειτουργία οδηγώντας έτσι σε δύσπνοια.

 παρακέντηση θώρακος σε κατακακλημένο άρρωστο


Διάγνωση
Το ιστορικό και η κλινική εξέτασητου ασθενούς, προσφέρουν τις πρώτες βασικές πληροφορίες για τη διάγνωση.
Οι αναλύσεις αίματοςβοηθούν στο να δείξουν εάν υπάρχει φλεγμονή, μόλυνση ιογενής ή βακτηριδιακή, αυτοάνοση πάθηση και αναιμία.
Η ακτινογραφία του θώρακαμπορεί να δείξει εάν υπάρχει πνευμονία και συλλογή υγρού στη θωρακική κοιλότητα ή άλλη ανωμαλία των πνευμόνων.
Το υπερηχογράφημαπροσθέτει πληροφορίες αναφορικά με την κατάσταση της καρδίας και κατά πόσο μια πλευρίτιδα συνοδεύεται από περικαρδίτιδα δηλαδή συλλογή υγρού ή αίματος μεταξύ των μεμβρανών που περιβάλλουν την καρδία δηλαδή το περικάρδιο.
Η αξονική τομογραφίατου θώρακα μπορεί να είναι χρήσιμη όταν υπάρχουν υποψίες για μάζες, πρωτογενείς ή δευτερογενείς, στους πνεύμονες, στο θωρακικό τοίχωμα ή στον υπεζωκότα.
Η παρακέντηση με λήψη υγρού από τη θωρακική κοιλότητα προσφέρει σημαντικές πληροφορίες για το είδος του υγρού (παρουσία ή όχι αίματος, μικροβίων ή καρκινικών κυττάρων).
 

η ακτινογραφία αποκαλύπτει υπεζωκοτική συλλογή δεξιά


Θεραπεία
Η αντιμετώπιση της πλευρίτιδας εξαρτάται από την αιτία που την προκάλεσε. Οι πλευρίτιδες λόγω ιογενούς λοίμωξης υποχωρούν συνήθως χωρίς αντιβιοτικά.
Για τις βακτηριδιακές πλευρίτιδες, χρειάζονται αντιβιοτικά.
Στις περιπτώσεις που η συλλογή υγρού, αιμορραγικού ή όχι, έχει προκληθεί από καρκίνο, η αντιμετώπιση εξαρτάται από τη θεραπεία που θα δοθεί για το συγκεκριμένο καρκίνο.
Το υγρό από τη θωρακική κοιλότητα, μπορεί να αφαιρεθεί με παρακέντηση και εάν χρειαστεί με την τοποθέτηση ειδικού σωληναρίου για παροχέτευση.
Για την αντιμετώπιση του πόνου, μπορεί να χορηγηθούν αναλγητικά όπως η παρακεταμόλη και αντιφλεγμονώδη με αναλγητική δράση όπως η ιβουπροφένη, ναπροξένη και άλλα.

Επιπλοκές της νόσου
Οι επιπλοκές περιλαμβάνουν αναπνευστικές δυσκολίες και προβλήματα σε σχέση με την νόσο που ευθύνεται για την πρόκληση της πλευρίτιδας.

Πρόγνωση
Η πρόγνωση εξαρτάται από την αιτία που έχει προκαλέσει την πλευρίτιδα.

Άτομα τα οποία αισθάνονται έντονο ή επίμονο πόνο στο θώρακα ή δυσκολεύονται να αναπνεύσουν κανονικά ή έχουν ψηλό πυρετό πρέπει να συμβουλεύονται το ταχύτερο το γιατρό τους.

Αντωνακάκης Ε. Σωκράτης
Γενικός Χειρουργός
Πηγάδια Καρπάθου
τηλ. 6974 139 931
via

Γιατί οι αρχαίοι δεν αρρώσταιναν από καρκίνο;

$
0
0
Αιγυπτιακήμούμιαείχε καρκίνο του προστάτη.Πολλοίαρχαίοιάνθρωποι,πιθανώςνα έπασχαν απο αυτό



Είναι ο καρκίνος ασθένεια της σύγχρονης εποχής; Δεν υπήρχε παλιά; Η έρευνα καταλήγει στο ότι ο καρκίνος δεν υπήρχε στα αρχαία χρόνια. Είναι πιθανό να είναι προϊόν της σύγχρονης εποχής. Η άποψη αυτή έχει πολλούς υπερασπιστές αλλά και πολλούς πολέμιους.Η καθηγήτρια Ροζαλί Ντέηβιντ και η ομάδα της στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ όπως και ο καθηγητής Ζίμερμαν του Πανεπιστημίου Βιλανόβα εκτιμούν ότι ο καρκίνος είναι νόσος που έχει να κάνει με το σύγχρονο τρόπο ζωής. Ισχυρίζονται ότι στην αρχαιότητα δεν υπήρχει καμία γενεσιουργός αιτία για τον καρκίνο. Η νόσος οφείλεται στη διατροφή, στις συνήθειες και στο περιβάλλον.
Σε μούμιες 3000 χρόνων σπάνια βρίσκονται ίχνη όγκων και μάλιστα πρόκειται για καλoήθεις όγκους. Το επιχείρημα ότι το προσδόκιμο της ζωής των αρχαίων ήταν μικρότερο, αποκρούστηκε από το γεγονός ότι το διάστημα από 25 μέχρι 50 χρόνων είναι αρκετό για να εμφανιστεί καρκίνος.


Ερευνώντας το θέμα ανακαλύπτουμε ότι οι πρώτες μορφές π.χ του καρκίνου του μαστού εμφανίζονται μετά τον 17ο αιώνα. Η στατιστική βέβαια λέει ότι το 90% των ανθρώπων που πεθαίνουν από καρκίνο είναι πάνω από 50 χρονών, οπότε εξετάζοντας τους κανείς πριν από τα 50 δε θα έβρισκε ίχνη της νόσου.

Τα συμπεράσματα δικά σας, καθώς υπάρχουν οι παράγοντες της κληρονομικότητας, της ηλιακής ακτινοβολίας ή της ραδιενέργειας.

Οι παρακάτω εικόνες απεικονίζουν το "σήμερα". Ο καρκίνος είναι η πρώτη αιτία θανάτου στον πλανήτη. 
  
Ασθενής με καρκίνο κοίλων σπλάχνων


 Ευμεγέθεις όγκοι που αφαιρέθηκαν απο ασθενή

Αντωνακάκης Ε. Σωκράτης
Γενικός Χειρουργός
Πηγάδια Καρπάθου
via

Τέτανος και τραύμα

$
0
0




Τραύμα κατά την ανατομική-χειρουργική ορολογία είναι "η λύση της συνεχείας του δέρματος ή των βλεννογόνων με συμμετοχή ή όχι των υποκειμένων ιστών". Σύμφωνα με τον όρο αυτό, τραύμα θεωρείται τόσο το απλό τσίμπημα βελόνας όσο και κάθε μικρή ή μεγάλη τομή του δέρματος. Το τραύμα "μπλοκάρει" την προστασία του οργανισμού, καθιστώντας δυνατή την "εισβολή" και την ανάπτυξη παθογόνων μικροβίων. Μεταξύ των πολλών μικροβίων που μπορούν να εισέλθουν στον οργανισμό είναι και αυτό του τετάνου. Ο τέτανος είναι μία φοβερή μετατραυματική ασθένεια.

Το μικρόβιό του, το κλωστηρίδιο, όπως το ονόμασε ο Nicolaier, όταν το περιέγραψε το 1884, ζει και αναπτύσσεται σε περιβάλλον χωρίς οξυγόνο (είναι αναερόβιο) και πολλαπλασιάζεται με μορφή σπόρων. Φυσιολογικά μπορεί να βρίσκεται στον εντερικό σωλήνα ζώων (άλογα, γαϊδούρια) αλλά ακόμη και του ανθρώπου. Εκεί μεταμορφώνεται σε σπόρους οι οποίοι με τα κόπρανα σκορπίζονται στο έδαφος. Όντας ανθεκτικό στην ξηρασία, το μικρόβιο αντέχει πολλά χρόνια μέχρι να βρεθεί σε κατάλληλο τόπο για να αναπαραχθεί, δηλαδή στον ανθρώπινο οργανισμό. Ο τέτανος παρουσιάζεται συχνά στις αγροτικές περιοχές. Σπόροι του εντοπίζονται ακόμη στη σκόνη σπιτιών, στα ρούχα αλλά και στα χειρουργεία και στα μαιευτήρια όπου εκδηλώνεται σε νεογέννητα μέσω του ομφάλιου λώρου. Το χαρακτηριστικό του μικροβίου είναι ότι δεν κυκλοφορεί στο αίμα αλλά παραμένει στο σημείο εισόδου (τραύμα). Εκεί αναπτύσσεται, πολλαπλασιάζεται και παράγει τοξίνες, οι οποίες φτάνουν στα γάγγλια των νεύρων, τα ερεθίζουν, τα παραλύουν και προκαλούν τετανικούς σπασμούς.




Ο τέτανος είναι φοβερή αρρώστια όχι μόνο επειδή έχει μεγάλο ποσοστό θνησιμότητας (περίπου 30%), αλλά και γιατί εκδηλώνεται με δραματικό τρόπο. Οι τετανικοί σπασμοί δίνουν στο σώμα την κλασική τοξοειδή κάμψη, με το κυρτό προς τα πάνω, ενώ το βάρος του στηρίζεται στο κεφάλι και τις φτέρνες (εικόνα του μνημείου του αγνώστου στρατιώτη στην Αθήνα). Επίσης, ο έντονος σπασμός των μυών του στόματος δίνει μια άγρια εικόνα-έκφραση του προσώπου, το γνωστό "σαρδόνιο γέλωτα", μαζί με τον τριγμό των δοντιών. Από τη στιγμή της εισόδου του μικροβίου μέχρι να εκδηλωθούν τα συμπτώματα της νόσου απαιτείται ένα χρονικό διάστημα (χρόνος επώασης) 2-20 ή και 30 ημερών -συνήθως 6-14 ημέρες. Έχει παρατηρηθεί μάλιστα ότι όσο μικρότερος είναι χρόνος επώασης τόσο βαρύτερη και θανατηφόρος είναι η νόσος. Το μικρόβιο είναι ευαίσθητο σε αντιβιοτικά (π.χ., πενικιλίνη, τεραμυκίνη, μετρονιδαζόλη), αλλά για τις τοξίνες απαιτούνται ειδικές ουσίες οι αντιτοξίνες, οι οποίες περιέχονται στον αντιτετανικό ορό.



Ο αντιτετανικός ορός σήμερα είναι ασφαλής, δεν μεταδίδει ηπατίτιδα, και ακίνδυνος, δεν προκαλεί αναφυλακτικό σοκ. Οι προηγούμενοι οροί από αλόγα ή βόδια προξενούσαν αρκετές επιπλοκές. Αλλά και οι αντιτοξίνες του ορού εξουδετερώνουν μόνο τις τοξίνες που κυκλοφορούν στο αίμα και όχι αυτές που ήδη είναι δεσμευμένες στα νεύρα. Γι' αυτό στη θεραπεία του τετάνου πλην των αντιβιοτικών και του ορού σημασία έχουν η καταστολή των σπασμών και η μηχανική υποστήριξη των ζωτικών λειτουργιών, δηλαδή της αναπνοής και της κυκλοφορίας (η οποία επιβάλλεται να λάβει χώρα στις μονάδες εντατικής θεραπείας ώσπου να παρέλθει η δράση των δεσμευμένων τοξινών).

Σήμερα ευτυχώς εφαρμόζεται συστηματικός εμβολιασμός από τη μικρή ηλικία (3 μηνών) με το λεγόμενο διπλό ή τριπλό εμβόλιο, τέτανος-διφθερίτις ή τέτανος-διφθερίτις-κοκίτης. Με το εμβόλιο εισάγεται στον οργανισμό υποδορίως ή ενδομυϊκώς τροποποιημένη τετανική τοξίνη, σε τρεις δόσεις των 0,5κ.ε. η καθεμία. Έτσι, ερεθίζεται ο οργανισμός και παράγει ειδικές αμυντικές ουσίες, τις αντιτοξίνες, για την αντιμετώπιση των τοξινών του τετάνου. Παρόμοιες είναι οι αντιτοξίνες του αντιτετανικού ορού. Μετά την πρώτη δόση ακολουθεί η δεύτερη σε διάστημα τριών ή τεσσάρων εβδομάδων και η τρίτη έπειτα από έξι μήνες μέχρι ένα χρόνο. Επειδή το ποσό των αντιτοξινών ελαττώνεται, γίνεται μία επαναληπτική αναμνηστική δόση στην ίδια ποσότητα κάθε δέκα χρόνια. Η προηγούμενη συνήθεια αναμνηστικής δόσης κάθε πέντε χρόνια φαίνεται όχι μόνο υπερβολική αλλά μπορεί και να προκαλέσει έντονη τυπική αντίδραση από μεγάλη συγκέντρωση αντιτοξινών. Η άμυνα του οργανισμού στην τετανική τοξίνη είναι επαρκής δέκα μέρες μετά το δεύτερο εμβολιασμό και πλήρης ύστερα από τον τρίτο. Εξασφαλίζεται ισόβια εφόσον ανανεώνεται κάθε δέκα χρόνια.

Αντωνακάκης Ε. Σωκράτης
Γενικός Χειρουργός
Πηγάδια Καρπάθου
τηλ. 6974 139 931
via

Αφιέρωμα στις θρησκείες

$
0
0


Το τι ακριβώς είναι θρησκεία δεν έχει απαντηθεί ακόμη ξεκάθαρα και με ένα απόλυτο όρο. Στα τέλη του 18ου αιώνα η θρησκεία ερμηνεύεται ως μια μορφή κοινού πνεύματος πίστης που υπάρχει στην ίδια την κοινωνία, και καθορίζει τις θεμελιώδης ηθικές αξίες. Για τον Ε. Καντ η θρησκεία παίρνει δύναμη από το νομοθέτη που εφαρμόζει μέσο της λογικής γνώσης την επιθυμία του Θεού. Ο Αντρε Μαλρώ στο έργο του «Ανθρώπινη μοίρα» διακηρύσσει ότι η μοναδική πράξη είναι το άπλετο φως στα θρησκευτικά δόγματα συνηγορώντας στη θέση του Νίκου Καζαντζάκη και του Ζαν Φ. Λαουτάρ «να μην κατέχεις τίποτε, να μην ελπίζεις τίποτε». Ο Κ. Μαρξ χρησιμοποιείσαι την φράση του γερμανού φιλοσόφου Φοϋεμπαρχ ότι η θρησκεία είναι το όπιο του λαού, ενώ ο Νίτσε αναφώνησε ότι ο θεός πέθανε, μια θεωρία που θα γίνει μόδα σχεδόν μέχρι τη δεκαετία του ’70, όπου οι εκκλησίες όλων περίπου των δογμάτων άδειαζαν και μόνο οι κληρικοί των καταπιεζόμενων λαών έβρισκαν κάποιο έδαφος ανάπτυξης του Θεϊκού λόγου.



Ο θεός αν δεν υπήρχε, θα έπρεπε να τον επινοήσουμε – Ο. Σαίξπηρ.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 στα μεγάλα θρησκευτικά δόγματα υπάρχουν ισχυρές αναταράξεις. Ο χριστιανισμό προχωράει δυναμικά, ο διάλογος ανάμεσα στα δύο δόγματα (καθολικοί – ορθόδοξοι) όπως και τα ευαγγελικά ρεύματα δημιουργούν ένα κίνημα σε όλη την Ευρώπη μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ο ιουδαϊσμός εκσυγχρονίστηκε ξεπερνώντας πολλά από τα αναχρονιστικά ταμπού. Ο ισλαμισμός με την Ιρανική επανάσταση του 1979 αυτοπροσδιορίζει την πολιτική του θέση. Ο ινδουισμός και ο βουδισμός κατακτούν τη Δύση και αναπτύσσουν μεγάλη δραστηριότητα. Οι θρησκείες στις αρχές του 21ου αιώνα αναπτύσσουν ξανά την παλιά τους στρατηγική, την επιστροφή στις ρίζες στο πυθαγόρειο έσετε υμαρ ή με την σύγχρονη καθολική – προτεσταντική ορολογία τον φονταμενταλισμό.

“Στα χρόνια πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, κυριαρχούσαν γενικά παράγοντες που έτειναν να μειώσουν την επιρροή της θρησκείας.

Η άποψη «έσω των οικείων ορίων» του ιερού Χρυσόστομου τον 4ο αιώνα που βάζει το όρια ανάμεσα της ιεροσύνης και της βασιλείας δεν εφαρμόστηκαν ποτέ. Σήμερα θα πρέπει να αναζητήσουμε αλλού τα αίτια γιατί η θρησκεία κάνει πολιτική και οι πολιτικοί λειτουργούν ως θρησκευτικοί ηγέτες. Και δεν αρκεί η άποψη του Χέγκελ ότι «το κράτος θα μπορούσε να επιβάλει στους πολίτες του την υποταγή…οι θρησκείες όλων έχουν τούτο το κοινό, ότι οι προσπάθειες τους κατευθύνονται στο να παράγουν μια ορισμένη πνευματική στάση, και τούτο δεν είναι δυνατόν να αποτελεί αντικείμενο οιασδήποτε αστικής νομοθεσίας».

“Η θρησκεία είναι ένα πανίσχυρο «όπλο» στα χέρια όσων θέλουν – και ξέρουν- να το χρησιμοποιήσουν.

Ινδουισμός

“Ο Ινδουισμός είναι μια πολυθεϊστική θρησκεία με πολλά ανιμιστικά στοιχεία, δηλαδή την λατρεία πνευμάτων.

Ο Ινδουισμός είναι η τρίτη κατά σειρά θρησκεία στον κόσμο που συγκεντρώνει 940 εκατομμύρια πιστών η πλειοψηφία των οποίων βρίσκεται στην Ινδία. Ο Ινδουισμός δεν αποτελεί μια και μοναδική θρησκεία αλλά είναι ένα σύνολο τοπικών θρησκειών και συναντώνται στην περιοχή. Οι ρίζες του Ινδουισμού βρίσκονται 3.000 χρόνια π.Χ. και είναι ουσιαστικά ένα συνοθύλευμα παραδόσεων, δοξασιών και θρησκειών που αναμίχθηκαν με το πέρασμα του χρόνου και έδωσαν αυτό που ονομάζουμε σήμερα Ινδουισμό. Αυτό που χαρακτηρίζει την θρησκεία του Ινδουισμού είναι η πλήρης απουσία του δογματισμού που χαρακτηρίζει άλλες θρησκείες όπως τον Χριστιανισμό και τον Μωαμεθανισμό. Πρόκειται για μια θρησκεία γεμάτη αντιθέσεις που συνθέτει πολλά ετερόκλητα στοιχεία και παραδόσεις από άκρη σε άκρη της ασιατικής ηπείρου και που πήρε την σημερινή μορφή της 1500 χρόνια π.Χ., με την πρόσμιξη βόρειων πληθυσμών των λεγόμενων Αρίων που κατέφθασαν στην Ινδία.

Ο Ινδουισμός είναι μια πολυθεϊστική θρησκεία με πολλά ανιμιστικά στοιχεία, δηλαδή την λατρεία πνευμάτων. Κεντρικές λατρευτικές μορφές του Ινδουισμού είναι η θεότητα Σίβα και η θεά Κάλι, αλλά μια σειρά άλλων θεοτήτων συμπληρώνει την πολυθεϊστική αυτή θρησκεία μέσα από τα γραπτά ιερά κείμενα της τα λεγόμενα Βέδα. Οι Βέδες είναι ιερά βιβλία και αποτελούνται από την Ριγκ-Βέδα που σημαίνει ιερή γνώση στα σανσκριτικά, την Σάμα-Βέδα, την Γιαχούρ-Βέδα και την Αθάρβα –Βέδα. Το σημαντικότερο και αρχαιότερα ιερό βιβλίο είναι η Ριγκ Βέδα που απαρτίζεται από μια σειρά ύμνων, επικλήσεων και προσευχών. Η μορφή των θεών είναι φυσιολατρική και έτσι συναντούμαι θεούς όπως ο Ουρανός-Πατέρας, η Γη-Μητέρα, ο Ήλιος- αδελφός ή ο θεός Άγκνι που είναι ο θεός της ιερής πυράς του βωμού. Μερικές όμως από τις πιο σημαντικές θεϊκές προσωπικότητες είναι ο θεός Βράχμα ο δημιουργός του σύμπαντος και ο θεός Βισνού ο συντηρητής του κόσμου που θεωρείται ότι σε διάφορες ιστορικές περιόδους ενσαρκώνεται σε Σρι Κρίσνα και αποτελεί το Υπέρτατο Ον. Το σύνολο των θεών του Ινδουισμού φτάνει τους 33.

Οι ιερείς την ινδουιστικής θρησκείας ονομάζονται Βραχμάνες που κι αυτοί με την σειρά τους έχουν δώσει μια σειρά από βιβλία, τις Ουπανισάδες που αποτελούν ερμηνείες των ιερών κειμένων των Βέδα. Οι Βραχμάνες ιερείς βρίσκονται στην κορυφή της ιεραρχίας των καστών που είναι ένα σύστημα κοινωνικής διαστρωμάτωσης που διαμορφώθηκε με την ανάμειξη των Βόρειων Αρίων φυλών με τους αυτόχθονες νότιους πληθυσμούς το 1500 π.Χ. και ενσωματώθηκε στην ινδουιστική θρησκεία. Πολλές κοινωνιολογικές μελέτες έχουν γίνει για να αναλυθεί το σύστημα των Καστών που απέχει πολύ από την έννοια της ταξικής διαστρωμάτωσης με την μορφή που έλαβε στον δυτικό κόσμο. Κάστα σημαίνει χρώμα και οι ρίζες αυτής της ονομασίας ίσως βρίσκονται στην πρόσμιξη των βόρειων ανοιχτόχρωμων πληθυσμών με τις νότιες σκουρόχρωμες φυλές. Οι κάστες είναι τέσσερις, αυστηρά διαχωρισμένες και χωρίς κανένα περιθώριο μεταπήδησης από μια κάστα σε μια άλλη. Η πρώτη κάστα όπως προαναφέραμε είναι οι Βραχμάνοι ιερείς, η δεύτερη είναι οι Κσατρίγιας δηλαδή οι πολεμιστές, η τρίτη οι Βαϊσύας δηλαδή οι έμποροι και η τέταρτη οι Σούντρας οι δουλοπάροικοι. Στο περιθώριο των καστών βρίσκονται οι ανέγγιχτοι δηλαδή η πιο μιαρή πληθυσμιακή ομάδα που ζει σε κυριολεκτικό κοινωνικό αποκλεισμό.

Το σύστημα των Καστών επιβιώνει ακόμη και σήμερα στην Ινδία με μικρότερη ωστόσο ένταση, δημιουργώντας σειρά ρατσιστικών διαχωρισμών μεταξύ των μελών της κοινωνίας που σαν αποτέλεσμα είχε μια κοινωνική και οικονομική στασιμότητα όπου τα μέλη της κοινωνίας ήταν καταδικασμένα σε ένα αιώνιο Κάρμα. Εξάλλου κομβικό σημείο του θεωρητικού υποβάθρου του Ινδουισμού είναι αυτό ακριβώς το Κάρμα και η λεγόμενη Σαμσάρα, τα δόγματα που προσδιορίζουν την διαδικασία κατά την οποία η ψυχή παίρνει μια ανώτερη ή κατώτερη μορφή στον διαρκή κύκλο της μετεμψύχωσης. Τελικά η σωτηρία της ψυχής συνδέεται με το κοινωνικό status quo του ανθρώπου, επιβάλλοντας μάλιστα της διατήρηση αυτής της κοινωνικής κατάστασης, όσο εξαθλιωμένη και αν είναι, ως ένδειξη πίστης και ολοκλήρωσης του Κάρμα που θα οδηγήσει στην σωτηρία. Με λίγα λόγια η διατήρηση της κοινωνικής ανισότητας έχει ενσωματωθεί πλήρως στην θεολογία του Ινδουισμού που πρεσβεύει την ατέρμονη μετεμψύχωση και αναγέννηση.

Από το σύνολο των ιερών βιβλίων Βέδα και των Ουπανισάδων που αποτελούν μετέπειτα ερμηνεία των Βέδα από τους Βραχμάνους ιερείς, συνάγονται οι βασικές ιδεολογικό- θρησκευτικές αντιλήψεις του Ινδουισμού. Σύμφωνα με την διδασκαλία του, ο θεός βρίσκεται μέσα σε όλα τα όντα κι εδώ συναντούμαι τα πρώτα μονοθεϊστικά στοιχεία. Δηλαδή ο θεός συνενώνει όλα τα πράγματα σε ένα. Η ψυχή και η ουσία του σύμπαντος, δηλαδή το Βράχμα, είναι το κέντρο του ινδουιστικού θεολογικού προβληματισμού. Σκοπός τώρα της ανθρώπινης ψυχής που είναι το Άτμαν είναι να ενωθεί με το Βράχμα και τότε θα επέλθει η απόλυτη πλήρωση και ευτυχία που ταυτίζεται με την κατάσταση Νιρβάνα. Νιρβάνα είναι μια κατάσταση απάθειας και μακαριότητας η οποία δεν γίνεται να περιγραφεί με σαφήνεια παρά μόνο να βιωθεί.

Πολύ σημαντικό ρόλο στην ινδουιστική φιλοσοφία παίζει ο κύκλος των συνεχών αναγεννήσεων και μετεμψυχώσεων του ανθρώπου. Ο βαθμός ανώτερης ή κατώτερης μετεμψύχωσης ενός ατόμου, εξαρτιέται από τις πράξεις του στη ζωή. Η λογική είναι ότι οτιδήποτε κάνεις σε αυτή την ζωή θα σε ακολουθήσει στην επόμενη. Έτσι αν ένα ον ζήσει μια καλή ζωή στην επόμενη ζωή του θα ξαναγεννηθεί με μια ανώτερη μορφή. Από την αλυσίδα αυτή δεν αποκλείονται τα ζώα καθώς η ψυχή μπορεί να πάρει όλες τις μορφές. Έτσι αν κάποιος έζησε μια ζωή αμαρτωλή δεν αποκλείεται στην επόμενη ζωή του να έχει την μορφή εντόμου ή κάποιου άλλου ζώου. Ουσιαστικά ο στόχος της ινδουιστικής θρησκείας είναι η απελευθέρωση του ανθρώπου από τον αέναο κύκλο αυτών των μετεμψυχώσεων και της διαρκούς γέννησης και του θανάτου. Αυτό επιτυγχάνεται όταν το Βράχμα ενωθεί με το Άτμαν και τότε ο άνθρωπος γίνει ένα με το σύμπαν. Και για να γίνει αυτό ο άνθρωπος θα πρέπει να ακολουθήσει τον δρόμο της αλήθειας που θα τον οδηγήσει στην γνώση της υπέρτατης αλήθειας, μέσω του ασκητισμού και της γιόγκα που αποτελεί μια σειρά σωματικών ασκήσεων που έχουν φιλοσοφικές προεκτάσεις.

Τέλος χαρακτηριστικό της ινδουιστικής θρησκείας είναι η λατρεία της αγελάδας που θεωρείται ιερό ζώο μέσα στο οποίο κατοικούν πνεύματα θεών. Η εξόντωση της αγελάδας απαγορεύεται ρητά και θεωρείται η μεγαλύτερη αμαρτία. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να κυκλοφορούν σήμερα στην Ινδία χιλιάδες αδέσποτες αγελάδες τις οποίες δεν πειράζει και δεν ενοχλεί κανείς όπου και αν βρεθούν αυτές, όταν την ίδια στιγμή ο πληθυσμός της Ινδίας υποσιτίζεται.

Ιουδαϊσμός

Ο Ιουδαϊσμός είναι μια θρησκεία που αναπτύχθηκε από σημιτικά φύλα γύρω στον 6ο αι. π.Χ. κι εντοπίζεται γεωγραφικά στην Ανατολική Μεσόγειο. Η λατρεία του ενός και μοναδικού θεού του Γιαχβέ, είναι μια πρωτοπορία για την ιστορική περίοδο πουκάνει την εμφάνιση του ο Ιουδαϊσμός όπου στον τότε γνωστό κόσμο, επικρατούν πολυθεϊστικές και ανιμιστικές θρησκείες. Ο Ιουδαϊσμός αποτελεί τον πρόδρομο του Χριστιανισμού καθώς ο τελευταίος βασίστηκε στην Παλαιά Διαθήκη, το ιερό βιβλίο του Ιουδαϊσμού και αποτελεί μετεξέλιξη του. Ο Ιουδαϊσμός ανήκει στην κατηγορία των λεγόμενων Μεσσιανικών θρησκειών. Ο Μεσσίας ο υιός του θεού σύμφωνα με την θρησκευτική παράδοση των Ιουδαίων, θα έρθει για να σώσει τον περιούσιο λαό του Ισραήλ. Ο θεός στην προκείμενη περίπτωση παίρνει μια εθνική και ιστορική διάσταση καθώς επεμβαίνει στα εγκόσμια με ένα και μοναδικό σκοπό: να σώσει τον λαό του. «Η εβραϊκή λέξη για τον Μεσσία είναι Μασσίαχ και σημαίνει «μυρωμένος με λάδι». Αυτόν τον όρο τον μεταχειρίζονται συχνά για τους Εβραίους βασιλιάδες και τους αρχιερείς γιατί συνήθιζαν να τους αλείφουν με λάδι στην τελετή της ενθρόνισής τους. Έτσι σιγά, σιγά λέγοντας «μυρωμένο » εννοούσαν έναν διαλεχτό ανάμεσα στο λαό που είχε κάποιο υψηλό χρέος να εκτελέσει. Με την έννοια αυτή ο βασιλιάς ήταν Μασσίαχ -όπως και ο αρχιερέας- δηλαδή χρισμένος με λάδι. Την ίδια λέξη χρησιμοποιεί ο Ιουδαϊσμός για να κατονομάσει την προσωπικότητα, που με την πνοή και τη δύναμη του Θεού, θα λυτρώσει τον Ισραήλ και θα εγκαινιάσει στη γη μια θαυμάσια νέα περίοδο για όλη την ανθρωπότητα. Μεσσίας, λοιπόν, σημαίνει στην πραγματικότητα χρισμένος με λάδι και θεόσταλτος».

“Το σημαντικότερο βιβλίο των Εβραίων είναι η Τορά. Πρόκειται για τον νόμο που δόθηκε από το θεό στους πιστούς του.

Ο Μωυσής είναι ο σημαντικότερος προφήτης και θεμελιωτής του Ιουδαϊσμού. Ο θεός παρουσιάζεται στον Μωυσή στο όρος Σινά όπου και του αποκαλύπτει την βούληση του και τις επιθυμίες του για τον εκλεκτό του λαό, το λαό του Ισραήλ. Ο Μωυσής, όπως πολύ αργότερα ο Μωάμεθ θα κατορθώσει μέσα από αυτή την σύνθεση εγκόσμιου και μεταφυσικού, να ενώσει τις νομαδικές φυλές της περιοχής δίνοντας τους εθνική υπόσταση και ιστορική προοπτική. Ο θεός του Μωυσή είναι ένας ηθικός θεός που θέτει κανόνες και νόμους στην κοινότητα του Εβραϊκού λαού. Μάλιστα η πρωτοποριακή αυτή σύλληψη του ενός και μοναδικού θεού θεωρείται από αρκετούς αναλυτές ότι έχει τις ρίζες της στον Αιγύπτιο Βασιλιά Αμενόφι Δ’ ο οποίος προσπάθησε να δημιουργήσει μια μονοθεϊστική θρησκεία στην Αίγυπτο και να αντικαταστήσει το θεό Άμμωνα και τις πολυπληθείς αιγυπτιακές θεότητες με τον θεό Ήλιο Άτωνα. Ο Αμενόφις θα διωχτεί από το αιγυπτιακό Ιερατείο της εποχής που έχασε τα προνομία του κατά της διάρκεια της βασιλείας του και θα πεθάνει εξόριστος στην ιερή πόλη που είχε δημιουργήσει προς τιμήν του μοναδικού θεού Άτων. Ο Άμμωνας και η πολυθεΐα θα επανέλθουν στον βασίλειο τους αλλά η διδασκαλία του Αμενόφι θα παραμείνει ζωντανή επηρεάζοντας χρόνια αργότερα τον Μωυσή ο οποίος εξάλλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αίγυπτο.

Η ιστορία του Μωυσή ξεκινά την εποχή των Φαραώ. Η κόρη του Φαραώ βρίσκει στις όχθες του Νείλου ένα εγκαταλελειμμένο μωρό και του δίνει το όνομα Μωυσής που σημαίνει «αυτός που έχει σωθεί από το νερό». Το μωρό έχει εγκαταλειφθεί από μια δούλα Εβραία για να σωθεί από μια σφαγή που ετοιμάζονταν να κάνουν οι Αιγύπτιοι εναντίον των πρωτότοκων παιδιών των Εβραίων, για να μην αυξηθεί ο πληθυσμός. Ο Μωυσής μεγάλωσε σαν πραγματικός πρίγκιπας, μέχρι που συνειδητοποίησε την καταγωγή του και τον ρόλο που έπρεπε να παίξει ως καθοδηγητής του Εβραϊκού λαού, μετά την αποκάλυψη του θελήματος του θεού σε αυτόν. Ο Μωυσής θα αναλάβει να απελευθερώσει τον λαό του και να τον οδηγήσει έξω από την Αίγυπτο στην Γη της Επαγγελίας. Στην Γη της Επαγγελίας γύρω στο 1000 π.Χ ο Δαυίδ θα δημιουργήσει το βασίλειο του το οποίο θα καταλυθεί αργότερα από τους Βαβυλώνιους.

Η κεντρική φιγούρα της Ιουδαϊκής θρησκείας είναι όπως αναφέραμε ο Μεσσίας ο οποίος δεν έχει έρθει ακόμη στη γη. Η έλευση του θα εκπληρώσει τρία πράγματα που θα έχουν άμεση επίδραση στη ζωή α) του ατόμου, β) του λαού του Ισραήλ και γ) όλης της ανθρωπότητας. Σύμφωνα με την μεσσιανική αυτή θεολογία όταν έρθει ο Μεσσίας στη γη θα σταματήσουν όλα τα δεινά, οι δίκαιοι θα αμειφθούν και οι κακοί θα τιμωρηθούν. Σε σχέση με το λαό του Ισραήλ, το έθνος που πάσχει, θα εγκατασταθεί και πάλι στην αρχαία του κοιτίδα. Τα εξόριστα παιδιά του θα μαζευτούν εκεί από τις τέσσερις γωνιές της γης. Τέλος, θα αρχίσει μια περίοδος ειρήνης και ευτυχίας για όλους τους ανθρώπους, που θ’ αναγνωρίσουν έτσι την κυριαρχία του ενός Θεού.

Μια ακόμη σημαντική διάσταση της Ιουδαϊκής θρησκείας είναι αυτή που περιλαμβάνει της βασιλεία του Θεού στη γη. Με τον όρο «Βασιλεία του Θεού στη γη» δεν εννοείται βέβαια η μετεγκατάσταση του Θεού από τον Ουρανό στη Γη αλλά ο ιδανικός κόσμος που θα δημιουργηθεί όταν οι άνθρωποι ακολουθήσουν τον δρόμο και την διδασκαλία του θεού.

Το σημαντικότερο βιβλίο των Εβραίων είναι η Τορά. Πρόκειται για τον νόμο που δόθηκε από το θεό στους πιστούς του. Η Τορά είναι η σπονδυλική στήλη της ιουδαϊκής θρησκείας. Εκεί ο ευσεβής Εβραίος θα βρει μια σειρά ηθικών, θρησκευτικών και νομικών κανόνων τους οποίους οφείλει να ακολουθεί. Τέλος εξέχουσα θέση στην θρησκεία των Εβραίων είναι και η διδασκαλία για τα έσχατα. «Είναι σταθερή η πίστη των Ιουδαίων στην παράταση της παρούσας ζωής μετά το θάνατο και στη μετάβαση του ανθρώπου με αεριώδη μορφή στον Άδη, ο οποίος είναι κοινός τόπος διαμονής όλων αυτών που πέθαναν και χώρος στον οποίο θα τιμωρηθούν οι ασεβείς, θα ανταμειφθούν οι δίκαιοι και θα αναστηθούν οι νεκροί».

Η μεγαλύτερη γιορτή των Εβραίων είναι το Πάσχα που σηματοδοτεί την απελευθέρωση του εβραϊκού λαού από τους Αιγυπτίους και την φυγή του προς τη Γη της Επαγγελίας, την Χαναάν. ¨Όπως και οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί οι οποίοι εξάλλου υιοθέτησαν την γιορτή του Πάσχα δίνοντας της άλλο πνεύμα και ουσία, οι Εβραίοι τρώνε τον πασχαλινό αμνό που σηματοδοτεί την θυσία των αμνών που έγινε την ημέρα της Εξόδου των Εβραίων από την Αίγυπτο. Το αίμα των αμνών χρησιμοποιήθηκε για να βαφτούν οι πόρτες των εβραϊκών σπιτιών ώστε να μην σφαγούν τα πρωτότοκα παιδιά τους, σε αντίθεση με εκείνα των Αιγυπτίων που σφαγιάστηκαν ως θεϊκή τιμωρία για την καταδυνάστευση του περιούσιου, εκλεκτού λαού.

“Ο εβραϊκός πληθυσμός εξαλείφθηκε σε μεγάλο βαθμό από τις κυριότερες εστίες του στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη και συγκεντρώθηκε στις Η.Π.Α.

Βουδισμός

“Η εμφάνιση του Βουδισμού, μιας από την αρχαιότερες θρησκείες στον κόσμο τοποθετείται στην Ινδία τον 6ο αιώνα π.χ.

Ο Βουδισμός παρότι συγκαταλέγεται στις πέντε μεγαλύτερες θρησκείες του κόσμου, διαφοροποιείται εξολοκλήρου από την λογική και την φιλοσοφία που διέπει τον Χριστιανισμό, των Μωαμεθανισμό, τον Ιουδαϊσμό και εν μέρει τον Ινδουισμό. Ο Βουδισμός δεν αναφέρεται στην λατρεία ενός υπέρτατου όντος, του Θεού, αλλά αποτελεί ένα ιδεολογικό- φιλοσοφικό σύστημα αξιών που σκοπό έχει να οδηγήσει την ανθρώπινη ύπαρξη στην ολοκλήρωση ή αλλιώς στην φώτιση, δηλαδή σε μια κατάσταση πλήρους πνευματικής και ψυχικής διαύγειας.

Η εμφάνιση του Βουδισμού, μιας από την αρχαιότερες θρησκείες στον κόσμο τοποθετείται στην Ινδία τον 6ο αιώνα π.χ. Ο πρίγκιπας της φυλής Σάκυα στο Νεπάλ ο Σιντάρτα Γκοτάμα ή αλλιώς Σακιαμούνι εγκαταλείπει την πατρογονική του εστία και την πολλά υποσχόμενη ζωή του, για να ξεκινήσει μια εξάχρονη περιπλάνηση που θα οδηγήσει στην εγκαθίδρυση μιας από τις αρχαιότερες θρησκείες στον κόσμο. Ο Σιντάρτα στην διάρκεια της περιπλάνησης του, κατά την οποία θα ζήσει ασκητικά και μέσα σε απόλυτη αυταπάρνηση, θα προσπαθήσει να ανακαλύψει το νόημα της οδύνης σε αυτό τον κόσμο αλλά και να δώσει απαντήσεις σε μια σειρά από φιλοσοφικά ερωτήματα. Ποια είναι η αλήθεια; Τι είναι η αιωνιότητα; Πως επιτυγχάνει κανείς την εσωτερική γαλήνη, αλλιώς την λεγόμενη νιρβάνα; Μετά από έξι χρόνια περιπλάνηση στις βορειοανατολικές πεδιάδες της Ινδίας ο Σιντάρτα θα κάτσει κάτω από το δέντρο Μπόντχι για να διαλογιστεί κι εκεί θα δεχτεί την φώτιση και θα γίνει Βούδας (Βούδας σημαίνει Πεφωτισμένος). Το φως της θείας γνώσης θα αποκαλυφθεί στον Σιντάρτα, ένα πρωινό με την ανατολή του ήλιου κι ένα μειδίασμα θα σφραγίσει για πάντα την όψη του. Είναι το γνωστό χαμόγελο με το οποίο απεικονίζεται ο Βούδας σε όλες τις μορφές τέχνης και ενσαρκώνει την θεία ευτυχία και μακαριότητα.

Ο Βούδας θα διδάξει για 45 χρόνια σε περιοχές της Ασίας και θα προσελκύσει χιλιάδες πιστούς στο δρόμο του Ντάρμα που καταπιάνεται με τον πόνο που προκαλούν στον άνθρωπο τα γηρατειά, η αρρώστια και ο θάνατος. Ο Βούδας στο επίκεντρο της διδασκαλίας του έχει τον άνθρωπο κι όχι τον θεό όπως θα περίμενε κανείς, γιαυτό και από πολλούς ο Βουδισμός θεωρείται μια «άθεη» θρησκεία. Ο ίδιος ο Βούδας, δεν έδωσε ποτέ θεϊκή υπόσταση στον εαυτό του, ούτε ισχυρίστηκε ότι εκτελεί κάποια θεϊκή αποστολή. Η θεοποίηση του προήλθε αργότερα από τους πιστούς οπαδούς του που στο διάστημα των αιώνων κατέγραψαν την προφορική διδασκαλία του Βούδα.

Ο Βούδας θεωρείται ένας μεταρρυθμιστής της θρησκείας των Βραχμάνων του Ινδουισμού που στο επίκεντρο της διδασκαλίας τους σε αντίθεση με τον Βουδισμό, έχουν την «πλήρη απορρόφηση του πιστού από τον Θεό». Ο Βουδισμός αντίθετα, μιλάει για την πλήρωση, την τελείωση του ανθρώπου μέσα από την ασκητική ζωή που οδηγεί τον άνθρωπο στην θεϊκή γνώση. Δηλαδή ούτε λίγο ούτε πολύ ο άνθρωπος μετατρέπεται σε θεό και για να γίνει αυτό, ο άνθρωπος πρέπει να ελευθερωθεί από τα δεινά της ζωής. Βασική αρχή της διδασκαλίας του Βουδισμού είναι η ματαιότητα της ζωής πάνω στη γη, το εφήμερο και η φθορά που την καθιστούν δαιμονική. Ο άνθρωπος μπορεί να αντιμετωπίσει την φθορά και το εφήμερο της ζωής, αποστασιοποιούμενος από τις επιθυμίες της σάρκας, μέσω της κατάστασης της Νιρβάνας που είναι μια κατάσταση απάθειας. Η διέξοδος από τον πόνο και την ματαιότητα της ζωής είναι ο δρόμος του Βουδισμού που οδηγεί στην αυτό-λύτρωση, την φώτιση και τη θεία γνώση.

Η αντίληψη του Βουδισμού για τον κόσμο είναι ότι αποτελείται από τις ψυχές και τους νόμους. Η ψυχή δεν είναι ωστόσο αποκλειστικότητα της ανθρώπινης φύσης αλλά βρίσκεται μέσα σε καθετί έχει ζωή. Οι ψυχές οφείλουν να υπακούν στους νόμους της φύσης για να έρθουν σε αρμονία με το σύμπαν.

Πέρα αυτού του θεωρητικού – θεολογικού υποβάθρου ο Βουδισμός όπως και οι υπόλοιπες θρησκείες, διέπεται από ένα σύστημα σαφών κανόνων που απαγορεύουν συγκεκριμένες πράξεις. Έτσι σύμφωνα με την διδασκαλία του Βούδα απαγορεύεται να σκοτώσεις, να κλέψεις, να μοιχεύσεις, να πεις ψέματα και να μεθύσεις. Περαιτέρω ο Βούδας αναλύει οκτώ βαθμίδες λύτρωσης που αν ακολουθήσει ο άνθρωπος θα περιέλθει στην κατάσταση της φώτισης. Αυτές είναι η ορθή πίστη, ο ορθός σκοπός, η ορθή συμπεριφορά, η ομιλία, η ορθή προσπάθεια, ο ορθός τρόπος βιοπορισμού, η ορθή κυριαρχία σκέψεως και η ορθή περίσκεψη.

Στο βουδισμό συναντούμαι ξανά το Κάρμα αλλά με μια νέα μορφή που διαφέρει σημαντικά από αυτή που ισχύει στον Ινδουισμό στον οποίο έχει περισσότερο την λογική της τιμωρίας. Ο Βούδας έδωσε στο Κάρμα την μορφή της ανταμοιβής η οποία ωστόσο εξακολουθεί να εξαρτάται από την πορεία της ψυχής στις προηγούμενες ζωές της. Η ψυχή κι εδώ ξεφεύγει από τον ατελείωτο κύκλο του Κάρμα όταν φτάσει στην κατάσταση της Νιρβάνας , της απάθειας στην οποία πλέον ο άνθρωπος δεν επηρεάζεται ούτε από το καλό ούτε από το κακό, δεν αισθάνεται τον πόνο, τα γηρατειά και δεν τον αγγίζει ο θάνατος.

Ο Βούδας πέθανε σε ηλικία 80 ετών (για την ακρίβεια αποφάσισε να πεθάνει) ύστερα από 45 χρόνια διδασκαλίας. Το σώμα του κάηκε και μοιράστηκε σε οκτώ μέρη που διανεμήθηκε σε διάφορες περιοχές όπου και κτίστηκαν μεγάλοι ναοί που έγιναν λατρευτικοί τόποι. Ο ίδιος ο Βούδας ποτέ δεν επιδίωξε την θεοποίηση του. Αμέσως μετά τον θάνατο του οι πιστοί μαθητές του συγκεντρώθηκαν για να κάνουν την πρώτη καταγραφή της προφορικής διδασκαλίας του Βούδα, δημιουργώντας το μοναστικό τάγμα των Σάγκχα. Οι πρώτοι αυτοί μοναχοί είναι που κωδικοποίησαν το κήρυγμα του Βούδα και στους κόλπους του τάγματος μπορούσε να γίνει δεκτός οποιοσδήποτε, ανεξαρτήτου κάστας. Όπως και σε κάθε άλλη θρησκεία έτσι και στον Βουδισμό έχουμε αναθεωρητικές τάσεις που δημιούργησαν σχίσμα στους κόλπους της κοινότητας των Βουδιστών και σε αρκετές περιπτώσεις διώχθηκαν. Το παράδοξο της μεγάλης αυτής θρησκείας που προσηλύτισε εκατομμύρια πιστών στην διάρκεια των αιώνων, είναι η σταδιακή ύφεσή και σε αρκετές περιπτώσεις η εξάλειψη της. Μάλιστα το ακόμη πιο παράδοξο είναι πως η σχεδόν πλήρης εξάλειψη του Βουδισμού που είναι μια από τις αρχαιότερες θρησκείες πραγματοποιήθηκε στην γενέτειρα του την Ινδία. Η αιτίες αυτής της συρρίκνωσης δεν γίνεται να προσδιοριστούν με ακρίβεια. Πάντως ένα σημαντικός παράγοντας θεωρείται η εξάπλωση του Ισλαμισμού στην Ασία και ειδικότερα στην Ινδία σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα επίπεδα ανοχής που δείχνει ο Βουδισμός και την μη δογματικότητα του, που τον κατέστησαν ευάλωτο στις «επιθέσεις » άλλων θρησκευμάτων.

Ισλαμισμός

Το Ισλάμ για το οποίο τόσος λόγος γίνεται τα τελευταία χρόνια είναι μια από τις μεγαλύτερες και πολυπληθέστερες θρησκείες στον πλανήτη. Το 1/3 του πληθυσμού της γης ασπάζεται τον ισλαμισμό, την θρησκεία που εγκαθίδρυσε ο Προφήτης Μωάμεθ το 622 μ.Χ., δημιουργώντας την πιο πρόσφατη αλλά και εξαιρετικά καταλυτική θρησκεία στον κόσμο. Ισλάμ σημαίνει «υποταγή στο θέλημα του Θεού» αλλά είθισται να αποκαλείται και Μωαμεθανισμός από το όνομα του Προφήτη, αν και ίδιος ουδέποτε θέλησε να έχει κάποια θεϊκή υπόσταση. Η ισλαμική θρησκεία είναι γνωστή και με το όνομα Μουσουλμανισμός που έχει περσική προέλευση.

“Οι βασικές αρχές που διέπουν τον Ισλαμισμό είναι οι λεγόμενοι πέντε στύλοι της θρησκείας που κάθε καλός μουσουλμάνος πρέπει να ακολουθεί.

Ο Ισλαμισμός είναι μια από τις τρεις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες που δημιουργήθηκαν στην Λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου κατά το παράδειγμα του Χριστιανισμού και του Ιουδαϊσμού. Ως εκ τούτου το Ισλάμ υιοθετεί πολλά από τα στοιχεία των δυο άλλων θρησκειών και αναγνωρίζει μεταξύ άλλων ως προφήτες του, τον Αβραάμ από την Παλαιά Διαθήκη και τον Χριστό από την Καινή Διαθήκη.

Το Ισλάμ χρωστάει την ύπαρξη του στο προφήτη Μωάμεθ ο οποίος έζησε και δίδαξε στην πόλη Μέκκα, την ιερότερη πόλη σήμερα των μουσουλμάνων πιστών. Ο Μωάμεθ ανήκε στην ισχυρή φυλή των Κουραϊσιτών και δίδαξε στις φυλές της περιοχής την πίστη στο ένα θεό, κατορθώνοντας να ενώσει υπό την σκέπη της νέας θρησκείας, τους φυλάρχους και χαλίφηδες της Αραβικής Χερσονήσου, δημιουργώντας ένα θεοκρατικό βασίλειο που επεκτάθηκε από άκρη σε άκρη στην Ασία, την Αφρική και την Ευρώπη. Ο Ευρωπαϊκός πολιτισμός λίγο έλειψε να εξαφανιστεί ιστορικά από την εισβολή των πιστών μουσουλμάνων που στο όνομα της Τζιχάντ, του ιερού πολέμου, εξαπολύθηκαν ενάντια στους «άπιστους» και ανακόπηκαν από τον Φράγκο Βασιλιά Καρλομάγνο.

Το έργο του Μωάμεθ και η διάδοση της νέας θρησκείας που σήμερα στην ακραία μορφή της φανατίζει και συνεπαίρνει χιλιάδες πιστών, δεν υπήρξε καθόλου εύκολη στα πρώτα της βήματα. Ο Μωάμεθ εκδιώχθηκε από τους άλλους άρχοντες της περιοχής από την γενέτειρα του Μέκκα και κατέφυγε με τους λιγοστούς πιστούς του στην πόλη Μεδίνα. Το γεγονός αυτό που χαρακτηρίστηκε ως Εγίρα, αποτελεί την χρονική αφετηρία του μουσουλμανικού ημερολογίου και τοποθετείται το 622 μ.Χ. Η χρονολογία αυτή όμως αποτελεί ορόσημο για τον Αραβικό κόσμο καθώς στρέφεται οριστικά στον μονοθεϊσμό, αφήνοντας πίσω του της πολυθεϊστικές, παγανιστικές θρησκείες του παρελθόντος.

“Η Σάρια δηλαδή οι κανόνες ζωής και ο ηθικός νόμος του Ισλάμ δεν αναφέρεται πουθενά μέσα στο Κοράνι.

Ο Προφήτης θα συνεχίσει την διδασκαλία του στην Μεδίνα συγκεντρώνοντας ολοένα περισσότερους πιστούς, ενώ το κήρυγμα του θα έχει μια αυξανόμενη απήχηση. Το 630 μ.Χ. ο εξόριστος προφήτης θα επιστρέψει και θα καταλάβει την Μέκκα που θα ανακηρύξει ως την ιερότερη πόλη, προς την κατεύθυνση της οποίας οφείλουν να στρέφουν οι μουσουλμάνοι, κάθε φορά που πρόκειται να προσευχηθούν.

Από πού ορμώμενος όμως ο Μωάμεθ αποφάσισε να τα βάλει με το υπάρχον κατεστημένο και να φέρει τα πάνω κάτω στους λαούς της περιοχής; Σύμφωνα με την θρησκευτική παράδοση του Ισλαμισμού ο Αρχάγγελος Γαβριήλ εμφανίστηκε στον Μωάμεθ και του αποκάλυψε του θέληση του Θεού (Αλλάχ). Ο Αλλάχ μίλησε μέσω του Μωάμεθ και ο λόγος του καταγράφηκε στο ιερό μουσουλμανικό βιβλίο το λεγόμενο Κοράνι. Κοράνι σημαίνει ανάγνωσμα, απαγγελία και αποτελεί τον λόγο του θεού όπως μεσολαβήθηκε από τον προφήτη. Ο Μωάμεθ δεν κατέγραψε ο ίδιος τα όσα είπε όπως και οι περισσότεροι προφήτες. Το έργο της καταγραφής ανέλαβαν από την εποχή ακόμη που ο Μωάμεθ ζούσε, οι μαθητές του. Το ιερό βιβλίο των μουσουλμάνων το Κοράνι αποτελείται από 114 σούρες (ενότητες) οι οποίες αποτελούνται από μια σειρά στίχων. Εκτός από το Κοράνι υπάρχει μια σειρά κειμένων των οποίων η γνησιότητα από αρκετούς αμφισβητείται. Η συλλογή αυτών των κειμένων ονομάζεται Χαντίθ και περιλαμβάνει τις ιερές παραδόσεις αλλά και την πρακτική ή «σούννα» του Προφήτη, δηλαδή τον τρόπο που πιστεύεται ότι ο Μωάμεθ είχε πράξει.

Ο προφήτης Μωάμεθ που θεμελίωσε τον Ισλαμισμό πέθανε στο 632 μ.Χ. αφού παντρεύτηκε πολυάριθμές γυναίκες μεταξύ άλλων την Αϊσά. Η Αϊσά, κόρη του μεγάλου χαλίφη Αμπού Μπακρ ο οποίος θα διαδεχτεί τον Μωάμεθ, θα παίξει σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση των απόψεων του προφήτη. Ο Αμπού Μπάκρ θα συγκρουστεί με τον γαμπρό του Μωάμεθ, Αλή που είχε παντρευτεί την κόρη του Φατιμά και αυτό ουσιαστικά θα αποτελέσει την αρχή του μουσουλμανικού σχίσματος μεταξύ σουνιτών και σιιτών. Οι σιίτες θεωρούν ότι αληθινός διάδοχος του Μωάμεθ είναι ο εξάδελφος και γαμπρός του, Αλή που δολοφονήθηκε από τους αντιπάλους του στην πόλη Κούφα. Η δυναστεία των Φατιμίδων δηλαδή των απογόνων του Αλή και της Φατιμά θεωρούνται από τους σιίτες μουσουλμάνους οι δικαιωματικοί διάδοχοι του Μωάμεθ. Οι διαφωνίες μεταξύ των σουνιτών και σιιτών συνεχίζονται μέχρι και σήμερα. Το 90% των μουσουλμάνων είναι σουνίτες. Οι σιίτες συγκεντρώνονται στην πλειοψηφία τους σήμερα στο Ιράν και το Ιράκ.

Ο Ισλαμισμός είναι μια δογματική θρησκεία κατά το πρότυπο των άλλων δυο μεσογειακών θρησκειών του Χριστιανισμού και του Ιουδαϊσμού από τις οποίες εξάλλου δανείστηκε πολλά στοιχεία. Η θεολογία του ισλαμισμού δεν διαφέρεί και πολύ από εκείνη του Χριστιανισμού. Ο θεός πιστεύεται ότι δημιούργησε ολόκληρο τον κόσμο και είναι ο οδηγός του σύμπαντος. Σε αντίθεση όμως με τον Χριστιανισμό ο Ισλαμισμός δεν δέχεται την τριαδικότητα του θεού αλλά προβάλλει την ενιαία και αδιάσπαστη οντότητα του. Κι εδώ συναντούμαι τον Παράδεισο και την Κόλαση, την τιμωρία και την ανταμοιβή, την σωτηρία της ψυχής αλλά και τους αγγέλους που δημιούργησε ο ίδιος ο θεός με εξέχουσες μορφές εκείνες του Μιχαήλ και του Γαβριήλ που μεταφέρουν τον λόγο του θεού στον Μωάμεθ. Δεσπόζουσα θέση στην μουσουλμανική θεολογία έχει η εσχατολογία. Κι εδώ συναντούμαι την ημέρα της έσχατης κρίσης, της εμφάνισης του Σατανά με την μορφή θηρίου το οποίο θα αντιμετωπίσει και θα νικήσει ο Ιησούς. Μετά την έσχατη κρίση θα ακολουθήσει η κοινή κρίση που εκεί όπως και στην Αγία Γραφή θα διαχωριστούν οι δίκαιοι από τους άδικους που θα σταλούν στο αιώνιο πυρ.

Ο Ισλαμισμός παρότι αποδέχεται τους προφήτες του Χριστιανισμού και του Ιουδαϊσμού όπως τον Αβραάμ, τον Μωυσή και τον Χριστό δεν αποδέχεται αυτές τις ίδιες της θρησκείες θεωρώντας πως η μια, μοναδική, αληθινή και αναλλοίωτη θρησκεία είναι αυτή του Ισλάμ. Στον Ισλαμισμό ο λόγος του θεού έχει την ιδιαιτερότητα ότι αποτελεί τον ένα και μοναδικό νόμο που πρέπει να διέπει την ανθρώπινη ύπαρξη και δραστηριότητα και που υπερβαίνει κάθε άλλο νόμο που προέρχεται από τον άνθρωπο.

Οι βασικές αρχές που διέπουν τον Ισλαμισμό είναι οι λεγόμενοι πέντε στύλοι της θρησκείας που κάθε καλός μουσουλμάνος πρέπει να ακολουθεί. Η Σαχάντα είναι η πρώτη αρχή και πρόκειται για την ομολογία πίστης. Σύμφωνα με αυτή την αρχή «Δεν υπάρχει άλλος θεός πλην του Αλλάχ». Η Σαλάτ-νάμας είναι η προσευχή που πρέπει να γίνεται πέντε φορές την ημέρα και ο πιστός πρέπει να είναι στραμμένος προς την κατεύθυνση του ορίζοντα που βλέπει στην Μέκκα. Η αρχή Σάουμ είναι η νηστεία και η αποχή. Όλοι οι πιστοί κατά τον μήνα του Ραμαζανιού οφείλουν να νηστεύουν από την Ανατολή μέχρι την Δύση του ηλίου. Το βράδυ η νηστεία δεν ισχύει. Η Ζακάτ είναι η αρχή της ελεημοσύνης και του εξαγνισμού. Όποιος μουσουλμάνος έχει κάποιο εισόδημα οφείλει να δίνει ένα μέρος του για αγαθοεργίες. Τέλος η αρχή Χατζ είναι το ιερό προσκύνημα στη Μέκκα που κάθε μουσουλμάνος πρέπει να κάνει έστω και για μια φορά στην ζωή του.

Παρότι ο Ισλαμισμός έχει εξελιχθεί σε μια δογματική θρησκεία το ίδιο το Κοράνι δεν είναι δογματικό. Στο ιερό αυτό βιβλίο των μουσουλμάνων θα βρει κανείς μόνο γενικές αρχές και τι επιθυμεί ο θεός να πράξουν οι άνθρωποι για να τον ευχαριστήσουν. Υπάρχουν βέβαια σε αυτό και πιο συγκεκριμένες εντολές που αφορούν για παράδειγμα τον γάμο αλλά αυτές είναι σχετικά περιορισμένες σε σύγκριση με τον ύφος και την δομή του υπόλοιπου βιβλίου.

Η Σάρια δηλαδή οι κανόνες ζωής και ο ηθικός νόμος του Ισλάμ δεν αναφέρεται πουθενά μέσα στο Κοράνι. Η Σάρια δημιουργήθηκε πολύ αργότερα από την εμφάνιση του Ισλάμ και πρόκειται ουσιαστικά για μια ερμηνεία του Κορανίου που διαμορφώθηκε από του λεγόμενους ουλαμά τους θρησκευτικούς ηγέτες των μουσουλμάνων. Η Σάρια μεταξύ άλλων κανόνων κοινωνικής συμπεριφοράς επιβάλλει ένας τρόπο διακυβέρνησης σύμφωνα με την θεία καθοδήγηση.

Ο Ισλαμισμός παρά τις δογματικές του απόψεις σε πολλά ζητήματα και την αρχή της Τζιχάντ, του ιερού πολέμου εναντίον των «απίστων», αναπτύχθηκε και επιβίωσε μέσα σε κοινωνίες πολυφυλετικές και πολυθρησκευτικές. Η ανοχή των αραβικών πληθυσμών έναντι των αλλόθρησκων φυλών είναι ένα ιστορικό γεγονός. Αρκετοί μετριοπαθείς μουσουλμάνοι εξηγούν πως οι Τζιχάντ είναι ο ιερός πόλεμος όταν οι μουσουλμάνοι βρίσκονται σε άμυνα. Όμως η Τζιχάντ στην πιο ακραίο και εξτρεμιστική της μορφή μπορεί να πάρει επικίνδυνες διαστάσεις όπως αυτές που ζει η ανθρωπότητα σήμερα με τους οπαδούς του φονταμεταλιστικού Ισλάμ. Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι η τροπή που σε αρκετές περιπτώσεις έχει λάβει ο Ισλαμισμός σήμερα, είναι ένα φαινόμενο που δημιουργήθηκε τα τελευταία 50 χρόνια και που σχετίζεται με διάφορους οικονομικό-κοινωνικούς και πολιτικούς παράγοντες που η ανάλυση τους αφορά μια άλλη θεματική ενότητα.

Χριστιανισμός

Οι αρχές του Χριστιανισμού χρονολογούν την αρχή της εποχής μας. Ο εμπνευστής του, ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, ήταν Εβραίος που κήρυξε το μήνυμά του στη Γαλιλαία σε εποχή που ο λαός του ήλπιζε πως στη δουλεία του Ισραήλ από τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία θα έβαζε τέλος κάποια θεία επέμβαση. Δίδασκε τους οπαδούς του να αγαπούν το Θεό με όλο τους το είναι και να νοιάζονται τους γείτονές τους όπως τους εαυτούς τους. Οπωσδήποτε, αν κανείς πετύχαινε σ΄ αυτά, το ιδιοτελές εγώ θα αφανιζόταν. Είδαμε πως και ο Βούδας επιδίωξε το ίδιο αποτέλεσμα και επεξεργάστηκε ένα πρόγραμμα από τους Οκτώ δρόμους ή βήματα. Ο Ιησούς δεν προμήθεψε τους οπαδούς του με κάποια παρόμοια μέθοδο. Τους έδωσε όμως αρκετή ώθηση χρησιμοποιώντας τις εσχατολογικές προσδοκίες του καιρού του και του τόπου του. Παρουσίασε την παλιά εγκόσμια τάξη να τελειώνει και τη νέα Βασιλεία του Θεού να εισέρχεται στη θέση της παλιάς πραγματικότητας. Ιδιοτέλεια δεν έχει θέση στην ερχόμενη Βασιλεία του Θεού. Γι αυτό το λόγο είχε νόημα η αγάπη του Θεού και του πλησίον, και η εγκατάλειψη όλων των άλλων προτιμήσεων στις οποίες προκαλείται ο άνθρωπος.

Ο Ιησούς δίδαξε το μήνυμα του με μορφή παραβολών, με μια τεχνική που απαιτούσε αρκετή συμμετοχή εκείνου που ήθελε να μάθει. Η θέση του ήταν η παροχή μίας διδασκαλίας για όσους μόνο είχαν «ώτα για να ακούσουν» Μετά από μερικές γενεές, το μήνυμά του καταγράφτηκε σε αφηγηματικά κείμενα που λέγονται Ευαγγέλια ή ευχάριστα νέα. Αυτά τα βιβλία δεν είναι του είδους της ιστορικής αφήγησης γεγονότων. Οι βιογραφίες για τον Ιησού δεν έχουν κοινότυπες λεπτομέρειες. Δεν περιγράφουν καν πως ήταν στην όψη, γιατί σκοπό τους ήταν να υπηρετήσουν θρησκευτικές και όχι ιστορικές σκοπιμότητες. Τα Ευαγγέλια γράφτηκαν με σκοπό να διδάξουν μέσω ποιητικών αναλογιών.Στοιχεία από την Ιουδαϊκή Τορά επαναλαμβάνονται στα πλαίσια της αφήγησης της ζωής του Ιησού για όσους είχαν «ώτα για να ακούσουν»

Οι πρώτοι οπαδοί του Ιησού από την Ναζαρέτ δεν ονόμαζαν τους εαυτούς τους Χριστιανούς – ένας τίτλος που προέρχεται από το «Χριστός» (ελληνική λέξη που σημαίνει Μεσσίας, ελευθερωτής) . Ήταν μάλλον γνωστοί ως Ναζωραίοι που σήμαινε αυτόν που τηρεί κάτι, και υπαινισσόταν πως οι οπαδοί του Ιησού ήταν οι φρουροί της αληθινής πίστης του Ισραήλ. Τα Ιεροσόλυμα ήταν η βάση των δραστηριοτήτων τους. Ο Πέτρος μαθητής που ο ίδιος ο Ιησούς διάλεξε για την εδραίωση του κινήματος του, το 42 μ.Χ δεκατρία χρόνια μετά τη σταύρωση, άφησε το πρωτείο του στον Ιάκωβο, συγγενή του Ιησού. Η έκρηξη εχθρότητας των ορθοδόξων Ιουδαίων προς τους Ναζαρηνούς φαίνεται πως έπεισε τον Πέτρο να παίξει έναν ασφαλέστερο, δευτερεύοντα ρόλο.

Γρήγορα ο Παύλος προστέθηκε στον Πέτρο και τον Ιάκωβο ως ηγέτης της αρχικής εκκλησίας. Στην αρχή υπήρξε όργανο των Ιουδαίων διωκτών, ανέλαβε μάλιστα να παρακολουθήσει στα 36 μ.Χ, Ναζαρινούς στη Δαμασκό, με καθαρή πρόθεση να τους βλάψει. Στο δρόμο όμως προς τα εκεί τυφλώθηκε από ουράνιο φως και άκουσε να τον καλεί μια φωνή: «Ινα τι με διώκεις;» Έχοντας γνωρίσει το Χριστό εν πνεύματι όχι κατά σάρκα, ισχυρίστηκε πως είναι ο Απόστολος του Χριστού προς τα Έθνη.

Ο Παύλος είχε διαφωνήσει με τον Ιάκωβο, γεγονός που διαίρεσε την πρώτη Εκκλησία. Στην Αντιόχεια, ο Παύλος επέτρεψε στους εξ’ εθνών προσήλυτους την παράλειψη των δύσκολων και πεπαλαιωμένων απαιτήσεων του Ιουδαϊκού νόμου. Εν τω μεταξύ, ο Ιάκωβος επέμεινε όλοι οι προσήλυτοι να τηρούν τις ουσιώδεις εβραϊκές παραδόσεις.

Απ’ όλους τους ανθρώπους που σχετίζονται με την έναρξη του Χριστιανικού κινήματος, ο Παύλος είναι ο πιο υπεύθυνος για τη στροφή που επήλθε στις ιδέες αυτού του κινήματος. Απόστολος των Εθνών πρόσθεσε ένα νέο στοιχείο που καθόρισε τη μελλοντική πορεία του Χριστιανισμού. Η νέα ιδέα ήρθε από τις δημοφιλείς θρησκείες και την «λατρεία του μυστηρίου» που αφθονούσαν στην περιοχή της Μεσογείου. Το «μυστήριο » ανταποκρινόταν σε μια μυστικιστική, συμβολική ένωση με ένα θεό που έζησε με ανθρώπινη μορφή, πέθανε, αλλά επανήλθε στη ζωή. Μετά από μια μυστική τελετουργία που συμβολικά έκανε το άτομο με τον θεό, ο πιστός βεβαιωνόταν ότι μπορούσε να αλλάξει την ανθρώπινη φύση του σε θεία φύση και να κερδίσει έτσι μια ευτυχισμένη μεταθανάτια ζωή. Υπήρχαν πολλές λατρείες του μυστηρίου με διαφορετικούς θεούς. Όλες τόνιζαν τη σωτηρία που θα ερχόταν από την αφοσίωση σ΄ έναν «θανόντα – αναστάντα» Κύριον.

Είναι ενδιαφέρον να πούμε ότι η λέξη Κύριος που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες για το θεό που πέθαινε και ανασταινόταν, χρησιμοποιήθηκε και από τον Παύλο για τον Ιησού. Ήταν επόμενο εκείνοι που άκουγαν να αποκαλείται ο Ιησούς με το όνομα Κύριος να το ερμήνευαν με κάποια έννοια μυστηριακής λατρείας. Γιατί από την αρχή ακόμη, για πολλούς από τους προσήλυτους ο Ιησούς ήταν ένας σωτήρας – θεός με ανθρώπινο σώμα.

Μια από τις μεγαλύτερες διαμάχες στη χριστιανική ιστορία υπήρξε το ερώτημα αν ο Ιησούς ήταν θεός, σαν τον Θεό ή ο Θεός. Έπειτα από μεγάλες ρητορικές συζητήσεις αποφασίστηκε ότι ο Ιησούς ήταν ο «Ίδιος Θεός» . Η συζήτηση αυτή για την ιδιότητα του Ιησού ήταν μια από τις πολλές θεολογικές διαμάχες, που ασφαλώς δε θα είχαν αναπτυχθεί αν ζούσε αρκετά, για να οργανώσει τη νέα και αναπτυσσόμενη θρησκεία. Ίσως μάλιστα ο Ιησούς να μην έδινε καμιά σημασία σε όλα αυτά. Για τον Ιησού η ζωή δεν ήταν κάτι που επιδεχόταν συζητήσεις και διαμάχες. Ούτε η θρησκεία. Ο άνθρωπος πρέπει να ζει τη θρησκεία, όχι να τη συζητά.

Οι χριστιανοί είπαν ότι ο Ιησούς είναι ένας προσωπικός σωτήρας. Ισχυρίζονταν ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός του Θεού. Οι περισσότεροι Χριστιανοί πιστεύουν ότι μοιράζεται τη θεότητα του Θεού, ότι είναι ο Θεός ο ίδιος. Ο Ιησούς έζησε και πέθανε σαν άνθρωπος για τους ανθρώπους. Αλλά βγήκε από τον τάφο και ανέβηκε στον ουρανό για να «καθίσει εκ δεξιών του Θεού» όπως αναφέρεται στο Σύμβολο της Πίστεως.

Οι ορισμοί εκ “δεξιών” αναπτύχθηκαν από τις ιδέες των διαφόρων μυστηριακών λατρειών που είναι τόσο παλιές ώστε οι περισσότεροι σύγχρονοι Χριστιανοί αγνοούν την καταγωγή τους και τους λόγους υπάρξεως τους. Οι ιδέες αυτές επέζησαν γιατί συμπεριλήφθησαν στα σύμβολα πίστεως των ορθοδόξων χριστιανικών εκκλησιών κατά τον 3ο αιώνα που η Χριστιανική πίστη άρχισε να αποκρυσταλλώνεται. Υπάρχει μια παλιά χριστιανική ιστορία που μιλά για τις αρχαίες ιδέες. Λέγεται η «ιστορία της σωτηρίας ». Περιγράφει τους ανθρώπους να έχουν βυθιστεί στην αμαρτία από τα πρώτα χρόνια της υπάρξεως τους. Είχαν γεμίσει με τόση κακία που ξέχασαν εντελώς τι ήταν η καλοσύνη. Μόνο ο Θεός θα μπορούσε να κάνει κάτι να τους λυτρώσει από την κατάσταση αυτή. Έτσι ο Θεός διάλεξε τους Εβραίους να διδάξουν τους ανθρώπους να υψωθούν πάνω από την αμαρτία.

“ Οι πρώτοι οπαδοί του Ιησού από την Ναζαρέτ δεν ονόμαζαν τους εαυτούς τους Χριστιανούς – ένας τίτλος που προέρχεται από το «Χριστός»

Όλοι οι χριστιανοί υποστηρίζουν ότι το πιστεύω τους πηγάζει από όσα ο Ιησούς είπε, μολονότι χριστιανοί όλων των αιρέσεων πιστεύουν πράγματα για τα οποία ουδέποτε μίλησε ο Ιησούς. Σε όλη τη διάρκεια της αναπτύξεως του Χριστιανισμού, οι χριστιανοί αντιμετώπισαν ερωτήματα για τη φύση του ανθρώπου και τη φύση του Θεού. Πολλοί χριστιανοί βρήκαν απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά που διαφέρουν από τις απαντήσεις του Ιησού. Οι απαντήσεις εξαρτώνται από την προσωπική εμπειρία. Έτσι οι χριστιανικές απαντήσεις ποικίλουν σε τόπο και χρόνο. Ωστόσο, τα ερωτήματα για τα οποία οι άνθρωποι απορούσαν κατά την εποχή του Ιησού, είναι σχεδόν ίδια ακόμη και σήμερα, γιατί οι άνθρωποι είναι βασικά ίδιοι.

Ο ορθόδοξος χριστιανός είναι αυτός που επιβεβαιώνει τα δόγματα που εκφράζονται στα σύμβολα πίστεως της εκκλησίας τα οποία απάντησαν στα ερωτήματα του χριστιανού πριν αποκτήσει μια πραγματική ευκαιρία να υποβάλει τα ερωτήματά του. Ωστόσο εκατομμύρια χριστιανοί είναι ευχαριστημένοι με τις απαντήσεις που δίνουν τα σύμβολα πίστεως.

Σύμφωνα με την ορθόδοξη διδασκαλία, ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο και κάθε τι άλλο, παρακινούμενος από την αγάπη του για καλοσύνη. Αποφάσισε να ενσαρκώσει την καλοσύνη στο σύμπαν, σε κάθε πράγμα που υπάρχει. Πρόκειται για ένα δόγμα δύσκολο στην κατανόηση του, όπως άλλωστε δύσκολη είναι κάθε προσπάθεια που επιδιώκει να εξηγήσει την αρχή της δημιουργίας του κόσμου.

Οι ορθόδοξοι χριστιανοί λένε ότι από τη στιγμή που ο Θεός δημιούργησε τους ανθρώπους και τους τοποθέτησε πάνω στη γη να ζήσουν, δεν μπορούσε να τους αφήσει χωρίς τη γνώση της θέλησης του. Θα τους αποκάλυπτε σιγά – σιγά τις ευθύνες τους. Θα έκανε κατορθωτή μια καλή και ικανοποιητική ζωή για τους ανθρώπους. Και αυτό εξαιτίας μιας ειδικής ιδιότητας που έχει ο Θεός – τη χάρη.

Με τη χάρη του Θεού μπορούν οι άνθρωποι να γνωρίσουν το Θεό και τη θέληση του για την καθημερινή τους ζωή. Με τη χάρη του Θεού μπορούν οι άνθρωποι να διορθώσουν τα λάθη τους και ν’ αγωνιστούν για την τελειότητα τους. Η χάρη του Θεού έχει οδηγήσει σε μια δυνατότητα «αιώνιας ζωής» ή σε μια αιώνια ποιότητα της ζωής που δεν καταστρέφεται από το θάνατο ενός ατόμου.

“Η λέξη Κύριος που χρησιμοποιούσαν οι Έλληνες για το θεό που πέθαινε και ανασταινόταν, χρησιμοποιήθηκε και από τον Παύλο για τον Ιησού.

Ο Ιησούς ως ιστορικό πρόσωπο

του Χρήστου Χαλαζία

Καλή είδηση ή «αγγελία » είναι το νόημα του ελληνικού όρου «ευαγγέλιο» που χρησιμοποίησε ο χριστιανισμός για να δώσει τη γραπτή μαρτυρία της διδασκαλίας του Ιησού από τη Ναζαρέτ. Η χριστιανική ορολογία βέβαια στο «ευαγγελίζομαι» προσθέτει το δικό της «άγγελμα » για το κήρυγμα σωτηρίας του Χριστού. Και τα ευαγγέλια δεν αναφέρονται μόνο στη γραπτή μαρτυρία, αλλά και στην προφορική παράδοση.

Τα ευαγγέλια είναι τα πιστότερα «ρεπορτάζ» της διδασκαλίας του Χριστού, που γίνονται επίκαιρα ιδιαίτερα τις μέρες της εβδομάδας των παθών και του Πάσχα. Τα «ρεπορτάζ » των ευαγγελίων είναι πλήρη όσο αφορά στα κηρύγματα του Ιησού, ελλιπή όμως σχετικά με τη ζωή του πριν τις δημόσιες εμφανίσεις του. Κενό σκόπιμο για τα «χρόνια της νηπιότητας» τα «χρόνια της σιωπής» που συνοπτικά, φευγαλέα και ακροθιγώς κάνουν λόγο δύο μόνο ευαγγελιστές, ο Ματθαίος και ο Λουκάς,

Ο Μάρκος, που το ευαγγέλιο του είναι το αρχαιότερο από τα γραπτά κείμενα αποσπά μεγάλο μέρος της ζωής του Χριστού. Η πρώτη δημόσια εμφάνιση του εντοπίζεται στη συνάντηση του με τον Ιωάννη Πρόδρομο του Μεσσία στα 28 μ.Χ. Οι επίσημες αναφορές είναι λίγες σχεδόν ανύπαρκτες τόσο από χριστιανικές όσο και από Ιουδαϊκές ή άλλες ξένες πηγές. Οι εξηγήσεις που δίνονται από τους ιστορικούς δεν συμπίπτουν με τα «κουτσομπολιά» απόκρυφων κειμένων ή διηγήσεων που δεν αποδεικνύονται.

Μια ισχυρή εξήγηση ένα επιχείρημα που υποστηρίζουν επιστήμονες είναι ότι τα Ευαγγέλια δεν γράφτηκαν για να βιογραφήσουν το Χριστό, αλλά για να διαδώσουν τις διδασκαλίες του. Ο στόχος των τεσσάρων Ευαγγελιστών μαθητών και οπαδών (της εκκλησίας) του Χριστού, ήταν άλλος, υποστηρίζουν κατηγορηματικά σημερινοί θεολόγοι , όπως και ο καθηγητής Πατρώνης.

« Στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, κεντρικό θέμα είναι ο Ιησούς, ως Μεσσίας που έρχεται να εκπληρώσει τις Γραφές. Στο κατά Μάρκον ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός του Θεού που ήρθε να κηρύξει το Ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού. Στο κατά Λουκά ο Ιησούς Χριστός ήρθε ως Λυτρωτής και σωτήρας, και εκπροσωπεί τον Θεό Πατέρα του στην Ιστορία. Στο κατά Ιωάννη ο Ιησούς ο Ναζωραίος, ήρθε ως λόγος που ενσαρκώθηκε στον κόσμο και εκπροσωπεί τον Θεό Πατέρα στην Ιστορία.

Επομένως τα χρόνια της νηπιότητας, τα παιδικά και η εφηβεία δεν απασχολούσε τους Ευαγγελιστές. Ο Ιησούς όμως όταν εμφανίστηκε δημόσια δείχνει αυτοπεποίθηση στις γνώσεις του, ξέρει τις Γραφές, τους Νόμους και τις παραδόσεις, πηγαίνει στις Συναγωγές, μιλά, συζητά και συνδιαλέγεται, γνωρίζει ελληνικά χωρίς να ιστορούνται σπουδές αντίστοιχες και ακόμη χωρίς να έχει φοιτήσει στην Τορά, τη σχολή των νομοδιδασκάλων της Ιερουσαλήμ.

Πριν ο Ιησούς εμφανιστεί δημόσια και αρχίσει να κηρύττει, γνωρίζουμε ότι ζούσε στη φτωχή, άγνωστη και ασήμαντη Ναζαρέτ. Ασχολία του, ήταν το επάγγελμα του «κηδεμόνα του» Ιωσήφ. Ήταν μαραγκός. Τον συναντάμε δώδεκα χρονών όταν οι γονείς του τον φέρνουν στο ναό του Σολόμωντος, όπου γίνεται η επίσημη κοινωνική και θρησκευτική ένταξη του στην Ιουδαϊκή κοινότητα. Έπειτα, τριάντα χρόνων περίπου, εμφανίζεται στην έρημο του Ιορδάνη, συναντάται με τον Ιωάννη τον Βαπτιστή και στη συνέχεια απομονώνεται με νηστεία και προσευχή, για να εμφανιστεί στο δημόσιο βίο ολόκληρης της Παλαιστίνης και ιδιαίτερα της Ιουδαίας.

Στη συνάντηση του με τον Ιωάννη διαφαίνεται ότι οι δύο άντρες δεν είναι άγνωστοι μεταξύ τους. Ο Ιωάννης διστάζει να βαπτίσει τον Ιησού για τι τον θεωρεί σημαντικότερο διδάσκαλο (ραβί). Μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι ο Ιωάννης και ο Ιησούς είχαν συναντηθεί και συζητήσει. Που και πως; Ο Ιωάννης ήταν ασκητής, ζούσε στην έρημο αλλά ήταν και συγγενής με τον Ιησού (από τις μητέρες τους Ελισάβετ και Μαριάμ) και μπορεί λοιπόν να εξαχθεί το συμπέρασμα προηγούμενης επαφής.

“ Πριν ο Ιησούς εμφανιστεί δημόσια και αρχίσει να κηρύττει, γνωρίζουμε ότι ζούσε στη φτωχή, άγνωστη και ασήμαντη Ναζαρέτ.

Η φήμη του Ιησού ως διδασκάλου ήταν γνωστή στον Ζηλωτή Ιωάννη; Αν συμβαίνει αυτό, αν δηλαδή, η φήμη του Ιησού είχε εξαπλωθεί στην Παλαιστίνη, που και πως την απέκτησε; Πηγαίνοντας στον Ιωάννη ο Ιησούς, συνοδευόταν ήδη από μαθητές και οπαδούς. Αυτό σημαίνει ότι ήταν γνωστός και αναγνωρισμένος δάσκαλος (ραβί) κι ο Ιωάννης επισημοποιεί ότι είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας: «ο Πιστοί μου έρχεται ανήρ ος έμπροσθεν μου γέγονεν ότι πρώτος μου ην».

Αυτή τη φήμη την επιβεβαιώνουν και εβραϊκές πηγές, όπως ο ιστορικός Ιώσηπος, ο οποίος αναφερόμενος, εκατό χρόνια αργότερα στην περίοδο των πολέμων, Ιουδαίων – Ρωμαίων (66μ.Χ-70 μ.Χ) κάνει σαφή αναφορά στον Ιησού: α. επιβεβαιώνει την ιστορική ύπαρξη του, β. τον χαρακτηρίζει σοφό άντρα, που χαίρει γενικής εκτιμήσεως του λαού ως διδάσκαλος, γ. επισημαίνει ότι ο λαός δέχεται τις διδασκαλίες του με πολλή ηδονή και ικανοποίηση, δ. ιστορεί τα θαύματα του και τις θαυματουργές του δυνατότητες, ε.ααναφέρει ότι έχει πολλούς φίλους και οπαδούς, που είναι πιστοί και στ. περιγράφει τα γεγονότα της σύλληψης, του μαρτυρίου, της Σταύρωσης και της Ανάστασης.

Οι απόκρυφες διδασκαλίες και τα μυστικά κείμενα, είτε άγνωστων συγγραφέων είτε επώνυμων, οι οποίοι όμως δεν βασίζονται σε ιστορικές αποδείξεις μιλούν για «τα χρόνια της σιωπής» του Χριστού. Οι « πηγές» αυτές λένε λόχου χάρη, ότι ο Ιησούς ήταν ένας επαναστάτης που ζούσε στα βόρεια της Παλαιστίνης, αγωνιζόμενος εναντίον των Ρωμαίων, των Φιλισταίων και των Ελλήνων. Ως επαναστάτης απέκτησε φήμη, η οποία έγινε αιτία να συγκρουστεί με άλλες φατρίες που τον εξόντωσαν. Μερικοί υποστηρίζουν ότι μετά τα δώδεκα χρόνια του έφυγε για την Αίγυπτο, όπου έμεινε ως τα 28 ή τα 29 χρόνια του.

Στην Αίγυπτο, ιδιαίτερα γνωστή στους Εβραίους, μυήθηκε σε απόκρυφες διδασκαλίες, στη σοφία της εποχής, απέκτησε γνώσεις και ιατρικές ιδιότητες. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του, όπου οι κάτοικοι ήταν αγράμματοι, επιδόθηκε σε δημόσια διδασκαλία, γενόμενος αποδεκτός στην περιοχή της Γαλιλαίας, πριν εμφανιστεί δημόσια σε άλλη περιοχή.

Στην συνέχεια εμφανίζεται στον Ιορδάνη, συναντάται με τον Ιωάννη και ξεκινά την εξόρμηση του ως «πνευματικός αναμορφωτής » σ’ ολόκληρη την Παλαιστίνη. Από το φτωχό βορρά επεκτείνεται στον πλούσιο νότο της Ιουδαίας, όπου ζουν οι προνομιούχοι, οι κατέχοντες και οι μορφωμένοι.

“ Τα ευαγγέλια είναι τα πιστότερα «ρεπορτάζ » της διδασκαλίας του Χριστού, που γίνονται επίκαιρα ιδιαίτερα τις μέρες της εβδομάδας των παθών και του Πάσχα.

Είναι γνωστό ότι πριν ξεκινήσει την πορεία του προς την Σταύρωση και την Ανάσταση, ο Ιησούς απομονώθηκε στην έρημο για σαράντα μέρες δηλαδή έκανε το ίδιο που είχε κάνει ο Μωυσής στην έρημο του Σινά. Οι επίσημες πηγές αναφέρουν ότι στη έρημο αντιμετώπισε τρεις μεγάλους πειρασμούς από τους οποίους απηλλάγη (πείνα, δίψα, πάθος-εξουσία) και επέστρεψε κατόπιν στον κόσμο όπου δίδαξε για την «βασιλεία των ουρανών» διαχωρίζοντας την κοσμική από τη θρησκευτική εξουσία.

Την περίοδο της αναχώρησης στην έρημο οι «απόκρυφοι » συγγραφείς την ερμηνεύουν διαφορετικά. Λένε ότι ο Ιησούς ήταν μέλος αυστηρών θρησκευτικών ζηλωτικών αδελφοτήτων, όπου έμαθε σε αυτές όσα δίδαξε, Στην έρημο συναντήθηκε με τα μέλη των αδελφοτήτων έλαβε εντολές και οδηγίες για την περαιτέρω δράση του. Οι ζηλωτικές αυτές αδελφότητες ήσαν οι Εσσαίοι και οι Θεραπευτές. Λίγα πράγματα γνωρίζουμε για τα μέλη τους και έτσι η μυστικότητα βοήθησε στο μύθο ότι ο Ιησούς ήταν Εσσαίος. Μετά τα ευρήματα των χειρογράφων του Κουρμάν, κοντά στη Νεκρά θάλασσα, όπου ήρθαν στο φως της δημοσιότητας, τα γραπτά κείμενα των Εσσαίων κατερρίφθη και αυτός ο μύθος.

Θρησκείες και πόλεμος

της Δήμητρας Σαρρή

Ποια είναι η σχέση του θεού με τον πόλεμο; Καμία θα απαντήσουν αναφανδόν οι εκπρόσωποι όλων των θρησκευτικών δογμάτων. Η ειρήνη και η αγάπη προβάλλονται από όλες ανεξαιρέτως τις θρησκείες, ως οι δυο σημαντικότερες πανανθρώπινες αξίες, όμως οι πιο αιματοβαμμένες σελίδες της ανθρωπότητας, είναι εκείνες στις οποίες οι θρησκείες έπαιξαν τον πρωταγωνιστικό ρόλο, σε εμπόλεμες συρράξεις και αδελφοκτόνους πολέμους. Οι θρησκευτικοί πόλεμοι υπήρξαν ανέκαθεν αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης κοινωνίας και στο όνομα του θεού σφαγιάστηκαν, βασανίστηκαν και εκτοπίστηκαν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι.

Το οξύμωρο, της αδιαμφισβήτητης αυτής ιστορικής πραγματικότητας δεν καταδικάζει αυτομάτως τις θρησκείες στο “πυρ το εξώτερον”, αρκεί να αναγνωρίσει κανείς ότι τα θρησκευτικά δόγματα δεν είναι τίποτα περισσότερο από προϊόντα των ανθρώπων και αποτέλεσμα των σύνθετων διανοητικών διαδικασιών που ανέπτυξε ο άνθρωπος στη πορεία της εξέλιξης του. Αποτελούν στην ουσία την αντανάκλαση των υπαρξιακών αναζητήσεων του ανθρωπίνου είδους που διαβαθμίζονται από ερωτήματα όπως «ποιο είναι το νόημα της ζωής» ή «τι γίνεται μετά το τέλος της», αλλά περιλαμβάνουν ταυτόχρονα κώδικες ηθικών κανόνων και αξιών, που ενσωματώθηκαν σε μια μορφή πρώιμου δικαίου το οποίο οργάνωσε και οργανώνει ακόμη και σήμερα τις ανθρώπινες κοινωνίες. Είναι αναπόφευκτο οι θρησκείες να διαπλέκονται άμεσα στο κοινωνικό ιστό και να λαμβάνουν λόγω της υπερφυσικής τους διάστασης ένα ισχυρό ρόλο, επιβάλλοντας τέτοια εξουσία στους ανθρώπους, ικανή να τους φανατίσει ή να τους προτρέψει σε ακραίες συμπεριφορές.

Οι θρησκευτικοί πόλεμοι ανέκαθεν υπήρξαν το πρόσχημα εγκόσμιων διεκδικήσεων και επιδιώξεων κάθε άλλο παρά πνευματικών. Η κινητήριος δύναμη της θρησκείας κινητοποιούσε τις μάζες οι οποίες αγωνίζονταν για ένα δίκαιο, ιερό σκοπό, για ένα σκοπό που αξίζει να πεθάνεις, να χάσεις την οικογένεια σου, τα υπάρχοντα σου, οτιδήποτε σε συνδέει με αυτόν τον κόσμο, μια θυσία όμως που οπωσδήποτε θα ανταμειφθεί σε ένα άλλον, καλύτερο κόσμο. Το αίσθημα δικαίου που προσδίδει η θρησκευτική πίστη σε όλες τις αιμοβόρες ανθρώπινες διενέξεις, τις κάνει λιγότερο ευτελής, λιγότερο αποτρόπαιες. Κι αυτό ήταν κάτι που αντιλήφθηκαν οι άνθρωποι από την αρχή της ανθρώπινης ιστορίας.

Σε όλα τα ιερά κείμενα διαπιστώνεται η αντίφαση της φιλειρηνικής θεϊκής επίκλησης και της προτροπής ή καταγραφής της βίας στο όνομα του θεού. Ο ινδουισμός καταδικάζει απερίφραστα όλες εκείνες τις πράξεις που μπορεί να προκαλέσουν την απώλεια της ζωής κάθε ζώντος πλάσματος, την ίδια στιγμή όμως επιφυλάσσει μια σημαντική κοινωνικο- θρησκευτική αναγνώριση στον πολεμιστή ο οποίος έχει συγκεκριμένα καθήκοντα να επιτελέσει. Οι δυο αυτές τάσεις, της βίας και της μη-βίας περιγράφονται αναλυτικά στο σημαντικότερο ιερό βιβλίο του ινδουισμού, την Μπαγκαβάτ Γκίτα που αποτελεί μέρος του θρησκευτικού έπους Μαχαμπαράτα. Εδώ ο θεός Κρίσνα, οδηγεί τον πολεμιστή Αρτζούνα στη μάχη του Κουρουκσέτρα (Kurukshetra). Ο Κρίσνα αν και θεός ενεργεί ως βοηθός του Αρτζούνα και οδηγεί το άρμα του. Ο Αρτζούνα βλέποντας στην πλευρά των αντιπάλων του φίλους, συγγενείς και δασκάλους διστάζει να πολεμήσει και σκέφτεται να καταθέσει τα όπλα για να μην τους βλάψει. Ο Κρίσνα του εξηγεί ότι πρέπει να είναι πιστός στο ρόλο του ως ευγενής- πολεμιστής (τσατρίγια) και τον συμβουλεύει να ενεργήσει και να κάνει το καθήκον του αποστασιοποιημένος. Ο Κρίσνα παράλληλα διδάσκει τον Αρτζούρνα να μην αισθάνεται μίσος για κανένα πλάσμα, να είναι φιλικός και συμπονετικός. Σε άλλα ινδουιστικά κείμενα περιλαμβάνονται κείμενα όπου πλησιάζουν πολύ την λογική του «δίκαιου» πόλεμου των χριστιανών ενώ στη Μαχαμπαράτα ο κώδικας του πολέμου επιβάλει το μέτρο στην άσκηση της βίας και καταδικάζει τους θανάτους των ανήμπορων ανθρώπων, των γυναικών, των μικρών αγοριών και τον ηλικιωμένων ανδρών.

Η ασκητική παράδοση του βουδισμού έχει ταυτιστεί με τη μη βία, την μη αντιπαράθεση και την εσωτερική διανοητική ζωή. Ωστόσο και ο βουδισμός ήταν πάντα συνδεδεμένος με τον αληθινό κόσμο, δίνοντας ξεκάθαρη έμφαση στην ιεραρχική μορφή της κοινωνίας με τους κοινωνικούς και ηθικούς διαχωρισμούς της, έχοντας πλήρη επίγνωση της ύπαρξης της βίας. Βέβαια ο βουδισμός απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί πολεμική θρησκεία, αλλά είναι εντυπωσιακό ότι ένας από τους πιο πολεμοχαρείς αυτοκράτορες της Ινδίας ο Ασόκα, (3ο π.Χ. αιώνας) γνωστός για πολεμικές κατακτήσεις και κατορθώματα σε όλη την ινδική υποήπειρο, υπήρξε ένας από τους πιο φανατικούς βουδιστές. Το 20ο δε αιώνα ο βουδισμός έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στον αντι-αποικιακό αγώνα στη Σρι Λάνκα, την Μπούρμα (Μιανμάρ) και στο Βιετνάμ. Ειδικότερα ο Ζεν βουδισμός όπως αναπτύχθηκε στην Ιαπωνία κατά τον 7ο μ.Χ. αιώνα, κατέλαβε κυρίαρχο ρόλο στην προστασία του κράτους και την διδασκαλία των πολεμικών τεχνών. Το Μπουσίντο, ο κώδικας τιμής των πολεμιστών σαμουράι, αντανακλά εύστοχα τη σχέση της διανοητικής κατάστασης Ζεν και της πολεμικής νοοτροπίας.

Στην ιουδαϊκή παράδοση, η πολεμική πρακτική είναι ιδιαίτερα έντονη. Ο Γιαχβέ, ο Θεός των εβραίων, αποκάλυψε το όνομα του στον Μωυσή ως “Ο Θεός των στρατών” (Yahveh Sabaoth). Ο Θεός του Μωυσή ήταν συνάμα πολεμοχαρής και μεροληπτικός, παίρνοντας πάντα το μέρος του περιούσιου λαού του, στην όποια διένεξη. Η Παλαιά Διαθήκη περιλαμβάνει τουλάχιστον 300 περιπτώσεις όπου ο Θεός αναμίχθηκε ενεργά σε πολεμικά επεισόδια που αφορούσαν τους εβραίους. Ταυτόχρονα όμως είναι και ο Θεός ολόκληρης της οικουμένης. Έτσι σύμφωνα τις θεϊκές επιταγές οι Ισραηλίτες στρατιώτες οφείλουν το προσέχουν τους κρατούμενους τους κι όχι να τους σφαγιάζουν.

Έχοντας ξεκινήσει ως μια απόλυτα φιλειρηνική θρησκεία, ο χριστιανισμός άρχισε να λαμβάνει κατά τον 4ο μ.Χ αιώνα, ένα πιο στρατιωτικό χαρακτήρα. Στα πρώιμα και μεσαιωνικά χρόνια η χριστιανική εκκλησία ανέπτυξε μεθόδους περιορισμού και διάκρισης μεταξύ των ανθρώπων και αργότερα συνέλαβε την ιδέα των Σταυροφοριών οι οποίες αποδείχτηκαν εξαιρετικά αποτελεσματικές στην εξάπλωση της θρησκείας και της τιμωρίας των απίστων. Η πρώτη Σταυροφορία ανακηρύχθηκε από τον Πάπα Ουρβανό το 1095, και είχε τον ιερό στόχο της απελευθέρωσης της Ιερουσαλήμ. Για πολλούς μελετητές οι Σταυροφορίες θεωρούνται ως η πρώτη απόπειρα επιβολής της ευρωπαϊκής κυριαρχίας, ένα ξεκάθαρα ιμπεριαλιστικό εγχείρημα. Από την πλευρά τους όμως οι σταυροφόροι, πίστευαν ακράδαντα ότι επιτελούσαν κάποιο θεϊκό έργο.

“ Για πολλούς μελετητές οι Σταυροφορίες θεωρούνται ως η πρώτη απόπειρα επιβολής της ευρωπαϊκής κυριαρχίας, ένα ξεκάθαρα ιμπεριαλιστικό εγχείρημα..

Οι Σταυροφορίες έφεραν σε απευθείας αντιπαράθεση τον χριστιανισμό με το ισλάμ, αν και δεν ήταν η πρώτη φορά. Ο προφήτης Μωάμεθ υπήρξε ένας εξαιρετικά επιτυχημένος στρατιωτικός διοικητής και το ισλάμ (το οποίο σημαίνει «ειρήνη ») είχε ήδη εξαπλωθεί με το ξίφος, στη Μέση Ανατολή, την Αφρική και την Ισπανία, απειλώντας να εισέλθει στα βάθη της ευρωπαϊκής ηπείρου, από τις αρχές του 8ου αιώνα. Ο θρησκευτικός πόλεμος των μουσουλμάνων εναντίον των απίστων ονομάζεται τζιχάντ. Αυτοί που σκοτώνονται στη τζιχάντ πηγαίνουν απευθείας στον Παράδεισο. Ήταν ένα απλό δόγμα, παρεμφερές με τον χριστιανισμό.

Οι θρησκευτικές πολεμικές συρράξεις δεν περιορίστηκαν όμως μονάχα εναντίον των εκάστοτε “απίστων” των αλλότριων δογμάτων. Επεκτάθηκαν αρκετές φορές στους πιστούς του ίδιου δόγματος. Το σχίσμα μεταξύ ανατολής και δύσης, στην χριστιανική εκκλησία, βρέθηκε στο κέντρο του θεάτρου των πολεμικών επιχειρήσεων. Οι χριστιανοί σταυροφόροι στο δρόμο για την εκστρατεία τους στη Μέση Ανατολή, πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη, πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και οικονομικό, πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο των χριστιανών ορθοδόξων.

Για την Ευρώπη η οποία εκπροσωπεί το δυτικό πολιτισμό, η θρησκεία υπήρξε πάντα ένα σημαντικό κίνητρο για πόλεμο, αναπόσπαστο τμήμα της πολιτικής και των εθνικών συμφερόντων. Άγριες συγκρούσεις σημειώθηκαν και μεταξύ πιστών επακριβώς του ίδιου δόγματος όπως οι πόλεμοι μεταξύ της Αγγλίας και της Γαλλίας το 14ο και 15ο αιώνα μ.Χ. Όταν ο Λούθηρος θυροκόλλησε στις 31 Οκτωβρίου 1517, στην εξώπορτα του μητροπολιτικού ναού της Βιρτεμβέργης, τις 95 θέσεις του κατά του Πάπα, μια νέα περίοδος βαρβαρότητας ξεκίνησε για την χριστιανική εκκλησία. Οι αναθεωρητές προτεστάντες, συγκρούστηκαν επανειλημμένως με τους Καθολικούς, με αποκορύφωμα την νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου όπου σφαγιάστηκαν ανηλεώς όλοι οι προτεστάντες της Γαλλίας.

“ Για την Ευρώπη η οποία εκπροσωπεί το δυτικό πολιτισμό, η θρησκεία υπήρξε πάντα ένα σημαντικό κίνητρο για πόλεμο.

Η διαμάχη προτεσταντισμού – καθολικισμού είναι συνυφασμένη με την συγκρότηση των εθνών κρατών στη κεντρική Ευρώπη, κατά τον 16ο και 17ο αιώνα. Ο εκρηκτικός συνδυασμός θρησκείας και έθνους κράτους, εκτονώθηκε στον Τριακονταετή πόλεμο, στον οποίο εκφράστηκαν οι θρησκευτικές και εθνικές επιδιώξεις των τότε ευρωπαϊκών δυνάμεων. Η ειρήνη της Βεστφαλίας (1648) προσπάθησε να αποτρέψει ανάλογες μελλοντικές θρησκευτικές συρράξεις, υιοθετώντας την αρχή “cuius regio, eius religio” που σημαίνει: η θρησκεία του λαού είναι αυτή του ηγέτη. Η αρχή αυτή αντανακλά το σεβασμό στις θρησκευτικές πεποιθήσεις άλλων λαών και παρότι σηματοδότησε το τέλος των εθνικών θρησκευτικών πολέμων στην Ευρώπη, δεν κατάφερε να αποτρέψει τις εμφύλιες συρράξεις. Τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί η Ιρλανδία και το άσβεστο μέχρι και σήμερα μίσος προτεσταντών – καθολικών το οποίο φυσικά υποκρύπτει μια ευρύτερη κοινωνική και πολιτική διαμάχη.

Το ενδο-δογματικό μίσος δεν είναι φυσικά άγνωστο ούτε στους μουσουλμάνους. Οι σιίτες και οι σουνίτες, βρέθηκαν αρκετές φορές σε αντιπαράθεση όταν από το 1512 και μετά επικράτησε ο σιιτισμός στην Περσία και κορυφώθηκε στην διάρκεια του 20ου αιώνα στο Ιράκ με την καταπίεση του σιιτικού πληθυσμού από τον Σαντάμ Χουσείν, και τον οκταετή πόλεμο Ιράν-Ιράκ.

Μια νέα περίοδο θρησκευτικών παθών, εγκαινίασε η πτώση του Ανατολικού μπλοκ το 1989. Οι πολεμικές συγκρούσεις στην πρώην Γιουγκοσλαβία, ήταν εμφύλιες συγκρούσεις και όχι εθνικές, μιας και η πλειοψηφία του πληθυσμού στην περιοχή είναι Σλάβοι. Εκτός όμως από Σλάβοι, ήταν και Βόσνιοι μουσουλμάνοι και Κροάτες καθολικοί και Σέρβοι ορθόδοξοι και για ακόμη μια φορά η θρησκεία απέδειξε πόσο σημαντικό ρόλο μπορεί να διαδραματίσει στην συγκρότηση της εθνικής συνείδησης καθώς ήταν εκείνη που έθεσε την διαχωριστική γραμμή μεταξύ των λαών σε έναν παράλογο και ανηλεή πόλεμο.

Η θρησκεία έχει παίξει σημαντικό και στην αμερικανική πολεμική ιστορία. Οι κονκισταδόροι της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας διέγραψαν ένα διαφορετικό μέλλον για τους λαούς της ηπείρου, όταν στο όνομα του Θεού κατέσφαζαν τους αυτόχθονες πληθυσμούς των Ινδιάνων. Και αργότερα όμως στο ανεξίθρησκο αμερικανικό κράτος, η θρησκεία έβρισκε πάντα ένα σημαντικό βήμα, στα λόγια των Αμερικανών προέδρων που επικαλούνταν τη Θεία βούληση σε κάθε ιμπεριαλιστικό εγχείρημα. Η “διαβολική αυτοκρατορία” του Ρόναλντ Ρήγκαν ήταν ένας ευφυέστατος χαρακτηρισμός εναντίον της ανταγωνιστικής τότε Σοβιετικής Ένωσης, δικαιολογώντας στο θυμικό των Αμερικανών ψηφοφόρων την σπατάλη εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων για εξοπλισμούς. Μόλις πρόσφατα έληξε η οκταετής θητεία της λεγόμενης ευαγγελικής δεξίας των ΗΠΑ με ηγέτη τον Τζορτζ Μπους, που επινόησε τον “άξονα του κακού” για τα μη ελεγχόμενα κράτη της Μέσης Ανατολής και καταδίκασε σε θάνατο χιλιάδες Αμερικανούς στρατιώτες στο Ιράκ “με την δύναμη του θεού”.

Στην αρχή του 21ου αιώνα και ενώ η ανθρωπότητα ζει πλέον στους ρυθμούς της προηγμένης τεχνολογίας, τα θρησκευτικά μίση αντί να καταλαγιάζουν, διευρύνονται ανησυχητικά. Ανησυχητικά ωστόσο διευρύνεται και το χάσμα μεταξύ πλουσίων χωρών της Δύσης και των φτωχών του λεγόμενου τρίτου κόσμου. Από το 1990 και μετά, ο μουσουλμανικός κόσμος έχει εισέλθει σε μια φάση έντονης θρησκευτικής ριζοσπαστικοποίησης με ακραία έκφραση τον ισλαμικό φονταμενταλισμό της Αλ Κάιντα, των Ταλιμπάν, αλλά ακόμη και κατεξοχήν πολιτικών κινημάτων που εκφράζονται με θρησκευτικούς όρους, όπως η Χεσμπολάχ στον Λίβανο, η Χαμάς στην Παλαιστίνη ή οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι της Αιγύπτου που εκπροσωπούν το λεγόμενο πολιτικό Ισλάμ. Το θρησκευτικό μένος όμως επεκτείνεται και σε χώρες όπως η Ινδία και το Πακιστάν, αλλά και χώρες της Αφρικής. Η επιστροφή των ανθρώπων στην θρησκεία σε περιόδους αυξανόμενης καταπίεσης, έλλειψης βασικών αγαθών και παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, επιφυλάσσει πιθανές περιπέτειες για την ανθρωπότητα. Το θρησκευτικό αίσθημα, όπως μας έχει διδάξει πάμπολλες φορές η ιστορία, στρεβλώνεται εύκολα μέσα από τον φακό της πολιτικής και κοινωνικής αδικίας και μπορεί να μετατραπεί στο δολοφονικότερο όπλο από επιτήδειους πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες.

Η Θρησκεία ως πολιτική

του Χρήστου Χαλαζία

Η θρησκεία είναι ένα πανίσχυρο «όπλο» στα χέρια όσων θέλουν – και ξέρουν- να το χρησιμοποιήσουν. Αλλά είναι και μια πηγή ελπίδας και προσδοκίας για της μάζες. Η ελεύθερη θρησκεία λειτουργεί σε ένα επίπεδο πίστης που δεν χαρακτηρίζεται από φανατισμούς, σε αντίθεση προς τη θρησκεία η οποία είτε παρεμποδίζεται, είτε γίνεται όργανο και μέσον πολιτικής προπαγάνδας. Τότε οι μάζες υφίστανται μια «πλύση εγκεφάλου » κυρίως σε θεοκρατικά καθεστώτα, τα οποία εν ονόματι της θρησκείας ασκούν την πολιτική τους όπως θέλουν.

Η θρησκεία μπορεί να στηρίξει την Δημοκρατία όπως έγινε στην λατινική Αμερική πριν μερικά χρόνια αλλά και να στηρίξει μια δικτατορία όπως έγινε στη χώρα μας το 1967.

Ο εικοστός αιώνας αλλά και η αρχή του εικοστού πρώτου είναι περίοδος στην οποία όλες οι μεγάλες θρησκείες “ανασύνταξαν τις δυνάμεις τους και ανανέωσαν τον εσωτερικό τους πυρήνα για να αντιμετωπίσουν τις ισχυρά εγκόσμιες τάσεις της σύγχρονης ζωής, τα ζητήματα που ο επιστημονικός προβληματισμός και ορθολογισμός δημιουργούν για τα μη ορθολογικά σύστημα πίστης, και την ανάπτυξη και τον πολλαπλασιασμό των μη θρησκευτικών θεσμών » -όπως αναφέρει σε μια πραγματεία του για τη θρησκεία ο Αμερικανός καθηγητής Ουάιρ. Σε μερικές περιπτώσεις η ανασύνταξη αυτή εξέφραζε μια αντίσταση στις νέες γνώσεις, και τα νέα κοινωνικά σχήματα καθώς και μια τάση φυγής από τον σύγχρονο κόσμο. Σε άλλες σήμαινε την εγκατάλειψη σχημάτων και συνηθειών αναχρονιστικών για το σύγχρονό μάτι, την υπογράμμιση του κοινωνικού περιεχομένου της θρησκείας και μια προσφορά βοήθειας στον σύγχρονο κόσμο για να επανεξετάσουν οι άνθρωποι και να ανανεώσουν τις αξίες τους μπροστά στις νέες δυνατότητες και απειλές που έφερε στο προσκήνιο, η επιστήμη.

Για πολλούς λαούς της Ασίας και μερικούς της Αφρικής – γράφει ο Ουάιρ – η αναζωογόνηση της πατροπαράδοτης θρησκείας ήταν συνυφασμένη με την καινούρια αντίληψη του λαού για τον εαυτό του και την εκδήλωση εθνικισμού. Στις περιοχές όπου κυριαρχούσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός, η πατροπαράδοτη θρησκεία απορρίφθηκε ή αποκηρύχθηκε και ο ίδιος ο κομμουνισμός αποτέλεσε ένα συνοπτικό σύστημα ιδεών και πίστης. Με άλλα λόγια δεν πρέπει να περιορίζεται κανένας στην αναφορά του φαινομένου του «ισλαμικού φονταμενταλισμού » και της αναβίωσης του χριστιανισμού και των άλλων θρησκειών στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού που έπαψαν να είναι κομμουνιστικές, ακόμη και στη Ρωσία, αλλά να ενδιαφέρεται για όλες τις θρησκείες και την πορεία τους, τις τάσεις που τις χαρακτηρίζουν στην εποχή μας.

Στις αρχές του περασμένου αιώνα οι σπουδαιότερες θρησκείες στον κόσμο και οι κυριότερες υποδιαιρέσεις τους κατανέμονταν στην υδρόγειο περίπου όπως και στο τέλος του 17ου αιώνα, μετά την υπερπόντια επέκταση των ευρωπαϊκών κρατών και εθνών και την εκδίωξη των Αράβων (Μαυριτανών) και των Τούρκων από την Ευρώπη, το σταμάτημα της μουσουλμανικής εξάπλωσης στην Ινδία και τον τερματισμό των θρησκευτικών πολέμων στην Ευρώπη. Μερικές ελαφρές αλλαγές σημειώθηκαν στους αιώνες που μεσολάβησαν. Ο χριστιανισμός μεταφέρθηκε από τους ιεραποστόλους στις βουδιστικές και ινδουιστικές περιοχές της ανατολικής και νότιας Ασίας. Άραβες έμποροι δημιούργησαν αλυσίδα από νησίδες προσήλυτων του μουσουλμανισμού κατά μήκος των εμπορικών οδών στην ανατολική παραλία της Αφρικής και των οδών του δουλεμπόριου στη Σαχάρα, και οι χριστιανοί ιεραπόστολοι άρχισαν αργότερα να διεισδύουν και σ’ αυτή την ήπειρο. Η μαζική μετανάστευση καθολικών και ιουδαίων από την Ευρώπη στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής είχε αρχίσει να αλλάζει τον προτεσταντικό χαρακτήρα αυτής της χώρας. Ο Ουάιρ γράφει: «κατά τη διάρκεια του εικοστού αιώνα παρατηρήθηκαν σαν αποτέλεσμα προσηλυτισμού διωγμών, και μετανάστευσης, σχετικώς μικρές αλλαγές στην κατανομή των θρησκειών στον κόσμο αλλά σημειώθηκαν μερικές σπουδαίες εξαιρέσεις. Μεγάλο ποσοστό χριστιανών εξαλείφθηκε από τις τουρκικές περιοχές της Εγγύς ανατολής, με τη σφαγή και απέλαση των Αρμενίων και με την ανταλλαγή πληθυσμών Ελλάδας και Τουρκίας στη Μικρά Ασία και τη Μακεδονία. Ο εβραϊκός πληθυσμός εξαλείφθηκε σε μεγάλο βαθμό από τις κυριότερες εστίες του στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη και συγκεντρώθηκε στις Η.Π.Α. και στην Παλαιστίνη, πρώτα με τη μετανάστευση στις αρχές του εικοστού αιώνα και ύστερα με το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Οι μουσουλμάνοι και ινδουιστικοί πληθυσμοί της Ινδίας χωρίστηκαν μερικώς με την ίδρυση του κράτους του Πακιστάν και τη μετανάστευση οκτώ εκατομμυρίων Ινδών και άλλων τόσων μουσουλμάνων. Ο χριστιανισμός σημείωσε μικρές προόδους στην Ασία όπου προσέκρουσε στον ογκούμενο εθνικισμό και την αναβίωση των ασιατικών θρησκειών, αλλά εξακολούθησε όπως και ο ισλαμισμός να εξαπλώνεται στην Αφρική…»

Οι θρησκείες των νομαδικών φυλών στην Αφρική, την Ασία και τα νησιά του Ειρηνικού και την Αμερική υποσκάπτουν κατά κανόνα προοδευτικά παντού όπου η φυλή έσπαζε την απομόνωσή της. Πάντως οι πιέσεις εναντίον των φυλετικών θρησκειών χαλάρωσαν κάπως όταν οι ανθρωπολογικές μελέτες αποκάλυψαν ότι είχαν μια φιλοσοφική βάση πιο βαθιά από ότι έδειχναν εκ πρώτης όψεως οι τελετουργικές ιδιομορφίες τους. Ενώ όμως η γεωγραφική κατανομή των θρησκευτικών ομάδων έμεινε σχετικώς σταθερή η πολιτική τους θέση άλλαξε σε αρκετές περιοχές.

Η συνθήκη του Λατεράνου το 1929 αποκατέστησε τη ρωμαϊκή καθολική εκκλησία σαν κοσμική, γιατί τότε η ιταλική κυβέρνηση υπό τον Μπενίτο Μουσολίνι ξανάδωσε καθεστώς πολιτικού εδάφους στην Πόλη του Βατικανού. Η συνθήκη του Λατεράνου αναγνώρισε το δικαίωμα του Πάπα – που θεωρούσε τον εαυτό του σαν «αιχμάλωτο » στο Βατικανό από τότε που τα παπικά εδάφη ενσωματώθηκαν στο ιταλικό βασίλειο το 1870- να κυβερνά σαν αρχηγός κράτους και να ανταλλάσσει διπλωματικούς εκπροσώπους με όλα τα κράτη. Αντίθετα η ανατολική ορθόδοξη εκκλησία έχασε με την Οκτωβριανή Επανάσταση τη θέση του συνεταίρου των κυβερνητών της απολυταρχικής ρωσικής αυτοκρατορίας και έγινε θεσμός με περιορισμένα δικαιώματα μέσα σε ένα αντιθρησκευτικό κράτος. Σήμερα βέβαια η ορθόδοξη εκκλησία ξαναβρίσκει τη θέση της ως ένα βαθμό αλλά σε όλο το διάστημα της απαγόρευσης στην ΕΣΣΔ, μόνο στην Ελλάδα διατηρούσε ισχυρή θέση και έμεινε ένας σημαντικός τομέας της χριστιανικής κοινότητας.

Οι εγκαθιδρυμένες εκκλησίες εξακολουθούσαν να απολαμβάνουν την κρατική υποστήριξη και επίσημη αναγνώριση, ενώ άλλα χριστιανικά και μη χριστιανικά δόγματα είχαν θρησκευτική ελευθερία. Πάντως η καθολική εκκλησία χωρίστηκε από το κράτος στη γαλλία και στο Μεξικό και οι καθοολικοί καθώς και οι διαμαρτυρόμενοι καταπιέστηκαν από τα διαφόρα δικταστορικά καθεστώτα της Ευρώπης.

Στις λίγες χωρες όπου η αρχή του χωρισμού της εκκλησίας από το κράτος ίσχυε κιόλας από την αρχή του εικοστού αιώνα, όπως η Ολλανδία, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, ο Καναδάς, Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία, αυξήθηκε κάπως κατά την ίδια εποχή η επιρροή των θρησκευτικών σωμάτων – και ιδιαίτερα της καθολικής εκκλησίας- σε θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος, Όπως γράφει ο Ουάιρ σε όλες τις μεγάλες θρησκείες μερικές δυνάμεις υπέσκαπταν τη θέση της εκκλησίας, ενώ άλλες δυνάμωναν την επιρροή της θρησκείας στους οπαδούς της , τη θέση των θρησκευτικών θεσμών και τον ρόλο που έπαιζε η θρησκευτική ηγεσία. Η αλληλεπίδραση αυτών των δυνάμεων είχε καθαρό αποτέλεσμα να μεγαλώνει η επιρροή όλων των κύριων θρησκευμάτων, με εξαίρεση την ανατολική ορθόδοξη εκκλησία. « Στα χρόνια πριν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, κυριαρχούσαν γενικά παράγοντες που έτειναν να μειώσουν την επιρροή της θρησκείας. Η ανερχόμενη παλίρροια της κοσμικότητας και του υλισμού απειλούσε να εξαλείψει τις θρησκευτικές τάσεις, ιδιαίτερα στις περιοχές του δυτικού πολιτισμού και στα δυτικοποιημένα στοιχεία σε άλλα μέρη της γης. Ο ρασιοναλισμός (ορθολογισμός) έθεσε υπό αμφισβήτηση την πίστη και η επιστήμη απειλούσε να καταστρέψει τις βάσεις της θρησκευτικής αποκάλυψης. Η φαινομενική σύγκρουση ανάμεσα στη θρησκεία και τον επιστημονικό ορθολογισμό είχε τον αντίκτυπό της κυρίως στη στάση των μορφωμένων στοιχείων του πληθυσμού απέναντι στη θρησκεία. Στο μεταξύ οι μάζες του κοινού λαού και ιδιαίτερα το αστικό προλεταριάτο απομακρυνόταν από τη θρησκεία ή έπαιρναν στάση αδιαφορίας απέναντι της, γιατί είχαν πειστεί ότι δεν τους βοηθούσε και συχνά τους εμπόδιζε στην πάλη της για μια ανθρώπινη ζωή».Ωστόσο, μετά τον Πρώτο παγκόσμιο Πόλεμο σε πολλά μέρη παρατηρήθηκε η τάση για την αναβίωση της πίστης των μαζών στη θρησκεία.

Το κείμενο προέρχεται από τον δικτυακό τόπο www.i-reporter.gr
via

Η επικαιρότητα του Διαφωτισμού

$
0
0


Ο Διαφωτισμός ένα μεγάλο πνευματικό κίνημα στην ιστορία του Ευρωπαϊκού πολιτισμού διαμορφώθηκε κυρίως το 18ο αιώνα στη Γαλλία, την Αγγλία, τη Σκωτία και τη Γερμανία αλλά είχε σημαντική επιρροή και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες (Ισπανία, Ιταλία, Ρωσία, Ελλάδα), καθώς και στις τότε πρωτοεμφανιζόμενες Η.Π.Α.

Χαρακτηριστικός είναι ο υπερεθνικός του χαρακτήρας: ο Montesquieu και ο Voltaire ήταν καλοί γνώστες των Αγγλικών νόμων και θεσμών, ο David Hume έμεινε για πολύ καιρό στη Γαλλία και είχε συνεχή επαφή με Γάλλους φιλοσόφους κι οικονομολόγους, ο Benjamin Franklin και ο Thomas Jefferson επισκέφθηκαν την Αγγλία και τη Γαλλία και είχαν στενές επαφές με ντόπιους διανοουμένους, ο Jean-Baptiste Say ήταν στενός φίλος του Ricardo και του Malthus και ο κύριος αγωγός διάδοσης των ιδεών των άγγλων κλασσικών οικονομολόγων στη Γαλλία, ο Condorcet, μετέφρασε στα Γαλλικά τον Πλούτο των Εθνών του A. Smith. Oι Εγκυκλοπαιδιστές αφιέρωσαν το μεγάλο τους έργο στους Fr. Bacon, John Locke και Isaac Newton. Oι όπερες του Mozart, ενός από τους σημαντικότερους εκφραστές του κινήματος, έχουν ένα εντυπωσιακά διεθνιστικό χαρακτήρα (οι γάμοι του Φίγκαρο στηρίχθηκαν στο ομώνυμο έργο του Γάλλου Beaumarchais και σε λιμπρέτο του Ιταλού Lorenzo da Ponte).

montesquieu_voltaire

Κεντρική θέση των διανοητών του Διαφωτισμού (παρά τις επιμέρους διαφορές τους) ήταν ότι ο ελεύθερος και ανεμπόδιστος ανθρώπινος κριτικός λόγος, όχι η θρησκευτική πίστη ή η παράδοση, πρέπει να είναι ο οδηγός της ανθρώπινης συμπεριφοράς και ο διαμορφωτής της ανθρώπινης ιστορίας. Ο άνθρωπος δεν είναι λόγω του προπατορικού αμαρτήματος διεφθαρμένος και εξαρτημένος από τη θεία χάρη, όπως δίδασκε ο χριστιανισμός, ούτε η ανθρώπινη ευτυχία κερδίζεται μόνο στη μετά θάνατο ζωή. Η καταπολέμηση της δεισιδαιμονίας και των προκαταλήψεων ανοίγει το δρόμο σε διαρκή πρόοδο και βελτίωση της ανθρώπινης ζωής, σε περισσότερη ελευθερία και ευημερία, σε ελεγχόμενη κρατική εξουσία (πεφωτισμένη δεσποτεία) και σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Τη θέση της θρησκείας, του σκότους και της άγνοιας πρέπει να καταλάβει μια ορθολογική φιλοσοφική – θρησκευτική θεώρηση, στην οποία ο ρόλος του δημιουργού περιορίζεται στην αρχική κίνηση της συμπαντικής μηχανής που λειτουργεί έκτοτε αυτόνομα αφήνοντας μεγάλα περιθώρια ανθρώπινης ελευθερίας. Θρησκευτική ελευθερία και πόλεμος εναντίον κάθε θρησκευτικού φανατισμού (πρβλ. «ecrasez l’infâme»του Βολταίρου) ήταν το κυρίαρχο αίτημα της εποχής που βρίσκει τη σημαντικότερη πνευματική του έκφραση στο έργο του J.Locke.

Ο αγώνας κατά του θρησκευτικού ιρασιοναλισμού και της καταπίεσης που τον συνοδεύει συνδέεται και βρίσκει στήριγμα στις δύο σημαντικές πνευματικές κατακτήσεις της εποχής, στη δημιουργία και ανάπτυξη της νεότερης επιστήμης ως γνωστικής-πληροφοριακής προσέγγισης στον κόσμο και την εμφάνιση και διατύπωση φιλελεύθερων ιδεών με έντονο ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα. Και τα δύο αυτά πνευματικά ρεύματα θέτουν το άτομο ως κεντρικό σημείο αναφοράς, ως πόλο διερεύνησης ενός αινιγματικού και άγνωστου κόσμου και ως αποδέκτη κανόνων και αρχών που ρυθμίζουν ανθρώπινη συμπεριφορά και κοινωνική συμβίωση.

Επιστήμη ως η αποστασιοποιημένη αιτιακή γνώση του Γαλιλαίου και του Νεύτωνα αποτελεί ουσιώδη υπέρβαση του Αριστοτέλειου τελεολογικού μοντέλου και έκφραση τέλειας ορθολογικότητας που ανατρέπει δογματικές αγκυλώσεις και θρησκευτικούς φανατισμούς. Επιπλέον είναι πηγή αέναης προόδου και βελτίωσης των συνθηκών ζωής που μπορεί να οδηγήσει, όπως χαρακτηριστικά έγραψε ο Franklin στον Priestley ακόμα και σε εξαφάνιση του θανάτου. Πολλοί από τους διανοητές του Διαφωτισμού ήταν επιστήμονες: ο Locke , ο Hartley και ο La Mettrie ήταν γιατροί, ο d’Alambert, ο Price και ο Condorcet ήταν Μαθηματικοί, ο Franklin και ο Buffon ήταν διάσημοι επιστήμονες της φύσης, ενώ ο Voltaire, ο Montesquieu και ο Diderot ήταν συγγραφείς σημαντικών επιστημονικών πραγματειών.

Η πνευματική πειθαρχεία που επιβάλλει η επιστήμη στους λειτουργούς της περιόρισε νοητικές ακροβασίες σε μεγάλα μεταφυσικά συστήματα, χωρίς ωστόσο να αποφευχθούν (κυρίως στα πλαίσια του Γαλλι¬κού Διαφωτισμού) απλουστεύσεις που παραβλέπουν τη συνθετότητα της κοινωνικής ζωής, το γνωστικό δυναμικό της παράδοσης και τη δύναμη των άτυπων κοινωνικών θεσμών. Η πίστη στην παντοδυναμία του ανθρώπινου λόγου και η πνευματική μέθη που έφερε η συνείδηση των νέων δυνατοτήτων δημιούργησαν ένα κλίμα άκρατου οπτιμισμού που βιαζόταν να φέρει τις μεγάλες μεταβολές και να εξαφανίσει τα μεγάλα κακά που συσσώρευσαν αιώνες πλάνης και καταπίεσης.

Στον αιώνα του Διαφωτισμού έχουν τις απαρχές τους και οι δύο μεγάλες φιλελεύθερες παραδόσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της κοινωνικής ευημερίας που ως σήμερα ανταγωνίζονται στην αξιολόγηση των κοινωνικών και πολιτικών θεσμών με δικαιοκρατικά ή με ωφελιμιστικά κριτήρια. Στην τριλογία του Locke «ζωή, ελευθερία, ιδιοκτησία» που τονίζει τα δικαιώματα του απελευθερωμένου από τα φεουδαρχικά δεσμά ατόμου ο Jefferson θέτει την τριλογία «ζωή, ελευθερία, επιδίωξη ευτυχίας», προβάλλοντας ατομικές, επιλογές και προσωπικό τρόπο ζωής ως κεντρική αξία και ιδανικό του νέου ανθρώπου.

Το κράτος είναι δημιούργημα ελευθέρων ανθρώπινων αποφάσεων (κοινωνικών συμβολαίων) και έχει ως μοναδικό σκοπό την προστασία των πολιτών και τη διασφάλιση των προϋποθέσεων να επιλέγουν σχέδια ζωής που αυξάνουν την ατομική τους ευτυχία. Σημαντικότερο επίτευγμα στο χώρο των κοινωνικών επιστημών είναι η ανάλυση της λειτουργίας του αγοραίου οικονομικού συστήματος με τη δημιουργία της Πολιτικής Οικονομίας στο έργο των μεγάλων Βρετανών κλασικών οικονομολόγων που με την κατάδειξη των αυτόματων συντονιστικών μηχανισμών ως αόρατων χεριών άνοιξε δρόμους στον εκδημοκρατισμό της κοινωνικής ζωής και σε έλλογο περιορισμό της κρατικής παρέμβασης στην ατομική ζωή των πολιτών.

Η κριτική στο Διαφωτισμό συνδέθηκε πολύ νωρίς με τις υπερβάσεις της Γαλλικής επανάστασης για τις οποίες θεωρήθηκε υπεύθυνος. Οι τρελοί philosophes, έγραφε ο Γάλλος κληρικός de Maistre, είναι ένοχοι της σατανικής αμαρτίας της υπερηφάνειας που επιχειρεί να θέσει τον άνθρωπο στη θέση του θεού, να μετατρέψει την υποτιθέμενη ανθρώπινη σοφία σε οδηγό του σύμπαντος. Το διανοητικό κλίμα δυσπιστίας σε κάθε εξουσία που δημιούργησαν οι Γάλλοι διανοούμενοι του Διαφωτισμού θεωρήθηκε ότι έφερε τα δεινά της Γαλλικής επανάστασης. Η τελευταία ήταν ουσιαστικά μια συνωμοσία των ανθρώπων του πνεύματος και είμαστε ευτυχείς που δεν έχουμε στην Αγγλία οπαδούς του Βολταίρου, του Ρουσσώ και του Ελβέτιους, έγραφε ο μεγάλος Άγγλος ιστορικός και πολιτικός Edmund Burke.

Όσο προβληματική είναι ωστόσο η ταύτιση Διαφωτισμού με τη Γαλλική επανάσταση, τόσο σημαντική είναι η κριτική σε ορισμένες απλουστεύσεις και μονομέρειες του, ιδιαίτερα ως προς τη δυνατότητα μιας εκ θεμελίων ανακατασκευής και αναμόρφωσης της κοινωνίας, κριτική ωστόσο που δεν οδηγεί σε υποβάθμιση του λόγου αλλά σε υπόδειξη των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η προσπάθεια ορθολογικής σύλληψης και διαμόρφωσης του κόσμου.

Ο 19ος αιώνας έφερε την πρώτη συστηματική αντίδραση στο Διαφωτισμό με το πνευματικό κίνημα του Ρομαντισμού που υποστήριζε ότι ο λόγος αποτε­λεί ένα μικρό τμήμα του ανθρώπινου πνεύματος, λιγότερο σημαντικό από το πλούσιο δυναμικό των συναισθημάτων, της φαντασίας, της ενόρασης. Οδηγός της ανθρώπινης ζωής πρέπει να είναι παραδόσεις, έθιμα, καταξιωμένες στο χρόνο ιδέες και θεσμοί, όλα προϊόντα ιστορικά αναπτυσσόμενου λαϊκού πνεύματος και σύνθετης πνευματικής ζωής. Εξύμνηση απλών τρόπων ζωής και πρωτόγονων κοινωνιών, σεβασμός στην εξουσία και την κοινωνική ιεραρχία, αποκατάσταση της θρησκευτικής πίστης και της ανθρώπινης ταπεινοφροσύνης ήταν θέματα στην κοινωνική agenda του Ρομαντισμού.

Με κριτική στο Διαφωτισμό συνδέο­νται ωστόσο και πνευματικές προσεγγίσεις, όπως ο Μαρξισμός, που παρά το δηλωμένο σεβασμό τους στην επιστήμη τον ερμηνεύουν όχι ως βασίλειο του ορθού λόγου αλλά ως ένα εγχείρημα εξιδανίκευσης της αστικής τάξης. Μια γενικότερη καχυποψία στα μηνύματα του Διαφωτισμού και μια υποσυνείδητη νοσταλγία της χαμένης ασφάλειας που πρόσφερε στα μέλη της η κλειστή κοι­νωνία φαίνεται να διατρέχει λίγο ή πολύ τις περισσότερες σχολές μεσευρωπαϊκής φιλοσοφικής σκέψης (αντίθετα προς την αναλυτική παράδοση) με αποκο­ρύφωμα την κριτική που άσκησαν σε σημαντικές θέσεις του εκπρόσωποι της Σχολής της Φρανκφούρτης. Στο πολύ γνωστό τους έργο «Η διαλεκτική του Διαφωτισμού» (1947) οι Adorno και Horkheimer υποστηρίζουν ότι ο Διαφω­τισμός παρά το δηλωμένο απελευθερωτικό του πρόγραμμα οδήγησε διαλεκτικά στη δημιουργία μιας ωφελιμιστικής, τεχνοκρατικής και ανελεύθερης κοινωνίας που αποδέχεται άκριτα το εμπειρικά δεδομένο.

Η ανάπτυξη του επιστημονικού λόγου οδήγησε τελικά στην αυτοκαταστροφή του — μια παράδοξη θέση για όσους πιστεύουν ότι η πρόοδος της γνώσης απελευθερώνει τον άνθρωπο από προλή­ψεις και δεισιδαιμονίες, εκδημοκρατίζει την κοινωνική ζωή, αυξάνει την ευημε­ρία και τη συμμετοχή όλο και περισσότερων ανθρώπων στα αγαθά της κοινω­νικής και οικονομικής προόδου.

Ριζικότερη ήταν η κριτική του Marcuse που διατυπώνει τον ισχυρισμό ότι η ελεύθερη αξιολογήσεων εμπειρική επιστήμη συνεπάγεται αναγκαία αποδοχή του status quo. Θετικισμός σημαίνει λατρεία του δεδομένου και συνακόλουθα συντηρητισμό και αυταρχισμό. Η διάσταση που λείπει κατά τον Marcuse από τη σύγχρονη κοινωνία είναι η αρνητική κριτική αρχή, η αληθινή αντιπαράθεση του κόσμου του όντος με τον κόσμο των αξιών και η επιστροφή σε μια οντολογική έννοια αλήθειας, όχι ως ιδιότητας προτάσεων, αλλά ως ταύτισης με την πραγματικότητα. Η εμπειρική επιστήμη έχει μόνο τεχνο­λογική χρησιμότητα για σκοπούς που δεν θέτει η ίδια και έμμεσα οδηγεί σε συντήρηση του κατεστημένου και υποδούλωση του ανθρώπου.

Η επίθεση κατά του Διαφωτισμού από τους διανοούμενους της Σχολής της Φρανκφούρτης που θα ανέμενε κανείς να επιχειρούν συνέχιση και περαιτέρω ανάπλαση του φαίνεται να βρίσκει οριστικό τέλος στο σημαντικότερο εκπρόσω­πο της Σχολής, το Γερμανό φιλόσοφο και κοινωνικό επιστήμονα Jürgen Habermas, έναν από τους σημαντικότερους διανοητές της εποχής μας. Διαφωτι­σμός είναι για τον Habermas ένα «ατελείωτο εγχείρημα» που πρέπει να συνε­χισθεί και να ολοκληρωθεί με τον ίδιο σεβασμό στον ανθρώπινο λόγο και στα μεγάλα ιδανικά της ελευθερίας και της δικαιοσύνης. Η αρχική υποβάθμιση της επιστήμης σε ένα είδος εργαλειακής σκέψης και η προτεραιότητα σε θέματα νοήματος, επικοινωνίας, ηθικής και δικαίου ως θεμελίων για την κατασκευή μιας ελεύθερης κοινωνίας και ως στοιχείων μιας γενικής πρακτικής φιλοσοφίας βρίσκει στο πρόσφατο έργο του μια σημαντική συμπλήρωση με τη στροφή στα προβλήματα γνώσης μιας ανεξάρτητης πραγματικότητας, στον περιορισμό συ­ναινετικών θεωριών σε αξίες και δεοντολογικούς κανόνες και στη δημιουργία μιας ανανεωμένης θεωρητικής φιλοσοφίας που βρίσκεται πολύ κοντά σε αναλυτικά πρότυπα.

Η κριτική του Διαφωτισμού συνεχίζεται σήμερα στο πλαίσιο της συζήτησης για τη νεωτερικότητα, όπως διατυπώνεται σε μια σειρά ετερόκλητων μετανεωτερικών ρευμάτων με ακραίο σχετικιστικό χαρακτήρα που φαίνεται να συγχέουν de facto πλουραλισμό απόψεων με έγκυρη φιλοσοφική γνώση. Σε μια ύστατη έξαρση φιλοσοφικών θέσεων του ύστερου Wittgenstein η ενιαία πραγματικότητα διαλύεται σε ένα σύνολο ασύμβατων γλωσσικών παιχνιδιών, η ενότητα του λό­γου διασπάται και αποδυναμώνεται, φιλοσοφικές και επιστημονικές θεωρίες αποκαλούνται λογικά και εμπειρικά αδέσμευτες αφηγήσεις, αξίες και ηθικές αρχές μετατρέπονται σε ψυχικές τάσεις και παρορμήσεις. Τα αποτελέσματα ελευθε­ρίας που υποτίθεται ότι φέρνει η εγκατάλειψη των μεγάλων αφηγήσεων της νεωτερικότητας αυτοαναιρούνται μέσα σε ένα κλίμα σύγχυσης και συγκρούσεων τόσο στο επίπεδο της γνώσης και του θεωρητικού λόγου όσο και στο επίπεδο επιλογών και ηθικής συμπεριφοράς.

Ο Διαφωτισμός ως μια συγκεκριμένη περίοδος στην ιστορία του Ευρωπαϊ­κού πολιτισμού πρέπει να διακριθεί από μια γενικότερη χρήση του όρου αυτού για να συλληφθεί και απεικονισθεί μια διαδικασία ορθολογικής προσέγγισης στον κόσμο που χαρακτηρίζεται από υπέρβαση δογματικών τύπων σκέψης και πα­ραδοσιακών τρόπων συμπεριφοράς και προσανατολισμό στον ορθό λόγο ως οδη­γό θεωρίας και πράξης.

Διαφωτισμός με την έννοια αυτή που αντιστοιχεί περί­που στον περίφημο ορισμό του Καντ ότι είναι η έξοδος του ανθρώπου από την κατάσταση επιτροπείας για την οποία ευθυνόταν ο ίδιος εμφανίζεται πολλές φορές στην ανθρώπινη ιστορία, ιδιαίτερα ύστερα από εποχές κοινωνικής στασιμότητας και πολιτικού ή θρησκευτικού αυταρχισμού (όπως π.χ. στο σοφιστικό κίνημα της κλασικής Αρχαιότητας).

Ακόμα σημαντικότερη είναι μια έννοια διαφωτι­σμού ως στάσης ζωής που είναι δεμένη με μια ανθρωποκεντρική αλλά όχι ανθρωπομορφική φιλοσοφία που αποδέχεται πλήρως βασικά πορίσματα σύγχρονης επιστημονικής σκέψης για την τυχαιότητα (Kontingenz) του κόσμου και της ανθρώπινης παρουσίας σε αυτόν. Βασικά αιτήματα μιας τέτοιας φιλοσοφίας εί­ναι η αφομοίωση της ιδέας ενός αινιγματικού και αδιάφορου για τον άνθρωπο φυσικού κόσμου, η εγκατάλειψη ολιστικών – ουσιοκρατικών προσεγγίσεων σε ανθρώπινες πράξεις, έργα και θεσμούς και η αντικατάστασή τους με επιστημο­νικά προγράμματα μεθοδολογικού ατομισμού, η προσπάθεια διαμόρφωσης προϋ­ποθέσεων λειτουργίας ελεύθερων κοινωνιών που αυξάνουν την ατομική ευτυχία των μελών τους. Το διαφωτιστικό στοιχείο αυτής της προσέγγισης είναι η απόρριψη ερμηνειών του κόσμου στα πρότυπα του ανθρώπου – κατασκευαστή ή του αν­θρώπου ως μέλους της οικογένειας ή της φυλής, που είναι φυσικά δεμένες με την εμφάνιση του homo sapiens στη γη και κατάλληλες μόνο για τη βιολογική μας επιβίωση και αναπαραγωγή.

Με την υπέρβαση των βιολογικών περιορι­σμών που φέρνει η δημιουργία πολιτισμού άνοιξε ο δρόμος σε μια ορθολογικά θεμελιωμένη εικόνα του κόσμου που δίνει νέες δυνατότητες και νέο νόημα στην ανθρώπινη παρουσία. Η γνώση των φυσικών νομοτελειών δίνει ένα μέτρο της θέσης μας στον κόσμο, η ιδιαιτερότητα μας ως σύνθετου, αυτοκαθοριζόμενου, βιολογικού όντος ένα μέτρο αξίας για ηθικές αρχές και κανόνες ανθρώπινης συμπεριφοράς (σύμφωνα με την Πρωταγόρεια ρήση ότι απάντων χρημάτων (= ιδιοτήτων και ποιοτήτων, όχι πραγμάτων) μέτρον άνθρωπος).

Τα κηρύγματα μίσους και διχόνοιας των σύγχρονων φουνταμενταλιστών μας αναγκάζουν να αντιμε­τωπίσουμε σοβαρά το ερώτημα, αν η αποδοχή της ανθρώπινης μοναξιάς μας φέρνει πράγματι κοντά στη Ντοστογέφσκεια προφητεία του καταστροφικού χάους και του «όλα επιτρέπονται» ή μήπως οδηγεί αντίθετα σε μια ηθική ναυαγού με ισχυρά (λόγω επίγνωσης της κοινής μοίρας) αποτελέσματα συναδέλφωσης, αλληλεγγύης και αγάπης.

Σε κάθε περίπτωση είναι απαραίτητο γνώση, αξιο­λόγηση, πράξη και κάθε άλλη ανθρώπινη έκφανση να οργανωθούν με εμπιστο­σύνη και σεβασμό στον ανθρώπινο λόγο και με τη μεγάλη επιδίωξη να συμβά­λουν στη δημιουργία κοινωνιών με ελεύθερους, υπεύθυνους και ευτυχισμένους πολίτες. Από την πλευρά αυτή ανθρώπινα δικαιώματα, ελευθερία και δημοκρα­τία, αν και δημιουργήματα του Ευρωπαϊκού πολιτισμού, δεν είναι εγγενή στοι­χεία ορισμένου πολιτιστικού κύκλου, αλλά πανανθρώπινες αξίες και ιδιότητες που ισχύουν και για εκείνους που λόγω φανατισμού, άγνοιας και καταπίεσης δεν είναι σε θέση να τις επιλέξουν και να τις ασκήσουν. Και είναι βαθύτατη (και ιδιαίτερα επίκαιρη) ανθρώπινη υποχρέωση η προστασία των θεμελιακών αυτών δικαιωμάτων απανταχού της γης, αντίθετα προς υποκριτικούς σχετικισμούς ανθρωπολογικής ή θρησκευτικής προέλευσης ή προς πρακτικές σκοπιμότητες για την αποφυγή δήθεν πολιτισμικών συγκρούσεων.

Μεγάλη προσφορά προς την κατεύθυνση αυτή είχε και ο μεγάλος Αυστριακός φιλόσοφος Karl Popper, μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας του Πανεπιστημίου μας, τα 100 χρόνια από τη γέννηση του οποίου γιορτάζουμε φέτος. Πέρα από τις πρωτότυπες επιμέρους συμβολές του, ο Popper βοήθησε όσο λίγοι (όπως το έκαναν π.χ. εξίσου καλά και ο Russel και ο Hayek) στη διατήρηση της ενότητας του λόγου και στη δημιουργία μιας επιστημονικής κοσμοεικόνας για τον πολίτη μιας ελεύθερης δημοκρατικής κοινωνίας που τον κάνει ικανό να μετέχει στη συζήτηση των μεγάλων προβλημάτων που τον αφορούν και να λαμβάνει ή να ελέγχει ορθολο­γικά ατομικές και συλλογικές αποφάσεις.
Του Π. Γέμτου καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το παρόν κείμενο προέρχεται από την εναρκτήρια ομιλία στη σειρά των διαλέξεων του Τμήματος ΜΙΘΕ της περιόδου 2001-02 με θέμα το Διαφωτισμό
Πηγή:  Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
via

Η επιβίωση και η σημασία της σκέψης του Αριστοτέλη

$
0
0


Μετά τον θάνατο του Αριστοτέλη, το 323 π.Χ. το Λύκειο που ίδρυσε ο Αριστοτέλης οργανώθηκε από τον στενό του συνεργάτη Θεόφραστο σε φιλοσοφική σχολή – πιθανόν στο πρότυπο της πλατωνικής Ακαδημίας.
Λίγο αργότερα, στο πέρασμα ακριβώς από τον 4° στον 3° αιώνα, ο Κήπος του Επίκουρου και η Στοά του Ζήνωνα του Κιτιέα ήρθαν να προστεθούν στο φιλοσοφικό στερέωμα της Αθήνας. Οι τέσσερις σημαντικές φιλοσοφικές σχολές θα συνεχίσουν κατά τον 3° αιώνα π.X. τη συνύπαρξη και τον ανταγωνισμό τους, διατηρώντας ζωντανή τη φήμη της Αθήνας ως του φιλοσοφικού κέντρου του αρχαίου κόσμου.



Εκτός από τον Θεόφραστο, γνωρίζουμε αρκετούς ακόμη της σχολής του Αριστοτέλη: τον Εύδημο, τον Δημήτριο τον Φαληρέα, τον Στρατώνα, τον Δικαίαρχο, τον Κλέαρχο, τον Σωτίωνα, τον Λύκωνα. Από τα λίγα κείμενα τους που διασώθηκαν, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο προσανατολισμός του περιπάτου ήταν κατά κύριο λόγο φυσιογνωστικός. Αυτό που διαφοροποιούσε τους περιπατητικούς από τους άλλους φιλοσόφους της εποχής τους ήταν η έμφαση στην προτεραιότητα της μελέτης της φύσης, η συστηματική συλλογή δεδομένων κάθε είδους, η συγγραφή καταλόγων και «ιστοριών» (της αστρονομίας, των μαθηματικών, της ιατρικής, της φυσικής επιστήμης και φιλοσοφίας).

Από την τάση για αποθησαύριση γνώσεων των επιγόνων του Αριστοτέλη διασώθηκαν οι περισσότερες από τις αποσπασματικές πληροφορίες που σήμερα διαθέτουμε για την προσωκρατική σκέψη (η λεγόμενη «δοξογραφία») και την πρώιμη ιστορία της ελληνικής επιστήμης. Προς το τέλος του 3ου αιώνα το Λύκειο θα παρακμάσει. Μέλη του αριστοτελικού κύκλου θα πείσουν τον βασιλιά της Αιγύπτου Πτολεμαίο A’ να ιδρύσει στην Αλεξάνδρεια τη μεγάλη βιβλιοθήκη της πόλης και το Μουσείο, που θα γίνει σύντομα το επίκεντρο της ανάπτυξης της ελληνιστικής επιστήμης.

Είδαμε την περίεργη μοίρα που είχαν τα γραπτά του Αριστοτέλη. Για τρεις περίπου αιώνες παρέμειναν απρόσιτα στο αναγνωστικό κοινό. Την τύχη των γραπτών του ακολούθησε σε μέγα βαθμό και η μεταθανάτια φήμη του ίδιου του Αριστοτέλη. Έτσι η ελληνιστική εποχή δεν είναι περίοδος ακμής για τον αριστοτελισμό. O στωικισμός έγινε βαθμιαία η κυρίαρχη φιλοσοφική τάση, με αξιόλογους αντιπάλους την επικούρεια φιλοσοφία και τον σκεπτικισμό, που αναπτύχθηκε τον 3° και τον 2° αιώνα π.X. στην πλατωνική Ακαδημία. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η φιλοσοφία του Αριστοτέλη λησμονήθηκε. Οι περιπατητικοί φιλόσοφοι εξακολουθούσαν να προπαγανδίζουν τις ιδέες του, ενώ κάποια έργα του κυκλοφορούσαν – τα έργα που ο ίδιος είχε δημοσιεύσει όσο ζούσε, αλλά και ορισμένα έργα του που θα πρέπει να είχαν εκδώσει οι συνεχιστές του στο Λύκειο. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι ο Επίκουρος αναφέρεται σε μερικά από τα βασικά συγγράμματα του Αριστοτέλη, και επομένως τα έχει στα χέρια του. Αλλά και η ίδια η φιλοσοφική ορολογία των ελληνιστικών σχολών έχει αναπτυχθεί επάνω στα ευδιάκριτα ίχνη της γλώσσας του Αριστοτέλη.

Η μεγάλη φήμη του Αριστοτέλη θα εδραιωθεί μετά την έκδοση του Ανδρόνικου τον ι° αιώνα π.X., όταν θα παραδοθεί στο κοινό ολοκληρωμένο το επιβλητικό σύστημα των έργων του, που καλύπτουν όλους τους τομείς του επιστητού. H τάση των ρωμαϊκών χρόνων για συγγραφή εγχειριδίων, συνόψεων της παλαιότερης φιλοσοφίας, και σχολιαστικών κειμένων επάνω στα πρότυπα φιλοσοφικά κείμενα θα ευνοήσει ιδιαίτερα τη διάδοση της σκέψης του Αριστοτέλη, η οποία, όπως μπορεί να διαπιστώσει ο καθένας ακόμη και σήμερα, χρειάζεται βοήθεια για την προσπέλαση της. Από τον 2° αιώνα μ.X. μέχρι το συμβατικό τέλος της αρχαιότητας, τον 6° αιώνα μ.X. θα αναπτυχθεί μια πλούσια γραμματεία «υπομνημάτων» και «παραφράσεων» των βασικών έργων του Αριστοτέλη, η οποία σ’ ένα μεγάλο ποσοστό έχει διασωθεί.

Η μελέτη των Υπομνημάτων του Αλέξανδρου του Αφροδισιέα (γύρω στο 200 μ.X.), του Θεμίστιου (4ος αι. μ.X.), του Σιμπλίκιου (6°< αι. μ.X.) και του Ιωάννη Φιλόπονου (20< αι. μ.X.) μαρτυρά ότι η φιλοσοφία των σχολιαστών του Αριστοτέλη είναι υψηλού επιπέδου – ακόμη και σήμερα είναι απαραίτητη για την κατανόηση της αριστοτελικής φιλοσοφίας. Οι σχολιαστές γράφουν σε μια εποχή φιλοσοφικού εκλεκτικισμού. Αναλαμβάνουν τη βασική αποστολή να καταστήσουν προσιτή τη σκέψη του Αριστοτέλη, χρησιμοποιούν ωστόσο αυτή την οδό για να επιχειρήσουν ενδιαφέρουσες συγκλίσεις ανάμεσα στην αριστοτελική, την πλατωνική και τη στωική παράδοση, ενώ αναπτύσσουν πολλές φορές και δικές τους εντελώς πρωτότυπες ιδέες (ο «ενεργητικός νους» του Αλέξανδρου και η «θεωρία της ορμής» του Φιλόπονου θα αποδειχτούν ιδιαίτερα γόνιμες στη φιλοσοφία του Μεσαίωνα). H εκτεταμένη γραμματεία των αριστοτελικών σχολιαστών δείχνει ότι στην ύστερη αρχαιότητα ο Αριστοτέλης θεωρείται σταθμός στην ιστορία της φιλοσοφίας.

Η μελέτη του Αριστοτέλη θα συνεχιστεί και στο Βυζάντιο. O αριστοτελισμός, κατά κύριο λόγο, και, έως έναν βαθμό, ο πλατωνισμός θα καταφέρουν να επιβιώσουν στο πνευματικό περιβάλλον του χριστιανισμού. Με τον Ιωάννη Δαμασκηνό, κατά τον 8° αιώνα μ.X., έχουμε μια πρώτη προσπάθεια συνδυασμού της αριστοτελικής φιλοσοφίας και της χριστιανικής θεολογίας. H συνδυαστική αυτή τάση δεν θα διακοπεί σε όλη τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου. H φιλοσοφία του Αριστοτέλη διδάσκεται σταθερά στις σχολές της Κωνσταντινούπολης, ενώ και από την περίοδο αυτή έχουμε σημαντικά δείγματα σχολιαστικής γραμματείας.

Η αίγλη ωστόσο του αριστοτελισμού θα κορυφωθεί κατά τον δυτικό Μεσαίωνα. Κρίσιμος κρίκος για τη διάδοση των έργων του Αριστοτέλη στη λατινική Δύση είναι οι Άραβες, και ειδικά η συνύπαρξη τους με τους χριστιανούς στη μεσαιωνική Ισπανία. H αραβική φιλοσοφία και επιστήμη φτάνει σε μεγάλο βαθμό ανάπτυξης μετά τον 9° αιώνα μ.X., και είναι εξαρχής αποφασιστικά αριστοτελική. Οι Άραβες μεταφράζουν, είτε άμεσα από τα ελληνικά είτε μέσω των συριακών και των εβραϊκών, ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής επιστημονικής και φιλοσοφικής παράγωγης· Εξοικειώνονται λοιπόν με τα έργα του Ευκλείδη, του Πτολεμαίου και του Γαληνού, αλλά και με τη φυσική φιλοσοφία του Αριστοτέλη και την αριστοτελική σχολιαστική παράδοση. Γρήγορα θα αναπτύξουν τις δικές τους πρωτότυπες θεωρίες, ιδίως στους τομείς των μαθηματικών και της ιατρικής, και θα ερμηνεύσουν μ’ έναν δημιουργικό τρόπο τα έργα του Αριστοτέλη. Με τον Αβερρόη (1126-1198), κατά τον 12° αιώνα μ.X., ο αραβικός αριστοτελισμός φτάνει στο απόγειο του. O Αριστοτέλης δεν αποκαλείται πλέον με το όνομα του, αλλά με την επονομασία «ο Φιλόσοφος», έναν τίτλο που θα διατηρήσει ως το τέλος του Μεσαίωνα.

Ο 12ος αιώνας μ.X. έχει μείνει στην ιστορία των ιδεών ως ο αιώνας των Μεταφράσεων. Με κέντρο την Ισπανία, όπου ακριβώς ήταν το όριο της αραβικής επικράτειας, ξεκινά ένα εκτεταμένο πρόγραμμα μεταφοράς της ελληνικής φιλοσοφικής και επιστημονικής γραμματείας στα λατινικά. Οι μεταφράσεις των ελληνικών κειμένων δεν γίνονταν απευθείας από τα ελληνικά, αφού ελάχιστοι δυτικοί γνώριζαν ελληνικά εκείνη την εποχή. Πιο απλή ήταν η δίοδος μέσω των αραβικών μεταφράσεων. Έτσι από δεύτερο χέρι (ή και από τρίτο πολλές φορές, όταν οι μεταφραστές ήταν γλωσσομαθείς Εβραίοι) έγινε για πρώτη φορά γνωστός στη Δύση ένας θησαυρός γνώσεων. Σε αυτό το κύμα των μεταφράσεων ο Αριστοτέλης είχε την τιμητική του.

Στις αρχές του 13ου αιώνα όλα τα βασικά έργα του Αριστοτέλη είναι πλέον μεταφρασμένα στα λατινικά. Και, όπως είχε γίνει στο Βυζάντιο, έτσι και στη Δύση επιχειρείται η δημιουργική σύνθεση αριστοτελισμού και χριστιανισμού, που θα μείνει γνωστή ως σχολαστική φιλοσοφία. Κύριος εκφραστής αυτής της σύνθεσης είναι ο Θωμάς Ακινάτης (1225-1274)· Στο έργο του Θωμά Ακινάτη γίνεται μια συστηματική προσπάθεια να απαλυνθούν οι εντάσεις ανάμεσα στη χριστιανική θρησκεία και σε βασικά αριστοτελικά δόγματα. Τα κυριότερα σημεία τριβής ήταν η. αθανασία της ψυχής, την οποία ο Αριστοτέλης δεν αποδεχόταν, και η αιωνιότητα του αριστοτελικού κόσμου, που έθετε υπό αμφισβήτηση τη δημιουργική δράση του Θεού. Αν και τα σημεία αυτά ήταν κεντρικά στις δύο κοσμοθεωρήσεις, η σύνθεση του Θωμά Ακινάτη αποδείχτηκε επιτυχημένη και κυριάρχησε στις μεσαιωνικές θεολογικές σχολές και τα πανεπιστήμια μέχρι την Αναγέννηση.

Aldo_Manuzio_Aristotele

Έργο του Αριστοτέλη που εκδόθηκε από τον ουμανιστή Άλντο Μανούτιο (1495-98)

Για τρεις αιώνες η αριστοτελική φιλοσοφία παρέμεινε απόλυτα κυρίαρχη. Ήταν λοιπόν φυσικό, όταν ξέσπασε η ανατρεπτική καταιγίδα της Αναγέννησης, να συμπαρασύρει και τον Αριστοτέλη. H αποκαθήλωση του μεσαιωνικού κοσμοειδώλου σήμαινε αυτόματα και αποκαθήλωση του Αριστοτέλη. O Μπρούνο, Γαλιλαίος, ο Κέπλερ, ο Μπέικον, ο Ντεκάρτ -οι πρωταγωνιστές της επιστημονικής επανάστασης του ι6ου και 17ου αιώνα- είναι όλοι αντιαριστοτελικοί. Παρά την επιβίωση πολλών αριστοτελικών αντιλήψεων (η έμφαση λ.χ. στην εμπειρία και την παρατήρηση της φύσης που χαρακτηρίζει τη νέα επιστήμη έχει εμφανώς αριστοτελική καταγωγή), η νεωτερική εποχή θα αντιμετωπίσει τον Αριστοτέλη ως τον κύριο εχθρό της.

Στο σημείο αυτό αξίζει κανείς να θέσει το ερώτημα πού οφείλεται η ικανότητα της αριστοτελικής φιλοσοφίας να προσαρμόζεται σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες από τις συνθήκες γέννησης της. Παρά το γεγονός ότι ο Αριστοτέλης έζησε τον 4° αιώνα π.X. και επηρεάστηκε από τις αξίες της εποχής του (τα ιδεώδη της ελληνικής πόλης-κράτους), η φιλοσοφία του κατάφερε να επιβληθεί σε κοινωνίες όπως το θεοκρατικό Βυζάντιο, ο αραβικός κόσμος ή η μεσαιωνική Δύση. Καμία άλλη φιλοσοφική παράδοση δεν επέδειξε παρόμοια προσαρμοστικότητα. Θεωρώ ότι ένα μέρος της απάντησης εντοπίζεται στην εκπληκτική δυνατότητα του Αριστοτέλη να μετατρέπει σε φιλοσοφική θεωρία την εμπειρία του μέσου ανθρώπου και τις παραδοχές του κοινού νου. Οι κοινές αυτές «υπολήψεις», όπως θα τις χαρακτήριζε ο Αριστοτέλης, φαίνεται ότι είναι οικουμενικές, δεν επηρεάζονται δηλαδή σημαντικά από την εποχή, την πνευματική ατμόσφαιρα και τον τόπο.

Επιπλέον, η αριστοτελική φιλοσοφία είναι κατά κύριο λόγο επικεντρωμένη στη φυσική πραγματικότητα, αντίθετα λ.χ. από την πλατωνική, που είναι ουσιαστικά πολιτική φιλοσοφία. Και ενώ οι πολιτικές συνθήκες αλλάζουν ριζικά από εποχή σε εποχή και από πολιτισμό σε πολιτισμό, η μελέτη της φύσης είναι κοινό μέλημα κάθε φιλοσοφικά σκεπτόμενου ανθρώπου, ανεξάρτητα από φυλή, θρήσκευμα ή εποχή – αρκεί βέβαια να έχει εμπιστοσύνη στον ορθό λόγο. Σε τέτοιου είδους ανθρώπους, η σκέψη του Αριστοτέλη πρόσφερε πάντοτε ασφαλές καταφύγιο και αφετηρία προβληματισμού.

Γιατί ο Αριστοτέλης είναι τόσο σημαντικός


O Αριστοτέλης αποτελεί το θεμέλιο όλης της μεταγενέστερης φιλοσοφίας. Σύμφωνα με τη διατύπωση ενός από τους εγκυρότερους σύγχρονους μελετητές του, «κανένας πριν από αυτόν δεν είχε συνεισφέρει τόσο πολύ στη γνώση και κανένας μετά από αυτόν δεν μπορεί να φιλοδοξεί να συναγωνιστεί τα επιτεύγματα του» (J. Barnes, O Αριστοτέλης, σ. 1).

Έως τον 17° αιώνα η ιστορία της φιλοσοφίας ταυτίζεται ουσιαστικά με τη διάδοση, την ερμηνεία και την κριτική του αριστοτελισμού. H εμβέλεια και η συστηματικότητα της αριστοτελικής σκέψης την έκαναν να λειτουργεί ως πρότυπο για τη φιλοσοφία της ύστερης ελληνικής αρχαιότητας, του Βυζαντίου, των Αράβων και του δυτικού Μεσαίωνα. Θαυμαστή είναι επομένως η προσαρμοστικότητα της αριστοτελικής σκέψης σε κάθε εποχή και σε κάθε πολιτισμό. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι αναγνώριζαν πάντοτε θεμελιώδεις αλήθειες στο αριστοτελικό σύστημα σκέψης.

Ο Αριστοτέλης είναι ο πρώτος που σχεδίασε, ιεράρχησε και υλοποίησε μια πλήρη εγκυκλοπαίδεια της γνώσης. Καθιέρωσε τη διαίρεση της φιλοσοφίας και της επιστήμης στους κλάδους που και σήμερα μελετούμε. Είχε σημαντική συμβολή σε όλα τα γνωστικά πεδία, δεν περιφρόνησε καμία γνώση ή δεξιότητα, ενώ είναι ο ιδρυτής πολλών νέων επιστημονικών αντικειμένων: η λογική, η φυσική, η βιολογία, η ποιητική είναι δικά του δημιουργήματα. Επιπλέον, αντιλήφθηκε την ανάγκη να καταγραφούν σημαντικές κατακτήσεις του παρελθόντος με συστηματικό τρόπο: τα ποικίλα πολιτεύματα και οι νόμοι των ελληνικών πόλεων, η ιστορία των επιστημονικών κλάδων, οι νικητές των ολυμπιακών αγώνων (που αποτελούσαν για τους αρχαίους και ένα μέτρο χρονολόγησης του παρελθόντος). Στη σχολή του Αριστοτέλη οφείλουμε τις περισσότερες γνώσεις μας για τα πρώτα βήματα της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και επιστήμης.

Ο Αριστοτέλης εγκαινίασε τον σύγχρονο τρόπο γραφής της φιλοσοφίας και εμπλούτισε όσο κανείς άλλος το λεξιλόγιο της. Οι αριστοτελικές πραγματείες ως προς την οργάνωση και τη λογική τους θυμίζουν σύγχρονα επιστημονικά συγγράμματα. Διαβάζοντας σήμερα τον Αριστοτέλη, δυσκολεύεται κανείς να συνειδητοποιήσει ότι τα κείμενα του γράφηκαν πριν από 2.500 χρόνια. H πλειονότητα άλλωστε των σύγχρονων φιλοσοφικών, λογικών και επιστημονικών όρων έλκει την καταγωγή της από τον Αριστοτέλη: ύλη, δύναμη, αρχή, τέλος, ουσία, κατηγορία, υποκείμενο, θεωρία, πράξη, επαγωγή, συλλογισμός, ορισμός, γένος, είδος, φυσική, ποιητική, εντελέχεια, είναι μερικοί από τους όρους που έπλασε ή μεταποίησε ο Αριστοτέλης για να αποκτήσει η επιστημονική γνώση το όργανο της.

Ολόκληρα τμήματα της φιλοσοφίας του Αριστοτέλη ισχύουν ακόμη και σήμερα. H αριστοτελική βιολογία ξεπεράστηκε μόλις τον 19° αιώνα. H τυπική λογική είναι πλήρως αριστοτελική, η φιλοσοφία της επιστήμης στηρίζεται στις δικές του βασικές διακρίσεις, ενώ η αριστοτελική ηθική και πολιτική φιλοσοφία έχει αναβιώσει στις μέρες μας και διατηρεί σημαντικούς υποστηρικτές. H ανάγνωση επομένως των πραγματειών του Αριστοτέλη δεν έχει μόνο ιστορικό ενδιαφέρον.

Η επίδραση της αριστοτελικής σκέψης είναι οικουμενική – υπερβαίνει εμφανώς τα όρια της καταγωγής της, τόσο ως προς τον τόπο όσο και ως προς τον χρόνο. Ίσως μάλιστα ο Αριστοτέλης να είναι το καλύτερο παράδειγμα για να αντιληφθεί κανείς τι πραγματικά σημαίνει οικουμενικός στοχαστής. Δεν νομίζω ότι υπάρχει στην ιστορία των ιδεών άλλη περίπτωση, όπου ένα σύστημα σκέψης υιοθετήθηκε από τόσο πολλούς και τόσο διαφορετικούς λαούς και πολιτισμούς, ή που άντεξε τόσο πολύ στο πέρασμα των αιώνων. Δεν είναι λοιπόν παράλογο ότι σε όποια χώρα του κόσμου υπάρχει γραπτή παράδοση, θα βρει κανείς διακριτά ίχνη της επίδρασης του Αριστοτέλη. Είναι μάλιστα σημαντικό ότι η οικουμενική επίδραση του Αριστοτέλη δεν επισκίασε την ελληνική προέλευση της σκέψης του. Ενώ τα ίχνη της κλασσικής ελληνικής παιδείας είναι ευδιάκριτα στα κείμενα του, η μεγάλη διάδοση της σκέψης του απέδειξε ότι τα κείμενα αυτά διέθεταν πολύ μεγαλύτερη εμβέλεια.

Πηγή: “Αριστοτέλης“ του Βασίλη Κάλφα, από την σειρά Οι Μεγάλοι Έλληνες εκδόσεις  SKY
via

Διαφωτισμός

$
0
0


Σημαντικό πανευρωπαϊκό πνευματικό κίνημα του συναρπαστικού 18ου αιώνα (τον οποίο οι εκ Γαλλίας «διαφωτιστές» απεκάλεσαν «Siècle des Lumières», «Αιώνα των Φώτων»), που κήρυξε την εμπιστοσύνη στον Ορθό Λόγο και την επαγωγική μέθοδο, τον ανθρωπισμό και την έννοια της «προόδου», και για πρώτη φορά στην μεταχριστιανική ανθρωπότητα απαίτησε την εναρμόνιση της αίσθησης με τον λόγο και του «δέοντος» με το «είναι», καθώς επίσης και την έμπρακτη εφαρμογή των φιλοσοφικών, ηθικών και κοινωνικοπολιτικών ιδεών του στην πραγματική ζωή των πραγματικών ανθρώπων.

Αντίθετα από τα μεταγενέστερα κινήματα όμως, ο «Διαφωτισμός» δεν εμφάνισε ομοιογένεια στις ιδέες και τους τρόπους του. Ο Πήτερ Γκαίη περιγράφει τον «Διαφωτισμό» ως «έναν χαλαρό, πληροφοριακό και εντελώς ανοργάνωτο συνασπισμό αμφισβητιών της κυρίαρχης κουλτούρας, σκεπτικιστών απέναντι στα θρησκευτικά ζητήματα και πολιτικών μεταρρυθμιστών… που ενώθηκαν κάτω από ένα πρόγραμμα κοσμικότητας, ανθρωπισμού, κοσμοπολιτισμού και κυρίως ελευθερίας, μίας ελευθερίας που την ήθελαν να απλώνεται σε όλες τις μορφές της ως πολιτική ελευθερία, ελευθερία του λόγου, ελευθερία του εμπορίου, ελευθερία του να συνειδητοποιεί και να καλλιεργεί κανείς τις δυνατότητές του, ελευθερία αντίδρασης απέναντι στην α ή β αισθητική, κοντολογίς ελευθερία του ηθικού ανθρώπου να καθορίζει τον δικό του δρόμο μέσα στον κόσμο».

Ο δε Καντ (Immanuel Kant, 1724 – 1804, που παρότρυνε στην ελευθερία με το περίφημο «sapere aude!», «τόλμησε να γνωρίσεις!») έδωσε στο δοκίμιό του «Τι είναι ο Διαφωτισμός;» («Was ist Aufklärung?», 1784) τον δικό του ορισμό του «Διαφωτισμού» που επικεντρώνεται στην αυτονομία της σκέψης: «Διαφωτισμός είναι η έξοδος του ανθρώπου από την ανωριμότητά του, για την οποία είναι υπεύθυνος αυτός ο ίδιος»και εν συνεχεία εξήγησε την ανωριμότητα ως αδυναμία μεταχείρισης του νου δίχως την καθοδήγηση κάποιων άλλων.


Αφετηρίες

Ως αφετηρία του «Διαφωτισμού» ορίζεται η Αγγλία και η προεπαναστατική Γαλλία της δεύτερης δεκαετίας του 18ουαιώνα, από τις οποίες στην συνέχεια το κίνημα απλώθηκε στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης. Ωστόσο ιστορικά οι ρίζες του κινήματος προχωρούν πολύ βαθύτερα, στην εποχή που οι Αρχαίοι Έλληνες στράφηκαν προς τον Άνθρωπο ως μία αυταξία, στην εποχή που οι Ρωμαίοι εστίασαν στην «humanitas», στην εποχή της λεγόμενης «Αναγέννησης» και, τέλος, στην εισήγηση του εμπειρισμού από τον Τζων Λοκ (John Locke) στα τέλη του 17ουαιώνα και την ταυτόχρονη «κρίση της ευρωπαϊκής συνείδησης» την οποία ο φιλόλογος Πωλ Χαζάρ (Paul Gustave Marie Camille Hazard (1878 – 1944) τοποθετεί χρονικά στο διάστημα 1685 – 1715.


Πίστη στην πρόοδο και τον ορθό λόγο

Πρεσβεύοντας την ομοιογένεια της ανθρώπινης φύσης (ότι δηλαδή τα βασικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων είναι ίδια, τόσο διατοπικά όσο και διαχρονικά), τον Ορθολογισμό και την πίστη στην έννοια της «προόδου» (ότι δηλαδή μπορεί να αυξάνεται διαρκώς τόσο η ευτυχία όσο και η ευημερία των ανθρώπων, όσο εφαρμόζεται στις κοινωνίες τους η Λογική και η Επιστήμη), απλώνοντας σε καθολικότητα τις απόψεις τους, θεωρώντας δηλαδή ότι ο Λόγος και η Επιστήμη μπορούν να εφαρμοστούν σε οικουμενικό επίπεδο, αλλά και γεμάτοι από μία άκρατη αισιοδοξία, οι «διαφωτιστές» αξίωσαν αλλαγές προς όφελος του ανθρώπου, σε όλες σχεδόν τις πτυχές της ανθρώπινης δράσης, με έμφαση στους πολιτικοκοινωνικούς θεσμούς, την θρησκεία, την οικονομία και την εκπαίδευση, αγκάλιασαν τον εμπειρισμό και επίσης ξαναδιάβασαν την Ιστορία με διαφορετικά, ουσιαστικά κριτήρια, εστιάζοντας στην ουσία των γεγονότων και όχι στις ανούσιες λεπτομέρειές τους. Βασικός φορέας των ιδεών τους ήταν η ανερχόμενη αστική τάξη, η οποία μέχρι εκείνη την εποχή παρέμενε πολιτικά και κοινωνικά αποκλεισμένη, λόγω του συστήματος της μοναρχο-θεοκρατικής απολυταρχίας. Ως εκ τούτου οι «διαφωτιστές» τάχθηκαν υπέρ των πολιτικών ελευθεριών και εναντιώθηκαν στην τυραννική διακυβέρνηση και την καταπίεση που ασκούσαν από κοινού έως τότε οι «ελέω Θεού» μοναρχίες και η Εκκλησία.

Ντενί Ντιντερό Αριστερά Ο Ντενί Ντιντερό

Ανάμεσα στους σημαντικούς εκφραστές του «Διαφωτισμού» ξεχωρίζουν οι δύο Γάλλοι Ντενί Ντιντερό (Denis Diderot, 1713 – 1784) και Ζαν ντ’ Αλαμπέρ (Jean le Rond d’Alembert, 1717 – 1783), οι οποίοι συγκρότησαν το ιδεολογικό υπόβαθρο του όλου κινήματος στην περίφημη «Εγκυκλοπαίδεια» («Encyclopedie, ou dictionnaire raisonne des sciences, des arts et des metiers»), καθώς επίσης και οι ομοεθνείς τους Βολταίρος, Μοντεσκιέ και Ζαν – Ζακ Ρουσσώ (Jean – Jacques Rousseau, 1712 – 1778). Ο τελευταίος διατύπωσε την θεωρία του «Κοινωνικού Συμβολαίου», με την οποία προέτρεπε σε πόρευση προς μια νέα Ευρώπη, η οποία θα υποστήριζε τα δικαιώματα του ανθρώπου.



Δεξιά: Ο Ζαν ντ’ Αλαμπέρ

Ο Ζαν ντ' Αλαμπέρ Περιγραφόμενοι από την ίδια την «Εγκυκλοπαίδεια» ως «τίμιοι άνθρωποι που χειρίζοναι τα πάντα με την λογική», οι «διαφωτιστές» εκμεταλλεύθηκαν άριστα την εποχή τους, κατά την οποία υποχωρούσε ο αναλφαβητισμός και ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι γίνονταν πλέον ικανοί να συμμετάσχουν στην διασπορά της γνώσης: ο άνθρωπος όφειλε πλέον να αξιολογείται όχι υπό τον ασαφή ηθικό δυϊσμό του χριστιανισμού («καλός» ή «αμαρτωλός»), αλλά υπό το φως των προσωπικών ποιοτήτων και κοινωνικών δικαιωμάτων, πρώτο των οποίων οριζόταν η ίση δυνατότητα πρόσβασης στην γνώση. Όργανα διασποράς των νέων ιδεών του «Διαφωτισμού» υπήρξαν τα καφενεία, κυρίως εκείνα του Παρισιού, που απετέλεσαν στέκια νεαρών ποιητών και διανοουμένων, τα διάφορα κοσμικά σαλόνια, καθώς και οι διάφορες ολοένα και πιο συχνά ιδρυόμενες, κατά κανόνα από δωρεές καλλιεργημένων εύπορων ανθρώπων, βιβλιοθήκες ή αίθουσες μελέτης και συζητήσεων.


Η «Εγκυκλοπαίδεια»

Σχετικά με τις δυσκολίες που συνάντησε η ολοκλήρωση της «Εγκυκλοπαίδειας», του κολοσσιαίου έργου του «φίλου του παντός» Ντιντερό, στο οποίο κυριολεκτικά αφιέρωσε την ζωή του, ο Γιώργος Δαδαμόγιας σημειώνει σε ένα κείμενό του: «η προσπάθειά του δεν ήταν εύκολη. Χρειάστηκαν 15 χρόνια (1751 – 1766) για να εκδοθούν οι 28 τόμοι, ενώ το 1752 οι Ιησουίτες κατήγγειλαν ότι το έργο του υπέσκαπτε τα θεμέλια του Κράτους και της Θρησκείας. Το Συμβούλιο του Βασιλέως επιχείρησε να διακόψει την έκδοση και το 1759 η Βουλή των Παρισίων καταδίκασε το έργο του. Το 1761 η Καθολική Εκκλησία χαρακτήρισε την «Εγκυκλοπαίδεια», «δημιούργημα του Σατανά». Ενώ ο Ντ’ Αλαμπέρ έχασε το θάρρος του και αποχώρησε, ο Ντιντερό προχώρησε αταλάντευτος και το 1776 ολοκλήρωσε επιτέλους την μεγάλη έκδοση» («Ευρωπαϊκός και Νεοελληνικός Διαφωτισμός», περιοδικό «Διιπετές», τ. 62, Αθήνα, 2006).


Οι κυριότερες  «σχολές» για την γνώση
Οι κυριότερες «σχολές» του «Διαφωτισμού» αναφορικά με το ζήτημα της γνώσης ήσαν οι ακόλουθες:
Ο Ορθολογισμός (που υποστηρίζει ότι τη λογική σκέψη είναι η μοναδική πηγή των γνώσεών μας, όπου αυτή ως «ratio», «raison», αποτελεί την δεδομένη ανθρώπινη ικανότητα διάκρισης της αλήθειας από το ψέμα, και την μόνη οδό απόκτησης της ορθής γνώσεως που λέγεται «Επιστήμη»), με σημαντικότερους εκπροσώπους τους Καρτέσιο – Ρενέ Ντεκάρτ (René Descartes, 1596 – 1650), Βαρούχ Σπινόζα (Baruch Spinoza, 1632 – 1677), Γκότφριντ Βίλχελμ Λάϊμπνιτς (Gottfried Wilhelm Leibnitz, 1646 – 1716) και βαρώνο Κρίστιαν Βολφ (Christian Wolff, 1679 – 1754)
Ο Εμπειρισμός ή Εμπειριοκρατία (που υποστηρίζει ότι η αισθησιακή πείρα είναι η μοναδική πηγή των γνώσεών μας), με σημαντικότερο εκπρόσωπό της τον «προ-διαφωτιστή» Τζων Λοκ (John Locke, 1632 – 1704)
Η Φυσιοκρατία (που υποστηρίζει ότι η Φύση αποτελεί την μόνη δημιουργική αρχή), με σημαντικότερους εκπροσώπους τους παιδαγωγούς Ζαν – Ζακ Ρουσσώ (Jean – Jacques Rousseau, 1712 – 1778) και Γιόχαν Χάϊνριχ Πεσταλότσι (Johann Heinrich Pestalozzi, 1746 – 1827, που υποστήριζε ότι τα παιδιά πρέπει να διαπαιδαγωγούνται όχι με βάση τις κοινωνικές σκοπιμότητες, αλλά σύμφωνα με τη φύση και τις κλίσεις τους)
Ο Θετικισμός (που υποστηρίζει ότι μία πρόταση ή ένας φυσικός νόμος είναι αληθής μόνο όταν είναι λογικά επαληθεύσιμος), με σημαντικότερο εκπρόσωπο τον μαθηματικό Ζαν ντ’ Αλαμπέρ (Jean le Rond d’Alembert, 1717 – 1783)
Ο Υλισμός (που υποστηρίζει ότι η ύλη αποτελεί την μόνη πραγματικότητα), με σημαντικότερους εκπροσώπους τους Λαμετρί  (Julien Offray de La Mettrie, 1709 – 1751) και βαρώνο Χόλμπαχ (Paul – Henri Thiry, Baron d’ Holbach, 1723 – 1789)
Η Αισθησιοκρατία («ακραίος» Εμπειρισμός, που υποστηρίζει ότι κάθε γνώση προέρχεται αποκλειστικά από τις αισθήσεις) με σημαντικότερους εκπροσώπους τους Ντιντερό (Denis Diderot, 1713 – 1784), Ελβέτιο (Claude Adrien Helvétius, 1715 – 1771) και Ετιέν Μπονό ντε Κοντιγιάκ (Etienne Bonot de Condillac, 1715 – 1780)
Ο Σκεπτικισμός (που πρεσβεύει την αμφιβολία για το κύρος της γνώσης και επιτίθεται σε κάθε δογματισμό και βεβαιότητα), με σημαντικότερο εκπρόσωπο τον σκώτο διανοητή Νταίηβιντ Χιουμ (David Hume, 1711 – 1776)


Πολιτικοί νεωτερισμοί
Ως πολιτικοί νεωτερισμοί του «Διαφωτισμού» μπορούν να θεωρηθούν, από την μία οι ιδέες περί «κοινωνικού συμβολαίου», «γενικού καλού» και «φυσικής αγαθότητας» που αποτέλεσαν τη βάση των πολιτικών αιτημάτων ελευθερίας, ισότητας και αδελφότητας κατά τη Γαλλική Επανάσταση, τις οποίες εισηγήθηκε το 1762 ο Ρουσσώ στο έργο του «Du contrat social ou principes du droit politique» και από την άλλη ο τολμηρός για την εποχή του τριμερής διαχωρισμός των πολιτικών εξουσιών (σε νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική εξουσία), τον οποίο εισηγήθηκε πρώτος το 1748 ο βαρώνος Μοντεσκιέ (Charles – Louis de Secondat Montesquieu Baron de la Brede, 1689 – 1755), στο έργο του «De L’ Esprit des Lois», όπου επίσης τονιζόταν ότι οι νόμοι, ο καθένας από τους οποίους έχει την δική του αιτία ύπαρξης, οφείλουν να διαμορφώνονται σύμφωνα με τις εκάστοτε ανάγκες των κοινωνιών και τις επικρατούσες συνθήκες της ζωής των ανθρώπων.
Οι πολιτικοί αυτοί νεωτερισμοί έθεσαν την τάξη των ανθρώπων ενάντια στην έως τότε κυρίαρχη τάξη του Θεού και την κοινωνική συναίνεση ενάντια στην ωμή επιβολή, ανοίγοντας τον δρόμο για τα πολιτικά γεγονότα που συγκλόνισαν τον κόσμο την τελευταία δεκαετία του 18ουαιώνα. Στα παραπάνω ήλθε το 1835 να προσθέσει την δική του θεωρητική συνεισφορά ο επίγονος του «Διαφωτισμού» Αλέξις ντε Τοκβίλ (Alexis de Tocqueville, 1805 – 1859), ο οποίος στο βιβλίο του «Για την Δημοκρατία στην Αμερική» («De la démocratie en Amérique») όρισε ως βασικότερη αξία της ανθρωπότητας την πολιτική Ελευθερία.


Αυτοπαγίδευση

Όμως, η πίστη των «διαφωτιστών» στην υποτιθέμενη παντοδυναμία του ανθρώπινου λόγου και στην δυνατότητα ανάλυσης, κατανόησης και αξιολόγησης των πάντων με μόνα εργαλεία την Λογική, τον νου και την εμπειρία, δημιούργησε (και τους εγκλώβισε μέσα σε αυτό) ένα κλίμα υπερβολικής αισιοδοξίας, όπου δήθεν μόλις περιορίζονταν η άγνοια, η δεισιδαιμονία και η μισαλλοδοξία θα εξέλειπαν αυτομάτως οι αντιδραστικοί κάθε είδους, οι φθονεροί και οι δολοπλόκοι, οι φανατικοί και οι σκοταδιστές, οι εθελόδουλοι και οι τύραννοι. Φυσικά αυτό αποδείχθηκε στην πράξη ότι δεν ίσχυε.

Η σύγκρουση των «διαφωτιστών» με τον Χριστιανισμό ήλθε μοιραία, όταν ήγειραν το αίτημα της «ανεξιθρησκίας», που εν περιλήψει ζητούσε την αποδοχή της αρχής ότι οι διάφορες θρησκευτικές ή ηθικές πεποιθήσεις των ανθρώπων δεν αποτελούν αξιολογικό κριτήριο και, επίσης, ότι οι θρησκείες των άλλων πολιτισμών δεν είναι «κατώτερες» του ευρωπαϊκού Χριστιανισμού.

Σκώτοι "Διαφωτιστές"

Ενώ όμως οι «διαφωτιστές» στηρίχθηκαν στην αρχαία σκέψη για να πολεμήσουν την χριστιανική θεοκρατία και μισαλλοδοξία, δεν συμμερίστηκαν και τον τρόπο θέασης των πραγμάτων από τους αρχαίους, πόσο μάλλον την ιδιαίτερη κοσμοθέασή τους. Αντιμετώπισαν το ζήτημα της θρησκευτικότητας αποκλειστικά μέσα στα πλαίσια του Ιουδαιοχριστιανισμού και όμοια με τους περισσότερους από τους μετέπειτα άθεους, έπεσαν στην παγίδα να αναγνώσουν το έμφυτο στον άνθρωπο (το μόνο ον που γνωρίζει ότι θα πεθάνει) θρησκευτικό φαινόμενο αποκλειστικά μέσα από την μονοθεϊστική του διαστροφή.

Ως αποτέλεσμα αυτής της αυτοπαγίδευσης, κατέληξαν από την μία σε μια αποϊεροποίηση των πάντων και από την άλλη σε μία ιδιότυπη δικτατορία του «Λόγου». Προσπαθώντας να κτυπήσουν την δεισιδαιμονία και την θρησκοληψία που επί αιώνες ανέθρεψαν το άγριο σκοτάδι και τον εξίσου άγριο τρόμο της χριστιανικής κυριαρχίας, οι «διαφωτιστές» μάς χάρισαν έναν φωτεινότερο κόσμο, που όμως είναι άδειος από κάθε ιερότητα. Η απάντηση στην αρρωστημένη θρησκευτικότητα δεν είναι να ξεριζώσουμε από τους ανθρώπους την θρησκευτικότητα, όπως ακριβώς και η απάντηση στην αρρωστημένη σεξουαλικότητα δεν είναι να ξεριζώσουμε την σεξουαλικότητα. Και οι δύο είναι για τον άνθρωπο έμφυτες, φυσικές καταστάσεις, που εάν τυχόν έχουν διαστραφεί, το μόνο που χρειάζεται είναι να ξαναγυρίσουν στην υγιή μορφή τους. Ο «Διαφωτισμός» όμως έσπειρε για την θρησκευτικότητα τον αθεϊσμό (παρά την δική του «ντεϊστική» θέση), με την ίδια επιθετικότητα που ο αυθεντικός Χριστιανισμός έσπειρε για την σεξουαλικότητα την αποχή, ή ακόμα και τον αυτο-ευνουχισμό.


ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΑΛΛΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ


Ο «Διαφωτισμός» ολοκλήρωσε τον δικό του κύκλο και κατέθεσε την δική του ακραία ορθολογική πρόταση, όμως ελάχιστα θα είχε βοηθήσει από μόνος του την ανθρωπότητα, εάν δεν είχε ακολουθήσει η απόπειρα μαζικής πολιτικής εφαρμογής των προταγμάτων του, η οποία κορυφώθηκε με την Γαλλική Επανάσταση και κυρίως με τους Ιακωβίνους.

Ο Νταίηβιντ Χιούμ Ο Νταίηβιντ Χιούμ

Το 1765, μόλις 24 χρόνια πριν την μεγάλη εκείνη ανατροπή, ο Χιούμ, του οποίου η «Φυσική Ιστορία» είχε προκαλέσει τις υστερικές αντιδράσεις των χριστιανών ομοεθνών του όταν κυκλοφόρησε, εξέφραζε σε επιστολή του προς τον Χιού Μπλαιρ και άλλους την απελπισία του για το γεγονός ότι πέρα από τον λόγο των «διαφωτιστών», δεν υπήρχε τότε παρά μία αχανής έρημος σκοταδισμού, αναλφαβητισμού, επίμονης αδιαφορίας και δεισιδαιμονίας, μία απέραντη επικράτεια «Ηλιθιότητας, Χριστιανισμού και Άγνοιας» με τα δικά του λόγια.

Την προηγούμενη χρονιά (1764) είχε εκδοθεί στην Γενεύη το «Φιλοσοφικό Λεξικό» του Βολταίρου. Δύο χρόνια αργότερα, αλλά και έναν χρόνο μετά την απαισιόδοξη επιστολή του Χιούμ, οι χριστιανοί θεοκράτες καταδίκαζαν στο Παρίσι τον νεαρό Σεβαλιέ Λα Μπάρ σε κόψιμο της γλώσσας και του δεξιού χεριού του και εν συνεχεία κάψιμό του στην πυρά, με τις κατηγορίες ότι τραγουδούσε αντιχριστιανικά άσματα, κορόιδευε την «Παρθένο Μαρία» και δεν είχε… βγάλει το καπέλο του όταν αντάμωσε με μία λιτανεία. Σημειωτέον ότι μαζί με τον δυστυχή εκείνον άνθρωπο οι θεοκράτες έκριναν σκόπιμο να κάψουν και ένα αντίτυπο του «Λεξικού» του Βολταίρου.

Σε μία από τις πολλές στιγμές απογοήτευσης των Διαφωτιστών, ο Ντιντερό έγραψε επίσης σε μία επιστολή του προς τον Χιούμ με ημερομηνία 17 Μαρτίου 769: «Αγαπητέ μου φιλόσοφε, ας θρηνήσουμε τώρα επάνω από το κουφάρι της Φιλοσοφίας. Κηρύσσουμε την σοφία στους κουφούς και γνωρίζουμε πολύ καλά ότι είμαστε ακόμα πολύ μακριά από την εποχή της Λογικής» (επιστ. 9. 40).


Ο «Αντι-διαφωτισμός»

Ο πανικός του ευρωπαϊκού μοναρχο-θεοκρατικού κατεστημένου από την επικράτηση των δημοκρατών στην Γαλλία στις αρχές της τελευταίας δεκαετίας του 18ουαιώνα, δημιούργησε με την σειρά του σε λίγο ένα κίνημα σχετικισμού, εθνοκεντρισμού, ρομαντισμού και αντι-ορθολογισμού, ενάντια στην αυτοπεποίθηση και τα αιτήματα του «Διαφωτισμού», κυρίως δε ενάντια στον οικουμενικό ανθρωπισμό και τον ορθολογισμό. Προσποιούμενοι οι οπαδοί του εν λόγω κινήματος ότι ένοιωθαν αποτροπιασμό για την αναγκαία βία που ασκήθηκε κατά την Γαλλική Επανάσταση (παραβλέποντας το γεγονός ότι το ανατραπέν σύστημα ασκούσε επί αιώνες πολύ μεγαλύτερη βία, καθώς επίσης και ότι μεγαλύτερη και αγριότερη βία χρησιμοποίησε η αντεπανάσταση μετά την 9ηΘερμιδώρ), έσυραν στο εδώλιο του κατηγορουμένου τον «Διαφωτισμό» ως πηγή του απολύτου κακού: «οι παράφρονες φιλόσοφοι είναι ένοχοι της σατανικής αμαρτίας της υπερηφάνειας, η οποία επιχείρησε να θέσει τον άνθρωπο στην θέση του Θεού και να μετατρέψει την υποτιθέμενη ανθρώπινη σοφία σε οδηγό του σύμπαντος», αποφαινόταν μόλις το 1796 (στο «Considerations sur la France») ο υπερασπιστής της «χριστιανικής παράδοσης» και του φυλετισμού κόμης Ζοζέφ ντε Μαιστρ (Joseph de Maistre, 1753 – 1821), για τον οποίο η Τρομοκρατία δεν ήταν παρά η «δίκαιη τιμωρία» της Γαλλίας από τον Θεό για τις «αιρετικές ιδέες» που είχε υιοθετήσει μέσω του «Διαφωτισμού». 

Στην άλλη πλευρά της Μάγχης, ο βρετανός συντηρητικός πολιτικός o Έντμουντ Μπερκ (Edmund Burke, 1729 – 1797) για να πλήξει τον «Διαφωτισμό» επιστράτευε την ίδια εποχή στο βιβλίο του «Reflections on the Revolution in France» όχι το θεϊκό φόβητρο, αλλά την απροκάλυπτη συνομωσιολογία. Κατ’ αυτόν, ο «Διαφωτισμός» αποτελούσε πνευματικο-φιλοσοφική συνωμοσία υποτιθεμένων αναρχικών και αντι-χριστιανικών μυστικών «αδελφοτήτων», ανάλογων με τους «Πεφωτισμένους» («Illuminati») της Βαυαρίας, που την δεκαετία του 1780, χρησιμοποιώντας τις οργανωτικές δομές των Τεκτόνων, είχαν ανεπιτυχώς προσπαθήσει να ανατρέψουν την κυβέρνηση και τις εκκλησιαστικές αρχές του εν λόγω γερμανικού κρατιδίου! Η θεωρία του Μπερκ αποδείχθηκε έκτοτε εξαιρετικά αγαπητή σε όλους τους αντιδραστικούς και τους παντοειδείς υπερασπιστές του ιουδαιοχριστιανικού καθεστώτος, οι οποίοι την υιοθέτησαν, την εμπλούτισαν και την αναπαρήγαγαν, άλλοτε απλώς υστερικά και άλλοτε πολύ καλά συντονισμένα.

Ο Νίτσε πάντως εφηύρε το 1877 και καθιέρωσε τον όρο «Αντι-διαφωτισμός» («Gegen-Aufklarung») γι’ αυτό το κίνημα, το οποίο δυστυχώς συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, παρ’ όλο που τον 20οαιώνα ήταν αυτό ακριβώς που μας άφησε κληρονομιά τα φασιστικά καθεστώτα, τις εθνοκαθάρσεις και την θρησκοληψία των μεγάλων μαζών, φυσικά προϊόντα της παλινόρθωσης των αυθαίρετων ιστορικών καταναγκασμών και της φρίκης της μη επαληθεύσιμης πεποίθησης, η οποία είναι ικανή για κάθε είδους αδιανόητο. Οι οπαδοί του «Αντι-διαφωτισμού» (γαλλιστί: «Les anti-Lumieres»), που σήμερα στελεχώνουν είτε αυτό που λέμε «αντιδραστικό μοντερνισμό», είτε αυτό που λέμε «συντηρητική επανάσταση», κατηγορούν επίμονα και μονότονα τον Ορθολογισμό σχεδόν για όλα τα κακά των συγχρόνων κοινωνιών και στρέφονται ανενδοίαστα εναντίον όχι μόνο της καθολικότητας των φυσικών δικαιωμάτων, αλλά και κάθε ριζοσπαστικού αιτήματος κοινωνικής αλλαγής.  

Χαρακτηριστικά δείγματα Αντι-διαφωτισμού στην Ελλάδα είναι τα συχνά παραληρήματα ορθόδοξων θεοκρατών και προσκείμενων «διανοουμένων», που καταγγέλλουν τον Ευρωπαϊκό «Διαφωτισμό» σχεδόν για το σύνολο των κακών της ανθρωπότητας (λ.χ. για την «επικράτηση της απιστίας, που γεννά τους πολέμους και τις εκατόμβες των θυμάτων», κατά τον πρώην αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, τον Σεπτέμβριο του 2000).


Συγγραφέας: Vlassis Rassias

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Ernst Cassirer, «The Philosophy of the Enlightenment», Princeton, 1979
Joël Cornette, «Absolutisme et Lumières (1652-1783)», Paris, 2005
Peter Gay, «The Enlightenment. An Interpretation, or The Rise of Modern Paganism», 2η έκδοση, New York, 1967
Norman Hampson, «Ο Διαφωτισμός. Μία αποτίμηση για τις παραδοχές, τις θέσεις και τις αξίες του», Αθήνα, 1994
Paul Hazard, «La Crise de la conscience européenne», Paris, 1935
Παναγιώτης Κονδύλης, «Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός», Αθήνα 1998
Mendelson – Kant – Hamann – Wieland – Riem – Herder – Lessing – Erhard – Sciller, «Τι είναι Διαφωτισμός», Αθήνα, 1989
Daniel Roche, «La France des Lumières», Paris, 1993
Ζeev Sternhell, «Ο Αντι-Διαφωτισμός», Αθήνα, 2009
Franco Venturi, «Utopia and Reform in the Enlightenment», Cambridge, 1971
Περιοδικό «Διιπετές», τ. 62 και 69, Αθήνα, 2006 και 2009
via

Η ζωή του Σωκράτη

$
0
0




Socrates_Louvre O Σωκράτης γεννήθηκε στην Αθήνα, στον δήμο Αλωπεκής, τη σημερινή Γαργαρέτα ή το Κυνοσαργες, το 469 π.Χ.Ήταν μακρινός απόγονος του Δαίδαλου, αλλά η οικογένεια του, χωρίς να είναι φτωχή, δεν διακρινόταν ιδιαίτερα για την κοινωνική της θέση. Είναι χαρακτηριστικά για τη φιλοσοφική του μοίρα και την αφοσίωση του στην ηθική τα σχετικά με την αρετή και τη σωφροσύνη ονόματα των γονιών του, Σωφρονίσκου και Φαιναρέτης, καθώς και τα επαγγέλματα τους. O πατέρας του ήταν λιθοξόος («λιθουργός»), δούλευε το μάρμαρο, το πιο σκληρό και ανθεκτικό υλικό, και το έπλαθε όπως ήθελε, και η μητέρα του «μαία», έφερνε στο φως τη ζωή ύστερα από πολλές ωδίνες.

Δεν είναι ίσως τυχαίο που ο Σωκράτης επιδόθηκε στην καλλιέργεια της ψυχής και τη σμίλευση της αρετής στις σκληρές ψυχές των συμπολιτών του, στην προσπάθεια του να βελτιώσει ηθικά τον άνθρωπο. Και χρησιμοποίησε αριστοτεχνικά την τόσο πρόσφορη για τη ανάδυση της φιλοσοφικής γνώσης μέσα από την ψυχή τού νέου κυρίως ανθρώπου «μαιευτική μέθοδο», φέρνοντας στο φως ό,τι καλύτερο είχε αυτός μέσα του. Και τούτο επειδή, όπως φέρεται να λέει ειρωνικά στον διάλογο Θεαίτητος, στην προσπάθεια να δικαιολογηθεί γιατί υποβάλλει ερωτήσεις στους άλλους, χωρίς ο ίδιος να απαντά, ο θεός τον αναγκάζει να εκμαιεύει αλλά του απαγορεύει να γεννά, όντας «άγονος σοφίας». O Σωκράτης έλαβε σύζυγο την Ξανθίππη, γνωστή από τις παροιμιώδεις εκρήξεις της απέναντι σ’ ένα φιλόσοφο χαμένο στον κόσμο του, εκρήξεις ωστόσο που τον γύμναζαν επαρκώς για την αντιμετώπιση ισχυρογνωμόνων συνομιλητών του (Διογένης Il 37)· Όλες σχεδόν οι σχετικές με τον Σωκράτη πηγές περιγράφουν την Ξανθίππη ως σκληρή γυναίκα και με έλλειψη κατανόησης για την αποστολή του συζύγου της. Είχε ενδεχομένως παντρευτεί ο Σωκράτης σε πρώτο ή δεύτερο γάμο και τη Μυρτώ, κόρη του δίκαιου Αριστείδη. Από την Ξανθίππη απέκτησε τρεις γιους, τον Λαμπροκλή, τον Σωφρονίσκο και τον Μενέξενο. O Σωκράτης μαθήτευσε κοντά στον πατέρα του για κάμποσο διάστημα και λέγεται ότι σμίλεψε το σύμπλεγμα των Χαρίτων που κοσμούσε την είσοδο της Ακρόπολης παρουσιάζοντας τις μάλιστα ντυμένες και όχι, όπως συνήθως, ημίγυμνες.

Ο Ηλίας Αγγελόπουλος (1933) διακρίνει στη ζωή του Σωκράτη τέσσερις ευδιάκριτες φάσεις: τα χρόνια της μαθητείας του έως το 449. την περίοδο από το 449 μέχρι το 43ο, όταν ασκούσε την τέχνη της γλυπτικής, όπως ο πατέρας του, το διάστημα από το 43ο μέχρι το 420, που δίδασκε ως σοφιστής αστρονομία και ρητορική – για το οποίο κάνει λόγο ο Αριστοφάνης (Νεφέλαι)-, και τη μετά το 420 εποχή, που ζούσε ως ο φιλόσοφος που γνωρίζουμε και μας περιγράφει ο Πλάτωνας, ο οποίος γνώρισε τον Σωκράτη όταν ο ίδιος ήταν είκοσι ετών. Για την άποψη αυτή εκφράζει επιφυλάξεις ο Jean Brun, με την πεποίθηση ότι αυτή η περιοδολόγηση εξυπηρετεί την ερμηνεία του Αγγελόπουλου σχετικά με την καλοπιστία του Αριστοφάνη.

Οπωσδήποτε, πρέπει ο Σωκράτης να συναναστράφηκε τους γνωστούς τότε σοφιστές, οι σημαντικότεροι από τους οποίους εμφανίζονται ως συνομιλητές του σε πολλούς πλατωνικούς διάλογους, και για τους οποίους εκεί, με τη γνωστή ειρωνεία του, μιλά κάποτε πολύ κολακευτικά. Του αποδίδεται ακόμη δεινότητα στη ρητορική, σύμφωνα και με τους υπαινιγμούς του Αριστοφάνη ότι ήταν μάστορας στο να κάνει τον άδικο λόγο δίκαιο, και υπάρχει πληροφορία από τον Ξενοφώντα ότι εμποδίστηκε από τους Τριάκοντα τύραννους να διδάσκει την τέχνη των λόγων.

Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι, στο πλαίσιο του «ελληνικού διαφωτισμού» του 5ου αιώνα και της πνευματικής έκρηξης της Αθήνας της εποχής του, το ανήσυχο πνεύμα του τον οδήγησε στη φιλοσοφία. Λέγεται ότι μελετούσε τα συγγράμματα των φιλοσόφων της φύσεως, που έμελλαν αργότερα να αποκληθούν «προσωκρατικοί». Του έδωσε μάλιστα ο Ευριπίδης, με τον οποίο λέγεται ότι συνεργαζόταν στις τραγωδίες και τον επηρέαζε, όπως μας λέει ο Διογένης ο Λαέρτιος, το σύγγραμμα του Ηρακλείτου και, όταν τον ρώτησε πώς του φάνηκε, αυτός απάντησε: «όσα κατάλαβα είναι σπουδαία, νομίζω δε και αυτά που δεν κατάλαβα. Χρειάζεται ωστόσο [το σύγγραμμα] κάποιο κολυμβητή από τη Δήλο». Λέγεται ακόμη ότι μαθήτευσε στον φίλο του Περικλή και φιλόσοφο του «νου» Αναξαγόρα, ο οποίος θα είχε παρόμοια με του Σωκράτη τύχη – δικάστηκε κι αυτός γι’ ασέβεια γιατί θεωρούσε τον ήλιο «διάπυρο μύδρο» – αν δεν υπήρχε ο Περικλής. Και μετά την καταδίκη τού Αναξαγόρα, λέγεται ότι μαθήτευσε στον μαθητή του φυσικό φιλόσοφο Αρχέλαο. Χρήσιμα από την άποψη αυτή είναι όσα φέρεται να μας λέει ο Σωκράτης στον διάλογο Φαίδων, έργο της ωριμότητας του Πλάτωνα, μετά το πρώτο ταξίδι του στην Κάτω Ιταλία.

Συζητώντας στον διάλογο αυτό με τον Κέβητα, εις επήκοον των λοιπών μαθητών του που είχαν έρθει στο δεσμωτήριο να τον συντροφεύσουν κατά την τελευταία μέρα της ζωής του και να του συμπαρασταθούν στις τελευταίες του στιγμές, προβληματίζεται ο Σωκράτης σχετικά με την αιτία της γενέσεως και της φθοράς και αρχίζει μια μακρά εξιστόρηση των παθημάτων του: Όταν ήταν νέος, λέει, διακατεχόταν από την επιθυμία να αποκτήσει τη σοφία που ονομάζουν «περί φύσεως ιστορίαν». Του φαινόταν πολύ σπουδαίο να γνωρίσει τις αιτίες των πραγμάτων, δηλαδή γιατί κάτι γεννιέται και χάνεται και γιατί υπάρχει. Τον απασχολούσαν τα ερωτήματα: Αποτελεί τάχα αιτία το θερμό και το ψυχρό για τη γένεση των ζώων; Αυτό που μας κάνει να σκεπτόμαστε είναι το αίμα, ο αέρας, η φωτιά ή ο εγκέφαλος; Όταν όμως έφτασε στο σημείο να αναζητήσει τις αιτίες της φθοράς, διαπίστωσε ότι για μια τέτοια διερεύνηση ήταν εντελώς «αφυής».

Το ίδιο του συνέβη και σχετικά με άλλες έρευνες, μέχρις ότου ξέχασε και αυτά που ήξερε και έφτασε στο συμπέρασμα ότι δεν γνώριζε τίποτα. Ώσπου ξαφνικά άκουσε κάποιον να διαβάζει σ’ ένα βιβλίο τού Αναξαγόρα ότι ο νους είναι εκείνος που θέτει τα πάντα σε τάξη και είναι αυτός αίτιος για όλα. Σκέφτηκε τότε ο Σωκράτης ότι ο νους θα έθετε κάθε πράγμα εκεί όπου ήταν το καλύτερο γι’ αυτό, και αυτό θα ισοδυναμούσε με την αιτία του να υπάρχει ή να μην υπάρχει κάτι. Αυτό έπρεπε να ερευνήσει. Ενθουσιάστηκε λοιπόν, γιατί πίστεψε ότι βρήκε στον Αναξαγόρα τον άνθρωπο που θα του δίδασκε την αιτία των όντων, δηλαδή τι είναι το καλύτερο για καθένα από αυτά και για όλα από κοινού, εφόσον δίδασκε ότι ο νους θέτει τα πάντα σε τάξη. Πήρε στα χέρια του το βιβλίο τού Αναξαγόρα και άρχιζε γρήγορα να το διαβάζει με την ελπίδα ότι θα έβρισκε εκεί κάποια τελεολογική ή ακόμη και δεοντολογική εξήγηση.

Π απογοήτευση του ήταν μεγάλη όταν, προχωρώντας στην ανάγνωση του, διαπίστωσε ότι διόλου δεν ανήγαγε αυτός στον νου τις επιμέρους αιτίες της τάξης των πραγμάτων, αλλά τις απέδιδε στους αέρηδες, στους αιθέρες και στα νερά και σε πολλά άλλα άτοπα.Έπαθε τότε ότι θα πάθαινε κάποιος που θα ισχυριζόταν ότι όσα πράττει ο Σωκράτης τα πράττει κατά τις επιταγές του νου του κι έπειτα θα άρχιζε να αραδιάζει διάφορες φυσιολογικής φύσεως εξηγήσεις. Και το ίδιο θα έκανε σχετικά με την τρέχουσα συζήτηση, αν κάποιος την απέδιδε σε φωνές και ακοές κλπ., και δεν ανέφερε τις αληθινές αιτίες, ότι δηλαδή, επειδή οι Αθηναίοι θεώρησαν καλύτερο να τον καταδικάσουν, γι’ αυτό και αυτός θεώρησε καλύτερο και δικαιότερο να μείνει εκεί που είναι και να υπομείνει την ποινή την οποία του επέβαλαν. Αλλιώς, τα πόδια του θα τον είχαν οδηγήσει στα Μέγαρα ή στη Βοιωτία με την πεποίθηση ότι αυτό θα ήταν το καλύτερο, αν δεν πίστευε ο ίδιος ότι είναι πιο ωραίο και πιο δίκαιο να υποστεί την ποινή που του επέβαλε η πόλη, αντί να δραπετεύσει καινά αυτοεξοριστεί.

Μπορεί η σωματική του συγκρότηση να αποτελεί αναγκαίο όρο για την απόφαση του, όχι όμως και επαρκή, δηλαδή την «επιλογή του αρίστου». Βρίσκει συνεπώς ότι ο Αναξαγόρας δεν ήταν σε θέση να αντιδιαστείλει το πραγματικό αίτιο από εκείνο χωρίς το οποίο το αίτιο δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι αίτιο. Κι αυτό συνέβαινε και με τους άλλους «φυσιολόγους». Άλλος (ο Εμπεδοκλής) θεωρεί αιτία σταθερότητας της γης τη «Δίνη», άλλοι (Αναξιμένης, Αναξαγόρας, Αρχέλαος) την παρομοιάζουν με σκάφη που στηρίζεται στον αέρα, χωρίς να ασχολούνται με το γιατί αυτή είναι η άριστη θέση ή έχει κάποια «δαιμόνια ισχύ», αλλά καταφεύγουν σε κάποιον Άτλαντα και όχι στην άποψη ότι το «αγαθόν και δέον» συνδέει και συνέχει τα πάντα. Έτσι, απογοητευμένος κατέφυγε ο Σωκράτης σε «δεύτερον πλουν». Σταμάτησε την έρευνα του στους φυσικούς φιλοσόφους και κατέφυγε στους «λόγους» για να ερευνήσει την αλήθεια των όντων: λαμβάνοντας, δηλαδή, ως βάση τη λογική αρχή που του φαίνεται πιο ρωμαλέα, να παραδέχεται ως αληθή όσα συμφωνούν με αυτή σχετικά με τα αίτια και όλα τα άλλα, διαφορετικά να τα απορρίπτει.

Η συνέχεια του διάλογου είναι καθαρά πλατωνική, όχι σωκρατική, με τη θεωρία των ιδεών και την αθανασία της ψυχής, αλλά το μακρό χωρίο που συνόψισα έρχεται να ενισχύσει τις μαρτυρίες ότι, πριν επικεντρώσει το ενδιαφέρον του στον άνθρωπο, ο Σωκράτης «σπούδασε» τη λεγόμενη φιλοσοφία της φύσεως, σημειώνοντας, όπως λέγεται, και το τέλος της. Όπως διατείνεται ο Αριστοτέλης, «επί Σωκράτους» η ενασχόληση με τον ορισμό αυξήθηκε, «το δε ζητείν περί φύσεως έληξεν, προς δε την χρήσιμον αρετήν και την πολιτικήν απέκλιναν οι φιλοσοψούντες». Μας λέει ακόμη ότι ο Σωκράτης δεν πραγματεύτηκε τίποτε «περί όλης φύσεως» και ασχολήθηκε με την ηθική (Μετά τα φυσικά) O Ξενοφώντας ωστόσο παραδίδει ότι ο Σωκράτης συζήτησε και για τη θεϊκή πρόνοια, «καίτοι ασχολήθηκε στους διάλογους του μόνο με τα ηθικά», όπως αναφέρει ο Διογένης ο Λαέρτιος ·

Ο ίδιος στην απολογία του δεν διεκδικεί καμιά σοφία περί τα «φυσικά» και τη ρητορική, τα οποία δεν δίδαξε ποτέ του, πολύ περισσότερο που με την κοινή έννοια δεν υπήρξε δάσκαλος κανενός. Και αποδίδει τη σχετική φήμη «στους πρώτους κατήγορους του», εννοώντας προφανώς τον Αριστοφάνη. Αν επιδόθηκε σε κάτι, παραδέχεται εκεί, αυτό ήταν «η ανθρωπινή σοφία» (2Od)1 λόγω της οποίας και «του βγήκε το όνομα». Πρώτος αυτός στράφηκε στον άνθρωπο και στην ανθρώπινη ψυχή. Και, έχοντας αποφασίσει ότι η φυσική θεωρία δεν μας αφορά, «εφιλοσόφησε τα ηθικά επί τε των εργαστηρίων και εν τη αγορά». Έγινε δηλαδή, θα μπορούσαμε να πούμε, «ο φιλόσοφος του δρόμου». Στις συζητήσεις που έκανε με τους συμπολίτες του έδειχνε ιδιαίτερο πάθος και έκανε πράγματα για τα οποία τον καταφρονούσαν και τον περιγελούσαν, χωρίς όμως να καταφέρουν να τον κάνουν να θυμώσει ή να σταματήσει. Το «δαιμόνιο» του, αποτρεπτική θεϊκή φωνή που επενέβαινε σε στιγμές λήψης αποφάσεων, τον απέτρεπε απ’ οτιδήποτε θα εξέθετε το ήθος και τη μοναδικότητα του.

Ο Σωκράτης, ωστόσο, δοσμένος στην αποστολή του να «κάνει ηθικούς» τους συνόντες του, δεν παραμελούσε τη σωματική άσκηση και είχε αποκτήσει μεγάλη ευεξία, ώστε να μπορεί να κυκλοφορεί με τα ίδια ρούχα όλες τις εποχές του έτους και μάλιστα ξυπόλυτος. Λόγω της λιτότητας της «δίαιτας» του, ήταν ο μόνος που δεν αρρώσταινε κατά τις επιδημίες. Και, παρότι άντεχε στο ποτό, κανείς δεν τον είχε δει ποτέ μεθυσμένο. Επιδιδόταν επίσης στην εκμάθηση της μουσικής και αγαπούσε τον χορό. Στο Δήλιο έσωσε τον Ξενοφώντα όταν έπεσε από το άλογο και κατά την υποχώρηση του στρατεύματος δεν το έβαλε στα πόδια, αλλά περπατούσε ήρεμα και ήταν συνεχώς έτοιμος να αμυνθεί σε κάθε ενδεχόμενη επίθεση. Και στην Ποτίδαια, όπως μαθαίνουμε και από τον Αλκιβιάδη στο πλατωνικό Συμπόσιο, παρέμεινε ένα μερόνυχτο άγρυπνος και ακίνητος, παραδομένος στους φιλοσοφικούς του στοχασμούς. Εκεί έσωσε τον Αλκιβιάδη, του παραχώρησε τα αριστεία και έγινε παράδειγμα φυσικής αντοχής και γενναιότητας.

Περιφρονούσε την πολυτέλεια και τον προσοδοφόρο επαγγελματισμό και αγωνιζόταν να αποδείξει ότι «ο ανεξέταστος βίος ου βιωτός ανθρώπω». Απέφευγε τα δημόσια αξιώματα αλλά, όταν ως «βουλευτής» βρέθηκε μεταξύ των «πρυτάνεων», έδειξε πρωτόφαντο θάρρος, αντιτάχθηκε στα πολιτικά πάθη της στιγμής και αντιστάθηκε στο λαϊκό αίτημα να δικαστούν αναπολόγητοι και όλοι μαζί οι δέκα στρατηγοί που δεν περισυνέλεξαν τα πτώματα κατά τη ναυμαχία των Αργινουσών, το 406 π.Χ., δίνοντας μόνος αυτός αθωωτική ψήφο. Αρνήθηκε επίσης να υπακούσει στους περί τον Κριτία Τριάκοντα τύραννους το 404 π.Χ., που τον διέταξαν να συλλάβει και να μεταφέρει από τη Σαλαμίνα στην Αθήνα τον πλούσιο αυτοεξόριστο Λέοντα το Σαλαμίνιο, για να δικαστεί ως αντικαθεστωτικός.

Ο Σωκράτης ωστόσο πρέπει να έγινε γρήγορα διάσημος στην πόλη του, εφόσον ήδη το 423 π.Χ. όταν ανέβασε ο Αριστοφάνης τις Νεφέλες ήταν ο κεντρικός ήρωας της κωμωδίας. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι δεν κέρδισε ο Αριστοφάνης με την κωμωδία αυτή το πρώτο βραβείο, αλλά το τρίτο, γι’ αυτό και την ξαναδούλεψε ή την ξανανέβασε αργότερα, χωρίς όμως επιτυχία. Σήμαινε αυτό αποδοκιμασία του κοινού για την καρικατούρα του Σωκράτη ως μετεωρολόγου και σοφιστή; Οπωσδήποτε δεν πρέπει να βρήκε μεγάλη απήχηση η σάτιρα του, γιατί η δίωξη του από τους Αθηναίους έγινε ύστερα από 24 χρόνια, όταν η δημοκρατία είχε γίνει εξαιρετικά εύθραυστη και καχύποπτη. Είναι μάλιστα ενδεικτικό για το χιούμορ τού Σωκράτη το γεγονός ότι σε κάποια στιγμή που το κοινό αμφέβαλε αν το προσωπείο που φορούσε ο ηθοποιός που τον υποδυόταν ήταν επιτυχημένο, ο Σωκράτης σηκώθηκε όρθιος και έδειξε το πρόσωπο του στους θεατές. Και οπωσδήποτε δεν ήταν ένα όμορφο πρόσωπο. Σ’ αυτό όλες οι πηγές συμφωνούν, αλλά πολύ χαρακτηριστικά για το εσωτερικό του κάλλος, την ομορφιά της ψυχής του, είναι τα λόγια του Αλκιβιάδη στο Συμπόσιο, το αριστούργημα αυτό του παιδαγωγικού έρωτα, λόγια που αποτελούν αληθινό ύμνο για τον Σωκράτη.

Πρόκειται για ένα συμπόσιο που διηγείται ο γλύπτης Απολλόδωρος από το Φάληρο, όπως του το εξιστόρησε ο Αριστόδημος, θαυμαστής του Σωκράτη. To συμπόσιο οργάνωσε ο Αγάθωνας, τραγικός ποιητής, στο σπίτι του για να γιορτάσει τη βράβευση της πρώτης του τραγωδίας στα Λήναια του 4ΐ6· Στο συμπόσιο αυτό παραβρέθηκαν ο αδελφός του Πλάτωνα Γλαύκωνας, ο Αριστόδημος, ο Φαιδρός, ο Παυσανίας, ο Ερυξίμαχος, ο Αριστοφάνης, ο Αλκιβιάδης και ο Σωκράτης, ο οποίος τους αποκάλυψε τι άκουσε για τον έρωτα από την ιέρεια και μάντισσα Διοτίμα από τη Μαντινεία. Αφού είχαν όλοι υμνήσει τον έρωτα και μόλις είχε τελειώσει τον λόγο του και ο Σωκράτης, καταφτάνει στο συμπόσιο καθυστερημένος και πιωμένος ο Αλκιβιάδης. Αυτός, αντί να εγκωμιάσει τον έρωτα, προτίθεται να επαινέσει τον Σωκράτη, λέγοντας μάλιστα «όλη την αλήθεια γι’ αυτόν». Δήλωσε επίσης ότι θα πλέξει το εγκώμιο του Σωκράτη με «εικόνες», δηλαδή με παρομοιώσεις, όχι για να τον γελοιοποιήσει, αλλά προς χάριν της αλήθειας. Λέει λοιπόν ότι ο Σωκράτης είναι ολόιδιος με τους σιληνούς που στήνουν στα μαρμαρογλυφεία με φλογέρες και αυλούς στα χέρια. Αυτούς, αν τους ανοίξουμε, λέει, βλέπουμε να έχουν μέσα τους αγάλματα θεών. Τονίζει ακόμη ότι μοιάζει ο Σωκράτης με τον σάτυρο Μαρσύα, γνωστό για τη μεγάλη ασχήμια του. Δεν είναι μόνο όμοιος με αυτόν στη μορφή, αλλά και στην ειρωνεία και την προκλητικότητα, λέει. O «ψιλός (πεζός) λόγος» του είναι συναρπαστικότερος από τη μελωδία του καλύτερου αυλού για άντρες, γυναίκες και παιδιά, και προπαντός για τον ίδιο τον Αλκιβιάδη, που δεν μπορεί να αντισταθεί στη μαγεία του και κλείνει τ’ αφτιά του όπως θα έκανε με τις σειρήνες. Και συνεχίζει ο Αλκιβιάδης εγκωμιάζοντας τη σοφία του Σωκράτη, την εγκράτεια του, το να μην ενδίδει στο ποτό και τον έρωτα, την αντοχή του στο κρύο και τις κακουχίες και την ανδρεία του. Κανείς, ούτε από τους παλαιούς, όπως ο Αχιλλέας, ούτε από τους νεότερους, όπως ο Περικλής, δεν βρίσκεται όμοιος του στην «ατοπία», λέει, παρά μόνο οι σιληνοί και οι σάτυροι. Κι αυτό ισχύει περισσότερο όταν τον ακούει κανείς να μιλά: Στην αρχή τα λόγια του φαίνονται γελοία. Ντύνει με τέτοιες λέξεις και φράσεις τις κουβέντες του σαν να είναι ντυμένες με το δέρμα κάποιου προκλητικού σάτυρου. Μιλά για γαϊδάρους με σαμάρια, για χαλκείς και σκυτοτόμους και βυρσοδέψες και λέει τα ίδια και τα ίδια, έτσι που κάθε άπειρος και ανόητος άνθρωπος θα μπορούσε να τον περιγελάσει. Όταν όμως τους δει ν’ ανοίγονται οι σιληνοί και μπει στο βάθος τους, πρώτα-πρώτα θα βρει να λόγια του από μόνα τους να έχουν νόημα κι έπειτα να είναι θεϊκότατα και να έχουν μέσα τους άπειρα αγάλματα αρετής, να αναφέρονται σε πλείστα πράγματα και μάλλον σε όλα εκείνα που προσήκει να εξετάζει καθένας που σκοπεύει να γίνει «καλός καγαθός».

O άσχημος λοιπόν Σωκράτης εμπνέει δέος και μαγεύει τους εταίρους του με το εσωτερικό του κάλλος. O Pierre Hadot σημειώνει στην αρχή του βιβλίου του Σωκράτους εγκώμιον ότι «η ιδανική μορφή του Σωκράτη, όπως την παρέστησε ο Πλάτωνας στο Συμπόσιο, όπως επίσης την προσέλαβαν δύο μεγάλοι σωκρατικοί, ο Kierkegaard και ο Nietzsche είναι αυτή που έχει παίξει ιδρυτικό ρόλο στη δυτική μας παράδοση, και μάλιστα στη γέννηση της σύγχρονης σκέψης».

Αυτή ήταν πολύ συνοπτικά η ζωή και η νοοτροπία του Σωκράτη. Όπως συνέβη και στην εποχή μας με την περίπτωση του κορυφαίου και αινιγματικού Ludwig Wittgenstein, η ζωή του, η προσωπικότητα και η νοοτροπία του εντυπωσιάζουν και αυτούς ακόμη που δεν γνωρίζουν ή δεν εννοούν επαρκώς τη φιλοσοφία του. Όπως και ο Wittgenstein, έτσι και ο Σωκράτης ζούσε την ηθική, την κουβέντιαζε και την έκανε πράξη παρά την έγραφε. Γιατί, όπως έλεγε στη διάλεξη του για την ηθική, ένα βιβλίο για την ηθική, αν ήταν ένα πραγματικό βιβλίο για την ηθική, σαν μια έκρηξη θα ξεπέρναγε όλα τα βιβλία του κόσμου.

Για την ηθική ο Wittgenstein έλεγε ότι μπορεί κανείς να μιλά μόνο σε πρώτο πρόσωπο. Και δεν έγραψε σχεδόν τίποτα για την ηθική, εκτός από τη διάλεξη και κάποιους αφορισμούς, αλλά τη βίωσε, την έκανε πράξη και την άφησε στη σιωπή, ενώ ο Σωκράτης την εμπιστεύτηκε τουλάχιστον στον προφορικό λόγο.

Γιατί όμως ο Σωκράτης, αυτός που μας περιέγραψε ο Αλκιβιάδης, θεωρήθηκε τόσο επικίνδυνος και αξιώθηκε το τέλος που καθαγίασε τη ζωή του; Όπως τον θέλει ο Πλάτωνας να λέει στην Απολογία Σωκράτους – κι αυτό το κείμενο δεν πρέπει να είναι μη αυθεντικό, γιατί απευθυνόταν σε ανθρώπους που είχαν ζήσει τα γεγονότα και ήταν παρόντες στη δίκη – αυτός ο ίδιος δεν έκανε τίποτα το μεμπτό ή το αξιοπερίεργο, ώστε να του βγει το όνομα και να αρχίσουν οι εναντίον του διαβολές ότι τάχα «κάποιος Σωκράτης, σοφός άνθρωπος, ερευνά τα επουράνια και αναζητεί όσα είναι κάτω από τη γη και κάνει τον άδικο λόγο δίκαιο» (Απολογία), εκτός ίσως από το ότι διέθετε «κάποιου είδους σοφία», μιαν «ανθρώπινη σοφία».

Είχε δηλαδή συνειδητοποιήσει ότι αυτός τουλάχιστον γνώριζε ότι δεν γνώριζε τίποτα. Είναι αυτή η σοφία που προφανώς εννοούσε ο θεός των Δελφών όταν η Πυθία απαντούσε στο ερώτημα του Χαιρεφώντα «αν υπάρχει κάποιος σοφότερος από τον Σωκράτη» ότι «κανείς δεν ήταν σοφότερος από αυτόν». Έτσι τουλάχιστον άρχισε η περιπέτεια του. Όντας σε μεγάλη απορία, ν επειδή δεν είχε καμιά συνείδηση της σοφίας του, αλλά και δεν μπορούσε να δεχτεί ότι ψεύδεται ο θεός, άρχισε να αναζητεί κάποιο σοφότερο του, πρώτα ανάμεσα στους πολιτικούς κι έπειτα στους ποιητές και τους δημιουργούς που θεωρούνταν σοφοί και να τους εξετάζει για να διαπιστώσει τελικά ότι δεν ήταν σοφοί στην πραγματικότητα, ενώ αυτός οπωσδήποτε δεν ήταν σοφός, αλλά είχε τουλάχιστον επίγνωση ότι «ουδέν οίδε», ότι «η σοφία του δεν άξιζε τίποτα».

Στην αναζήτηση αυτή αφιέρωσε τη ζωή του ως υπηρεσία στον θεό κι έτσι δημιούργησε μοιραίες εχθρότητες. Ακολουθούμενος μάλιστα από νέους, οι οποίοι μιμούνταν κατά χονδροειδή τρόπο την ελεγκτική του μέθοδο, απόδειχνε τους δοκησίσοφους ανεπαρκείς ηθικά και διανοητικά, όχι τόσο γιατί δεν γνώριζαν τίποτα, αλλά γιατί διεκδικούσαν σοφία των πιο σοβαρών πραγμάτων.

Έτσι, ασκώντας τον περίφημο σωκρατικό έλεγχο, έδειχνε «όσους μεγαλοφρονούσαν για τον εαυτό τους ότι ήταν ανόητοι», λ.χ. πρώτα τον πολιτικό και δημιουργό Άνυτο, έπειτα τον ποιητή Μέλητο και τέλος τον δημαγωγό και ρήτορα Λύκωνα. Αυτούς λοιπόν κατάφερε να τους εξοργίσει, με αποτέλεσμα να τον κατηγορήσουν για ασέβεια, εισαγωγή δηλαδή νέων θεοτήτων-όπως ίσως το περιβόητο «δαιμόνιο» του- και διαφθορά των νέων, και να τον σύρουν στο δικαστήριο.

H κατηγορία, όπως διατυπώθηκε μάλλον από τον σοφιστή Πολυκράτη -στον οποίο οφείλεται και η παράδοση των «κατηγοριών» που ακολουθήθηκαν από σχετικές «απολογίες» του Σωκράτη – ή από τον Άνυτο και υποβλήθηκε ως «γραφή ασεβείας» μάλλον από το Μέλητο, ήταν: «Αδικεί ο Σωκράτης γιατί δεν πιστεύει στους θεούς της πόλης και εισάγει καινούρια ‘δαιμόνια’ και επίσης ‘αδικεί’ γιατί διαφθείρει τους νέους» (Απολογία). O Λυσίας τού έγραψε μια απολογία, την οποία όμως δεν δέχτηκε να εκφωνήσει ο Σωκράτης, με το πρόσχημα ότι δεν του ταίριαζε. Ήταν μεν ωραίος λόγος, αλλά ήταν περισσότερο «δικανικός» παρά «εμφιλόσοφος». H κατηγορία για διαφθορά των νέων ήταν προέκταση της «γραφή ασεβείας», για την οποία κατηγορήθηκε ο Σωκράτης λόγω κυρίως της συχνής επίκλησης του στο «δαιμόνιο».

Σύμφωνα με το ψήφισμα του Διοπείθη, το 432 π.Χ., είχε εγκριθεί από την εκκλησία του δήμου «να καταγγέλλονται όσοι δεν πιστεύουν στα θεία ή παρεκτρέπονται σε [ανόσιες] διδασκαλίες για τα ουράνια φαινόμενα».

Ο Σωκράτης δεν κατηγορήθηκε ακριβώς για αθεΐα, αλλά για διαφοροποίηση από τις κοινές θρησκευτικές αντιλήψεις και ασέβεια απέναντι στους θεούς της πόλης. To δήθεν αδίκημα για ηθική διαφθορά των νέων, προσηλυτισμό σε νέες ιδέες και συμπεριφορές, ίσως δεν οφειλόταν μόνο στο ότι αρκετοί «μαθητές» του αποδείχτηκαν εχθροί της δημοκρατίας, αλλά και σε προσωπικούς λόγους του Άνυτου. Όπως φέρεται να λέει ο Σωκράτης στην Απολογία Σωκράτους (29-31) του Ξενοφώντα, συναναστράφηκε κάποτε για λίγο τον γιο τού Άνυτου και του φάνηκε ότι δεν ήταν αδύναμος ψυχικά («άρρωστος»). Κατάλαβε λοιπόν ότι αυτός δεν θα έστεργε ποτέ να παραμείνει στον δουλοπρεπή τρόπο ζωής για τον οποίο τον προόριζε ο πατέρας του, θέλοντας να τον κάνει κι αυτόν βυρσοδέψη, και ότι, αν τον πίεζε να υπακούσει, θα είχε κακό τέλος. Αυτό συνέβη και ο Άνυτος, ο οποίος για ένα διάστημα είχε αυτοεξοριστεί στη Φυλή, δεν συγχώρησε τον Σωκράτη «που έβλεπε τον γιο του άξιο για κάτι καλύτερο», αλλά τον θεωρούσε υπεύθυνο για την τύχη του και θέλησε να τον εκδικηθεί, πείθοντας τον Μέλητο να καταθέσει σε βάρος του «γραφή ασεβείας».

Σύμφωνα με τη συνήθη διαδικασία, μετά την κατάθεση της γραφής ασεβείας από τον Μέλητο στον «άρχοντα βασιλέα» και την κοινοποίηση των ονομάτων των συνηγόρων του, Άνυτου και Λύκωνα, και των μαρτύρων του, καθορίστηκε η ημερομηνία της διαδικασίας, επιδόθηκε η κλήση στον Σωκράτη και αυτός παρουσιάστηκε στον άρχοντα βασιλέα και έλαβε προθεσμία να συντάξει και να καταθέσει τη δική του «αντιγραφή» ή, αν θεωρούσε τη δίκη παράνομη, «παραγραφή», ορίζοντας τους μάρτυρες και συνηγόρους του. O Σωκράτης δεν έλαβε υπόψη του τίποτα απ’ όλα αυτά, κάνοντας φιλοσοφία όπως και πριν, για τούτο και επιπλήχθηκε από τον Ερμογένη, όπως διαβάζουμε στην ξενοφώντεια Απολογία. Είναι μάλιστα χαρακτηριστική η απάντηση του Σωκράτη στο ερώτημα γιατί δεν ασχολείται με την απολογία του: «Δεν δίνω την εντύπωση ότι απολογούμαι μελετώντας να έχω ζήσει έτσι όπως έζησα, δηλαδή να μην έχω κάνει τίποτα το άδικο σ’ όλη μου τη ζωή; Γιατί νομίζω ότι αυτή ακριβώς η μελέτη αποτελεί την ωραιότερη απολογία». Καίτοι έχει επίγνωση του κίνδυνου, αποδίδει ακόμη τη μη ενασχόληση του με την απολογία του σε αποτροπή του δαιμονίου του (Απολογία)·

Έτσι, μετά το πέρας της ανακριτικής διαδικασίας που έγινε ερήμην του Σωκράτη, η υπόθεση έφτασε στο δικαστήριο της Ηλιαίας, στο οποίο, όπως είναι γνωστό, χρέη δικαστών έκαναν 500 Αθηναίοι πολίτες που κληρώνονταν κάθε χρόνο από 6.οοο νομιμόφρονες Αθηναίους άνω των τριάντα ετών, κατανέμονταν σε δέκα τμήματα και έδιναν το νενομισμένο όρκο. Κάθε φορά η κλήρωση γινόταν την τελευταία στιγμή, δεν αιτιολογούταν η μυστική ψήφος και η απόφαση δεν επιδεχόταν προσβολή σε ανώτερο δικαστήριο. Όπως διευκρινίζει ο Κώστας Μπέης, «οι διάδικοι, ιδίως ο κατηγορούμενος, είχαν απεριόριστη ελευθερία λόγου, μέσα στον ίσο χρόνο (καθένας τρεις περίπου ώρες) που τους παρείχετο με μέτρο την κλεψύδρα» 093-4)- H δίκη τελείωνε αυθημερόν.

Στην περίπτωση της δίκης του Σωκράτη, πρώτος έλαβε τον λόγο ο Μέλητος και στη συνέχεια οι συνήγοροι του, Άνυτος και Λύκωνας, καθώς και οι μάρτυρες τους, τους οποίους ο Σωκράτης κατηγόρησε για ψευδορκία. Σχετικά με συνηγόρους και μάρτυρες του Σωκράτη δεν έχουμε στοιχεία, εκτός του ότι ο αδελφός του Χαιρεφώντα επιβεβαίωσε στο δικαστήριο τα του χρησμού του μαντείου (21a). H απολογία του Σωκράτη έχει δύο ή μάλλον τρία σκέλη: την πρώτη και κύρια απολογία, μετά το πέρας της οποίας οι δικαστές αποσύρθηκαν για να λάβουν απόφαση· τη δευτερολογία του, με τις προτάσεις για την ποινή εκ μέρους του κατηγορουμένου, τις οποίες, εφόσον η απόφαση ήταν καταδικαστική, το δικαστήριο ήταν υποχρεωμένο να δεχτεί και ανάγονταν σε εξορία ή σε χρηματικό πρόστιμο· και τέλος τον λόγο-αποχαιρετισμό του προς τους δικαστές που τον καταδίκασαν και σε αυτούς που τον αθώωσαν.

Ας δούμε τώρα πολύ συνοπτικά πώς ο Σωκράτης αντέκρουσε τις συγκεκριμένες κατηγορίες και πώς πολιτεύτηκε κατά τη διαβόητη αυτή δίκη, έχοντας ήδη εκθέσει με βάση και την Απολογία τα του βίου του, γιατί ουσιαστικά η απολογία του, όπως φαίνεται να λέει και στην Απολογία του Ξενοφώντα, ήταν η ίδια η ζωή του. Μετά το κατηγορητήριο του Μέλητου λαμβάνει τον λόγο ο Σωκράτης. Με τη συνηθισμένη ειρωνεία του παρατηρεί ότι τόσο πειστικά, καίτοι μη αληθινά, ήταν τα λόγια του κατηγόρου του, που προς στιγμήν ξέχασε και αυτός ο ίδιος ποιος ήταν.

Δεν έπρεπε όμως να φοβούνται οι δικαστές μήπως ξεγελαστούν και από τα δικά του λόγια, γιατί αυτός δεν είναι ρήτορας και θα τους πει με τον δικό του απλό τρόπο όλη την αλήθεια. Δεν ταιριάζει στην ηλικία του, χωρίς μάλιστα να έχει ξαναπατήσει στο δικαστήριο, να κάνει τον ρήτορα. Συνηθισμένος στη διαλεκτική, κάνει και εκεί διάλογο με τον Μέλητο, κατά το έθιμο, χωρίς να γνωρίζουμε αν αυτός απάντησε στην πραγματικότητα. Μοναδικό καθήκον των δικαστών θεωρεί ο Σωκράτης να προσέξουν αν «δίκαια λέγει».

Πρώτα απολογείται για όσα του καταμαρτύρησαν οι πρώτοι και πιο φοβεροί κατήγοροι του, οι οποίοι τον εμφάνισαν ως ένα σοφό που ασχολείται με τα μετέωρα και τα υποχθόνια, κάνει τον άδικο λόγο δίκαιο και, συνεπώς, δεν πιστεύει στους θεούς, υπονοώντας τον Αριστοφάνη. Διαβάζει το επίσημο κατηγορητήριο και εξηγεί ότι δεν περιφρονεί τη φυσική φιλοσοφία, απλώς δεν έχει ιδέα γι’ αυτήν. Επικαλείται μάλιστα τη μαρτυρία των παρευρισκομένων αν ποτέ έκανε λόγο για πράγματα αυτού του είδους, πολύ περισσότερο ως δάσκαλος. Στη συνέχεια εξηγεί πώς του βγήκε το κακό όνομα, ανατρέχοντας στον χρησμό του Χαιρεφώντα που αποδείχτηκε καθοριστικός για τη ζωή και τη μοιραία αποστολή του, γιατί με τον συνεχή έλεγχο αποκάλυπτε την άγνοια πολιτικών, ποιητών, μάντεων, τεχνιτών και άλλων που διεκδικούσαν επιστημονική γνώση, ενώ ο ίδιος είχε τουλάχιστον επίγνωση της άγνοιας του. Έτσι έγινε μισητός.

Ο Σωκράτης αρχίζει ουσιαστικά την απολογία του για τις συγκεκριμένες κατηγορίες με την απόκρουση της κατηγορίας για «διαφθορά» των νέων και απευθύνει ερωτήσεις στον Μέλητο ανάλογες με αυτές που βρίσκουμε στους διάλογους του: Στο ερώτημα ποιος κάνει καλό στους νέους, ο Μέλητος απαντά ότι αυτό το κάνουν όλοι οι Αθηναίοι, δικαστές, βουλευτές και πολίτες, ώστε να προκύπτει το συμπέρασμα ότι ένας μόνο άνθρωπος, δηλαδή ο Σωκράτης, είναι αυτός που τους κάνει κακό. Αυτό δείχνει κατά τον Σωκράτη ότι ο Μέλητος ουδέποτε ασχολήθηκε σοβαρά με την παιδεία των νέων. Στη συνέχεια ο Σωκράτης καταφεύγει στην ηθική αρχή του «ουδείς εκών κακός» και ρωτά τον Μέλητο αν αυτός διαφθείρει τους νέους θεληματικά (εκών). Στην καταφατική απάντηση του Μέλητου ο Σωκράτης προσποιείται με τη συνήθη ειρωνεία του ότι αγανακτεί με τον εαυτό του γιατί, γέρος άνθρωπος, δεν το είχε καταλάβει αυτό και πίστευε ότι κανείς δεν είναι κακός με τη θέληση του αλλά επειδή δεν ξέρει ότι κάτι είναι κακό. Γιατί αν το είχε καταλάβει θα περίμενε, κάνοντας τους «συνόντες» του κακούς, να πάθει κακό από αυτούς και ο ίδιος.

Την άποψη του Μέλητου κανείς βέβαια δεν την πιστεύει γιατί, έστω κι αν παραδεχτούμε ότι κάνει κάποιος κακό, αυτό το κάνει ακούσια. Συνεπώς ο Μέλητος είχε υποχρέωση να τον διαφωτίσει, γιατί τότε δεν θα το ξανάκανε, και όχι  να τον σέρνει στα δικαστήρια. Υπάρχει νόμος να εισάγει κάποιος στα  δικαστήρια αυτούς που έχουν ανάγκη τιμωρίας, αλλά όχι και αυτούς  που έχουν ανάγκη μάθησης.

Σχετικά με την κατηγορία της ασέβειας ρωτά ο Σωκράτης τον Μέλητο πως εννοεί ότι διαφθείρει τους νέους. Μήπως, κατά τη γραφή ασεβείας που υπέβαλε, τους κάνει να μην πιστεύουν στους θεούς της πόλης τους, αλλά σε «καινά δαιμόνια»; Γιατί αν ο Μέλητος εννοεί ότι ο Σωκράτης πιστεύει σε θεούς, δεν είναι άθεος και συνεπώς δεν πρέπει να δικαστεί, αν εννοεί απλώς ότι δεν πιστεύει στους θεούς της πόλης, εννοεί ότι υπάρχουν και άλλοι θεοί άγνωστοι στην πόλη, ή ότι γενικά δεν πιστεύει σε θεούς; O Μέλητος απαντά πως εννοεί ότι ο Σωκράτης δεν πιστεύει σε κανένα θεό. O Σωκράτης διαμαρτύρεται γιατί θεωρεί όπως και οι άλλοι θεούς τον ήλιο και τη σελήνη, πράγμα που αρνείται 1 ο Μέλητος, προφανώς συγχέοντας τον Σωκράτη με τον Αναξαγόρα, του οποίου το βιβλίο στην ορχήστρα στοιχίζει μόνο μια δραχμή. Έτσι όμως ο ανόητος Μέλητος πέφτει σε αντιφάσεις και λέει τα αντίθετα από τη «γραφή» του, ότι δηλαδή ο Σωκράτης και πιστεύει και δεν πιστεύει σε θεούς και προσπαθεί να τον βγάλει άθεο. Επικαλούμενος την καλοπιστία και τη νοημοσύνη των δικαστών, ρωτά πώς είναι δυνατό να πιστεύει κάποιος σε θεϊκά πράγματα και όχι σε θεούς. Γιατί το κατηγορητήριο τον εμφανίζει να πιστεύει σε κάποιες θεότητες. O Μέλητος λοιπόν αντιφάσκει και δεν ξέρει τι λέει. Θεωρεί λοιπόν ο Σωκράτης ότι αυτά που είπε σχετικά με τη γραφή ασεβείας είναι αρκετά γιατί έδειξαν ότι δεν είναι ένοχος και συνεπώς δεν του χρειάζεται για το ζήτημα αυτό «πολλή απολογία».

Πιστεύει ωστόσο ότι η απέχθεια που έχει δημιουργήσει απέναντι σε πολλούς είναι πραγματική και νομίζει ότι, αν κάτι τον βλάψει, αυτό θα είναι η συκοφαντία και ο φθόνος και όχι ο Μέλητος και ο Άνυτος. Δεν ντρέπεται για την ασχολία (το «επιτήδευμα») που διάλεξε στη ζωή του, λόγω του οποίου κινδυνεύει να τη χάσει, γιατί θεωρεί απαράδεκτο να μη φροντίζει για τους άλλους από φόβο. Όπως δείχνει και η μεγάλη ποίηση, ο φόβος της ντροπής είναι μεγαλύτερος από τον φόβο του θανάτου και η ατιμία είναι χειρότερη από τον θάνατο. Πρέπει συνεπώς να μένει κανείς ακλόνητος εκεί που έχει ταχθεί από τον θεό, αλλιώς θα έδειχνε στην πράξη ότι δεν πιστεύει στους θεούς. O σοφός άνθρωπος δεν φοβάται τον θάνατο, έστω κι αν δεν ξέρει αν είναι κάτι καλό ή κακό. Γιατί η πιο επονείδιστη αμάθεια είναι να νομίζει κανείς ότι γνωρίζει αυτά που δεν γνωρίζει. Σ’ αυτό έγκειται η διαφορά του Σωκράτη με τους άλλους ανθρώπους: εφόσον δεν γνωρίζει ικανοποιητικά τα σχετικά με τον Άδη, πιστεύει ότι δεν τα γνωρίζει, ενώ αντίθετα γνωρίζει ότι το να αδικεί και να απειθεί σε κάποιον καλύτερον απ’ αυτόν, είτε θεό είτε άνθρωπο, είναι κακό και αισχρό.

Ο Σωκράτης δηλώνει ότι δεν θα δεχτεί να αθωωθεί με αντάλλαγμα να εγκαταλείψει τη φιλοσοφία, αλλά θα υποταχτεί στην εντολή του Θεού/Οσο υπάρχει και αναπνέει θα φιλοσοφεί και δεν θα πάψει να εξετάζει ανθρώπους, εκπληρώνοντας το θεϊκό πρόσταγμα. Και μάλιστα γιατί αυτή η υπηρεσία στον θεό αποτελεί την ύψιστη προσφορά του θεού στην πόλη. Και οφείλει να φροντίζει για την ψυχή των συμπολιτών του περισσότερο από τον εαυτό του και την απόκτηση χρημάτων (2od). Av τον αθωώσουν, λοιπόν, θα συνεχίσει να νοιάζεται για την αρετή των συμπολιτών του και αν τον θανατώσουν θα κάνουν κακό στον εαυτό τους και θα αμαρτήσουν απέναντι στον θεό. Δεν θα βρουν άλλον άνθρωπο ταγμένο από τον θεό στην πόλη και θα βυθιστούν και πάλι σε βαθύ ύπνο για όλη τους τη ζωή. O Σωκράτης σαφώς βλέπει τον εαυτό του ως δώρο του θεού στην πόλη, για να τους οδηγεί στην αρετή χωρίς καμιά υλική αμοιβή.

Τεκμήρια της ευσέβειας του θεωρεί ακόμη ο Σωκράτης το δαιμόνιο, τη θεϊκή φωνή μέσα του, τους χρησμούς που λαμβάνει και τα θεόσταλτα όνειρα, που δείχνουν ότι αυτός εκτελεί πράγματι το θέλημα του θεού. Και ότι δεν διαφθείρει ηθικά τους νέους είναι φανερό από το γεγονός ότι κανείς από αυτούς, ούτε οι γονείς και οι οικείοι τους δεν ήρθαν να μαρτυρήσουν εναντίον του, αλλά είναι παρόντες στη δίκη αρκετοί από αυτούς, πρόθυμοι να τον υπερασπιστούν.

Για την αθώωση του όμως δεν πρόκειται να παρακαλέσει. Ούτε έφερε εδώ τη γυναίκα και τα παιδιά του να το κάνουν, όχι από περιφρόνηση, αλλά από αξιοπρέπεια, υπερηφάνεια και επίγνωση της αθωότητας του και των υπηρεσιών του στην πόλη και από το ότι βαδίζει με θάρρος προς τον θάνατο. Δεν επιτρέπει συνεπώς στον εαυτό του να διασυρθεί με «ελεεινά δράματα». Αυτό που κυρίως τον ενδιαφέρει είναι η φήμη η δική του, των δικαστών και της πόλης. Δεν του ταιριάζει να εκλιπαρήσει, γιατί έχει κάποια ηλικία και όνομα και όλοι πιστεύουν ότι σε κάτι διαφέρει αυτός από τους πολλούς ανθρώπους. Αλλά δεν είναι και δίκαιο να θέλει να επηρεάσει τους δικαστές με παρακλήσεις να καταπατήσουν τον όρκο τους, γιατί τότε θα ήταν σαν να έδειχνε ότι δεν πιστεύει στους θεούς. Θέλει απλώς να τους διδάξει και να τους πείσει να διακρίνουν το δίκαιο από το άδικο. Και τελειώνει το κύριο μέρος της απολογίας του με μια θερμή ομολογία πίστης στους θεούς, αφήνοντας την κρίση στον θεό και τη συνείδηση των δικαστών.

Στο κύριο αυτό μέρος της απολογίας του ο Σωκράτης απέδειξε με διαλεκτικά επιχειρήματα και συνεχή υπόμνηση ότι είναι εντεταλμένος από τον θεό να φιλοσοφεί και ότι η κατηγορία ήταν αβάσιμη. Αλλά και μόνο το γεγονός ότι θεωρεί την άσκηση της φιλοσοφίας θεόδοτη ήταν αρκετό για την υποστήριξη της πίστης του. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πλέον σωκρατικός στωικός φιλόσοφος Επίκτητος συνάγει ένα ηθικό επιχείρημα για την ύπαρξη του θεού από την ύπαρξη του αληθινού φιλοσόφου. Στη Διατριβή III, ίσως λόγω του τρόπου με τον οποίο έβλεπε ο Σωκράτης αλλά και αυτός ο ίδιος την αποστολή του, υποστηρίζει ότι ο θεός χρησιμοποιεί τον αληθινό φιλόσοφο προς τους «απαίδευτους» ως «διάκονον και μάρτυρα… ότι και εστί και καλώς διοικεί τα όλα και ουκ αμελεί των ανθρωπίνων πραγμάτων». Γιατί και αυτός, όπως και ο Σωκράτης, έβλεπε την άσκηση της φιλοσοφίας ως αποστολή του φιλοσόφου από τον θεό· Όταν λοιπόν κάποιος αισθάνεται ως απόστολος του θεού, δεν είναι δυνατόν να αμφισβητεί την ύπαρξη του. Όπως εξάλλου υποστηρίζεται στον διάλογο Ευθύφρων, μέλημα του Σωκράτη ήταν η ηθικοποίηση της θρησκείας. Σαφώς λοιπόν η κατηγορία ήταν άδικη και σαφώς ο Σωκράτης απέδειξε την αθωότητα του. O τρόπος ωστόσο με τον οποίο το έκανε ήταν ίσως πολύ αλαζονικός και αρκετά προκλητικός για τους κοινούς ανθρώπους, με αποτέλεσμα την καταδίκη του.

Πράγματι, οι δικαστές καταδίκασαν τον Σωκράτη σε θάνατο με μικρή σχετικά πλειοψηφία, με μόνο 28ο αρνητικές ψήφους προς 221 αθωωτικές. Όταν όμως του ζήτησαν να ορίσει την ποινή ή το πρόστιμο που μπορούσε να πληρώσει, εκείνος θεωρήθηκε ακόμη πιο προκλητικός. Όπως διαβάζουμε στη δευτερολογία του, δέχτηκε αρχικά με κατανόηση την απόφαση των δικαστών σαν να την περίμενε και εξεπλάγη για τη μικρή διαφορά των καταδικαστικών ψήφων από τις αθωωτικές, μολονότι βοήθησαν τον Μέλητο με τις αγορεύσεις τους ο Άνυτος και ο Λύκωνας. Απαριθμεί και πάλι το τι έχει κάνει για την πόλη του σε βάρος των προσωπικών συμφερόντων του και του εαυτού του και, αν είναι να αμειφθεί ανάλογα με τις υπηρεσίες του, δηλαδή «κατά την αξίαν», προτείνει να του διατεθεί ως σε ευεργέτη «δωρεάν σίτηση στο πρυτανείο» μαζί με τους Ολυμπιονίκες.

Το αίτημα αυτό φαίνεται τους τάραξε και τους εξόργισε και ο Σωκράτης αισθάνθηκε την ανάγκη να τους εξηγήσει γιατί αντιδρά έτσι: Δεν αδίκησε κανένα, αλλά μέσα σε μια μέρα δεν μπόρεσε φαίνεται να αποσείσει όλες τις εναντίον του συκοφαντίες. Δεν μπορεί όμως και να αδικήσει και να καταδικάσει τον εαυτό του. Για τούτο και δεν δέχεται να περάσει την υπόλοιπη ζωή του στο δεσμωτήριο, δούλος των εκάστοτε αρχόντων. Χρήματα δεν έχει και δεν στέργει να εξοριστεί, γιατί, αφού οι συμπατριώτες του δεν ανέχτηκαν την παρουσία του, πουθενά αλλού δεν θα είχε θέση. Εφόσον μάλιστα θα συνεχίσει να προσελκύει τους νέους στο φιλοσοφείν, θα εξοριστεί ξανά και θα περιφέρεται από πόλη σε πόλη. Από την άλλη μεριά, το να ζήσει ήσυχα, χωρίς να φιλοσοφεί, συνεπάγεται ανυπακοή στον θεό και μια ζωή εντελώς ανούσια που δεν αξίζει να βιωθεί. Av είχε χρήματα, λέει, θα δεχόταν το πρόστιμο που θα μπορούσε να καλύψει, αλλά αυτό που μπορεί να πληρώσει είναι μόνο το μηδαμινό ποσόν της μιας ασημένιας μνας. Οι φίλοι του όμως τον παρακαλούν να τους αφήσει να εγγυηθούν για τριάντα μνες. Δέχεται την προσφορά τους και προτείνει ως ποινή αυτό το ποσόν.

Ήταν και πάλι η αγέρωχη συμπεριφορά του Σωκράτη, η υπερηφάνεια του, η συνείδηση της θεϊκής αποστολής του και η επίκληση των υπηρεσιών που πρόσφερε στην πόλη, που με την προσθήκη άλλων 8ο καταδικαστικών ψήφων οδήγησαν στη θανατική καταδίκη του. H τελευταία αγόρευση του είναι συγκλονιστική. Απευθυνόμενος σ’ όσους τον καταδίκασαν τους προσφωνεί «άνδρες Αθηναίοι», γιατί θεωρεί ως δικαστές μόνο εκείνους που του έδωσαν αθωωτική ψήφο. Λέει χαρακτηριστικά στους πρώτους ότι, αν περίμεναν λίγο ακόμη, αναλογιζόμενοι την ηλικία του, δεν θα κινδύνευαν να κακολογηθούν ότι θανάτωσαν ένα σοφό άνθρωπο. Γιατί τώρα είναι αναμφισβήτητο ότι όλοι θα τον δουν έτσι.

Δεν του έλειψαν, ισχυρίζεται, τα επιχειρήματα, αλλά η ταπείνωση να ικετέψει και να εξευτελίσει τον εαυτό του. Ποτέ του όμως δεν έπραξε κάτι το «ανελευθερον» και συνεπώς δεν θα αξίωνε τον εαυτό του με μια απολογία σαν των άλλων απλώς για να γλιτώσει τον θάνατο. Αυτό που ήθελε πάντα ήταν να γλιτώσει την αδικία «που τρέχει πιο γρήγορα από τον θάνατο». Εγώ τώρα φεύγω, λέει, για τον θάνατο, αλλά εσείς καταδικάζεστε για αδικία και μοχθηρία. Ίσως έτσι έπρεπε να γίνουν τα πράγματα. Ως μελλοθάνατος χρησμοδοτεί ακόμη σε όσους τον καταψήφισαν ότι αμέσως θα τιμωρηθούν σκληρά για την πράξη τους. Κάνουν λάθος αν πιστεύουν ότι θανατώνοντας ανθρώπους θα απαλλαγούν από τη μομφή ότι δεν ζουν ορθά, τώρα μάλιστα που φεύγει αυτός που συγκρατούσε τον κόσμο. Αντί να κλείνουν τα στόματα των κατήγορων τους έπρεπε να φροντίσουν να βελτιωθούν ηθικά.

Απ’ όσους τον αθώωσαν, τους πραγματικούς «δικαστές» του, ζητά να μείνουν ακόμη κοντά του ώσπου να κλείσει η διαδικασία, για να συζητήσουν μαζί του τη σημασία όλων όσα έγιναν. Τους αποκαλύπτει ότι την ημέρα εκείνη το δαιμόνιο του δεν τον απέτρεψε από τίποτα απ’ όσα είχε κατά νου να κάνει και έκανε, σαν να μην πήγαινε να συναντήσει κάποιο κακό, γιατί προφανώς ο θάνατος δεν είναι κακό, αλλά καλό. Με τον θάνατο ή έρχεται κανείς στην ανυπαρξία, ή, όπως λένε, γίνεται μετοίκηση της ψυχής. Av νεκρώνονται οι αισθήσεις, ο θάνατος θα είναι ύπνος και μάλιστα χωρίς όνειρα, που είναι ό,τι καλύτερο και κέρδος μέγα για τον καθένα. Αλλά και αν είναι ταξίδι της ψυχής σε άλλο κόσμο, είναι ακόμη μεγαλύτερο καλό, γιατί υπάρχει ελπίδα να συναντήσει κανείς εκεί καλούς ανθρώπους, και μάλιστα να τους υποβάλει σε ερωτήσεις, όπως εδώ, για να ελέγξει τη σοφία τους. Γι’ αυτό και οι «δικαστές» του πρέπει να έχουν καλές ελπίδες για τον θάνατο και να έχουν την πεποίθηση ότι ο καλός άνθρωπος ούτε στην εδώ ούτε στην άλλη ζωή παθαίνει τίποτα κακό. Και να πιστεύουν πως ό,τι συνέβη στον ίδιο ήταν «θέλημα του θεού», γιατί με τον θάνατο θα γλιτώσει από πολλά βάσανα. Γι’ αυτό και δεν τον απέτρεψε από τίποτα «το σημείον». Δηλώνει ακόμη ότι δεν αγανακτεί με όσους τον καταψήφισαν καίτοι πρόθεση τους ήταν να τον βλάψουν, για το οποίο είναι αξιόμεμπτοι. Και απευθυνόμενος σ’ αυτούς ζητά να «τιμωρήσουν» τα παιδιά του, όταν μεγαλώσουν, αν δεν νοιάζονται για την αρετή, όπως ακριβώς τους «τιμώρησε» και αυτός. Και να τους ονειδίσουν, αν πιστεύουν πως είναι κάτι ενώ δεν είναι, για να τους κάνουν να επιμεληθούν γι’ αυτά που πρέπει. Τότε θα κάνουν κάτι δίκαιο γι’ αυτόν και τα παιδιά του. Και τελειώνει την απολογία του βλέποντας ότι έφτασε πλέον η ώρα αυτός να φύγει («ώρα απιέναι») για να πεθάνει κι αυτοί για να ζήσουν. Ποιος πορεύεται στο καλύτερο, λέει, το ξέρει μόνο ο θεός.

Αισθάνθηκα την ανάγκη να δώσω τα κύρια σημεία της Απολογίας Σωκράτους του Πλάτωνα, γιατί και μόνο αυτό το κείμενο να μας είχε σωθεί, θα ήταν αρκετό για να δείξει το μεγαλείο της ψυχής και του πνεύματος του Σωκράτη και να δικαιώσει τη φήμη του στους αιώνες. Μπορεί τα επιχειρήματα του να μην θεωρούνται απ’ όλους απρόσβλητα λογικά, μπορεί να βρίσκουν μερικοί τη συνείδηση αποστολής κάπως ξεπερασμένη, όμως το ασίγαστο πάθος για τη δικαιοσύνη, η μεγαλοψυχία, η πνευματική ρώμη και η εγκαρτέρηση αποτελούν μήνυμα εσαεί. Και δεν έχει υπάρξει ποτέ μεγαλύτερη αναγνώριση της φιλοσοφίας ως λόγου ύπαρξης και δικαίωσης της ζωής, ούτε πιο φιλοσοφημένη αντιμετώπιση και αξιολόγηση του θανάτου. Και μόνο με την απολογία του ο Σωκράτης είναι απλά «μεγάλος».

Όπως είναι γνωστό, από τον διάλογο Κρίτων που διδαχτήκαμε στην τρυφερή μας ηλικία, ο Σωκράτης δεν δέχτηκε να φυγαδευτεί από τον Κρίτωνα για να γλιτώσει τον θάνατο, «πειθόμενος τω λόγω» (Κρίτων, όπως έλεγε, και γιατί θεωρούσε τον εαυτό του συννομοθέτη, εφόσον δεν ζήτησε έγκαιρα τη διόρθωση ή μεταβολή των νόμων, σύμφωνα με τη μεταξύ τους «ομολογία» (‘ξυνθήκη’/συμβόλαιο) και γιατί ιεραρχούσε την πατρίδα του ως το ιερότερο πράγμα στον κόσμο και τον ύψιστο σκοπό για να ζήσει ή να πεθάνει κανείς, λέγοντας: «από την μητέρα και τον πατέρα κι απ’ όλους τους άλλους προγόνους η πατρίδα είναι το τιμιότερο, αγιότερο, σπουδαιότερο και σε ανώτερη μοίρα πράγμα σύμφωνα και με τους θεούς και με τους νοήμονες ανθρώπους». Ακόμη και με την επίγνωση ότι οι νόμοι και η πατρίδα τον αδίκησαν, ο Σωκράτης δεν στέργει να ανταποδώσει την αδικία, γιατί αποτελεί πρωτόγνωρη για τα ελληνικά δεδομένα πεποίθηση του ότι «δεν πρέπει κανείς να ανταδικεί ούτε να βλάπτει κανένα άνθρωπο οτιδήποτε κι αν υποφέρει από αυτούς (Κρίτων 49C). Ούτε, τέλος, δέχτηκε να δραπετεύσει καινά εγκατασταθεί αλλού, γιατί ανέκαθεν τον ενθουσίαζε η πόλη περισσότερο απ’ ότι κάθε άλλο συμπολίτη του, ώστε η διαφυγή του θα αποτελούσε προδοσία.

Παρέμεινε λοιπόν οικειοθελώς ο Σωκράτης στο δεσμωτήριο για ένα μήνα και πέρασε την τελευταία του μέρα αποχαιρετώντας νηφάλια την οικογένεια του και συζητώντας εποικοδομητικά με τους φίλους του για τη ζωή, την ψυχή και τον θάνατο, όπως διαβάζουμε στον πλατωνικό Φαίδωνα. Εκεί συνέθεσε κατά την παράδοση παιάνα στον θεό Απόλλωνα και μελοποίησε μύθους του Αισώπου, μέχρις ότου επέστρεψε η ιερή τριήρης από τη Δήλο. Γιατί κατά την απουσία της δεν επιτρέπονταν εκτελέσεις. Ζήτησε μάλιστα από τον Κρίτωνα να θυσιάσει έναν κόκορα στον Ασκληπιό, ίσως για να τον ευχαριστήσει που τον απάλλαξε από το βάρος της ζωής, η οποία γι’ αυτόν ως φιλόσοφο ήταν έτσι κι αλλιώς «μελέτη θανάτου», ήπιε ήρεμα και με απόλυτη αξιοπρέπεια το κώνειο και πέθανε το 399 π.Χ. σε ηλικία 70 ετών.

Θάνατος του Σωκράτη

Μπορεί οι Αθηναίοι να μετάνιωσαν αμέσως για την απόφαση τους, όπως μας βεβαιώνουν οι μαρτυρίες. Μπορεί να έκλεισαν τις παλαίστρες και τα γυμναστήρια, να τιμώρησαν τους κατήγορους του, με εξορία τον Άνυτο και τον Λύκωνα και με θάνατο τον Μέλητο, και να έστησαν στον Σωκράτη χάλκινο ανδριάντα στο Πομπείο, έργο του Λύσιππου. Όμως το στίγμα δεν εξαλείφεται εύκολα για μια Αθήνα, κοιτίδα της δημοκρατίας και σύμβολο της ελευθερίας του πνεύματος. Και όχι μόνο για την Αθήνα. H Claude Mosse τονίζοντας την ιστορική σημασία της δίκης και του θανάτου του Σωκράτη, παρατηρεί: «Ο θάνατος του Σωκράτη είναι ένα γεγονός που σημάδεψε την ιστορία του δυτικού πολιτισμού. H εικόνα του Σωκράτη, που υπήρξε θύμα της ανθρώπινης μισαλλοδοξίας αλλά και υπόδειγμα θάρρους και γαλήνης μπροστά στον θάνατο, έγινε ένα είδος συμβόλου και είκοσι πέντε αιώνες δεν αφαίρεσαν τίποτα από τον υποδειγματικό του χαρακτήρα». Και ο E. Barker  τόνισε ότι το «μέγιστο μάθημα της ζωής του Σωκράτη ήταν ο θάνατος του». Τον Σωκράτη θυμήθηκε ο Αριστοτέλης, όταν τον κατηγόρησαν κι αυτόν οι Αθηναίοι, και κατέφυγε στη Χαλκίδα για να μην έχει την τύχη του.

Αυτά είναι λίγο πολύ τα σχετικά με τη ζωή και το τέλος του Σωκράτη γεγονότα, όπως κυρίως τα περιγράφει αντλώντας από την παράδοση ο Διογένης ο Λαέρτιος και όπως ευκαιριακά επιβεβαιώνονται από την Απολογία, τον Κρίτωνα και τον Φαίδωνα, καθώς και από τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα. Για τα γεγονότα της ζωής, της δίκης και του θανάτου του Σωκράτη οι πηγές σε γενικές γραμμές συμφωνούν. Οι λόγοι της θανάτωσης του ωστόσο, καθώς και η στάση του απέναντι στον θάνατο, ερμηνεύτηκαν ποικιλότροπα. Και η απήχηση του θανάτου του υπήρξε έντονη σε μεγάλο μέρος της ιστορίας της μετέπειτα φιλοσοφίας.

Πηγή: “Σωκράτης“ της Μυρτώς Δραγώνα-Μονάχου, από την σειρά Οι Μεγάλοι Έλληνες εκδόσεις  SKY
via

Νικολό Μακιαβέλι: Η διαδρομή του

$
0
0


Ο Μακιαβέλι, φλωρεντίνος πολιτικός και και στοχαστής, αποτελεί ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα πρόσωπα της πολιτικής ιστορίας, ενώ το εξαιρετικό εγχειρίδιό του ο Ηγεμών, η απλή, ρεαλιστική πραγματεία για την πολιτική συμπεριφορά και την εφαρμογή της εξουσίας, με το πέρασμα των αιώνων, έχει αντιμετωπιστεί ποικιλοτρόπως.

Ο Νικολό Μακιαβέλι θεωρείται μία από τις μεγάλες μορφές σύγχρονων αναλυτών της πολιτικής εξουσίας. Η εξέλιξη της προσωπικότητάς του οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στην οικογένειά του. Ο πατέρας του, Bernardo ήταν δικηγόρος και είχε μια μικρή προσωπική βιβλιοθήκη που περιελάμβανε βιβλία από την ελληνική και ρωμαϊκή φιλοσοφία και μεγάλο αριθμό βιβλίων για την ιταλική ιστορία, κάτι που δεν άφησε ασυγκίνητο το νεαρό Νικολό και του έδωσε την ευκαιρία να λάβει μια καλή μόρφωση. Ο πατέρας του πέθανε το 1500, ενώ η μητέρα του Nelly Bartolomea είχε πεθάνει το 1496.




Ως στοχαστής, ο Μακιαβέλι ανήκε σε μια ολόκληρη σχολή διανοουμένων της Φλωρεντίας που ασχολούνταν με την εξέταση των πολιτικών και ιστορικών προβλημάτων.

Τα πολιτικά γραπτά του Μακιαβέλι έγιναν ευρύτερα γνωστά κατά το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα. Το 1564 θεωρήθηκαν επικίνδυνα και μπήκαν στον κατάλογο της Εκκλησίας με τα επισήμως απαγορευμένα βιβλία. Τα γνωστότερα έργα του είναι: Discorsi Sopra La Prima Deca Di Tito Livio (1531), η Mandrake (1528) ένα σατιρικό έργο και ο Ηγεμών (1532, Il Principe), σύμφωνα με το οποίο όλα τα μέσα μπορούν να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να διατηρηθεί η εξουσία.

Το βιβλίο του ο Ηγεμών καταδικάστηκε από τον Πάπα και οι απόψεις του δημιούργησαν το μακιαβελικό επίθετο που είναι συνώνυμο με τους πολιτικούς ελιγμούς που χαρακτηρίζονται από πονηριά, διπροσωπία ή κακή πίστη. Το βιβλίο εκδόθηκε μετά το θάνατό του. Αυτή η ερμηνεία της σκέψης του Μακιαβέλι είναι τώρα υπό αμφισβήτηση με το αιτιολογικό ότι δεν λαμβάνει υπόψη κανένα άλλο έργο του εκτός από τον Ηγεμόνα, ενώ δεν συνεκτιμάται η πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στην Ιταλία, όταν συντάχθηκε το έργο.

Ζωή και σταδιοδρομία

Ο Μακιαβέλι γεννήθηκε στη Φλωρεντία σε μια αρκετά γνωστή, αν και δεν ήταν ιδιαίτερα εύπορη, μεσοαστική οικογένεια της οποίας τα μέλη κατείχαν παραδοσιακά σημαντικές θέσεις στην τοπική αυτοδιοίκηση. Αν και ένα μικρό μόνο μέρος από τα νεανικά του χρόνια έχει καταγραφεί, είναι γνωστό ότι ως παιδί, ο Μακιαβέλι διδάχτηκε λατινικά και γρήγορα έγινε εξαιρετικός μεταφραστής των αρχαίων κλασσικών.

Σε νεαρή ηλικία έγινε μαθητής του φημισμένου δασκάλου Λατινικών, Paolo da Ronciglione. Πιθανολογείται ότι φοίτησε στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, και μια σύντομη ματιά στην προσωπικότητά του, αποκαλύπτει ότι έλαβε μια εξαιρετική παιδεία επάνω στις ανθρωπιστικές σπουδές.

Από την είσοδο του στη δημόσια ζωή, με το διορισμό του ως δεύτερου καγκελαρίου της Δημοκρατίας της Φλωρεντίας, αρχίζουμε να σχηματίζουμε μια πλήρη και ακριβή εικόνα για τη ζωή του. Για τα επόμενα δεκατέσσερα χρόνια, ο Μακιαβέλι συμμετέχει σε έντονες διπλωματικές δραστηριότητες για λογαριασμό της Φλωρεντίας, και ταξιδεύει προς τα μεγάλα κέντρα της Ιταλίας, καθώς και στο βασιλικό δικαστήριο της Γαλλίας. Έχουμε πλήθος επιστολών και περιστασιακά γραπτά που μαρτυρούν τις πολιτικές του υποχρεώσεις, καθώς και το ιδιαίτερο ταλέντο που είχε σε αναλύσεις προσωπικοτήτων και θεσμών.

Η Φλωρεντία βρισκόταν υπό την καθοδήγηση μιας δημοκρατικής κυβέρνησης από το 1484, όταν η οικογένεια των Μεδίκων και οι υποστηρικτές τους είχαν εκδιωχθεί από την εξουσία. Στο διάστημα αυτό, ο Μακιαβέλι είχε εξέχοντα ρόλο δίπλα στον υπουργό Piero Soderini. Το 1512, ωστόσο, με τη βοήθεια των ισπανικών στρατευμάτων, οι Μεδίκοι νίκησαν τις ένοπλες δυνάμεις της δημοκρατικής κυβέρνησης και την διέλυσαν. Ο Μακιαβέλι ήταν άμεσο θύμα της αλλαγής του πολιτικού καθεστώτος: είχε τοποθετηθεί αρχικά σε ένα είδος εσωτερικής εξορίας και, όταν υπήρξε υπόνοια ότι συνωμοτεί εναντίον των Μεδίκων το 1513, φυλακίστηκε και βασανίστηκε για αρκετές εβδομάδες. Η απομάκρυνσή του από το πολιτικό σκηνικό τον βρήκε στο αγρόκτημα του έξω από τη Φλωρεντία και τον έκανε να στραφεί προς τις λογοτεχνικές του αναζητήσεις και να γράψει λογοτεχνικές πραγματείες αλλά και θεατρικά έργα.

Ο «Ηγεμόνας»

Ο μοναδικός λόγος για τον οποίο ο Μακιαβέλι καταπιάστηκε με τη συγγραφή ήταν η ελπίδα του ότι τα βιβλία του θα τον βοηθούσαν να επανέλθει στην πολιτική σκηνή της Φλωρεντίας. Αυτόν τον σκοπό ο Μακιαβέλι δεν τον πέτυχε, αλλά ένα τουλάχιστον από αυτά τα έργα ξεπέρασε κατά πολύ τις επιδιώξεις και τις προσδοκίες του συγγραφέα του και του χάρισε την αθανασία. ΟΗγεμόνας (Il principe), που γράφτηκε το 1513, επρόκειτο, τους κατοπινούς αιώνες, να καταστεί το εγκόλπιο αμέτρητων πολιτικών ανδρών αλλά και στοχαστών γενικότερα και να ασκήσει βαθιά επίδραση στις πολιτικές εξελίξεις όλων των εποχών.

Ο Ηγεμών ήταν προϊόν μιας ιδιάζουσας κατάστασης στην οποία βρισκόταν ο συγγραφέας του, ο οποίος μεταξύ άλλων, επεδίωκε να ανακτήσει την θέση του και την επιρροή που ασκούσε στην κυβέρνηση της Φλωρεντίας. Εξάλλου πολλοί από τους συναδέλφους του στη δημοκρατική κυβέρνηση είχαν επιστρέψει στις υπηρεσίες τους και υπό την εξουσία των Μεδίκων. Αρχικά ο Ηγεμών γράφτηκε για να παρουσιαστεί στον Giuliano de΄Medici που μπορούσε πιθανότητα να κατανοήσει την αξία ενός τέτοιου έργου αλλά ύστερα από το θάνατό του το βιβλίο πήγε στα χέρια του Lorenzo de΄Medici, ο οποίος δεν φαίνεται να ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το περιεχόμενό του, όταν ήρθε στα χέρια του το 1516.

Πιστεύοντας ότι«τον κόσμο τον κατοικούσαν πάντοτε ανθρώπινες υπάρξεις που είχαν πάντοτε τα ίδια πάθη», ο Μακιαβέλι κατέληξε στο συμπέρασμα ότι από την Ιστορία και από την επικαιρότητα ήταν δυνατόν να εξαχθούν γενικοί κανόνες πολιτικής επιστήμης, οι οποίοι θα μπορούσαν να καθοδηγήσουν τους πολιτικούς άνδρες στην επιδίωξη των σκοπών τους. Αδιαφορώντας για λεπτομέρειες που τις θεωρούσε άχρηστες, ο Μακιαβέλι εισήγαγε νέα, ρεαλιστική κατανόηση του ψυχολογικού παράγοντα και των άλλων δυνάμεων που λειτουργούν στην πολιτική. «Το χάσμα ανάμεσα στο πώς θα έπρεπε να ζει κανείς και στο πώς πραγματικά ζει»έγραφε ο Μακιαβέλι «είναι τόσο μεγάλο,ώστε ο άνθρωπος που αμελεί αυτό που πραγματικά γίνεται προς χάριν αυτού που θα έπρεπε να γίνεται παίρνει τον δρόμο προς την αυτοκαταστροφή και όχι προς την αυτοσυντήρηση». Επιτυχημένος ηγεμόνας, κατά τον Μακιαβέλι, είναι ο προικισμένος με αρετή (virtu, με τη σημασία της δύναμης και της ικανότητας προσαρμογής) και αυτός που ξέρει να αδράχνει τις ευκαιρίες που του προσφέρει η τύχη. Ο επιτυχημένος ηγεμόνας καθοδηγείται όχι από το θρησκευτικό δόγμα ή από τα ηθικά παραγγέλματα, αλλά από την αυστηρά ωφελιμιστική επιλογή των μέσων που είναι κατάλληλα για τους σκοπούς του. Μπορεί να χειραγωγεί τους νόμους που διέπουν την πολιτική συμπεριφορά και να διαμορφώνει την πορεία των γεγονότων, σύμφωνα με τα σχέδιά του.

Πρότυπο ο Καίσαρ Βοργίας

Πρότυπο του Μακιαβέλι για τον Ηγεμόνα του υπήρξε ο Καίσαρ Βοργίας, ο μισητός σε όλη την Ιταλία διοικητής των παπικών στρατευμάτων, ο θεωρούμενος τέρας λαγνείας και σκληρότητας. Ο Μακιαβέλι τον είχε γνωρίσει κατά τη διάρκεια διπλωματικών αποστολών (1502-1503), την εποχή που ο Καίσαρ Βοργίας προσπαθούσε, με τη βοήθεια του πάπα Αλεξάνδρου Στ´, του οποίου ήταν νόθος γιος, να δημιουργήσει δικό του πριγκιπάτο στην Κεντρική Ιταλία. Ο Μακιαβέλι βρισκόταν στη Σενιγκάλια, όταν ο Καίσαρ Βοργίας διέπραξε το στυγερότερο από τα εγκλήματα που του αποδίδονταν, δολοφονώντας τους αντιπάλους του, που τους είχε καλέσει εκεί με το πρόσχημα ότι ήθελε να συμφιλιωθεί μαζί τους.

ΟΗγεμόναςαπέκτησε θερμούς θαυμαστές, μεταξύ των οποίων πολλές ιστορικές προσωπικότητες όλων των εποχών, όπως ο Ερρίκος H´ ή ο Ζαν-Ζακ Ρουσό αλλά και ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι. Επέσυρε όμως και σφοδρές επικρίσεις για κυνισμό, καιροσκοπισμό και πανουργία, και οι κατακριτέες απόψεις αυτού του βιβλίου συμπυκνώνονται στον τόσο αρνητικό όρομακιαβελισμός, τον οποίο έπλασαν οι Γάλλοι και με τον οποίο κανένας πολιτικός δεν θα ήθελε να τον συσχετίζουν. Ο Ηγεμόναςπεριλήφθηκε στον Κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.

Το 1520, έχοντας εξασφαλίσει την προστασία του καρδιναλίου Ιουλίου των Μεδίκων (κατοπινού πάπα Κλήμεντος Z´), ο Μακιαβέλι άρχισε πάλι να υπηρετεί σε δημόσιες θέσεις. Οι θέσεις αυτές δεν ήταν σπουδαίες, αλλά ήταν αρκετές για να τον κάνουν ανεπιθύμητο, ως συνεργάτη των Μεδίκων αυτή τη φορά, στους δημοκράτες που τους ανέτρεψαν τον Μάιο του 1527. Απογοητευμένος όσο ποτέ, ο Μακιαβέλι ύστερα από έναν μήνα πέθανε στη Φλωρεντία από πάθηση του στομάχου.

www.capital.gr - Βήμα
via

Ο Πλάτωνας

$
0
0


Κανείς δεν μπορεί να σκεφτεί τη λέξη ‘φιλοσοφία’ χωρίς να έρθει στο νου του η αρχαία Ελλάδα. Γιατί η φιλοσοφία είναι ελληνικό δημιούργημα. Πάνω στην ελληνική φιλοσοφία και τις επιστήμες που γεννήθηκαν απ’ αυτήν στηρίχτηκε αργότερα όλος ο δυτικός πολιτισμός. Πράγματι, όλος ο πολιτισμός μας και οι αξίες μας βασίστηκαν στην ελληνική διανόηση και ειδικότερα τη φιλοσοφία. Και ο φιλόσοφος που διαβάστηκε όσο κανένας άλλος σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας είναι ο Πλάτωνας.

Όταν λέω τη λέξη ‘φιλόσοφος’, η μορφή που έρχεται στο μυαλό μου δεν είναι αυτή του Σωκράτη, ούτε του Αριστοτέλη ή του Καρτέσιου και του Καντ, αλλά του Πλάτωνα. Αυτός καθιέρωσε και τη λέξη ‘φιλοσοφία’. O Πλάτωνας δεν θεωρεί τον εαυτό του σοφό. Γιατί, όπως ο ίδιος μας λέει, ο σοφός δεν μαθαίνει, γιατί τα ξέρει όλα. Ομοίως δεν μαθαίνει ο αδαής (αμαθής), γιατί δεν θέλει ή δεν μπορεί να μάθει. Αυτός λοιπόν που πραγματικά αγωνίζεται να φτάσει στην αληθινή γνώση, αυτός που πραγματικά αγαπά τη σοφία και παλεύει με κάθε τρόπο να την αποκτήσει, αυτός είναι ο φιλόσοφος (Βλ. Χαρμίδης -Λύσις).

 Πλάτων

Μεγάλος φιλόσοφος είναι αυτός που παθιασμένα αναζητεί τη γνώση και την αλήθεια, με πλήρη ελευθερία. Δεν είναι αυτός που προσπαθεί να δικαιολογήσει τις γνώμες των πολλών ή της εξουσίας. Είναι αυτός που με πλήρη συναίσθηση των ικανοτήτων του βαδίζει εκεί που τον οδηγεί η σκέψη και η λογική του. Ένας τέτοιος φιλόσοφος ήταν ο Πλάτωνας.

Αν ο μεγάλος φιλόσοφος είναι αυτός που ανοίγει νέους δρόμους, τότε ο Πλάτωνας είναι ο μεγαλύτερος φιλόσοφος όλων των εποχών – όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για όλο τον κόσμο. Είναι αυτός που για πρώτη φορά έβαλε τα θεμέλια και οργάνωσε όλους τους τομείς της ανθρώπινης σκέψης και φιλοσοφίας. Άνοιξε δρόμους στην αναζήτηση της γνώσης, την ηθική, την αισθητική, την πολιτική φιλοσοφία, και συντέλεσε να τεθούν τα θεμέλια των μαθηματικών και των άλλων επιστημών και να οργανωθούν οι διάφορες επιστήμες σε πλήρες σύστημα παιδείας. Συγχρόνως αναζήτησε και βρήκε νέες μεθόδους και τεχνικές για το πώς πρέπει να ερευνάμε στη φιλοσοφία και τις επιστήμες. Πάνω στο έργο του στηρίχτηκε τόσο ο μεγάλος μαθητής του, ο Αριστοτέλης, όσο και όλοι οι μεταγενέστεροι φιλόσοφοι αλλά και επιστήμονες. Όπως είπε ο μεγάλος σύγχρονος φιλόσοφος και μαθηματικός Ουάιτχεντ, όλη η σύγχρονη φιλοσοφία δεν είναι τίποτε άλλο παρά σχόλια στον Πλάτωνα.

Ποιός όμως ήταν ο Πλάτωνας; Τι γνωρίζουμε γι’ αυτόν; O Πλάτωνας ήταν Αθηναίος, γεννήθηκε μάλλον το 427 π.Χ. και ήταν αριστοκρατικής καταγωγής. Λέγεται ότι η γενιά του πατέρα του αναγόταν στον παλιό βασιλιά Κόδρο και της μητέρας του στον Σόλωνα. Σύμφωνα με μια παράδοση, όχι και πολύ αξιόπιστη, το πραγματικό του όνομα ήταν Αριστοκλής, αλλά πήρε το παρατσούκλι ‘Πλάτων’ από το πλατύ του μέτωπο ή τις φαρδιές του πλάτες, γιατί στα νιάτα του ήταν παλαιστής και είχε νικήσει στα Πύθεια. Το βέβαιο είναι ότι είχε δύο αδελφούς – που μας τους αναφέρει ο ίδιος στους διάλογους του – και μια αδελφή, ο γιος της οποίας –ο  Σπεύσιππος – διαδέχτηκε τον Πλάτωνα ως επικεφαλής της σχολής του, της Ακαδημίας.

Νεαρός πρέπει να πήρε πολύ καλή μόρφωση, γιατί οι γνώσεις του για τη μουσική, την ποίηση και τις τέχνες είναι εντυπωσιακές. O Αριστοτέλης μας λέει ότι στα νιάτα του διδάχτηκε φιλοσοφία από τον Κρατύλο, που ήταν οπαδός του Ηράκλειτου. Αλλά η μεγάλη στιγμή γι’ αυτόν -που σημάδεψε όλη του τη ζωή- ήταν η συνάντηση του με τον Σωκράτη.

Πρέπει να ήταν περίπου είκοσι χρόνων τότε. Μια παράδοση -που είναι όμως αρκετά μεταγενέστερη- λέει ότι ο Πλάτωνας, νεαρός, έγραφε τραγωδίες, αλλά όταν συνάντησε τον Σωκράτη, τόσο πολύ εντυπωσιάστηκε απ’ αυτόν, που τις έκαψε και αμέσως τον ακολούθησε. Είναι βέβαιο ότι κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του Σωκράτη, ο Πλάτωνας ανήκε στον στενό κύκλο του. O Σωκράτης τον επηρέασε όχι μόνο με τη φιλοσοφία του και τον τρόπο που συζητούσε, αλλά νομίζω κυρίως με την προσωπικότητα του, το ήθος του και το ιδανικό του για τον δίκαιο άνθρωπο (Σωκράτης – Φαίδων).

Τα νεανικά χρόνια του Πλάτωνα συνέπεσαν με την τελευταία περίοδο του πελοποννησιακού πολέμου. Την εποχή αυτή η οικογένεια του ανήκε μάλλον στο ολιγαρχικό κόμμα. Δύο στενοί συγγενείς του (θείοι του), ο Κριτίας και ο Χαρμίδης, ήταν ανάμεσα στους τριάντα τύραννους που κυβέρνησαν την Αθήνα με φοβερή αγριότητα μετά την ήττα από τη Σπάρτη. Από την άλλη όμως, ο πατριός του φαίνεται ότι ήταν σημαντικός οπαδός της δημοκρατίας. Αλλά και ο ίδιος ο Πλάτωνας ενδιαφερόταν πάρα πολύ για την πολιτική.

Έχει διασωθεί μια επιστολή του Πλάτωνα που μας αναφέρει πολλά πράγματα για τη ζωή του και τα πολιτικά του ενδιαφέροντα. Δεν είναι βέβαιο ότι η επιστολή αυτή είναι πράγματι αυθεντική, αλλά δεν έχουμε λόγο να αμφισβητήσουμε τα γεγονότα. H ιστορία που βγαίνει απ’ αυτή την επιστολή είναι συναρπαστική, και διάφορα μυθιστορήματα έχουν γραφεί με αυτό το θέμα. Σ’ αυτή την επιστολή ο Πλάτωνας (ή όποιος τέλος πάντων την έγραψε) λέει ότι νεαρός ήθελε ν’ ασχοληθεί με την πολιτική. Πολλοί τότε κατηγορούσαν το δημοκρατικό πολίτευμα. Όταν ανατράπηκε το πολίτευμα, στην εξουσία ήταν και συγγενείς του, που του πρότειναν να συμμετάσχει στα πολιτικά πράγματα. Σύντομα όμως διαπίστωσε ότι το νέο καθεστώς ήταν πολύ χειρότερο από το παλιό.

Ανάμεσα σ’ όλα τ’ άλλα, τον αγαπημένο φίλο και δάσκαλό του, τον Σωκράτη, προσπάθησαν να τον κάνουν συνεργό στις εγκληματικές τους πράξεις. Αυτός αρνήθηκε με κίνδυνο της ζωής του. Θα σας διαβάσω όμως πώς τα λέει ο ίδιος ο Πλάτωνας. «Καθώς λοιπόν έβλεπα όλα αυτά, και άλλα πολύ χειρότερα, αγανάχτησα και απομακρύνθηκα απ’ όλα αυτά. Δεν πέρασε όμως πολύς καιρός και έπεσε το πολίτευμα των τριάντα τυράννων. Και πάλι σκέφτηκα να ασχοληθώ με την πολιτική, αλλά δεν ήμουν τόσο θερμός. H εποχή ήταν ταραγμένη και έγιναν πάλι πολλά κακά, παρ’ όλο που το νέο δημοκρατικό πολίτευμα έδειξε μεγάλη επιείκεια. Ξανά όμως, κατά κακή τύχη, αυτόν τον φίλο μας τον Σωκράτη, μερικοί απ’ αυτούς που είχαν την εξουσία τον πήγαν στα δικαστήρια με την πιο απαράδεκτη κατηγορία, που δεν ταίριαζε καθόλου με τον Σωκράτη. Τον κατηγόρησαν για ασέβεια, και οι δικαστές τον καταδίκασαν και τον σκότωσαν.»

Ο θάνατος του Σωκράτη σόκαρε βαθιά τον Πλάτωνα και τον έκανε να απογοητευτεί τελείως από την πολιτική. Φαίνεται ότι αμέσως μετά έφυγε για ένα διάστημα στα Μέγαρα. Όταν ήταν περίπου σαράντα χρόνων ταξίδεψε στην κάτω Ιταλία, όπου γνωρίστηκε με τον πυθαγόρειο φιλόσοφο και πολιτικό Αρχύτα. Από κει πήγε στη Σικελία, στις Συρακούσες, καλεσμένος από τον τύραννο Διονύσιο. Εκεί έγινε φίλος με τον Δίωνα, τον γυναικάδελφο του Διονυσίου, που ήταν λάτρης της φιλοσοφίας. Σύντομα ήρθε σε σύγκρουση με τον τύραννο και έφυγε από τις Συρακούσες. To πλοίο όμως ξέπεσε στην Αίγινα -που ήταν εχθρός των Αθηναίων- και ο Πλάτωνας πουλήθηκε για δούλος. Ευτυχώς ένας φίλος του τον αναγνώρισε, τον αγόρασε και τον απελευθέρωσε. Γυρίζει τότε στην Αθήνα, αγοράζει ένα μεγάλο οικόπεδο κι εκεί ιδρύει τη σχολή του, την Ακαδημία. To πρώτο πανεπιστήμιο στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Τ ο 367 π.Χ. πεθαίνει ο Διονύσιος και την εξουσία στις Συρακούσες αναλαμβάνει ο γιος του, ο Διονύσιος ο νεότερος, που ήταν μόνο τριάντα χρόνων, φιλομαθής και δεν είχε πολιτική εμπειρία. O Δίωνας, που επηρέαζε πολύ τον νεαρό Διονύσιο, καλεί τον Πλάτωνα στη Σικελία, για να εφαρμόσουν εκεί τις πολιτικές τους ιδέες. O Διονύσιος τον υποδέχεται θερμά και γίνεται μαθητής του. Σύντομα όμως αρχίζει να φοβάται μήπως ο Δίωνας και ο Πλάτωνας τον ανταγωνιστούν στην εξουσία. Εξορίζει τον Δίωνα και αφού φυλακίζει για λίγο τον Πλάτωνα, τον διώχνει από τις Συρακούσες. Έξι χρόνια αργότερα ξαναπηγαίνει στις Συρακούσες, μετά από πρόσκληση του Διονυσίου, ο οποίος κατηγορεί τον Δίωνα για συνωμοσία εναντίον του. O Πλάτωνας υπερασπίζεται τον Δίωνα, χωρίς όμως να καταφέρει κάτι υπέρ του. O Διονύσιος δυσαρεστείται μαζί του, και ο Πλάτωνας καταφέρνει με πολλές δυσκολίες να φύγει και να γυρίσει στην Αθήνα. Συνέχισε να μένει στην Αθήνα και να διευθύνει τη σχολή του μέχρι τον θάνατο του, το 347 π.Χ. Ήταν τότε ογδόντα χρόνων.

Όταν ο Πλάτωνας ιδρύει την Ακαδημία, νέοι απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας έρχονται να μαθητεύσουν κοντά του. Φαίνεται ότι ήδη είχε αρχίσει ν’ αποκτά φήμη. Τότε αρχίζει να γράφει τα έργα του, στα οποία παρουσιάζει τη δική του φιλοσοφία. Τότε θα διατυπώσει και την περίφημη θεωρία του των ιδεών. Αν κάτι χαρακτηρίζει τον Πλάτωνα, είναι το πάθος του ν’ ανακαλύψει τη γνώση. Να πετύχει αυτό που δεν κατάφερε ο μεγάλος δάσκαλος του, ο Σωκράτης. H μέθοδος του Σωκράτη τον βοηθούσε να αποδείξει τι δεν είναι κάτι, όχι τι είναι. Έβρισκε το ψεύδος, όχι την αλήθεια. Όπως και ο Σωκράτης, έτσι και ο Πλάτωνας προσπαθεί να βρει την πλήρη, τη σίγουρη, την απόλυτη γνώση. Υπάρχει όμως τέτοια γνώση; Ή μήπως έχουν δίκιο οι σοφιστές, που λένε πως ό,τι και να πει κανείς, αυτό είναι και η αλήθεια; Μα τότε δεν θα μπορούσαμε ποτέ να πούμε τι είναι το σωστό και τι το λάθος, τι το καλό και τι το κακό, τι το δίκαιο και τι το άδικο. Δεν θα υπήρχαν ούτε αρχές, ούτε αξίες, ούτε νόμοι.

Υπάρχει άραγε βέβαιη γνώση; Av υπάρχει, δεν θα πρέπει να τη βρούμε σ’ αυτόν εδώ, τον αισθητό κόσμο. Γιατί σ’ αυτόν τον κόσμο όλα τα πράγματα είναι σε διαρκή αλλαγή και τίποτα δεν είναι σταθερό. Έπειτα οι αισθήσεις μας συχνά μας εξαπατούν. Αυτό που φαίνεται σ’ έναν ζεστό, σε άλλον φαίνεται κρύο. Τα χρώματα, ανάλογα με τον φωτισμό, μας φαίνονται διαφορετικά. Και τα πράγματα που βλέπουμε μας φαίνονται άλλοτε μικρά και άλλοτε μεγάλα, ανάλογα με το πόσο κοντά ή μακριά είναι. Av λοιπόν υπάρχει μια τέτοια σίγουρη γνώση, πού θα βρούμε ένα παράδειγμα της; H απάντηση του Πλάτωνα είναι: στα μαθηματικά. Κανείς δεν μπορεί ν’ αμφισβητήσει το πυθαγόρειο θεώρημα ή ότι δύο και δύο κάνουν τέσσερα. Αυτές είναι απόλυτες και αιώνιες αλήθειες, που δεν εξαρτώνται από τα γούστα ή τις αισθήσεις των ανθρώπων. Αυτές οι αλήθειες αποδεικνύονται με καθαρό, λογικό τρόπο. Αν σε κάποιον αποδείξουμε το πυθαγόρειο θεώρημα και αυτός συνεχίζει να το αμφισβητεί, τότε αυτός πρέπει να είναι ή ψεύτης ή τρελός.

Γιατί όμως έχουμε τέτοια απόλυτη γνώση στα μαθηματικά; H απάντηση του Πλάτωνα είναι: γιατί τα μαθηματικά αντικείμενα δεν είναι πράγματα του φυσικού κόσμου. Το πυθαγόρειο θεώρημα δεν ισχύει ακριβώς για τρίγωνα που σχεδιάζουμε στο χώμα ή στο χαρτί. Σ’ αυτά τα αισθητά σχήματα οι γραμμές έχουν πάχος και ποτέ δεν είναι απόλυτα ευθείες. H πραγματική όμως ευθεία γραμμή δεν έχει πάχος και είναι απόλυτα ίσια. Το ίδιο και ο κύκλος των μαθηματικών – είναι απόλυτα στρογγυλός. Γι’ αυτά τα σχήματα ισχύουν απόλυτα τα μαθηματικά θεωρήματα. Τέτοια όμως απόλυτα σχήματα δεν υπάρχουν στον φυσικό κόσμο, να τα δούμε με τα μάτια μας. Πού υπάρχουν; Στον νου μας ή στην ψυχή μας. Αν όμως η γνώση μας προέρχεται από τις αισθήσεις μας, δεν είναι δυνατό να υπάρχουν τέτοια απόλυτα πράγματα στην ψυχή μας. O Πλάτωνας θεωρεί ότι ο τέλειος, ο ιδεώδης κύκλος είναι κάτι το πραγματικό. Είναι μάλιστα πιο πραγματικός από τα αισθητά πράγματα. Θα μας ρωτούσε ο Πλάτωνας:

Όταν ένας ζωγράφος ζωγραφίσει ένα άλογο, ποιο είναι πιο πραγματικό, το ζωγραφισμένο ή το πρωτότυπο; Σίγουρα πιο πραγματικό είναι το πρωτότυπο, το μοντέλο που ζωγράφισε ο ζωγράφος. Και άλλος ζωγράφος μπορεί να ζωγραφίσει το ίδιο άλογο καλύτερα και άλλος χειρότερα. Όταν τώρα ζωγραφίζουμε κύκλους, άλλους κύκλους τους ζωγραφίζουμε καλύτερα και άλλους χειρότερα. Όσο πιο καλά ζωγραφισμένος είναι ένας κύκλος τόσο πιο πολύ μοιάζει στον απόλυτο, ιδεώδη κύκλο – την ιδέα του κύκλου. H ιδέα του κύκλου είναι το πρωτότυπο, και το πρωτότυπο είναι πιο πραγματικό από την απομίμηση. Άρα αυτά τα απόλυτα πράγματα -οι ιδέες- είναι τα απόλυτα πραγματικά αντικείμενα και υπάρχουν σ’ έναν άλλο κόσμο, όχι τον αισθητό. Σ’ έναν κόσμο που γίνεται γνωστός μόνο με τον νου και όχι με τις αισθήσεις. Υπάρχουν λοιπόν δύο κόσμοι. O αισθητός κόσμος, που όλα σ’ αυτόν βρίσκονται σε διαρκή μεταβολή, όπως έλεγε ο Ηράκλειτος, και ο νοητός κόσμος, ο κόσμος των ιδεών, που είναι αιώνιες και αναλλοίωτες. Τα αισθητά αντικείμενα αυτού του κόσμου είναι απομιμήσεις του κόσμου των ιδεών. Μια δίκαιη πράξη είναι απομίμηση της ιδέας της δικαιοσύνης. Και ένα όμορφο αντικείμενο μιμείται την ιδέα της ομορφιάς. Αν λοιπόν με την καθαρή δύναμη του πνεύματος μας μπορέσουμε να βρούμε τι είναι η ιδέα της δικαιοσύνης, τότε θα καταφέρουμε να φτιάξουμε πραγματικά δίκαιους νόμους και πόλεις.

Είδαμε λοιπόν ότι για τον Πλάτωνα φτάνουμε στην πραγματική γνώση μόνο με τη δύναμη του νου μας. Οι αισθήσεις παίζουν μόνο βοηθητικό ρόλο. H φύση της γνώσης μας είναι λογική. Δεν έρχεται απ’ έξω, από τις εμπειρίες μας και τον εξωτερικό κόσμο, αλλά από μέσα μας. Γι’ αυτό και ο Πλάτωνας λέει ότι φτάνουμε στη γνώση με κάποιο είδος ανάμνησης. Είναι σαν η ψυχή μας να έχει ήδη γνωρίσει κάποτε αυτές τις απόλυτες αλήθειες και με σκληρή λογική διεργασία να μπορεί να τις ξαναθυμηθεί. Όπως ακριβώς όταν λύνουμε μαθηματικά προβλήματα. Γι’ αυτό και ο Πλάτωνας είχε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αγάπη για τα μαθηματικά. Τα μαθηματικά τού έδιναν το μοντέλο της γνώσης που αναζητούσε. Επέμενε ότι αυτός που ήθελε ν’ ασχοληθεί με τη φιλοσοφία έπρεπε πρώτα και για αρκετά χρόνια να σπουδάσει μαθηματικά.

Σύμφωνα με μια, πολύ μεταγενέστερη όμως, μαρτυρία, είχε γράψει στην είσοδο της σχολής του

«μηδείς αγεωμέτρητος εισήτω μου την στέγην»

δηλαδή «κανείς που δεν γνωρίζει γεωμετρία να μην μπει στον χώρο της σχολής μου». Στην Ακαδημία του είχαν μαζευτεί οι σημαντικότεροι μαθηματικοί της εποχής του απ’ όλο τον γνωστό τότε κόσμο. Εκεί έγινε η μεγαλύτερη επανάσταση και πρόοδος στα μαθηματικά όλων των εποχών. Εκεί οργανώθηκαν τα μαθηματικά σε πλήρες επιστημονικό σύστημα. Εκεί πραγματοποιήθηκε η πρώτη αξιωματική θεμελίωση τους. Αναπτύχθηκαν νέοι αυτόνομοι κλάδοι, όπως η στερεομετρία, η θεωρία των ασύμμετρων και οι κωνικές τομές. Ανακαλύφθηκαν νέες μέθοδοι και για πρώτη φορά η αστρονομία μετατράπηκε σε πλήρες μαθηματικό σύστημα.Έχουμε μαρτυρίες ότι ο Πλάτωνας επέβλεπε και καθοδηγούσε όλη αυτή την έρευνα.

Ίσως να νομίσουμε ότι ο Πλάτωνας ήταν μεν ένα φοβερά δυνατό μυαλό, αλλά συγχρόνως και ένας άνθρωπος απόμακρος, μονομανής, κλεισμένος στον εαυτό του, ένα είδος νοητικής μηχανής που διαλογίζεται μόνο με το πνεύμα του. Αν τον δούμε έτσι, κάνουμε τεράστιο λάθος. Πρώτα-πρώτα, από τη ζωή του και μόνο βλέπουμε ότι ήταν και άνθρωπος της πράξης. Πέρα από μεγάλος φιλόσοφος ήταν και εξαιρετικός δάσκαλος, που ανέπτυξε και νέες παιδαγωγικές μεθόδους. Οι μαθητές του τον αγαπούσαν και τον σέβονταν. H ίδρυση και η διαχείριση της σχολής του -της Ακαδημίας-, η οποία συνέχισε να λειτουργεί για περισσότερα από εννιακόσια χρόνια, δείχνει ότι είχε μεγάλο ταλέντο σε θέματα διοίκησης. Επιπλέον, τα έργα του, πέρα από το φιλοσοφικό βάθος τους, είναι υποδείγματα γραφής και ομορφιάς. Συναρπάζει τόσο με τη λογική του όσο και με το ταλέντο του. Οι διάλογοι του διανθίζονται συχνά με χιούμορ, με αποσπάσματα ποιητών, με μύθους, ή με ανάλαφρες μη φιλοσοφικές συζητήσεις που σπάνε τη φιλοσοφική ένταση. Διάλογοι του, όπως το Συμπόσιο και ο Φαιδρός, είναι αληθινά λογοτεχνικά αριστουργήματα. O Πλάτωνας είναι συγχρόνως φιλόσοφος και λογοτέχνης. Πιστεύω ότι κανένας μεταγενέστερος, είτε φιλόσοφος είτε όχι, δεν κατάφερε έως σήμερα να γράψει διάλογους με τέτοια ομορφιά και ταλέντο όπως ο Πλάτωνας.

Όπως καλά όλοι γνωρίζουμε, όλα τα έργα του Πλάτωνα είναι διάλογοι. Ίσως έγραψε έτσι για μας δείξει τον τρόπο που συνήθιζε να μιλά και να φιλοσοφεί ο μεγάλος δάσκαλος του, ο Σωκράτης. Εξάλλου ο Σωκράτης είναι ο πρωταγωνιστής στους περισσότερους διάλογους του Πλάτωνα. Έτσι τιμούσε τον δάσκαλο του. Στους διάλογους του κάθε του θέση υποστηρίζεται με σκληρή και επίμονη λογική επιχειρηματολογία. O Πλάτωνας δεν μιλά με αφορισμούς, ούτε είναι δογματικός. Το σημαντικότερο γι’ αυτόν είναι το επιχείρημα, με το οποίο θα αποδείξει ή θα καταρρίψει μια θέση ή άποψη. Δεν είναι προκατειλημμένος. Θα υιοθετήσει κάθε φορά τη θέση που στηρίζεται στο πιο δυνατό επιχείρημα (Φαίδων, Κρίτων). Όπως θα δούμε, πολλές φορές υιοθετεί θέσεις που θα φαίνονταν πολύ περίεργες στους σύγχρονους του, αλλά που σ’ αυτές τον οδηγεί η λογική του.

Συγχρόνως όμως πολύ συχνά χρησιμοποιεί στα έργα του μύθους. Συνήθως παίρνει αφορμή από κάποιους υπάρχοντες μύθους και τους αναπλάθει με τέτοιο τρόπο, ώστε να δώσει αυτό που θέλει ο ίδιος. Οι μύθοι στο έργο του Πλάτωνα παίζουν πολλούς ρόλους. Χαλαρώνουν την ένταση από τα λογικά επιχειρήματα και συνεισφέρουν στη δραματική δομή του διάλογου. Πολλές φορές χρησιμοποιούνται για να τεθεί μια θεωρία, την οποία μετά θα ελέγξει. Άλλες φορές ο μύθος συμπληρώνει και επεκτείνει ένα συμπέρασμα, στο οποίο φτάσαμε με επιχειρήματα. Τέλος, ο μύθος χρησιμοποιείται για να διατυπώσει θέσεις ή εικασίες για πράγματα στα οποία ο λόγος, το επιχείρημα, δεν μπορεί να φτάσει.
Διαβάζοντας τους διάλογους του Πλάτωνα, παρατηρούμε έντονα το πάθος του να φτάσει στη γνώση, την αγάπη που δείχνει για την αφηρημένη σκέψη – για τη φιλοσοφία. Τι είναι αυτό που κάνει έναν άνθρωπο, έναν φιλόσοφο όπως ο Πλάτωνας, να έχει τέτοιο πάθος, τέτοια απόλυτη αφοσίωση στο έργο του; Είναι βέβαια η συνειδητοποίηση ότι αυτό που κάνει είναι το πιο σημαντικό πράγμα που υπάρχει, το πιο ωφέλιμο και το πιο καλό. Γιατί δεν ενδιαφέρεται απλά και μόνο για συγκεκριμένες αποσπασματικές γνώσεις σε διάφορους τομείς. H γνώση του Πλάτωνα δεν είναι η γνώση του ειδικού σε κάτι. Δεν τον ενδιαφέρει τόσο η γνώση του καλού αρχιτέκτονα ή του ικανού γιατρού, οικοδόμου ή χρηματιστή. Όλα αυτά είναι τα μέσα για κάτι, όχι σκοποί. O καλός γιατρός είναι ο πιο ικανός να γιατρέψει τον ασθενή, αλλά και ο πιο ικανός να σκοτώσει κάποιον με δηλητήριο χωρίς ν’ αφήσει ίχνη. Το ίδιο ισχύει και για όλα τα επαγγέλματα. H γνώση που αναζητά ο Πλάτωνας είναι άλλη. Είναι η γνώση που κάνει όλες τις παραπάνω γνώσεις να είναι χρήσιμες και ωφέλιμες. Είναι δηλαδή η γνώση του καλού και του κακού. H γνώση αυτή ολοκληρώνει τον άνθρωπο. Τον ανεβάζει πάνω από τις ιδιοτέλειες του και τα ένστικτα του.

H γνώση αυτή δεν έρχεται με θεία αποκάλυψη, ή με κάποιες εντολές απ’ έξω. Για να φτάσουμε σ’ αυτή τη γνώση χρειαζόμαστε σκληρή συστηματική νοητική εργασία. Μια τέτοια γνώση είναι συγχρόνως και αυτογνωσία. Εξάλλου, αν κάτι διαχωρίζει τον άνθρωπο από τα ζώα, είναι η νόηση. Γιατί ένστικτα και επιθυμίες έχουν και τα ζώα. O άνθρωπος λοιπόν του Πλάτωνα είναι ολοκληρωμένος, όχι μονοδιάστατος και διασπασμένος, όπως ο άνθρωπος της δικής μας σύγχρονης εποχής. Γι’ αυτό και η φιλοσοφία για τον Πλάτωνα είναι έρωτας. O έρωτας ενώνει, δεν διασπά. O έρωτας μας οδηγεί στο ωραίο. Ποιο όμορφο όμως από τα ωραία πράγματα, από τα ωραία σώματα, είναι οι ωραίες ανθρώπινες ψυχές. Είναι ο ανθρώπινος νους όταν μπορεί και ατενίζει στην ουσία τους και συνολικά τα πράγματα. Αυτός ο έρωτας για τη σοφία -η φιλοσοφία- είναι για τον Πλάτωνα ό,τι πιο σημαντικό υπάρχει στον κόσμο και που μπορεί να οδηγήσει στην τέλεια ευτυχία.

Για τον Πλάτωνα η παιδεία έχει σκοπό να ολοκληρώσει τον άνθρωπο, να αναπτύξει τις πνευματικές του ικανότητες, να τον ανεβάσει σε υψηλότερα επίπεδα, να τον κάνει να κατανοήσει τη φύση του και τη σχέση του με τους άλλους, να δώσει νόημα στη ζωή του.Ίσως πολλοί άνθρωποι σήμερα να απορούν. Πώς είναι δυνατόν η σύγχρονη κοινωνία μας να μη γίνεται καλύτερη, παρότι όλοι οι άνθρωποι μαθαίνουν γράμματα και σπουδάζουν; Γιατί υπάρχει ακόμα τόση αδικία, εκμετάλλευση, αναξιοκρατία, υποκρισία, ανευθυνότητα και βλακεία; O Πλάτωνας θα μας απαντούσε αμέσως. Γιατί σήμερα στα σχολεία και στα πανεπιστήμια μας δεν δίνουμε παιδεία. Δίνουμε μόνο τεχνικές γνώσεις για επαγγελματικούς σκοπούς. Δεν φτιάχνουμε ανθρώπους. Δεν βοηθάμε τους νέους να αναπτύξουν τις πνευματικές τους ικανότητες. Δεν προβληματιζόμαστε για το τι είναι καλό και τι κακό, τι δίκαιο και τι άδικο. Νοιαζόμαστε για την ειδίκευση και όχι για τη σοφία, για το χρήμα και όχι για την ευτυχία. Πιστεύω βαθιά ότι αν δεν θέλουμε να καταστρέψουμε την κοινωνία μας, αν δεν θέλουμε να συμπεριφερόμαστε σαν νευρωτικοί, φοβισμένοι άνθρωποι, που ο καθένας μας είναι εχθρός όλων των άλλων, αν δεν θέλουμε να καταστρέψουμε οριστικά τον πλανήτη στον οποίο ζούμε, θα πρέπει να ξαναγυρίσουμε στον Πλάτωνα και στους άλλους αρχαίους φιλοσόφους μας. Και να ξαναβάλουμε μαζί τους τα ίδια πάλι παλιά -αλλά και πάντα σύγχρονα- ερωτήματα. Τι είναι ο άνθρωπος; Τι είναι η ευτυχία; Ποια είναι τα μέσα και ποιοι οι σκοποί για μια δίκαιη κοινωνία;

Η πλατωνική φιλοσοφία δεν στοχεύει όμως στην ανθρώπινη γνώση και ολοκλήρωση βλέποντας τον άνθρωπο ατομικά. Είναι κυρίως πολιτική φιλοσοφία. Βλέπει τον άνθρωπο ως αναπόσπαστο μέρος της κοινωνίας – της πόλης. O Πλάτωνας ποτέ δεν έπαψε να ενδιαφέρεται για την πολιτική, τόσο θεωρητικά όσο και πρακτικά. Στο δεύτερο ταξίδι του στη Σικελία προσπάθησε να εφαρμόσει στην πράξη τις ιδέες του μέσω  του νεαρού τύραννου Διονυσίου και του φίλου και μαθητή του Δίωνα. Απέτυχε οικτρά. O ίδιος μάλλον δεν έκανε άλλες παρόμοιες προσπάθειες. H Ακαδημία του όμως ήταν κέντρο πολιτικού προβληματισμού και υπάρχουν ενδείξεις ότι μαθητές του προσπάθησαν να εφαρμόσουν σε διάφορα μέρη τις ιδέες του. Τα δύο μεγάλα έργα του Πλάτωνα, η Πολιτεία και οι Νόμοι είναι κατεξοχήν πολιτικά συγγράμματα. Ειδικά η Πολιτεία είναι ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία στην ιστορία της ανθρωπότητας, που επηρέασε όσο τίποτε άλλο την πολιτική φιλοσοφία και σκέψη από την εποχή του έως σήμερα.

Η πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνα έχει σχέση με την ψυχολογία του. H ανθρώπινη ψυχή. μας λέει ο Πλάτωνας, έχει τρία μέρη. Το επιθυμητικό, που σχετίζεται με τις σωματικές επιθυμίες, το θυμοειδές. που σχετίζεται με την ανδρεία, τη δόξα και τις τιμές, και τέλος το λογιστικό, που σχετίζεται με τον νου και τις λειτουργίες του. Οι άνθρωποι που κυριαρχούνται από το επιθυμητικό έχουν έφεση στα υλικά αγαθά και αναζητούν το χρήμα και τον πλούτο. Οι άνθρωποι που κυριαρχούνται από το δεύτερο μέρος – το θυμοειδές – έχουν έφεση στον πόλεμο, τις ανδραγαθίες. τον αθλητισμό, και αναζητούν τη δόξα και τις τιμές. Οι άνθρωποι που κυριαρχούνται από το λογιστικό έχουν έφεση στη γνώση, την επιστήμη, τη φιλοσοφία. Για τον Πλάτωνα, μια δίκαιη και σωστή πολιτεία είναι αυτή όπου ο κάθε άνθρωπος κάνει αυτό για το οποίο έχει ικανότητες. Πιστεύει ότι αν κάποιος κάνει αυτό για το οποίο έχει ικανότητες και ταλέντο, τότε αυτός ο άνθρωπος θα είναι και ευτυχισμένος. Την ευτυχία δεν τη φέρνει ο πλούτος, ούτε η φτώχεια. Τόσο ο υπερβολικός πλούτος όσο και η πολλή φτώχεια διαφθείρουν και καταστρέφουν τον άνθρωπο. H πολλή φτώχεια οδηγεί τον άνθρωπο στο μίσος και την εγκληματικότητα, ενώ ο πολύς πλούτος στην υπεροψία, τη σκληρότητα, τον εγωισμό και τη μαλθακότητα. Και ο πολύ φτωχός και ο πολύ πλούσιος δεν μπορεί να είναι άνθρωποι με αρετές και αξίες. Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι ευτυχείς. Δεν μπορούν ν’ απολαύσουν τις
απλές καθημερινές στιγμές της ζωής, δεν έχουν φίλους και κανείς δεν τους εμπιστεύεται.

Ο Πλάτωνας πιστεύει ότι τα τρία αυτά χαρακτηριστικά της ψυχής πρέπει να αντανακλώνται μέσα στη δίκαιη κοινωνία. Έτσι, η ιδανική πολιτεία του έχει τρεις ξεχωριστές τάξεις. Την τάξη των παραγωγών -αυτών που ασχολούνται με την οικονομία-, την τάξη των στρατιωτικών και τέλος την τάξη των κυβερνητών. Ποιοι όμως είναι αυτοί που θα κυβερνήσουν την πόλη; Ποιοι πρέπει να γίνουν κυβερνήτες και πολιτικοί; H απάντηση του Πλάτωνα είναι απλή, αλλά και σοκαριστική. Όπως μας λέει στο πέμπτο βιβλίο της Πολιτείας του,

«μόνο αν από κάποια ευτυχή σύμπτωση μπορέσουν οι αληθινοί φιλόσοφοι να κυβερνήσουν, μόνο τότε σε μια πόλη θα μπορέσει να σταματήσει η αδικία και η δυστυχία».

H πρόταση του Πλάτωνα φαντάζει σ’ εμάς πολύ περίεργη και το ίδιο θεωρήθηκε και στην εποχή του. Για μας, ο άνθρωπος ο αφιερωμένος στη γνώση, ο φιλόσοφος ή ο επιστήμονας, είναι κάποιος που ζει στον δικό του κόσμο, ανίκανος για πρακτικά πράγματα. Αντίθετα ο καλός πολιτικός πρέπει να έχει αρχηγικό προφίλ, να είναι λαοπλάνος, αδίστακτος, καταφερτζής, πονηρός και ισορροπιστής. Για τον Πλάτωνα, αυτά τα χαρακτηριστικά του πολιτικού είναι ό,τι πρέπει για ένα κράτος άδικο, άρρωστο, κακό και ελεεινό. O σωστός πολιτικός, λέει ο Πλάτωνας, πρέπει να έχει γνώσεις, να είναι ενάρετος, να μην έχει φιλοδοξίες, να μην παρασύρεται από τα πλούτη. Αυτός όμως ο άνθρωπος είναι ο αληθινός φιλόσοφος. O φιλόσοφος έχει τις γνώσεις, είναι δίκαιος, δεν έχει ιδιοτέλεια, δεν αναζητά τα πλούτη και τη δόξα, δεν θέλει να κυβερνήσει. Αν ο φιλόσοφος αναγκαστεί να πολιτευτεί, θα το κάνει μόνο από αίσθηση καθήκοντος και για το γενικό καλό. Ξέρετε τι συμβουλή μας δίνει ο Πλάτωνας; Αν κάποιος θέλει πολύ να γίνει πολιτικός, προβάλλει τον εαυτό του, έχει φιλοδοξίες, κάνει ντόρο γύρω από το όνομα του, αυτόν ποτέ να μην τον κάνουμε πολιτικό, ποτέ να μην τον ψηφίσουμε, ποτέ να μην τον αφήσουμε να κυβερνήσει. Ας ακούσουμε όμως λίγα από τα λόγια του (Πολιτεία, 52Od):

«Στις πόλεις μας οι άρχοντες σκιαμαχούν και ανταγωνίζονται με πάθος ο ένας με τον άλλον ποιος θα πάρει την εξουσία. Δες όμως ποια είναι η αλήθεια. Σε όποια πόλη, αυτοί που μέλλουν να γίνουν άρχοντες δείχνουν ελάχιστη αγάπη για την εξουσία, αυτή η πόλη θα ζήσει ευτυχισμένη και χωρίς διαμάχες και προστριβές».

Οι πολιτικές θέσεις του Πλάτωνα δεν έχουν πάψει να συζητούνται και να προκαλούν αντιπαραθέσεις και διχογνωμίες από την αρχαιότητα έως σήμερα. Πολλοί τον έχουν κατηγορήσει ως εχθρό της δημοκρατίας, οπαδό του απολυταρχισμού, ή και υπέρμαχο της καταπίεσης των πολλών. Οι πολιτικές όμως θέσεις του Πλάτωνα δεν μπαίνουν εύκολα σε καλούπι με τα σημερινά δεδομένα. Σίγουρα δεν συμπαθεί τη δημοκρατία. Δεν πιστεύει ότι ο πολύς κόσμος έχει τις ικανότητες και τις γνώσεις ν’ ασχοληθεί με την πολιτική. Μην ξεχνάμε όμως ότι η δημοκρατία των αρχαίων, η δημοκρατία στην οποία αναφέρεται ο Πλάτωνας, είναι διαφορετική από τη δική μας. Εκεί όλοι οι πολίτες γίνονται βουλευτές, δικαστές, πολιτικοί, ανεξάρτητα από γνώσεις, ταλέντο ή εμπειρία. Τη σημερινή δική μας δημοκρατία οι αρχαίοι θα την ονόμαζαν ολιγαρχία. Κάποιοι λίγοι είναι που κυβερνάνε. O λαός το μόνο που κάνει είναι να ψηφίζει μία μέρα κάθε τέσσερα χρόνια. Αλλά και του Πλάτωνα το καθεστώς είναι ολιγαρχικό. Κάποιοι λίγοι κυβερνάνε κι εκεί. Δεν είναι απολυταρχικό καθεστώς, με την έννοια της δικτατορίας ή της τυραννίας- το αντίθετο. Για τον Πλάτωνα, το χειρότερο πολιτικό καθεστώς είναι αυτό της τυραννίας. H διαφορά ανάμεσα στις δύο ολιγαρχίες είναι ότι στη δική μας ο λαός εκλέγει τους πολιτικούς του ενώ σ’ αυτήν του Πλάτωνα επιλέγονται οι άνθρωποι με τις μεγαλύτερες ικανότητες. O Πλάτωνας είναι καχύποπτος με τη διαδικασία της ψήφου. Πιστεύει ότι ο λαός δεν θα εκλέξει τους καλύτερους, αλλά τους κόλακες, τους λαοπλάνους και τους ρουσφετολόγους.
Έχει ακόμα ειπωθεί ότι στο ιδεώδες κράτος του Πλάτωνα οι πολλοί, ο λαός, καταπιέζονται από τους λίγους που κυβερνούν. Αυτό είναι απόλυτο λάθος. Οι μόνοι που καταπιέζονται είναι αυτοί που παρανομούν και αυτοί που επιδιώκουν ν’ αποκτήσουν αξιώματα ενώ δεν τα αξίζουν. O Πλάτωνας θέλει να φτιάξει μια δίκαιη και ευτυχισμένη κοινωνία. H λογική του είναι η εξής: οι περισσότεροι άνθρωποι κυριαρχούνται από το επιθυμητικό μέρος της ψυχής και έχουν έφεση στις σωματικές απολαύσεις, τα υλικά αγαθά και το χρήμα. Αυτοί λοιπόν οι άνθρωποι θα κάνουν αυτό που θέλουν: θα εργάζονται, θα βγάζουν χρήμα και θα το απολαμβάνουν. Και από τα πολλά επαγγέλματα καθένας θα κάνει αυτό για το οποίο είναι πιο ικανός. Συγχρόνως δεν θα επιτρέπεται σε κανέναν είτε να γίνει υπερβολικά πλούσιος ούτε πολύ φτωχός. Οι άνθρωποι αυτοί δεν πρέπει να κυβερνήσουν, γιατί αν το κάνουν θα δημιουργήσουν μια πλουτοκρατία που θα εκμεταλλεύεται οικονομικά και πολιτικά όλους τους άλλους. Σε μια άλλη κατηγορία ανθρώπων κυριαρχεί το θυμοειδές μέρος της ψυχής. Είναι ικανοί για τον πόλεμο και επιδιώκουν τις τιμές. Αυτοί θα αποτελέσουν τη δεύτερη τάξη, αυτή των στρατιωτικών. Και αυτοί θα είναι ευτυχισμένοι, γιατί θα κάνουν αυτό που τους αρέσει και για το οποίο έχουν ικανότητες. Θα παίρνουν παράσημα και θα κάθονται στις πρώτες θέσεις στο θέατρο. Ούτε αυτοί πρέπει να κυβερνήσουν, γιατί αν το κάνουν θα φτιάξουν ένα στρατοκρατικό καθεστώς.Έτσι οι μόνοι που είναι ικανοί να κυβερνήσουν είναι αυτοί στους οποίους κυριαρχεί το νοητικό μέρος της ψυχής: οι φιλόσοφοι. Και είναι αυτοί που δεν θέλουν τέτοια αξιώματα, αλλά πρέπει να το κάνουν, για κάποια χρόνια της ζωής τους, ώστε να εξασφαλίζεται το δίκαιο και ευτυχισμένο κράτος. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το πολιτικό καθεστώς του Πλάτωνα είναι αυτό μιας καθολικής αξιοκρατίας.

Πολλοί θα πουν: καλά μας τα λέει ο Πλάτωνας, αλλά με ποιο τρόπο θα διαλέξουμε σε καθετί τους κατάλληλους, τους πιο άξιους; H απάντηση του Πλάτωνα είναι πάλι απλή: με την παιδεία. Όλα τα παιδιά θα πηγαίνουν υποχρεωτικά σχολείο. Με το τέλος της βασικής εκπαίδευσης, κρίνονται, ανάλογα με τις ικανότητες τους, σε ποια από τις τρεις τάξεις της πόλης θα ενταχθούν. Όσοι ενταχθούν στην οικονομική τάξη θα ακολουθήσουν ένα επάγγελμα, πάλι ανάλογα με τις ικανότητες και το ταλέντο τους. Οι άλλοι θα συνεχίσουν την εκπαίδευση σε ανώτερες βαθμίδες. H παιδεία που παίρνουν έχει σκοπό να τους κάνει να ανακαλύψουν τις ικανότητες τους, τα ταλέντα τους και να αποκτήσουν αυτογνωσία. Τότε όλοι θα καταλάβουν ότι σωστά επιλέγονται για να κάνουν αυτή τη δουλειά και όχι άλλη, γιατί αυτή ταιριάζει με τις ικανότητες τους. Αυτοί τελικά που θα επιλεγούν για την ανώτερη τάξη των κυβερνητών-φιλοσόφων θα σπουδάσουν άλλα δεκαπέντε χρόνια μαθηματικά, επιστήμες και φιλοσοφία, για να γίνουν ικανοί να αναλάβουν τα καθήκοντα τους. H παιδεία που θα πάρουν θα είναι βαθιά και σφαιρική. Αποσκοπεί στην αληθινή συνολική κατανόηση των πραγμάτων, του τι είναι ο άνθρωπος, η κοινωνία, το δίκαιο, η αρετή και η ευτυχία. Μια τέτοια πολιτεία κινδυνεύει να καταστραφεί καινά διαφθαρεί, αν διαφθαρούν οι κυβερνήτες της.

Και ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι, έχοντας την εξουσία, να συσσωρεύουν και πλούτο ή να θέλουν να κληρονομήσουν την εξουσία τους στα παιδιά τους. Για να το αποφύγει αυτό ο Πλάτωνας απαγορεύει οι κυβερνήτες να έχουν ιδιοκτησία και πλούτο. Ζουν και σιτίζονται όλοι μαζί με κρατική δαπάνη. Ακόμα, όλα τα νεογέννητα παιδιά των άνω τάξεων μεγαλώνουν από κοινού σε δημόσια ιδρύματα, έτσι ώστε κανείς από τους άρχοντες να μην ξέρει ποια είναι τα παιδιά του, ώστε να επιδιώξει να τον κληρονομήσουν.

Γνωρίζουμε ότι η κοινωνία των αρχαίων ήταν καθαρά ανδροκρατική. Οι γυναίκες έμεναν στο σπίτι, δεν ασχολούνταν με τα κοινά και την πολιτική, και η παιδεία που έπαιρναν ήταν από ελάχιστη έως μηδενική. Σ’ αυτό το θέμα ο Πλάτωνας πρωτοτυπεί, είναι ριζοσπάστης. 2.3θο χρόνια πριν οι γυναίκες, στη σύγχρονη εποχή μας, αποκτήσουν πολιτικά δικαιώματα, ο Πλάτωνας λέει ότι δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες. Αυτό το θεμελιώνει με παρατηρήσεις τόσο σε διάφορες ανθρώπινες κοινωνίες όσο και σε ζώα.Όχι μόνο τα αγόρια, αλλά και όλα τα κορίτσια θα πηγαίνουν σχολείο και θα εκπαιδεύονται, και όσες γυναίκες δείξουν τις κατάλληλες ικανότητες θα μπορούν να γίνουν φιλόσοφοι και άρχοντες της πόλης. H θέση του αυτή για τις γυναίκες φάνηκε στην εποχή του τελείως παλαβή και ανόητη, και προκάλεσε την αντίδραση και το γέλιο των συγχρόνων του, που τον γελοιοποίησαν σε κωμωδίες. O Πλάτωνας όμως είναι το είδος του πνευματικού ανθρώπου που δεν νοιάζεται για το τι πιστεύουν οι πολλοί, αλλά μόνο για την αλήθεια. Και μπροστά στην αλήθεια που τον οδηγεί η λογική του δεν διστάζει να υποστηρίξει και τις πιο περίεργες για τον πολύ κόσμο θέσεις. Στο ίδιο θεμελιώδες έργο του, την Πολιτεία, ο Πλάτωνας κηρύσσει τον φιλελληνισμό. Δεν πρέπει οι Έλληνες να πολεμούν μεταξύ τους, να σκοτώνονται, να υποδουλώνει ο ένας τον άλλον και να καταστρέφει η μία πόλη την άλλη. Όπως ο ίδιος λέει, «η πόλη που θεμελιώνουμε είναι ελληνική. Και πρέπει να είναι καλή, δίκαιη και ήπια. Και δεν πρέπει άραγε οι άνθρωποι να είναι φιλέλληνες; Δεν πρέπει να θεωρούν την Ελλάδα σαν σπίτι τους και τους εαυτούς τους σαν μέλη, μαζί με τους άλλους Έλληνες, της ίδιας πολιτιστικής κοινότητας;» Τις διαφορές τους λοιπόν οι Έλληνες δεν πρέπει να τις λύνουν με τον πόλεμο, αλλά με τον διάλογο και τη συνδιαλλαγή.

Ο Πλάτωνας δεν νοιάζεται μόνο για το πώς θα υπάρξει μια δίκαιη και ευτυχισμένη κοινωνία. Προσπαθεί να βρει πού βρίσκεται η ανθρώπινη ευτυχία. Υποστηρίζει ότι η ανθρώπινη ευτυχία δεν εξαρτάται από υλικά ή εξωτερικά αγαθά, και ότι ο δίκαιος και ενάρετος άνθρωπος είναι αναγκαστικά ένας ευτυχισμένος άνθρωπος. Τα υλικά αγαθά είναι μόνο μέσα για κάτι άλλο και ποτέ σκοποί. H ευτυχία στον άνθρωπο οφείλεται στην αυτογνωσία του και στην ψυχική του ισορροπία. Τότε επιλέγει να κάνει αυτά για τα οποία έχει τις κατάλληλες ικανότητες και φυσικά αυτό τον ικανοποιεί. H αυτογνωσία μάς κάνει να αποδεχόμαστε τον εαυτό μας χωρίς προσποιήσεις. H ισορροπία ανάμεσα στα τρία μέρη της ψυχής εξασφαλίζει στον άνθρωπο την εσωτερική του αρμονία, με τον νου να καθοδηγεί τις επιθυμίες και τα συναισθήματα μας. O σοφός και ενάρετος άνθρωπος είναι λοιπόν ο πιο ευτυχισμένος. Είναι ο ολοκληρωμένος άνθρωπος. Οι εξωτερικές συνθήκες δεν τον αγγίζουν, γιατί η ευτυχία είναι μέσα του. O άνθρωπος αυτός δεν έχει φιλοδοξίες και απαιτήσεις, δεν απειλεί τους άλλους, όλοι τον αγαπούν, τον εκτιμούν και τον θέλουν φίλο τους.

Πολλοί θα πουν: μα τι μας λέει ο Πλάτωνας; Υπάρχει πιο ευτυχισμένος άνθρωπος από αυτόν που έχει μαζί πλούτο και εξουσία; Αυτός ό,τι επιθυμία μπορεί να φανταστεί το μυαλό του μπορεί να την εκπληρώνει. Όλοι τον ζηλεύουν. Όλοι υπακούουν στις διαταγές του. Την εποχή του Πλάτωνα αυτός ο άνθρωπος ήταν ο τύραννος. Συγκέντρωνε μαζί την απόλυτη εξουσία και τα πλούτη. Οι περισσότεροι τον μακαρίζανε και τον θεωρούσαν ευτυχή. Λάθος, λέει ο Πλάτωνας. O τύραννος είναι ο πιο δυστυχισμένος απ’ όλους τους ανθρώπους. Όλοι τον ζηλεύουν και τον μισούν. Όλοι εποφθαλμιούν τη δύναμη του και τα πλούτη του. Δεν έχει πραγματικούς φίλους, αλλά κόλακες. H ζωή του βρίσκεται συνέχεια σε κίνδυνο. Δεν μπορεί να ζήσει τις απλές χαρές της ζωής. Κυκλοφορεί συνέχεια με σωματοφύλακες και το παλάτι του είναι σαν φυλακή από τον φόβο των εχθρών του. Δεν εμπιστεύεται κανέναν. To βράδυ δεν μπορεί να κοιμηθεί και βλέπει εφιάλτες. Τελικά ο τύραννος είναι ο πιο δυστυχισμένος άνθρωπος, αλλά δεν θέλει να το παραδεχθεί. Μέσα στην ψυχή του δεν είναι τίποτε άλλο, λέει ο Πλάτωνας, παρά ένα κομπλεξικό φοβισμένο ανθρωπάκι.

Ήδη όσο ζούσε ο Πλάτωνας είχε καθιερωθεί ως ο σημαντικότερος πευματικός άνθρωπος όλου του γνωστού τότε κόσμου. Τα δυνατότερα μυαλά της εποχής έρχονταν στην Αθήνα, στην Ακαδημία, να τον ακούσουν. Μεταξύ τους και ο μεγάλος μαθητής του, ο δεύτερος μεγαλύτερος φιλόσοφος όλων των εποχών, ο Αριστοτέλης. Κάποτε, λέει μια ιστορία, κοντά στα τέλη της ζωής του, ο Πλάτωνας αποφάσισε να δώσει μια ανοικτή διάλεξη για όλο τον κόσμο και χιλιάδες Αθηναίοι αλλά και από άλλες πόλεις ήρθαν να τον ακούσουν. Αυτό δείχνει πόσο μεγάλη ήταν η φήμη του. Συνέχισε να διδάσκει και να διευθύνει τη σχολή του -την Ακαδημία- έως τον θάνατο του, το 357 π.Χ.Ήταν τότε ογδόντα χρόνων. Σ’ όλη την αρχαία εποχή ο Πλάτωνας θεωρούταν η σημαντικότερη αυθεντία. Τα έργα του όχι μόνο σώθηκαν όλα, αλλά έχουμε και πολλά που φέρονται με το όνομα του χωρίς να είναι δικά του. To να υπογράψεις ένα έργο με το όνομα ‘Πλάτων’ ήταν εγγύηση επιτυχίας. To πανεπιστήμιο του – η Ακαδημία – βρήκε μιμητές, τόσο στην αρχαία εποχή όσο και στη σύγχρονη. Διατηρήθηκε για 913 χρόνια και είναι, ακόμα και σήμερα, το μακροβιότερο πανεπιστήμιο στην ιστορία της ανθρωπότητας. H φιλοσοφία του επηρέασε τη χριστιανική θεολογία, αλλά και αργότερα τη σύγχρονη δυτική σκέψη κατά την περίοδο της Αναγέννησης, και μετά, μέχρι τις μέρες μας. Τα έργα του και η σκέψη του διδάσκονται σ’ όλα τα σχολεία και πανεπιστήμια του κόσμου.

Ο μεγάλος Έλληνας λόγιος και φιλόσοφος της ρωμαϊκής εποχής, ο Πλούταρχος, έγραψε ένα έργο με τίτλο Περί της Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής, για να εγκωμιάσει τον μέγα Αλέξανδρο. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, το μεγαλύτερο επίτευγμα του Αλέξανδρου ήταν ότι κατάφερε να μεταδώσει την ελληνική σοφία και τον πολιτισμό σε όλο τον κόσμο. Av είναι έτσι όμως, τι θα πρέπει να πούμε γι’ αυτούς που δημιούργησαν αυτόν τον μεγαλειώδη πολιτισμό; Πιστεύω ακράδαντα ότι ο Πλάτωνας είναι ο πρώτος ανάμεσα σε όλους. Γι’ αυτό και υποστηρίζω με θέρμη ότι είναι ο μεγαλύτερος Έλληνας όλων των εποχών. Ίσως όμως καινά τον αδικώ. O Πλάτωνας είναι ο μεγαλύτερος Άνθρωπος όλων των εποχών!!!

Πηγή: “Πλάτων“ του Βασίλη Καρασμάνη, από την σειρά Οι Μεγάλοι Έλληνες εκδόσεις  SKY
via

Φραγκίσκος Βολταίρος

$
0
0


Φραγκίσκος Βολταίρος (Francoit Voltaire) 1694-1778  Διάσημος γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας, από τους σημαντικότερους εκπρόσωπους του Διαφωτισμού. Καταγόταν από αστική οικογένεια, γεννήθηκε στο Παρίσι και φοίτησε στο κολέγιο των Ιησουϊτών στο Κλερμόν.

Με το όνομα Βολτέρος έγινε γνωστός το 1719, όταν δημοσίευσε με αυτό το ψευδώνυμο την 1η από τις 27 τραγωδίες του, τον «Οιδίποδα», και θεωρήθηκε ο διάδοχος του Ρακίνα στο θέατρο. Διακρινόταν για το δηκτικό, σπινθηροβόλο, σχεδόν αμείλικτο πνεύμα του και την καυστική ειρωνεία του, που είχε σαν αποτέλεσμα συχνά να διαταράξει τα κοινωνικά, ηθικά και πολιτικά θεμέλια της εποχής του. Για αυτό φυλακίστηκε στη Βαστίλη (1717) αλλά και εξορίστηκε. Ο επικριτής του Λουδοβίκος Βεϊγκό έγραψε για αυτόν: «το πηγαίο άφθαστο δηκτικό του πνεύμα δεν τραυματίζει απλώς, αλλά συντρίβει, σκοτώνει, μαστιγώνει , δηλητηριάζει , γκρεμίζει. Εάν δεν έγραφε θα δολοφονούσε και καλύτερα θα ήταν να δολοφονούσε». Όταν αποφυλακίστηκε, έφυγε στην Αγγλία (1726).


Στο Λονδίνο συναναστράφηκε με επιφανείς άντρες της εποχής του, όπως τον Λοκ, γνώρισε καλύτερα τα έργα του Σαίξπηρ αλλά και έγραψε στην αγγλική γλώσσα. Επιστρέφοντας στο Παρίσι συμφιλιώθηκε για ένα διάστημα με την Αυλή, διορίσθηκε ιστοριογράφος της Γαλλίας και εξελέγη μέλος της Ακαδημίας. Γρήγορα όμως απογοητεύτηκε, δέχτηκε την πρόσκληση του Φρειδερίκου της Πρωσίας και αναχώρησε για το Βερολίνο (1750), όπου έγινε δεκτός με τιμές από «τον Σολομώντα του Βορρά». Εκεί ύμνησε τα «πλατωνικά συμπόσια» του προστάτη και φίλου του και γνώρισε το θεοσοφιστή Σαιν Ζερμαίν που, αν και διαφωνούσε μαζί του, τον θαύμαζε. Αυτό φαίνεται από επιστολή που έστειλε στο Μ. Φρειδερίκο και αναφέρει: " ο Κόμης του Σαιν Ζερμαίν είναι ένας άνθρωπος ο οποίος δε γεννήθηκε ποτέ, ο οποίος δε θα πεθάνει ποτέ και ο οποίος γνωρίζει τα πάντα".Οι σχέσεις του όμως με το Φρειδερίκο ψυχράθηκαν κι ο Βολτέρος αποφάσισε να μην υπηρετήσει άλλους κυρίους. Γιαυτό αγόρασε δική του έκταση κοντά στη Γενεύη, στο Φερνέ, όπου εγκαταστάθηκε οριστικά.Για 18 χρόνια άνθρωποι των γραμμάτων, πρίγκιπες και ευγενείς επισκέπτονταν τον ένδοξο «πατριάρχη του Φερνέ».
Διατηρούσε αλληλογραφία με ένα μεγάλο κύκλο φίλων, στον οποίο συμπεριλαμβάνεται και η Μ. Αικατερίνη της Ρωσίας, την οποία προέτρεπε σε μεταρρυθμίσεις στην εσωτερική πολιτική της χώρας αλλά και στο Ανατολικό ζήτημα. Σε επιστολή του ανέφερε: «Υπερασπισθείτε την Ελλάδα, διότι εις αυτήν οφείλομεν τα φώτα μας , τας επιστήμας , τας τέχνας και όλας τας αρετάς μας». Αυτό το διάστημα αποδείχτηκε το πιο εποικοδομητικό για το Βολτέρο. Γράφει νέες τραγωδίες, ιστορικά έργα, επιστολές κ.λ.π.

«Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, δεν είναι η καταγωγή, αλλά η αρετή που τους κάνει τη διαφορά»  Βολταίρος

Γενικά πολεμά αμείλικτα όλους τους αντιπάλους του, εργάζεται στην «Εγκυκλοπαίδεια» , και το 1764 ενώνοντας διάφορα άρθρα φτιάχνει το περίφημο «Φιλοσοφικό Λεξικό». Το 1778 επισκέφτηκε το Παρίσι, όπου του έγινε αποθεωτική υποδοχή από τον απλό λαό που τον λάτρευε και στεφανώθηκε στο θέατρο.

Ο Βολτέρος μυήθηκε στον τεκτονισμό στις 7 Απριλίου 1778 στο Παρίσι. Αυτός που τον συνόδευε ήταν ο Βενιαμίν Φραγκλίνος, πρώτος πρέσβης τότε των Ηνωμένων Πολιτειών στο Παρίσι. Επίσης ήρθε σε ρήξη με τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία για τις φρικαλεότητες των θρησκευτικών διωγμών, τον αυταρχικό και ανελεύθερο τρόπο δράσης της. Χλεύαζε την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στη δύση της και, όπως σαρκαστικά έλεγε, «η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία δεν είναι ούτε Αγία, ούτε Ρωμαϊκή, ούτε Αυτοκρατορία».

Δεν ήταν άθεος,όπως συχνά υποστηρίζεται, αφού ο ίδιος έγραφε ότι «τίποτα δε δημιουργείται από το τίποτα» και ότι «υπάρχει ένας θεός και αυτός πρέπει να είναι δίκαιος». Πίστευε στην αθανασία της ψυχής. Παράλληλα όμως υποστήριζε ότι «είναι αδύνατο ο πάνσοφος θεός να έχει κάνει νόμους για να τους παραβιάζει», και ότι «ο Θεός είναι ένας κωμωδός που παίζει μπροστά σε ένα κοινό πολύ φοβισμένο για να γελάσει», αναφερόμενος κατά της δεισιδαιμονίας και της θρησκοληψίας, πράγμα που τον έφερε σε αντιπαλότητα με το ιερατείο. Όταν, στις τελευταίες του στιγμές, ο εφημέριος της ενορίας τον πίεζε να υπογράψει την «ομολογία πίστης», η απάντησή του ήταν: «άφησέ με να πεθάνω με την ησυχία μου».

Μετά το θάνατό του ο Επίσκοπος καθαίρεσε τον ηγούμενο της μονής Σελλιέ της Καμπανίας, επειδή έδωσε άδεια για να τον θάψουν στον περίβολό της. Αργότερα, όμως, η Γαλλική Επαναστατική Εθνοσυνέλευση μετέφερε τα λείψανά του με τιμές, στο Παρισινό Πάνθεο, όπου θάβονταν μόνο οι διάσημες προσωπικότητες της χώρας. Όμως ο τάφος του καταστράφηκε και η σωρός του χάθηκε. Η καρδιά του αφαιρέθηκε από το σώμα και τώρα βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού. Ο εγκέφαλός του επίσης αποσπάστηκε και μετά από περιπέτειες ενός αιώνα περίπου χάθηκαν τα ίχνη του μετά από μια δημοπρασία.

Ο Βολτέρος υπήρξε πολυγραφότατος. Στα 60 του χρόνια ήταν ο πιο ονομαστός συγγραφέας στην Ευρώπη. Χαρακτηριστικό της γραφής του ήταν η απλοποίησηκαι οπροπαγανδισμόςιδεών. Μπορούσε σε μια φράση ή σε έναν στίχο να κλείσει μια ολόκληρη φιλοσοφική θεωρία κατανοητή σε όλους.Έγραψε φιλοσοφικά συγγράμματα, σατυρικά διηγήματα, είκοσι μία χιλιάδες επιστολές και θεατρικά έργα. Μερικά από τα έργα του είναι:
1) «οι Φιλοσοφικές και Αγγλικές επιστολές» που έγινε το ευαγγέλιο του Φιλελευθερισμού,
2) το «Φιλοσοφικό Λεξικό», όπου με φοβερή οξύτητα επιτίθεται εναντίον των θρησκειών και αναλύει την κοινωνία, τη φιλολογία, την ηθική
3) το έπος «η παρθένος της Ορλεάνης», που αναφερόταν στην Ζαν ντ Αρκ
4) «τα χρονικά της Αυτοκρατορίας» 5) «ο αιώνας του Λουδοβίκου ΙΔ»
6) «ο ορφανός της Κίνας»
7) «ο Αγαθούλης », όπου καυτηριάζει την αισιόδοξη αντίληψη του Ρουσσώ «ότι τα πάντα οδηγούνται από τη Θεία Πρόνοια» , και υποστηρίζει ότι «είμαστε έρμαιο της τύχης και Θεία Πρόνοια δεν υπάρχει»
8) «η ιστορία του Καρόλου ΙΒ’»
9) το «Δοκίμιον περί των ηθών» 10) το «ποίημα για την καταστροφή της Λισσαβόνας»
11) μετάφρασε «τα Στοιχεία του Νεύτωνα»
12) 27 τραγωδίες, όπως «Ολυμπία», «Τριανδρία», «Σκύθες», «ο θάνατος του Καίσαρα», κ.α.
Η συμβολή του Βολτέρου υπήρξε σημαντική, και από πολλούς θεωρείται ότι επηρέασε τις κατευθύνσεις που πήρε ο νεώτερος Ευρωπαϊκός πολιτισμός.
Έτσι:
1.Σαν φιλόσοφος: οι ιδέες του για την ελευθερία της σκέψης «Δε συμφωνώ ούτε με μια λέξη από όλα όσα λες, αλλά θα υπερασπίζω, και με το τίμημα της ζωής μου ακόμα, το δικαίωμά σου ελεύθερα να λες αυτά που πρεσβεύεις», τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δικαιοσύνη, την ανεκτικότητα, την ανεξιθρησκία, καθώς και η κριτική που άσκησε στην εξουσία, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην προετοιμασία της Γαλλικής επανάστασης και στην πτώση της αναχρονιστικής φεουδαρχίας. Επίσης με τα έργα του βοήθησε στη σταδιακή απαλλαγή από τη θρησκευτική πρόληψη, τη μισαλλοδοξία των Εκκλησιών και το σκοταδισμό.
2. Σαν λογοτέχνης: έδωσε περισσότερη δράση και κίνηση στη μέχρι τότε δύσκαμπτη γαλλική τραγωδία και δεν περιορίστηκε στα αρχαία ελληνορωμαϊκά πλαίσια, αλλά μετέφερε στη σκηνή εξωτικά και ρομαντικά θέματα – Ιερουσαλήμ (Ζαΐρα), Περού (Αλζίρα), Μέκκα (Μωάμεθ), Κωνσταντινούπολη (Ειρήνη), Σικελία (Ταγκέρδος) κ.α. γιαυτό μπορεί να θεωρηθεί πρόδρομος του ρομαντικού θεάτρου.
3.Σαν ιστορικός: δίνει μεγάλη σημασία στο περιβάλλον, ερευνά τις πηγές, τις οικονομικές συνθήκες, αναλύει τα ήθη , την πνευματική και καλλιτεχνική κίνηση της εποχής, συγκρίνει διάφορα έθνη. Το ύφος που χρησιμοποίησε δεν ήταν ρητορικό και βαρύ αλλά απλό και διηγηματικό. Γι’ αυτό θεωρείται ότι ανανέωσε την ιστοριογραφία.

Δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα http://www.nea-acropoli.gr

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη
2. Εγκυκλοπαίδεια Υδρία
3. Βολταίρου Απομνημονεύματα Εκδ. Ολκός
4. www.google.com
5. www.ekfrasi.com
6. www.theosophy.gr
7. www.filosofia.gr
8. www.bsa.gr
9. sfr.ee.teiath.gr
10. www.gnomika.com
11. www.greekdooks.gr
via

Η Ηθική του Σωκράτη

$
0
0


O Σωκράτης είναι πριν από τον G.E. Moore  ο σπουδαιότερος ερωτητής στην ιστορία της ηθικής φιλοσοφίας, ένας «αιώνιος ερωτητής» (Pierre Hadot).Έθετε κυρίως ερωτήματα, παρά έδινε απαντήσεις (W. P. Cleveland). Αρκετοί σύγχρονοι ηθικοί φιλόσοφοι αρχίζουν την προβληματική τους στην κανονιστική ηθική, τη μεταηθική και την εφαρμοσμένη ηθική θέτοντας και πάλι τα ριζικά ερωτήματα του Σωκράτη (Frankena,Prionggi, Sahakian). H έγνοια του για το «τι εστίν» κάθε πράγματος, έννοιας και αρετής, ανάλογο με το αριστοτελικό «διότι» στον χώρο της επιστήμης, κληροδοτήθηκε από τον Σωκράτη στην ανθρωπότητα ως θεμελιακή αφετηρία της φιλοσοφίας. Και η αγωνία του για το «πως βιωτέον» και «όντινα τρόπον χρη ζην» αποτέλεσαν τα καταστατικά προβλήματα τόσο της ηθικής φιλοσοφίας όσο και της ηθικής πράξης.


Ο Σωκράτης δεν πρέπει να μεταχειρίστηκε τον όρο «ηθική», που καθιερώνεται ως επίθετο από τον Αριστοτέλη και ως ουσιαστικό από την Ακαδημία και τους στωικούς, εκφράζοντας το πράγμα ως «επιμέλεια αρετής» και ως «ψυχής θεραπεία», με την προσωπική του ηθική έννοια της ψυχής και σε αντιδιαστολή με το σοφιστικό «επάγγελμα αρετής». O Σωκράτης, ωστόσο, πρέπει να μεταχειρίστηκε τον όρο φιλοσοφία, που για πρώτη φορά απαντά στον Πλάτωνα, τον Ισοκράτη και τον Ξενοφώντα, καίτοι από τον Διογένη Λαέρτιο αποδίδεται στον Πυθαγόρα, ενώ τόσο οι όροι «φιλόσοφος» (Ηράκλειτος) και φιλοσοφώ» (Ηρόδοτος) είναι αρκετά παλαιότεροι. Μέχρι την εποχή του τον όρο μάλλον απέδιδε η λέξη «σοφία», αλλά για τον Σωκράτη «σοφός είναι μόνο ο θεός». Το πρόβλημα της διακρίβωσης της προσωπικής φιλοσοφίας του Σωκράτη είναι ότι δεν έγραψε τίποτα κι έτσι δεν μας άφησε τη δυνατότητα της εξερεύνησης και ερμηνείας μιας δικής του αυθεντικής φιλοσοφίας. Αναμφισβήτητα, ωστόσο, ο Σωκράτης προσπάθησε να θεμελιώσει την ηθική φιλοσοφία γνωσιοκρατικά, με τη γνωστή «σωκρατική μέθοδο», τη θρυλική μαιευτική, και με μια διαλεκτική διαμετρικά αντίθετη από τη σοφιστική.

Η γνωστή από τον Κικέρωνα «προσγείωση» της φιλοσοφίας από τον Σωκράτη δεν σημαίνει ότι ο λόγος του έπεσε σ’ ένα απέραντο κενό. Όπως ήδη τονίσαμε, ψήγματα φιλοσοφικού ηθικού προβληματισμού βρίσκουμε σε μερικούς προσωκρατικούς (Ξενοφάνη, Ηράκλειτο, Εμπεδοκλή, πυθαγόρειους), σε ποιητές και σοφιστές και, παράλληλα, καίτοι ανεξάρτητα, στον σύγχρονο του Δημόκριτο, στον οποίο ανιχνεύονται κάποιες σωκρατικού τύπου ενοράσεις υπό μορφή αφορισμών, η γνώση των οποίων δεν είναι βέβαιο πόσο εφικτή ήταν στην Αθήνα της εποχής του. O Σωκράτης ωστόσο με κριτήριο τον «λόγο» θεμελίωσε την αυτονομία της ηθικής, διαχωρίζοντας το όσιο και το αγαθό από το θέλημα του θεού και την ενότητα της αρετής, αντιδιαστέλλοντας την «καθόλου» αρετή από το «σμήνος των αρετών». Επιχειρηματολόγησε σχετικά με το διδακτό της αρετής και υποστήριξε την κυριαρχικότητα ή επάρκεια της αρετής για την ευδαιμονία σε όλους τους σωκρατικούς διάλογους. Κι αυτό τον φέρνει εξαιρετικά κοντά στο καίριο αίτημα της εποχής μας για μια, αν όχι αντικειμενική, τουλάχιστον διϋποκειμενική ηθική, για μια οικουμενική ηθική, με υπέρβαση του πολιτισμικού, θρησκευτικού και ηθικού σχετικισμού, για έναν κώδικα κοινών αξιών, αναγκαίων για την επιβίωση του ανθρώπου ως Ανθρώπου.

Η σχετική με την ηθική αποκλειστικά σωκρατική βιβλιογραφία, με τη μορφή μονογραφιών, είναι συγκριτικά περιορισμένη (Dawson, Debenisse. Alfonsi) σε σύγκριση με τη βιβλιογραφία για ποικίλες πτυχές της προσωπικότητας του, για τη δίκη και τον θάνατο του, ενώ αφθονούν τα άρθρα σε επιμέρους θέματα της ηθικής φιλοσοφίας του. Με βάση ωστόσο τους έστω συναισθηματικά φορτισμένους και με πολεμικό χαρακτήρα πρώιμους πλατωνικούς διάλογους, που γενικώς αναγνωρίζονται ως σωκρατικοί, κυρίως με την Απολογία και τον Κρίτωνα, αλλά και με τον Ευθύφρονα, τον Λάχη, τον Λύσι, τον Χαρμίδη, τον Πρωταγόρα, τον Ευθύδημο, τον Γοργία και κάποιους ελάσσονες άλλους που δεν επικεντρώνονται στην ηθική, με προσφυγή στα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα, στον βαθμό που δεν διαφωνούν ριζικά με την πλατωνική εικόνα – παρά το ότι ζωγραφίζουν έναν Σωκράτη ελάχιστα απορητικό – και λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη τις νηφάλιες κριτικές παρατηρήσεις του Αριστοτέλη, αλλά και με αναφορές στην προσωπικότητα, το ήθος και τη μέθοδο του Σωκράτη σε άλλους, ακόμη και μέσους διάλογους του Πλάτωνα, μπορεί κανείς με υπομονή και επιμονή, με φαντασία και τόλμη, μέσα από τους πολλούς λογοτεχνικούς χαρακτήρες, τα προσωπεία και τις μάσκες πίσω από τις οποίες μας εμφανίζεται-, να ανασυνθέσει το αίνιγμα «Σωκράτης» και να κωδικοποιήσει τις εσώψυχες προσωπικές του παραδοχές, που κρύβονταν πίσω από τις αναρίθμητες ερωτήσεις που υπέβαλε στους συνομιλητές του και τελικά έμειναν αναπάντητες. Να ανακαλύψει δηλαδή τι κρυβόταν πίσω από το σμήνος των κάποτε αθώων, κάποτε ηθελημένα αφελών και ερμητικά εφτασφράγιστων ερωτημάτων του. Να ανασυνθέσει τελικά μια κάποια εικόνα που να αντικατοπτρίζει σε γενικές γραμμές τον ηθικό φιλόσοφο Σωκράτη. Να βάλει σε μια λογική και οριστική σειρά τις έννοιες που κυκλικά αλληλοκαθορίζονταν και αλληλοεξαρτιόνταν: «αρετή, γνώση, αγαθό, ευδαιμονία. Πρόσθετη δυσκολία για τη λύση του γρίφου της ιεράρχησης και των προτεραιοτήτων των αξιών του αποτελεί και η έστω μεθοδολογική αρχή του «εν οίδα ότι ουδέν οίδα», η ομολογία του ότι δεν υπήρξε δάσκαλος με την καθιερωμένη έννοια κανενός και η ματαιοπονία να συναχθεί μια απάντηση μέσα από μια αρμαθιά αναπάντητων ερωτήσεων.

Χρήσιμος για μια πρώτη χαρτογράφηση των φιλοσοφικών προβλημάτων που αποτέλεσαν την κινητήρια δύναμη των απαρχών της ηθικής φιλοσοφίας με τον Σωκράτη είναι ο Αριστοτέλης. Από τον Πλάτωνα κυρίως του προσγράφεται η διαβόητη πια ειρωνεία, κυρίως ως προσποίηση από μέρους του άγνοιας κι έτσι ως μεθοδολογική αρχή αναζήτησης της ουσίας του αντικειμένου της συζήτησης, και η χρήση αναλογικών επιχειρημάτων. Από τον Αριστοτέλη η αναζήτηση καθολικού ορισμού των ηθικών κυρίως εννοιών και η εφαρμογή της επαγωγής για τα ηθικά του παράδοξα, όπως η αρετή είναι επιστήμη-γνώση, επαρκής για την ευδαιμονία, κανείς δεν κάνει κακό θεληματικά, η ακρασία ανάγεται τελικά στην άγνοια και την αμάθεια κλπ. Για την ερμηνεία, την εξήγηση και τη δικαίωση αυτών των παραδοχών-συμπερασμάτων αναπάντητων ερωτήσεων χρειάζεται η επιστράτευση προσωπικής κατανόησης του μελετητή, γιατί το τι ήθελε να πει κάθε φορά ο Σωκράτης μας έρχεται από δεύτερο και τρίτο χέρι, με αποτέλεσμα ελάχιστα να συμφωνούν οι εκάστοτε ερμηνείες.

Μια καλή εικόνα ωστόσο της σωκρατικής μεθόδου και συγχρόνως μια επαλήθευση της αριστοτελικής ετυμηγορίας μας δίνουν οι πρώτοι «απορητικοί» πλατωνικοί διάλογοι (Θεοδωρακόπουλος ΐ97θ). Στους διάλογους αυτούς ο Σωκράτης διερευνά με τους εκάστοτε συνομιλητές του το περιεχόμενο κάθε φορά μιας ηθικής έννοιας ή αρετής. Στον Ευθύφρονα, λ.χ., εξετάζει την έννοια του «όσιου», στον Λύσιτην έννοια της φιλίας, στον Λάχη την έννοια της ανδρείας, στον Ιππία Μείζονα την έννοια του ωραίου, στο πρώτο βιβλίο της Πολιτείας την έννοια της δικαιοσύνης, στον Μένωνατην αρετή γενικά, στον Γοργίατη ρητορική και τη δικαιοσύνη, στον Πρωταγόρατην ενότητα της αρετής και το διδακτό της, στον Ευθύδημοτη σχέση των αγαθών με την ευδαιμονία κλπ. H σωκρατική διαλεκτική συνίσταται στον έλεγχο στον οποίο υποβάλλει ο Σωκράτης τον συνομιλητή του και τον κάνει να συνειδητοποιήσει τις ασυνέπειες και τις αντιφάσεις του κι έτσι να παραδεχτεί την άγνοια του. O διάλογος συνήθως αρχίζει με τον ορισμό μιας έννοιας ή μιας ηθικής αρετής, ο οποίος στη συνέχεια αναιρείται. Προτείνονται άλλοι ορισμοί, που επίσης ανασκευάζονται, και στο τέλος διαπιστώνεται άγνοια της αρετής γενικά ή της συγκεκριμένης ηθικής αρετής ή έννοιας και συνήθως το θέμα μένει ανοιχτό για μια άλλη συζήτηση. Κατά τη συζήτηση προκύπτουν αρκετά «σωκρατικά παράδοξα», δηλαδή αξιώσεις αντίθετες με τις κοινές ενοράσεις. Πρέπει να τονιστεί ότι με τη διαλεκτική του μέθοδο δεν αναζητεί ο Σωκράτης το λεξικογραφικό νόημα του όρου που εξετάζει, αλλά, όπως εξηγεί ο Βλαστός, «μια μοναδική εξήγηση που εφαρμόζεται σε όλους τους ενάρετους ανθρώπους και στις πράξεις τους και δείχνει σε τι έγκειται σε κάθε περίπτωση η αρετή». Αναζητεί, δηλαδή, ένα κριτήριο, ένα σταθερό χαρακτηριστικό σε αναφορά με το οποίο κρίνονται όλα τα πρόσωπα και όλες οι πράξεις.

Από τη συναίνεση των πηγών προκύπτουν ως σωκρατικές οι θέσεις ότι η αρετή είναι γνώση, ίσως γνώση αγαθών και κακών, ή γνώση του αγαθού, όπως θα προσθέσει αργότερα ο Πλάτωνας (Pamela Huby), ότι κανείς δεν είναι κακός εκούσια αλλά επειδή αγνοεί το αγαθό, έχει εσφαλμένη αντίληψη γι’ αυτό και κάνει λάθος, ότι σημαντικά είναι μόνο ή κυρίως τα αγαθά της ψυχής και όχι του σώματος, ότι η αρετή είναι γνώση («επιστήμη») και είναι επαρκής, αν όχι αυτάρκης, για την ευδαιμονία ως εκπλήρωση των δυνατοτήτων μας – όλοι θέλουμε να είμαστε ευτυχισμένοι -, ότι το δίκαιο συμφέρει εκείνον που το ασκεί – justice pays, όπως έλεγε ο Βλαστός -, ότι είναι σύμφωνο με τον ορθό λόγο και αναγκαίο για το ευ ζην να είναι κανείς ηθικός και προπαντός η απόρριψη του παραδοσιακού ανταποδοτικού δικαίου και η ανάγκη υποταγής στον νόμο με οποιοδήποτε τίμημα.

Πιο συγκεκριμένα, με βάση την – πολύ βολική στα δύσκολα – αρχή ότι καθένας μας έχει τον δικό του Σωκράτη, ο σπουδαιότερος κατά τη γνώμη μου μελετητής του Σωκράτη ως ηθικού φιλοσόφου στην εποχή μας, με αναλυτική μέθοδο και έμφαση στην επιχειρηματολογία, (Γρηγόρης Βλαστός) φαίνεται να εντοπίζει τη σωκρατική συμβολή κυρίως στην κυριαρχικότητα ή την επάρκεια της αρετής για την ευδαιμονία και στην απόρριψη της ανταπόδοσης. O Γεράσιμος Σάντας διαχωρίζοντας το «παράδοξο της φρόνησης», που αφορά στα «καλά και κακά για κάποιον πράγματα» με όρους ωφέλειας και βλάβης, από το «ηθικό παράδοξο», όπου εγείρονται ζητήματα δικαιοσύνης και αδικίας, ορθού και σφάλματος, δηλαδή με το νεότερο πνεύμα ζητήματα ηθικά, επισημαίνει ότι «τη σωκρατική ηθική απαρτίζουν κατά βάση δύο κύριες απόψεις: αυτή που υποστηρίζει ότι η αρετή είναι γνώση, ή τα αποκαλούμενα ‘σωκρατικά παράδοξα’, κι εκείνη που δηλώνει ότι η αρετή φέρνει ευτυχία και η κακία δυστυχία». O Θεοχάρης Κεσσίδης τονίζει ιδιαίτερα την αυτογνωσία και την έμφαση που έδωσε ο Σωκράτης στα αγαθά της ψυχής. O Terence Irwin. τέλος, για να περιορίσω την επισκόπηση μου, μιλά για τον ευδαιμονισμό του Σωκράτη, επισημαίνοντας τη συνάρτηση της ευδαιμονίας με τον λόγο και την αναγωγή της όχι στην ηδονή με την κοινή έννοια ή στην απλή ικανοποίηση της οποιασδήποτε επιθυμίας, αλλά στην πραγμάτωση της ανθρώπινης φύσης, στην εκπλήρωση του φυσικού δυναμικού του ατόμου, με βάση την αρχή ότι η αρετή είναι επαρκής για την απόκτηση της ευδαιμονίας και με την πεποίθηση ότι η δικαιοσύνη και η ηθικότητα συνιστούν το πραγματικό συμφέρον του ανθρώπου. Σε παρόμοια πορίσματα καταλήγουν και άλλοι μελετητές, μερικοί από τους οποίους αντιμετωπίζουν τις θέσεις αυτές με σύγχρονα λογικά, ψυχολογικά και λογικά κριτήρια, επισημαίνοντας και κάποιες επιστημολογικές και λογικές ανεπάρκειες στη σωκρατική επιχειρηματολογία, απότοκες οπωσδήποτε του σωκρατικού ηθικού ντετερμινισμού, της τελεολογίας και της νοησιοκρατίας.

Οι θέσεις όμως αυτές αποτέλεσαν τον καταστατικό χάρτη της ηθικής για τη μετασωκρατική ελληνική ηθική φιλοσοφία, η οποία, παρά την κάποτε κριτική στάση της, όπως στην περίπτωση του Αριστοτέλη και περισσότερο των επικούρειων, επιδόθηκε σε περαιτέρω επεξεργασία και συμπλήρωση τους, όπως στην περίπτωση του Πλάτωνα, των κυνικών και ιδιαίτερα της Στοάς. Ωστόσο, δεν είναι τόσο οι θέσεις καθεαυτές που εξηγούν τη μοναδικότητα και την επικαιρότητα του Σωκράτη – ίσως ο Αριστοτέλης και κυρίως οι στωικοί, ακόμη και μερικοί σοφιστές, να είναι εγγύτεροι στο νεωτερικό πνεύμα – όσο η πρωτοτυπία, η μέθοδος, οι προθέσεις, το ήθος, το πάθος και η μαστοριά του κορυφαίου Αθηναίου φιλοσόφου και κυρίως η ανάδειξη της δικαιοσύνης σε λυδία λίθο λόγου και πράξης και προπαντός το παράδειγμα συνέπειας λόγων και βίου που κληροδότησε στην ανθρωπότητα. Τα πρωτόγνωρα αυτά, που υπαινίχτηκε περισσότερο παρά που έθεσε, κινητοποίησαν τον φιλοσοφικό στοχασμό του Πλάτωνα να τα φτάσει στα όρια τους και του Αριστοτέλη να τα ξεκαθαρίσει, των κυνικο-στωικών να τα αναβαπτίσουν, με αποτέλεσμα η λαμπαδηδρομία της φιλοσοφίας του να τρέχει ακαταπόνητα μέχρι σήμερα. Μπορεί να είναι υπερβολικός ο λόγος του Κωνσταντίνου Δεσποτόπουλου, αλλά εξηγεί παραστατικά το φαινόμενο Σωκράτης, όχι τόσο, πιστεύω, γι’ αυτά τα λίγα θετικά στοιχεία που συνιστούν τον φιλοσοφικό πυρήνα της ηθικής του φιλοσοφίας, πολλά από τα οποία δεν τα συμμερίζονται αρκετοί φιλόσοφοι σήμερα, αλλά για το πώς «δεν τα είπε», και πότε τα βίωσε και τα έδωσε ως χρησμούς στους επίγονους, ώστε ο Σωκράτης να είναι και σήμερα η ενσάρκωση της φιλοσοφίας, ταυτόσημος με τη φιλοσοφία. Λέει ο Δεσποτόπουλος : «Χωρίς τον Σωκράτη δεν θα είχε υπάρξει ο Πλάτων ως ο κατ’ εξοχήν δημιουργός της αίδιας φιλοσοφίας, δεν θα είχε υπάρξει άρα ούτε η φιλοσοφία του Αριστοτέλους, ούτε η φαντασμαγορία της έκτοτε Ιστορίας της Φιλοσοφίας…. Και αντίστροφα χωρίς τον Πλάτωνα δεν θα είχε αποκτήσει ο Σωκράτης όποια ιστορική μεγαλοσύνη έχει ως την εποχή μας, ως ακήρατη μορφή αυθεντικού ήρωος και μάρτυρος της φιλοσοφίας».

Αρκετές ηθικές θέσεις του Σωκράτη ανιχνεύονται στην Απολογία και στα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα (Γεωργούλης), μερικές από τις οποίες θίξαμε συζητώντας τον βίο και το τέλος του. Ουσιώδη και προσωπικά χαρακτηριστικά της μεθόδου της σωκρατικής ηθικής φιλοσοφίας είναι, όπως είπαμε, η σωκρατική «ειρωνεία», ο «έλεγχος», «η επάρκεια της αρετής για την ευδαιμονία», η «απόρριψη της ανταπόδοσης», «η αρετή είναι γνώση», «ουδείς εκών κακός» και όσες άλλες ο κάθε μελετητής θα κατορθώσει να συναγάγει. Αξίζει πολύ συνοπτικά να συζητήσουμε κάποιες από αυτές εκτενέστερα, ακολουθώντας σε μερικά σημεία στην περιοχή αυτή την ετυμηγορία του Βλαστού, αλλά και σημειώνοντας τις όποιες παρεκκλίσεις μας. Παρά τις κάποιες ενστάσεις που μπορεί να εγείρει κανείς σε μερικές ερμηνείες του πρωτοπόρου αναλυτικού ιστορικού της αρχαίας φιλοσοφίας, όπως και έχει ήδη γίνει, ο Βλαστός, πιστεύω, δουλεύοντας πάνω στον Σωκράτη μια ολόκληρη ζωή, μας έδωσε τον πιο γνήσιο και συνεπή ηθικό φιλόσοφο Σωκράτη.

Δημοσιευμένο στο έργο “Σωκράτης” από την Μυρτώ Δραγώνα-Μονάχου, εκδόσεις Σκάι
via

Ζωή και θάνατος στον Carl Jung

$
0
0


Με έχουν ρωτήσει αρκετές φορές τι πιστεύω για το θάνατο, γι’ αυτό το τελείωμα της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο θάνατος είναι απλά γνωστός ως το τέλος. Είναι η τελεία που τοποθετείται στο τέλος της πρότασης και δεν ακολουθείται παρά μόνο από αναμνήσεις ή τα αποτελέσματα των πράξεών μας. Πάντως, όσο αφορά το άτομο που πεθαίνει, η άμμος της κλεψύδρας έχει τελειώσει. Ήρθε ο καιρός να αναπαυτεί η πέτρα που κυλούσε.

Όταν φθάνουμε στην αντιμετώπιση του θανάτου, η ζωή μοιάζει με καθοδικό ρεύμα ή με ρολόι που χάλασε και που το τελικό του «ξεκούρδισμα» επιβεβαιώνει το τέλος του. Όταν γινόμαστε μάρτυρες στην απώλεια μιας ανθρώπινης ζωής, βεβαιωνόμαστε περισσότερο γι’ αυτό το «ξεκούρδισμα». Τα ερωτηματικά για το νόημα και την αξία της ζωής γίνονται όλο και πιο άμεσα και αγωνιώδη όταν βλέπουμε ένα σώμα να αφήνει την τελευταία του πνοή. Πόσο διαφορετικό μας φαίνεται το νόημα της ζωής όταν βλέπουμε ένα νέο άτομο να αγωνίζεται για μακροπρόθεσμους στόχους, να κάνει όνειρα για το μέλλον και το συγκρίνουμε με έναν γέρο που βυθίζεται στον τάφο απρόθυμα και ανίσχυρα;

Μας αρέσει να σκεφτόμαστε πως η νιότη έχει σκοπούς, μέλλον, νόημα και αξία, ενώ ο ερχομός του τέλους είναι μια ανώφελη παύση. Αν ένας νέος φοβάται τον κόσμο, τη ζωή και το μέλλον, τότε όλοι το βρίσκουν αυτό λυπηρό, ανόητο, νευρωτικό. Θεωρείται φυγόπονος και δειλός. Όμως, όταν ένας ηλικιωμένος φρίττει και τρομοκρατείται στη σκέψη ότι η λογική του προσδοκία για τη ζωή φθάνει μόνο σε μερικά χρόνια, τότε με οδύνη ξυπνούν μέσα μας ορισμένα συναισθήματα. Κοιτάζουμε μακριά και στρέφουμε τη συζήτηση σε άλλο θέμα. Όταν πρόκειται για το νεαρό, μας προδίδει η αισιοδοξία με την οποία κρίνουμε τη ζωή που έχει μπροστά του. Φυσικά διαθέτουμε πάντα τα κατάλληλα γνωμικά για τους άλλους, όπως «όλοι θα πεθάνουμε κάποτε», «δεν μπορεί να ζεις για πάντα», κλπ. Όμως, όταν μένει κανείς μόνος μέσα στη νύκτα και στο σκοτάδι, δεν ακούει και δεν βλέπει τίποτε, παρά μόνο τις σκέψεις που προσθαφαιρούν χρόνια, και τη μακριά αλυσίδα των δυσάρεστων γεγονότων που δείχνουν με άσπλαχνο τρόπο  πόσο κινήθηκε ο δείκτης του ρολογιού.

Πολλοί νέοι κρύβουν βαθιά μέσα τους έναν τρόμο για τη ζωή, ενώ ταυτόχρονα την επιθυμούν έντονα. Ακόμη περισσότερο, οι ηλικιωμένοι αισθάνονται τον ίδιο τρόμο για το θάνατο. Πραγματικά, είδα εκείνους που έτρεμαν τη ζωή όταν ήταν νέοι, να υποφέρουν αργότερα το ίδιο από το φόβο του θανάτου. Όταν είναι νέοι προβάλλουν παιδική αντίσταση στις φυσιολογικές απαιτήσεις της ζωής. Μπορεί κανείς να πει το ίδιο όταν είναι γέροι, επειδή φοβούνται με τον ίδιο τρόπο τις φυσιολογικές απαιτήσεις της ζωής  Είμαστε τόσο πεπεισμένοι ότι ο θάνατος είναι το τέλος μιας διαδικασίας, ώστε δεν μπορούμε να η συλλάβουμε σαν αφετηρία και ολοκλήρωση, όπως θεωρούμε τους στόχους και τους σκοπούς της νεανικής ζωής.

Η ζωή είναι μια ευεργετική διαδικασία. ΄Όπως και κάθε άλλη ευεργετική διαδικασία, δεν αντιστρέφεται και έτσι κατευθύνεται προς ένα τέρμα. Αυτό το τέρμα είναι μια κατάσταση ανάπαυσης. Όλα όσα συμβαίνουν δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αρχική διαταραχή της αέναης κατάστασης ανάπαυσης που επιχειρεί πάντα να επανεπιβληθεί. Η ζωή είναι κατ’ εξοχήν τελεολογία. Είναι ο εσωτερικός αγώνας για επίτευξη και ο ζωντανός οργανισμός είναι ένα σύστημα κατευθυνόμενων στόχων που αναζητούν την εκπλήρωσή τους. Ο σκοπός κάθε διαδικασίας είναι το τέλος της. Όλο το ενεργειακό ρεύμα μοιάζει με το δρομέα που αγωνίζεται με μεγάλη προσπάθεια και ολοσχερή κατανάλωση των δυνάμεών του για να φθάσει στο τέρμα.

Η  νεανική ανυπομονησία για τον κόσμο και τη ζωή, για την ενατένιση υψηλών προσδοκιών και μακρινών στόχων, είναι η φανερή τελεολογική ανάγκη της ζωής που, αν σε κάποιο σημείο αγκιστρωθεί στο παρελθόν, μετατρέπεται σε φόβο για τη ζωή, νευρωτικές αντιστάσεις, καταθλίψεις και φοβίες, ή αποφυγή των κινδύνων που κάνουν εφικτό τον αόρατο στόχο. Κατά την ωριμότητα και στο μέγιστο της βιολογικής ύπαρξης η ζωή κατευθύνεται χωρίς στάσεις σε ένα σκοπό. Η ζωή αρχίζει να φθίνει με τον ίδιο έντονο και ακαταμάχητο τρόπο. Το τέρμα δεν βρίσκεται πλέον στην κορυφή, αλλά στην κοιλάδα από όπου άρχισε η άνοδος. Η καμπύλη της ζωής μοιάζει με την παραβολή ενός ανύσματος, που διαταράσσεται από την αρχική θέση ηρεμίας, ανυψώνεται και μετά επιστρέφει σε ένα σημείο ανάπαυσης.

Πάντως, η ψυχολογική καμπύλη της ζωής αρνείται να συμφιλιωθεί με αυτό το φυσικό νόμο. Μερικές φορές η ασυμφωνία αρχίζει νωρίς, κατά την περίοδο της αύξησης. Το άνυσμα ανυψώνεται βιολογικά αλλά κατέρχεται ψυχολογικά. Γυρίζουμε πίσω και αγκαλιάζουμε τόσο σφικτά την παιδική μας ηλικία σαν να μη μπορούμε να την αποχωριστούμε. Ακινητοποιούμε τους δείκτες του ρολογιού και φανταζόμαστε πως έτσι θα σταματήσουμε το χρόνο. Όταν τελικά φθάσουμε στην κορυφή με καθυστέρηση, τότε πάλι επιβραδύνουμε – ψυχολογικά – ως το σημείο ανάπαυσης. Αν και βλέπουμε πως γλιστράμε στην άλλη πλευρά, προσκολλούμαστε στην κορυφή που πετύχαμε κάποτε, στρέφοντας το βλέμμα προς τα πίσω. Όπως ακριβώς ο φόβος μας απέτρεπε από τη ζωή, έτσι τώρα εμπνέει ανάλογα συναισθήματα για το θάνατο.

Πολλές φορές παραδεχόμαστε πως ο φόβος για τη ζωή μάς συγκρατούσε στην ανοδική τάση, όμως εξαιτίας αυτής ακριβώς της καθυστέρησης υποστηρίζουμε όλο και πιο πολύ την προσκόλληση στην κορυφή που μόλις αγγίξαμε. Αν και είναι φανερό ότι πέρα από κάθε αντίσταση που προβάλλαμε η ζωή επιβεβαίωσε τον προορισμό της, παρόλα αυτά δεν προσέχουμε και προσπαθούμε να την κρατήσουμε ακίνητη. Τότε η ψυχολογία μας χάνει τη φυσική της βάση. Η συνείδηση παραμένει ξεκρέμαστη, ενώ το παραβολικό άνυσμα βυθίζεται επιταχυνόμενο προς τα κάτω.

Η φυσιολογική ζωή είναι το χώμα που τρέφει την ψυχή. Εκείνος που αποτυγχάνει να εναρμονιστεί με τη ζωή, παραμένει αιωρούμενος, δύσκαμπτος και αυστηρός. Αυτός είναι ο λόγος για το πείσμα που παρουσιάζουν πολλοί άνθρωποι στα γηρατειά τους. Κοιτάζουν πίσω και αγκιστρώνονται στο παρελθόν, με τον κρυφό φόβο του θανάτου στις καρδιές τους. Αποσύρονται από τη ζωή, τουλάχιστον ψυχολογικά, και παραμένουν αδρανείς σαν αναμνηστικές στήλες άλατος, με ζωηρές αναμνήσεις της νιότης αλλά χωρίς ζωντανή σχέση με το παρόν. Από το μέσον της ζωής και μετά, πραγματικά ζωντανός είναι εκείνος που είναι πρόθυμος να πεθάνει γεμάτος ζωή.

Η άρνηση της εκπλήρωσης της ζωής είναι συνώνυμη με την παραδοχή του τέλους της. Και τα δύο σημαίνουν απροθυμία για ζωή, που είναι ταυτόσημη με την απροθυμία για το θάνατο. Η ψυχρότητα και η ωχρότητα φέρνουν τα πραγματικά γηρατειά. Όποτε μπορεί, η συνείδησή μας αρνείται να συμβιβαστεί με αυτή την αναμφισβήτητη αλήθεια. Συνήθως αγκαλιάζουμε το παρελθόν και παραμένουμε προσκολλημένοι στην ψευδαίσθηση της νιότης. Το γήρας δεν είναι καθόλου αγαπητό. Κανείς δεν σκέφτεται ότι η άρνηση της ενηλικίωσης είναι τόσο παράλογη όσο το μην αυξάνεται το μέγεθος των παπουτσιών ενός παιδιού.

Ένας τριαντάρης με παιδικούς τρόπους σίγουρα επισύρει τον οίκτο, αλλά ένας νεανικός εβδομηντάρης δεν είναι υπέροχος; Και όμως, και οι δύο είναι διεστραμμένοι χωρίς προσωπικό ύφος, και αποτελούν ψυχολογικές τερατωδίες. Ένας νέος που δεν αγωνίζεται και δεν κατακτά, έχει χάσει το καλύτερο τμήμα της νιότης του, αλλά και ένας γέρος που δεν γνωρίζει πώς να ακούσει τα μυστικά των ρυακιών που κυλούν από τις κορυφές στις πεδιάδες, δεν προκαλεί αίσθηση. Είναι μια πνευματική μούμια, ένα αυστηρό λείψανο του παρελθόντος. Στέκεται μακριά από τη ζωή, επαναλαμβάνοντας μηχανικά τον εαυτό του μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια.

Η ζωή τελειώνει στο θάνατο όπως ένα τροχιοδεικτικό βλήμα που πετάει προς το στόχο του. Η άνοδος και το ζενίθ της δεν είναι παρά σκαλοπάτια προς αυτό το τέρμα. Αυτή η παράδοξη πρόταση δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα λογικό συμπέρασμα που εξάγεται από το γεγονός πως η ζωή κατευθύνεται προς ένα τέρμα και διακατέχεται από ένα σκοπό. Εγώ δεν πιστεύω ότι γίνομαι σοφιστής. Στο ανοδικό κομμάτι της ζωής προσδίδουμε ένα χαρακτήρα σκοπού και κάποιου τέλους, γιατί όχι και στο καθοδικό; Η γέννηση ενός ανθρώπινου πλάσματος είναι γεμάτη από νόημα, γιατί όχι και ο θάνατος; Για περισσότερα από είκοσι χρόνια ο άνθρωπος μεγαλώνοντας προετοιμάζεται για το απόλυτο ξεδίπλωμα της ατομικής του φύσης. Γιατί να μην ετοιμάζεται και ο ηλικιωμένος ανάλογα με το θάνατό του; Βέβαια, στο ζενίθ της ζωής κάτι κατακτά ο άνθρωπος, Με το θάνατο τι επιτυγχάνει;
Σε αυτό το σημείο δεν θέλω να βγάλω ξαφνικά μια θεωρία από την τσέπη μου και να ζητήσω από τον αναγνώστη να κάνει αυτό που κανείς δεν θα μπορούσε – δηλαδή, να την πιστέψει. Ομολογώ ότι και εγώ ο ίδιος δεν θα μπορούσα να το κάνω ποτέ. Έτσι, δεν μπορώ να πω ότι πρέπει κανείς να πιστέψει το θάνατο σαν δεύτερη γέννηση που οδηγεί στην επιβίωση μετά τον τάφο. Μπορώ όμως να αναφέρω ότι η κοινή γνώμη έχει συγκεκριμένες απόψεις για το θάνατο που εκφράζονται αλάθητα σε όλες τις θρησκείες του κόσμου.  Μπορεί να πει κανείς ότι οι περισσότερες θρησκείες είναι πολύπλοκα συστήματα προετοιμασίας για το θάνατο, τότε ώστε η ζωή – πράγμα που συμφωνεί με την παράδοξη θεωρία μου – πραγματικά πια δεν έχει καμιά σημασία, παρά σαν προετοιμασία για τον τελικό σκοπό της που είναι ο θάνατος.
Από το βιβλίο του Καρλ Γιούνγκ «Ψυχολογία και Απόκρυφο»
via

Η Αρχή, η Αιτία και η Διάνοια του Giordano Bruno

$
0
0


Όταν μιλάμε για τον Θεό σαν πρώτη αρχή και πρώτη αιτία, εννοούμε το ίδιο πράγμα από άλλη άποψη. Όταν μιλάμε για αρχές και αιτίες στη Φύση, μιλάμε για πολλά και διαφορετικά πράγματα από πολλές και διαφορετικές απόψεις. Μιλάμε για τον Θεό σαν πρώτη αρχή, στο βαθμό που όλα τα πράγματα προέρχονται από αυτόν κατά ένα ορισμένο σύστημα, άλλα πριν και άλλα μετά σύμφωνα με τη φύση τους, τη διάρκειά τους ή την αξία τους. Μιλάμε για τον Θεό σαν πρώτη αιτία στο βαθμό που όλα τα πράγματα είναι χωριστά από αυτόν, όπως είναι το αποτέλεσμα από την ικανή αιτία και το πράγμα που παράγεται από αυτό που το παράγει. Και αυτές οι δύο απόψεις διαφέρουν, εφόσον ό,τι προηγείται και είναι πιο πολύτιμο δεν είναι πάντα η αιτία αυτού που έπεται και είναι λιγότερο πολύτιμο. Και ό,τι είναι η αιτία δεν προηγείται πάντα ούτε είναι πιο πολύτιμο από το αιτιατό, όπως είναι φανερό σε κάθε προσεκτικό συζητητή.


Αν κατά καιρούς ο ένας όρος χρησιμοποιείται στη θέση του άλλου, παρόλα αυτά μιλώντας κυριολεκτικά, όλα όσα είναι αρχές δεν είναι πάντα αιτία. Το σημείο είναι η αρχή της γραμμής αλλά όχι η αιτία της. Η στιγμή είναι η αρχή της δραστηριότητας, η θέση από την οποία ξεκινάει κάτι είναι η αρχή της κίνησης, αλλά όχι η αιτία της.  Το σκεπτικό μέρος είναι η αρχή κάθε θέματος αλλά όχι η αιτία του. Έτσι η αρχή είναι γενικότερος όρος από την αιτία. Όσον αφορά την ικανή αιτία, διακηρύσσω ότι η παγκόσμια φυσική ικανή αιτία είναι η παγκόσμια διάνοι, η οποία είναι η πρώτη και κύρια δύναμη της παγκόσμιας ψυχής. Η παγκόσμια ψυχή με τη σειρά της είναι η παγκόσμια μορφή.

Παγκόσμια διάνοια είναι η εσώτατη, η π ιο αληθινή και ουσιαστική δύναμη και το πιο δραστικό μέρος της παγκόσμιας ψυχής. Είναι το ένα και το αυτό πράγμα, που γεμίζει το όλο, φωτίζει το σύμπαν και οδηγεί τη Φύση στη δημιουργία των ειδών της με το σωστό τρόπο. Παίζει τον ίδιο ρόλο στην παραγωγή των φυσικών πραγμάτων, με το ρόλο που παίζει η διάνοιά μας στην παράλληλη δημιουργία λογικών συστημάτων. Οι Πυθαγόρειοι την  ονομάζουν υποκινητή και ταραχοποιό του σύμπαντος και ο Πλάτων την περιγράφει με αυτά τα λόγια: «Ενσταλαγμένος μέσα στα μέλη ο νους, αναταράσσει ολόκληρη τη μάζα και αναμιγνύεται με ολόκληρο το σώμα».

Οι Πλατωνικοί την ονομάζουν παγκόσμιο τεχνίτη. Αυτός ο κτίστης, ισχυρίζονται ότι προέρχεται από τον ανώτερο κόσμο – ο οποίος είναι στην πραγματικότητα ένας – στον αισθητό κόσμο που είναι πολλαπλά διαιρεμένος και πάνω στον οποίο κυβερνάει όχι μόνο η αρμονία αλλά και η συμφωνία, λόγω της διάσπασης σε μέρη. Αυτή η διάνοια, ενσταλάζοντας και φέρνοντας κάτι δικό της στην ύλη ενώ η ίδια παραμένει ήσυχη και ακίνητη, παράγει όλα τα πράγματα. Οι Μάγοι την ονομάζουν εξαιρετικά γόνιμη σε σπόρους ή σπορέα, εφόσον είναι αυτό που γονιμοποιεί την ύλη με κάθε μορφή, και ανάλογα με τον τύπο της και τις καταστάσεις κατορθώνει να τη διαπλάσσει, να τη διαμορφώσει και να την αλλήλο-συσχετίσει σε τόσο θαυμαστά συστήματα ώστε να μη μπορούν να αποδοθούν στην τύχη ή σε κάποια αρχή ανίκανη να διακρίνει και να βάλει τάξη.

Ο Ορφέας ονομάζει αυτή τη διάνοια μάτι του κόσμου, επειδή παρατηρεί και το εσωτερικό και το εξωτερικό όλων των φυσικών πραγμάτων, ώστε όλα τα πράγματα να μπορούν να επιτύχουν τη δημιουργία και τη διατήρηση του εαυτού τους, εσωτερικά και εξωτερικά, στην κατάλληλη συμμετρία. Ο Εμπεδοκλής την ονομάζει  διαφοροποιητική, επειδή δεν κουράζεται ποτέ να ξεδιπλώνει τις μορφές που είναι μπερδεμένες μέσα στους κόλπους της Φύσης, και να διατάσσει τη γέννηση ενός πράγματος από τη διάλυση ενός άλλου. Ο Πλωτίνος την ονομάζει πατέρα και προπάτορα επειδή μοιράζει σπόρους στον αγρό της Φύσης και είναι ο άμεσος διανεμητής των μορφών.

Όσο για εμάς, την ονομάζουμε εσωτερικό τεχνίτη επειδή διαμορφώνει την ύλη και τη διαπλάθει από μέσα, όπως από μέσα ο σπόρος ή η ρίζα ξεπετάγεται και δημιουργείται ο κορμός, από μέσα από τον κορμό ξεπροβάλλουν τα κλαδιά, και από μέσα από τα κλαδιά τα βλαστάρια και μέσα από αυτά ξεδιπλώνονται τα μπουμπούκια, και εκεί μέσα διαμορφώνονται, σχηματίζονται και συνυφαίνονται σαν νεύρα τα φύλλα, τα λουλούδια και τα φρούτα. Όσο για το εσωτερικό, μερικές φορές ο χυμός ανακαλείται από τα φύλλα και τα φρούτα στα βλαστάρια, από τα βλαστάρια στα κλαδιά, από τα κλαδιά στον κορμό και από τον κορμό στη ρίζα. Το ίδιο και με τα ζώα. Το έργο της ξεκινάει από τον αρχικό σπόρο και από το κέντρο της καρδιάς προς τα εξωτερικά μέρη, και από αυτά τελικά συγκεντρώνει πάλι στην καρδιά τις εκτυλισσόμενες δυνάμεις, συνδέοντας κατά κάποιο τρόπο τις ήδη δημιουργημένες κλωστές.

Τώρα, αν πιστεύουμε ότι απαιτείται προμελέτη και διάνοια ακόμη και για τη δημιουργία άψυχων έργων, τα οποία γνωρίζουμε πώς να διαμορφώσουμε στην επιφάνεια της ύλης με μια ορισμένη σειρ ά και μιμητικό αποτέλεσμα – όπως, κόβοντας και σκαλίζοντας ένα κομμάτι ξύλο, δημιουργούμε την εικόνα ενός αλόγου – πόσο ανώτερη πρέπει να θεωρήσουμε αυτή τη δημιουργική διάνοια που από το εσωτερικό της σπερματικής ύλης συγκολλάει τα κόκκαλα, προεκτείνει τους χόνδρους, κοιλαίνει τις αρτηρίες, κάνει τους πόρους να αναπνέουν, συνυφαίνει τις ίνες, εξαπλώνει τα νεύρα  προς διάφορες κατευθύνσεις και διευθετεί το σύνολο με τόσο θαυμαστή κυριότητα; Πόσο ανώτερος τεχνίτης είναι, λέω, αυτός που δεν περιορίζει τον εαυτό του σε ένα και μόνο μέρος της ύλης, αλλά εργάζεται συνεχώς παντού στο σύνολο. 

Υπάρχουν τρία είδη διάνοιας: Η θεία διάνοια που είναι όλα τα πράγματα, η εγκόσμια που κάνει όλα τα πράγματα, και οι επιμέρους διάνοιες που γίνονται όλα τα πράγματα. Γι’ αυτό είναι αναγκαίο να βρίσκουμε ανάμεσα στα άκρα το μέσο που είναι η αληθινή ικανή αιτία, όχι μόνο η εξωτερική αλλά και η εσωτερική, όλων των φυσικών πραγμάτων. Ονομάζω μια αιτία εξωτερική, όταν σαν ικανή δεν διαμορφώνει μέρος των πραγμάτων που συνθέτονται και των πραγμάτων που δημιουργούνται. Ονομάζω μια αιτία εσωτερική, εφόσον δεν λειτουργεί γύρω από την ύλη και έξω από αυτήν, αλλά με τον τρόπο που μόλις περιέγραψα. Έτσι, μια αιτία είναι εξωτερική με το να είναι χωριστή από το ουσιαστικό περιεχόμενο αλλά και την πραγματική ουσία καθεαυτή των αποτελεσμάτων της, και επειδή το ον της δεν μοιάζει με αυτό των πραγμάτων που είναι ικανά να γεννηθούν και να φθαρούν, αν και τα περιέχει. Μια αιτία είναι εσωτερική αναφορικά με τη δράση των δικών της λειτουργιών.

(Πηγή: «Περί της Αιτίας, της Αρχής και του Ενός» (Απόσπασμα από τον δεύτερο διάλογό του Giordano Bruno)
via

Πόσο ελεύθερη είναι η ελεύθερη βούληση;

$
0
0


Όπως έγραψε ο Ουίλιαμ Τζέιμς το 1890, «το γεγονός ότι η ζωή μας φαίνεται συναρπαστική, οφείλεται στην αίσθησή μας ότι αποφασίζουμε για τα πράγματα κάθε στιγμή και ότι τίποτε δεν είναι προαποφασισμένο αναρίθμητα χρόνια πριν». Φυσικοί, νευρολόγοι και μηχανικοί ηλεκτρονικών υπολογιστών συμμετέχουν πλέον στη συζήτηση των επιγόνων του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη περί της ουσίας της ελεύθερης βούλησης, εάν διαθέτουμε ή όχι κι αν όχι γιατί μέχρι πρότινος πιστεύαμε ότι είχαμε. «Πρόκειται για αυταπάτη; Ιδού η απορία», τόνισε ο φιλόσοφος των επιστημών, Μάικλ Σέλμπερσταϊν του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ, προσθέτοντας ότι το δεύτερο ερώτημα είναι εάν η δημόσια συζήτηση του θέματος θα υποδαυλίσει τον πόλεμο των πολιτισμών.

«Εάν οι άνθρωποι σκανδαλίζονται με τη θεωρία της εξέλιξης, πώς θα αντιδράσουν άραγε εάν οι επιστήμονες τους πουν ότι δεν είναι τίποτε περισσότερο από εξελιγμένες σάρκινες μηχανές;» συμπλήρωσε ο κ. Σέλμπερσταϊν.

«Όταν αναρωτιόμαστε εάν η ελεύθερη βούληση είναι αυταπάτη, εισερχόμαστε σε μια άβυσσο. Είναι σαν να κάνουμε βουτιά στον νιχιλισμό και την απογοήτευση», υποστήριξε ο καθηγητής γνωσιολογίας Ντάνιελ Ντένετ.


Τα πάντα είναι πιθανά

Σύμφωνα με τον παραδοσιακό ορισμό του όρου οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες, οι πράξεις των οποίων δεν είναι προκαθορισμένες. Τα πάντα είναι πιθανά. Κάθε επιλογή είναι αβίαστη, αλλά όχι τυχαία. «Αυτό φαντάζει παράλογο. Κάθε φυσικό σύστημα αποδείχθηκε είτε ντετερμινιστικό είτε τυχαίο. Συνεπώς πώς είναι δυνατόν οι ανθρώπινες πράξεις να μην προκαθορίζονται και να μην είναι τυχαίες;» αναρωτιέται ο δρ Σέλμπερσταϊν.

Ορισμένοι φυσικοί όμως υποστηρίζουν ότι η ελεύθερη βούληση αποτελεί προϋπόθεση για την ανακάλυψη θεωριών και τον σχεδιασμό πειραμάτων. Αυτό επιβεβαιώνεται από την κβαντική φυσική, τη θεωρία που θεμελιώνει την πραγματικότητα στην τυχαία εναλλαγή μικροσκοπικών σωματιδίων. «Αυτό αποτελεί σημάδι, όχι απόδειξη ότι διαθέτουμε ελεύθερη βούληση», τονίζει ο Αυστριακός κβαντοφυσικός Αντον Ζίλινγκερ. Όπως έδειξαν τα πειράματα του δρος Λίμπετ του ’70, η λογική συνείδηση ακολουθεί κατά πόδας το ασυνείδητο. Ο άνθρωπος έχει την ψευδαίσθηση ότι έχει αποφασίσει πριν ενεργήσει.

«Βλέπουμε τις δύο κορυφές του παγόβουνου, τη σκέψη και τη δράση, και τις συνδέουμε», τονίζει ο καθηγητής Ψυχολογίας του Χάρβαρντ Νταν Βέγκνερ. Τα περισσότερα όμως συμβαίνουν κάτω από την επιφάνεια. Η λογική συνείδηση συχνά παρασύρεται σε πολλές πράξεις. Η πολλή σκέψη βλάπτει τους αθλητές. Πολλοί συγγραφείς νιώθουν ότι κάποιος τους υπαγορεύει το κείμενο μέσα στο κεφάλι τους.

Ο δρ Ντένετ υποστηρίζει ότι η ελεύθερη βούληση και ο ντετερμινισμός μπορούν να συνυπάρξουν. «Εχουμε τη δύναμη να ασκήσουμε βέτο στις ορέξεις μας και στη συνέχεια βέτο στα βέτο μας. Εχουμε τη δυνατότητα της φαντασίας, μπορούμε να δούμε και να φανταστούμε το μέλλον», υπογραμμίζει ο δρ Βέγκνερ. Υπ’ αυτή την έννοια, η αιτιότητα δεν είναι ο εχθρός, αλλά ο φίλος μας, καθώς μας δίνει τη δυνατότητα να βλέπουμε μπροστά και να σχεδιάζουμε καθιστώντας μας ηθικά άτομα.

Aλλοι φιλόσοφοι διαφωνούν με τον βαθμό και τη φύση αυτής της «ελευθερίας». Η διαφωνία τους έγκειται στο κατά πόσο τα σύνολα πραγμάτων, είτε πρόκειται για ηλεκτρόνια ή ανθρώπους, μπορούν να υπερβούν την καταγωγή τους και να παράγουν νέα φαινόμενα, όπως ο εγκέφαλος, η δημοκρατία και το χρηματιστήριο, τα οποία αναπτύσσονται φυσικά σύμφωνα με τους νόμους της Φυσικής.

The New York Times, Καθημερινή
via
Viewing all 1128 articles
Browse latest View live