Quantcast
Channel: X-Quotes
Viewing all 1128 articles
Browse latest View live

Επιστήμη και Φιλοσοφία

$
0
0


Η σχέση μεταξύ Επιστήμης και Φιλοσοφίας είναι πολύ σημαντική για την ανακάλυψη της φύσης των όντων, για τη γνώση, την περιγραφή και την εκτίμηση της σημασίας τους. Και οι δύο αυτές δραστηριότητες του ανθρώπινου πνεύματος αποτελούν εκδηλώσεις της ίδιας γνωσιολογικής ανάγκης και αλληλοεπηρεάζονται ουσιαστικά. Ας θυμηθούμε τη φράση που υπήρχε στην πύλη της εισόδου της πλατωνικής Ακαδημίας: "Ουδείς αγεωμέτρητος εισείτω".

Η Φιλοσοφία χρειάζεται την αισθητή υποστήριξη της Επιστήμης κι αυτή, με τη σειρά της, χωρίς τη Φιλοσοφία, χάνει σε βάθος, κριτικό πνεύμα και δημιουργική δραστηριότητα. Η φιλοσοφία θα ήταν, λοιπόν, για την επιστήμη, ό,τι η ψυχή για το σώμα ή η μορφή για την ύλη.

Πολλές φορές συγχέεται η Φιλοσοφία της Επιστήμης με την Ιστορία της Επιστήμης. Είναι, όμως, δύο διαφορετικά πεδία, αν και είναι βέβαιο ότι, οποιαδήποτε προσπάθεια φιλοσοφικής προσέγγισης της επιστήμης, αναγκαστικά, θα πρέπει να βασίζεται σε κάποια ιστορική προοπτική σχετικά με την εξέλιξη των ιδεών μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο χωροχρονικό πλαίσιο.

Η Φιλοσοφία της Επιστήμης, όπως και η Φιλοσοφία της Ιστορίας, είναι πάντοτε φιλοσοφία. Και η φιλοσοφία, είτε γίνεται για την επιστήμη, την τέχνη, για την πολιτική, είτε για άλλο πεδίο, χρειάζεται ένα ιστορικό, χρονικό πλαίσιο, ώστε να κατανοηθούν οι αλυσιδωτές σχέσεις αιτιών και αποτελεσμάτων που λαμβάνουν χώρα στην εξέλιξη των ιδεών, σε κάθε πολιτισμική στιγμή της ανθρωπότητας. Αλλά, σ’ αυτή την περίπτωση, η Ιστορία θα είναι ένα στήριγμα, μια επεξηγηματική βοήθεια για την ανάπτυξη της Φιλοσοφίας της Επιστήμης.

«"Η Επιστήμη είναι μια ανακάλυψη των νόμων που συνδέουν τις αιτίες με τα αποτελέσματα, μια μεγαλύτερη γνώση της Φύσης, του Σύμπαντος και του εαυτού μας."
Χόρχε Λιβράγκα


Η Φιλοσοφία της Επιστήμης είναι, λοιπόν, η μελέτη και η γνώση των αρχών και των μεθόδων, των νοητικών δομών και των τύπων σχέσης των γεγονότων, που η επιστήμη γενικά και οι διάφορες επιστήμες ειδικά χρησιμοποιούν για να γνωρίσουν το αντικείμενο της έρευνάς τους, είτε στη φύση και στο σύμπαν, είτε στον άνθρωπο και στις δικές του δραστηριότητες, όπως π.χ. τη γλώσσα, τη λογική, την ιστορία, την κοινωνιολογία ή την ψυχολογία.

Η φιλοσοφική θεμελίωση της επιστήμης επιτρέπει την ορθή εφαρμογή συλλογισμών της επαγωγικής και απαγωγικής σκέψης, την αποτελεσματική χρήση συμβόλων και μαθηματικών τύπων, την πρακτική εφαρμογή υποθέσεων και θεωριών, καθώς και τη συνεκτική δημιουργία δομών για επιστημονικούς νόμους και αρχές, ούτως ώστε να επιτευχθεί μια ικανοποιητική ερμηνεία του κόσμου.

Οι επιστημονικοί νόμοι και αρχές είναι γενικεύσεις των παρατηρήσεων και οι θεωρίες είναι ερμηνείες των νόμων. Αλλά, πολλές φορές, οι θεωρίες προχωρούν πέρα από τα απλά δεδομένα της παρατήρησης, με σκοπό να εξηγήσουν νέες καταστάσεις. Επομένως, δεν προέρχονται απευθείας από την εμπειρία ή το πείραμα, όπως συμβαίνει με τους νόμους. Γι’αυτόν τον λόγο, η θεωρητική γνώση προέρχεται από αλληλεπιδράσεις και πιο πολύπλοκες και ολιστικές αλλαγές σκέψης.

Πρόκειται για μια γνώση που προϋποθέτει, τόσο την ύπαρξη της υποκειμενικότητας του σκεπτόμενου όντος, όσο και την ύπαρξη υποθέσεων και εικασιών. Και είναι εδώ, που η Φιλοσοφία έχει τη μέγιστη, ακόμα και την απαραίτητη, χρησιμότητα. Χρειάζεται, όμως, να τονίσουμε ότι, δεν πρέπει να συγχέονται, ούτε να εξαφανιστούν τα διαχωριστικά όρια μεταξύ της Επιστήμης και της Φιλοσοφίας. Είναι απαραίτητο να υπάρχει, όχι μόνο διάκριση μεταξύ τους και των πεδίων γνώσης τους, αλλά και να μπορούν να συνυπάρχουν με αρμονική συμπληρωματικότητα.

Για να γίνει σεβαστό αυτό, συμβάλλουν οι εξής λόγοι:

Πρώτος: Οι επαναστατικές ανακαλύψεις και εφευρέσεις δεν είναι πάντοτε σύμφωνες με τις φιλοσοφικές θεωρήσεις και προϋποθέσεις από τις οποίες ξεκίνησαν ή υπόκεινται στα αξιολογικά κριτήρια και τις επίσημα αποδεκτές αρχές των φιλοσόφων του κατεστημένου. Όμως, αυτές οι ανακαλύψεις μπορούν, πολλές φορές, να χρησιμεύσουν ως βάση για νέες, ριζικές αναθεωρήσεις στη φιλοσοφία. Επίσης, συμβαίνει και το αντίθετο, όπως λέει ο Κ. Popper: "Από ιστορική άποψη, οι σύγχρονες δυτικές επιστήμες προήλθαν από τις φιλοσοφικές θεωρήσεις των Ελλήνων για τον κόσμο, για την τάξη του κόσμου".

Δεύτερος:Το κοινό μειονέκτημα των σημερινών επιστημών προέρχεται από την έλλειψη φιλοσοφικής σκέψης στη θεώρηση για την έσχατη φύση των πραγμάτων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μια ελαττωματική επιστημονική δραστηριότητα, ανασφαλή και αμφισβητούμενη, εκεί όπου δεν υπάρχει κάποια μορφή φιλοσοφικής μεταφυσικής.

Τρίτος:Η επιστημονική έρευνα προϋποθέτει την ερμηνεία του κόσμου σε μια δεδομένη ιστορική στιγμή, σύμφωνα με κάποιο δεδομένο και γενικώς, αποδεκτό σύστημα ιδεών (το "παράδειγμα"), το οποίο πρέπει να έχει συνοχή, να είναι λογικό και αναγκαίο και να μπορεί να ερμηνεύει κάθε στοιχείο της εμπειρίας. Και αυτό το σύστημα της "εικόνας του κόσμου" είναι φιλοσοφικό.

Τέταρτος:Οι φιλοσοφικές και επιστημονικές έννοιες υπόκεινται σε μεταμόρφωση και προσαρμογή και, επομένως, δεν μπορούν να είναι ούτε "ξεκάθαρες", ούτε και "αποφασιστικές", όπως θα τις ήθελε ο Καρτέσιος ή η "νέα επιστήμη" του Διαφωτισμού και ο μοντέρνος νέο-ορθολογισμός.

Πέμπτος: Στην εξέλιξη του πολιτισμού χρειάζεται δυναμισμός, ένα πνεύμα περιπέτειας που να συσχετίζει τη Φιλοσοφία και την Επιστήμη με τρόπο ώστε, να μπορεί να καλύπτει όλο το φάσμα της ανθρώπινης εμπειρίας και συγχρόνως να εξασφαλίζει την ανεξαρτησία και την ακεραιότητα κάθε επιστήμης ξεχωριστά. Μόνο έτσι θα μπορούν να υπάρχουν συγχρόνως και σε αρμονική συμπληρωματικότητα η εξειδίκευση με την ολιστική διεπιστημονικότητα.

Στην πορεία της Ιστορίας της Επιστήμης και της Φιλοσοφίας μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι, οι επαναστάσεις της ανθρώπινης σκέψης και της προόδου έγιναν, σχεδόν πάντοτε, όταν μεταξύ τους υπήρχε αρμονική σχέση και αλληλεπίδραση, όχι όταν υπήρχε, είτε βίαιη σύγκρουση, είτε ομοιογένεια και μη διαφοροποίηση των πεδίων δράσης τους.

Ένα παράδειγμα των σχέσεων σύγκρουσης βλέπουμε στην ιστορική περίοδο της Μεταρρύθμισης και του Διαφωτισμού μέχρι τον Καντ, στην οποία η Φιλοσοφία, της οποίας το μονοπώλιο είχε η θρησκεία, βρισκόταν σε ανοιχτή διαμάχη με τον νέο επιστημονικό ορίζοντα. Αντίθετα, παράδειγμα των σχέσεων ταύτισης ή έλλειψης κάποιας διαφοροποίησης έχουμε την μεσαιωνική περίοδο στη Δύση ή τη βυζαντινή στην ελληνορωμαϊκή
του Γεωργίου Πλάνα, από την ιστοσελίδα http://www.nea-acropoli-heraklio.gr/
via

Θρησκεία, πίστη και αναζήτηση της ύπαρξης Θεού του Ιμμάνουελ Καντ

$
0
0


Αν ο Ιμμάνουελ Καντ αναγνωρίζεται ως η πιο εμβληματική φυσιογνωμία της φιλοσοφίας των Νέων Χρόνων, τούτο πρωτίστως οφείλεται στο γεγονός ότι μέσα στο έργο του πραγματώνονται δυο θεμελιώδη ιδανικά του νεωτερικού πνεύματος: η καινοτομία και η σύνθεση. Ο Καντ ανατρέπει την φιλοσοφική παράδοση, την ίδια στιγμή όμως καταφέρνει να αναζωογονήσει τις πιο ουσιαστικές της φιλοδοξίες. Τούτα τα χαρακτηριστικά είναι κατ’ εξοχήν παρόντα στην καντιανή φιλοσοφία της θρησκείας.

Συχνά λησμονείται πως κεντρικός στόχος του Καντ στην Κριτική του Καθαρού Λόγου είναι η κριτική της μεταφυσικής. Μόνη πηγή γνώσης για ένα πεπερασμένο έλλογο ον σαν τον άνθρωπο είναι η εμπειρία. Η εμπειρία όμως δεν είναι παθητική “παρατήρηση”, αλλά μια ενεργός δραστηριότητα. Μέσα απ’ αυτή την δραστηριότητα, που ο Καντ ονομάζει “σύνθεση”, το άμορφο δεδομένο των αισθήσεων αποχτά μορφή και εμφανίζεται ως αντικείμενο. Η σύνθεση του αντικειμένου προϋποθέτει έτσι ένα δεδομένο, προερχόμενο από την αίσθηση, καθώς και έναν κανόνα σύνθεσης, προερχόμενο από τη νόηση. Ο Καντ, μεθερμηνεύοντας ριζοσπαστικά τον Αριστοτέλη, χρησιμοποιεί τον όρο “κατηγορίες” για να υποδηλώσει αυτούς τους κανόνες σύνθεσης των αντικειμένων της εμπειρίας. Οι κατηγορίες όχι μόνο καθιστούν δυνατή την εμπειρία, αλλά συγχρόνως της προσδίδουν αναγκαιότητα και καθολικότητα, δηλαδή αντικειμενικότητα. Δίχως αυτή την αντικειμενικότητα, καμία επιστήμη δεν θα ήταν δυνατή.


Ενώ οι κατηγορίες έχουν νόημα μονάχα εντός του πεδίου της εμπειρίας, ως κανόνες σύνθεσης των αντικειμένων της, η μεταφυσική επιχειρεί να τις χρησιμοποιήσει έξω απ’ αυτό το πεδίο, στην προσπάθειά της να φτάσει στο απόλυτο. Το απόλυτο είναι το σημείο όπου λύνονται όλες οι απορίες ή, όπως λέει ο Καντ, “η απάντηση σε όλα τα γιατί”. Ο Καντ παρατηρεί ότι η μεταφυσική δεν είναι μια θεωρία, αλλά μια ανεκρίζωτη ανάγκη, καταδικασμένη όμως να αποτύχει, διότι θεμελιώνεται στην ψευδαίσθηση ότι οι κανόνες σύνθεσης της εμπειρίας μπορούν να εφαρμοστούν σε αυτό που εξ ορισμού βρίσκεται πέρα από κάθε εμπειρία. Πουθενά δεν είναι τόσο ισχυρή τούτη η ψευδαίσθηση, όσο στις διάφορες αποδείξεις της φιλοσοφικής παράδοσης για την ύπαρξη του θεού. Ο Καντ πρώτα δείχνει ότι όλες οι φιλοσοφικές αποδείξεις της ύπαρξης του θεού μπορούν να αναχθούν σε μία, σε αυτήν που ονομάζει οντολογική απόδειξη, κι έπειτα δείχνει ότι η απόδειξη αυτή είναι άκυρη. Είναι αδύνατο για τον άνθρωπο να αποδείξει θεωρητικά την ύπαρξη του Θεού, διότι είναι αδύνατο να συναγάγει την ύπαρξη γενικώς ξεκινώντας από ιδέες και όχι από την εμπειρία. Όμως, αν ο άνθρωπος αδυνατεί να γνωρίσει θεωρητικά την ύπαρξη του θεού, άλλο τόσο αδυνατεί να αποδείξει την ανυπαρξία του. Για τον Καντ, τούτος ο περιορισμός της γνώσης ήταν απαραίτητος, προκειμένου “να αφήσει χώρο στην πίστη”.

Ωστόσο, η φιλοσοφία της θρησκείας του Καντ διαφέρει από τον απλό φιντεϊσμό. Το περί θεού ερώτημα επανεμφανίζεται με μεγαλύτερη ένταση στην ηθική του φιλοσοφία. Ο κόσμος όπως είναι, υποστηρίζει ο Καντ προλαμβάνοντας ολόκληρο τον μετέπειτα μηδενισμό, δεν έχει από μόνος του καμία αξία. Είναι ο άνθρωπος αυτός που αποδίδει αξία στα πράγματα, κάνοντάς τα αντικείμενα της θέλησής του. Όμως ο άνθρωπος, λέει ο Καντ, βρίσκεται αντιμέτωπος με μια απαίτηση προερχόμενη από τον ίδιο του τον εαυτό και η οποία του ζητά να υπερβεί αυτό που έχει αξία μονάχα για τον ίδιο. Εδώ βρίσκεται το μυστήριο της περίφημης κατηγορικής προσταγής. Η κατηγορική προσταγή είναι ένας νόμος που απευθύνει ο ανθρώπινος λόγος στην ανθρώπινη θέληση και ο οποίος ζητά από αυτήν να επιθυμεί αυτό που έχει καθολική αξία ή, όπως το θέτει ο Καντ, αυτό που μπορεί να ισχύσει σαν νόμος για όλα τα έλλογα όντα. Μονάχα η θέληση που επιθυμεί με βάση αυτό το πρόσταγμα είναι μια καλή θέληση. Ολόκληρη η ηθική του Καντ μπορεί να συνοψιστεί στην πρόταση πως τίποτα δεν είναι από μόνο του καλό παρά μόνο μια καλή θέληση.

Η κατηγορική προσταγή αποκαλύπτει στον άνθρωπο την ελευθερία του. Όμως ο άνθρωπος είναι ένα ελεύθερο αλλά πεπερασμένο ον και η θέλησή του δεν καθορίζεται μονάχα από τον λόγο αλλά κι από το αίσθημα. Ο άνθρωπος από τη φύση του αναζητά την ηδονή και σχηματίζει την ιδέα μιας ευτυχίας. Όμως, ο νόμος που ο ίδιος θέτει στον εαυτό του ζητά απ’ αυτόν να αδιαφορήσει για τα κελεύσματα του αισθήματος και να πράξει μονάχα από καθήκον. Ο Καντ αφού δείξει ότι η αρετή και η ευτυχία είναι δυο εντελώς ετερογενή πράγματα θέτει το ερώτημα αν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι η ευτυχία φέρνει τη
ν αρετή ή η αρετή την ευτυχία. Το πρώτο, λέει, είναι απολύτως αδύνατο. Μόνο η θέληση για το αγαθό φέρνει την αρετή, για την ακρίβεια είναι η ίδια η αρετή. Αλλά ούτε και το δεύτερο ισχύει. Ολόκληρη η ιστορία της ανθρωπότητας συνηγορεί για το αντίθετο.

Σε αυτό το σημείο ο Καντ επανέρχεται στο περί θεού ερώτημα. Ο θεός εμφανίζεται σαν εγγυητής της σύνδεσης της αρετής με την ευτυχία. Για τον Καντ ο άνθρωπος δεν γνωρίζει την ύπαρξη του θεού, την θέλει. Είναι ο ίδιος ο ηθικός νόμος που ζητά να θεωρήσει την ευτυχία σαν προϊόν της αρετής και που απαιτεί την ύπαρξη ενός θεού ο οποίος θα κατανείμει την ευτυχία σε αναλογία με την αρετή. Την πιο αυστηρή κριτική στην ηθική θεολογία του Καντ την απηύθηνε ο γερμανικός ιδεαλισμός. Ο Σέλινγκ επιτίθεται στην απαίτηση ενός θεού εγγυητή της ευτυχίας. Η ηθική πράξη, λέει ο Σέλινγκ, δεν απαιτεί διόλου την ύπαρξη ενός θεού. Ο άνθρωπος οφείλει να πράξει το καθήκον του δίχως οποιαδήποτε ελπίδα για το μέλλον. Μέσα από μια ανάλυση της ελληνικής τραγωδίας, ο Σέλινγκ υποστηρίζει πως το μεγαλείο του προορισμού του ανθρώπου αναδεικνύεται μέσα στην τραγικότητα, στο ηθικό σθένος που ανθίσταται μες στην απόγνωση.

Η Θρησκεία εντός των ορίων του λόγου και μόνο είναι ένα αριστούργημα απ’ όλες τις απόψεις. Ο καλύτερος τρόπος να δει κανείς τη θεωρία του Καντ για το ριζικό κακό είναι σαν μια σαρωτική κριτική του ηθικού πλατωνισμού. Η ρίζα της κακίας στην ανθρώπινη θέληση δεν βρίσκεται στην αισθητή, σαρκική φύση του ανθρώπου. Για την κακία της θέλησής του είναι ο ίδιος ο άνθρωπος υπεύθυνος κατά την χρήση της ελευθερίας του. Η ρίζα του κακού βρίσκεται σε ένα ψέμα που λέει ο άνθρωπος στον εαυτό του, με το οποίο πείθεται ότι δικαιούται να εξαιρεθεί, αυτός μόνο, από τον ηθικό νόμο. Η θρησκευτική δεισιδαιμονία συνιστά το απόγειο της ανθρώπινης φιλαυτίας. Το μόνο που δικαιούται να ζητήσει απ’ το θεό ο άνθρωπος, υποστηρίζει ο Καντ, είναι τη δύναμη για μια μεταστροφή της καρδιάς του. Όμως ο Καντ, αποστασιοποιούμενος από την λουθηρανική θέση, υποστηρίζει πως είναι η θέληση για την αρετή που μπορεί να φέρει τη χάρη, κι όχι το ανάποδο.
Πηγή: Κώστας Ανδρουλιδάκης Καθημερινή
via

Περιβάλλον και Βιοηθική

$
0
0


Ο όρος βιοηθική, ένας όρος που αναφέρεται συχνά και μας απασχολεί όλο και περισσότερο, έχει διπλήετυμολογική προέλευση για να υποδηλώσει τα δύο συστατικά του: την βιολογική γνώση, αφ’ενός, και τις ανθρώπινες αξίες, αφ’ετέρου, αναδεικνύοντας έτσι τον δεσμό μεταξύ του ανθρώπου και της Φύσης. Είναι μία ηθική που υπαγορεύει την συνετή χρήση του Φυσικού κόσμου για την διατήρηση της ανθρώπινης ζωής.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η επιβίωση και η επιτυχία μας ως είδους, στηρίζεται, εν πολλοίς, στην εξελικτική ανάπτυξη ηθικών συστημάτων για την βελτιστοποίηση μεταξύ των δύο αλληλοσυγκρουόμενων συστατικών της ύπαρξής μας, δηλαδή, αφ’ενός, της συνεργασιμότητας, που απαιτείται στα κοινωνικά όντα και της ατομικότητας και ανταγωνιστικότητας, αφ’ετέρου, που είναι απαραίτητα για την επιβίωση του ατόμου και το πέρασμα των γονιδίων του στην επόμενη γενεά.


Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά.

Το ανθρώπινο είδος κατά το μέγιστο χρονικό διάστημα της ύπαρξής του κατείχε μία ασήμαντη και σχετικά ευάλωτη θέση μέσα στο γήινο οικοσύστημα. Ο συνολικός ανθρώπινος πληθυσμός παρέμενε μικρός και, σχετικά, σταθερός, καταφέρνοντας μόλις να επιβιώνει χάρις στον υψηλό ρυθμό γεννήσεων που εξισορροπούσε τον υψηλό ρυθμό θανάτων, κυρίως, λόγω λοιμωδών νοσημάτων, έλλειψης τροφής ή φυσικών καταστροφών.

Ο μικρός ανθρώπινος πληθυσμός με τις πολύ περιορισμένες δυνατότητές του, εσήμαινε ότι οι ανθρώπινες δραστηριότητες είχαν μικρές μόνον και ανεπαίσθητες επιπτώσεις στο Περιβάλλον. Αναπτύχθηκε έτσι, ως αξία, η ελευθερία του ανθρώπου έναντι του Περιβάλλοντος και το δικαίωμα του να το χρησιμοποιεί ανεξέλεγκτα. Μπορούσε να εκμεταλλεύεται τη θάλασσα, τον αέρα, το έδαφος, όπως ήθελε, χωρίς κανένα περιορισμό. Η θεώρηση αυτή ενσωματώθηκε και σε διάφορες θρησκευτικές αντιλήψεις και ο άνθρωπος θεώρησε τον εαυτόν του ως το κέντρο ενός σύμπαντος που δημιουργήθηκε προς χάριν του. Με την αποδοχή των ιδεών του Κοπέρνικου, τον 16οαιώνα, και την βαθμιαία πρόοδο των επιστημονικών μας γνώσεων, η θεώρηση της θέσης του ανθρώπου στον Φυσικό Κόσμο άλλαξε. Ο άνθρωπος από κέντρο του Σύμπαντος έγινε, απλώς, ο κάτοικος ενός μικρού πλανήτου, που αποτελεί "ασήμαντο" μέρος ενός πολύ μεγαλύτερου Σύμπαντος, το οποίο υπακούει σε αμετάβλητους φυσικούς νόμους. Η δομή του Σύμπαντος και η τάξη, που επικρατεί σ’αυτό, καθορίζονται από φυσικούς νόμους, που περιγράφουν τις ιδιότητες της ύλης και καθορίζουν τις αλληλοεπιδράσεις των στοιχείων του, αποτελώντας, έτσι, ένα κλειστό σύστημα αρχών.

Η νέα αυτή θεώρηση της θέσης του ανθρώπου στο Σύμπαν, συνοδεύτηκε από την βαθμιαία ανάπτυξη μίας ηθικής, που θεωρεί τη Φύση σαν την αναγκαία αλλά και επαρκή συνθήκη, και που στηρίχθηκε σε μία νέα πηγή πίστης -την πίστη στην προκαθορισμένη αρμονία της Φύσης και την πορείας των φυσικών φαινομένων, όπως αυτά καθορίζονται από τους φυσικούς νόμους. Το ηθικό αυτό σύστημα δέχεται την προτεραιότητατων φυσικών νόμων και των δομών, που προκύπτουν από την αδιατάρακτη πορεία των φυσικών φαινομένων. Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, η μοναδικότητα του ανθρώπου έγκειται, μόνο, στο γεγονός ότι έχει συνείδηση των φυσικών νόμων, όχι όμως και δικαίωμα παρέμβασης στη Φυσική τάξη.

Ο ανθρώπινος πολιτισμός και η ανθρώπινη συμπεριφορά, εντούτοις, έρχονται σε σύγκρουση με την παραπάνω θεώρηση γιατί αποτελούν μία συνεχή προσπάθεια παρέμβασης στην πορεία των φυσικών φαινομένων. Μέχρι πρόσφατα, όμως, οι δυνατότητες της τεχνολογίας μας ήταν περιορισμένες και τα αποτελέσματα των επεμβάσεων του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον, όχι πολύ εμφανή. Όπου οι επεμβάσεις μας έφερναν στην επιφάνεια την σύγκρουση με την ηθική της Φυσικής τάξης παρακάμπταμε το πρόβλημα, θεωρώντας ότι οι επεμβάσεις μας αποσκοπούσαν, όχι στην διατάραξη της Φυσικής Τάξης αλλά τάχα στην αποκατάστασή της. Έτσι, η ηθική της Φυσικής τάξης διατηρήθηκε, παρ’όλες τις αντιφάσεις που δημιουργούσε, μέχρι τις μέρες μας.

Η εκρηκτική, όμως, ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, κυρίως κατά την διάρκεια του αιώνα που κλείνει, έδειξε την ανεπάρκεια της "Ηθικής της Φυσικής Τάξης". Ο άνθρωπος κατέστη "γεωφυσική" δύναμη επιφέροντας μεταβολές στο κλίμα, την πανίδα και την χλωρίδα που μέχρι πρόσφατα μόνο μεγάλες γεωλογικές μεταβολές μπορούσαν να προκαλέσουν.

Οι δραστηριότητές μας επηρεάζουν πλέον δραστικά το Περιβάλλον, πολλές φορές κατά τρόπο ανεπανόρθωτο. Στην προσπάθειά μας να παραγάγουμε υλ
ικά αγαθά για την βελτίωση του βιωτικού μας επιπέδου, έχομε αρχίσει να στερούμε τον εαυτόν μας από μερικές θεμελιώδεις προϋποθέσεις ζωής, όπως ο καθαρός αέρας, το καθαρό νερό, οι ανοικτοί φυσικοί χώροι, οι ευκαιρίες απόλαυσης της φυσικής ομορφιάς κ.ά. Με την σημερινή μας συμπεριφορά υποβαθμίζομε το γήϊνο Περιβάλλον αποδομώντας το υποστηρικτικό μας σύστημα, ένα σύστημα του οποίου την πολυπλοκότητα δεν είμαστε σε θέση να κατανοήσομε και κατά μείζονα λόγο να το αντικαταστήσομε. Δημιουργείται, λοιπόν, η ανάγκη να αναθεωρηθούν οι αξίες που είχαν αναπτυχθεί όταν οι ανθρώπινες δραστηριότητες ήταν ανεπαίσθητες για το κοινό μας Περιβάλλον.

Η ανθρώπινη συμπεριφορά, όμως, όπως εξελικτικά έχει διαμορφωθεί κατά το μεγαλύτερο διάστημα από την εμφάνιση του ανθρώπινου είδους, έχει χαρακτηριστικά που δεν κάνουν εύκολη την αντιμετώπιση των σχέσεών μας με το Περιβάλλον. Έτσι, εξακολουθούμε να διατηρούμε μία επιθετικά καταστροφική προσέγγιση προς τις γήινες πλουτοπαραγωγικές πηγές, έχομε ισχυρά ανεπτυγμένο το αίσθημα του προσωπικού χώρου, πολύ πέραν του ελάχιστου απαιτούμενου και τείνουμε στην μεγιστοποίηση της κτήσης υλικών αγαθών. Η συμπεριφορά μας είναι εγωιστική, το ενδιαφέρον μας και οι φροντίδες μας εστιάζονται, πρωτίστως, στην οικογένεια και το άμεσο Περιβάλλον μας. Η ικανότητά μας για μελλοντικό σχεδιασμό εξαντλείται σε μία ή δύο γενεές. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορεί να ήσαν πλεονεκτικά για το ανθρώπινο είδος στο παρελθόν, σήμερα όμως αποτελούν τροχοπέδη στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που αντιμετωπίζομε σε σχέση με το Περιβάλλον. Επί πλέον, η χρονική κλίμακα έχει δραστικά συσταλεί τόσο όσον αφορά την αύξηση του ανθρώπινου πληθυσμού, όσο και την εκθετική ανάπτυξη της τεχνολογίας. Η ανάπτυξη αυτή έχει εξουδετερώσει πολλούς από τους παράγοντες που προκαλούσαν υψηλό ρυθμό θανάτων και ήσαν υπεύθυνοι για την σταθερότητα του ανθρώπινου πληθυσμού με αποτέλεσμα μεγάλη αύξηση του πληθυσμού. Ο ανθρώπινος πληθυσμός έχει διπλασιασθεί τα τελευταία πενήντα χρόνια. Έτσι η απειλή για την γήινη βιόσφαιρα είναι διττή: αφ’ενός η κατάχρηση της εκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών με ανεπανόρθωτες βλάβες του Περιβάλλοντος, κατάχρηση για την οποία είναι ένοχες οι ανεπτυγμένες χώρες και, αφ’ετέρου, ο υψηλός ρυθμός αύξησης του ανθρωπίνου πληθυσμού για τον οποίον υπεύθυνες είναι, κυρίως, οι ολιγώτερον ανεπτυγμένες χώρες.

Είναι βέβαιο ότι και τα δύο αυτά φαινόμενα δεν μπορούν να συνεχίζονται επ’άπειρον. Μοιραίως θα επέλθει ισορροπία. Το ερώτημα είναι πώς; Ιστορικά η ισορροπία επετυγχάνετο λόγω πολέμων, πείνας και επιδημιών. Ο σημερινός άνθρωπος μπορεί να επιτύχει την αναγκαία ισορροπία με λιγότερο τραυματικούς τρόπους;Μπορούμε, δηλαδή, να συνειδητοποιήσουμε εγκαίρωςτους κινδύνους και να υιοθετήσουμε συμπεριφορές που θα εξασφαλίζουν την μακροχρόνια επιβίωσή μας ως είδους;

Τα προβλήματα είναι πολλά και σχετίζονται τόσο με την ανθρώπινη συμπεριφορά όσο και με εγγενείς δυσκολίες στην διαπίστωσή τους, π.χ.

α. Στις επιδράσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο περιβάλλον υπάρχει μία μακριά αλυσίδα φαινομένων, που έχουν σχέση αιτίου-αιτιατού, αλλά δεν είναι, συχνά, εμφανές ποια είναι η αρχική αιτία και ποιο το τελικό αποτέλεσμα.

β. Οι ελλιπείς πληροφορίες οδηγούν σε σύγχυση ή ακόμη χειρότερα, τροφοδοτούν την παραπληροφόρηση ή και την προπαγάνδα υπέρ της μίας ή της άλλης άποψης ανάλογα με κοντόφθαλμα συμφέροντα και εμποδίζουν τη λήψη μέτρων (π.χ. Γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς).

γ. Οι περιβαλλοντικές μεταβολές είναι βραδείες, χωρίς κανονικότητα ή υποβόσκουσες ώστε να μην γίνονται εύκολα αντιληπτές από τον ανθρώπινο εγκέφαλο.

δ. Ο χρονικός και ο τοπικός παράγων που υπεισέρχεται πολλές φορές στην ανάλυση οφέλους/κόστους για τις διάφορες επεμβάσεις μας στο Περιβάλλον κάνει την ανάλυση αυτή πολύ προβληματική. Π.χ. το όφελος και το κόστος μπορεί να κατανέμονται σε διαφορετικές γενεές ή ακόμη το όφελος να αφορά διαφορετικό πληθυσμό από αυτόν που χρεώνεται το κόστος. Έτσι, πολλές φορές τα προβλήματα αντιμετωπίζονται όχι ορθολογικά αλλά με την πολιτική ισχύ οργανωμένων ομάδων συμφερόντων.

Πέραν, όμως, αυτών των "τεχνικών" δυσκολιών υπάρχουν προβλήματα που απορρέουν από το σύστημα αξιών μας. Μία βασική αξία μας είναι η ελευθερία ανάπτυξης του ατόμου. Εντούτοις, υπό συνθήκες όπου ο πληθυσμός ξεπερνάει την "φέρουσα ικανότητα" του Περιβάλλοντος οδηγούμεθα, κατ’ ανάγκη, σε περιορισμό αυτής της ελε
υθερίας. Όταν οι πόροι σπανίζουν και αρχίζουν να εξαντλούνται, εγωκεντρικές συμπεριφορές δεν είναι αδιάφορες αλλά προκαλούν κόστος σ’ όλα τα μέλη της ομάδας και, συνεπώς, δημιουργούν συνθήκες επιβολής περιορισμών. Ετσι, βαθμιαία δεχόμαστε πριορισμό στην ελευθερία των θαλασσών και της αλιείας, στην ελευθερία χρησιμοποίησης της ατμόσφαιρας για εναπόθεση αερίων απορριμμάτων, στην χρήση του χώρου για στάθμευση κλπ. Ακόμη δυσκολότερη είναι η αντιμετώπιση του δευτέρου σκέλους του προβλήματος, δηλαδή ο περιορισμός των γεννήσεων. Το δικαίωμα στην αναπαραγωγή είναι βασικό και οποιαδήποτε προσπάθεια επιβολής περιορισμών δεν γίνεται εύκολα ανεκτή. Να θυμίσω την περίπτωση της Ινδίας όπου η προσπάθεια την Indira Gandhi να επιβάλει υποχρεωτικό περιορισμό των γεννήσεων συνέβαλε στην ανατροπή της. Το πληθυσμιακό πρόβλημα δεν επιδέχεται "τεχνική λύση" (και με τον όρο "τεχνική λύση" εννοώ αλλαγές που μπορούν να γίνουν με τις τεχνικές των φυσικών επιστημών), αλλά απαιτεί ανάπτυξη μιας νέας ηθικής που προϋποθέτει αναθεώρηση των αντιλήψεών μας για τη θέση του ανθρώπου σε σχέση με τον υπόλοιπο γήινο κόσμο. Ίσως, ένας λόγος για τη δυσκολία διαμόρφωσης ηθικών κανόνων που να αντιμετωπίζουν τη νέα πραγματικότητα είναι το γεγονός ότι οι φιλόσοφοι μέχρι τώρα δεν έχουν εξοικειωθεί με την αριθμητική ανάλυση περιοριζόμενοι μόνον σε λεκτικές, ποιοτικές προσεγγίσεις.

Ένα ακόμη ερώτημα που εγείρουν τα προβλήματα του Περιβάλλοντος είναι το θέμα των υποχρεώσεών μας προς τις μελλοντικές γενεές. Μπορούμε, δηλαδή, να αυξανόμεθα και να χρησιμοποιούμε ανεξέλεγκτα μη ανανεώσιμες πλουτοπαραγωγικές πηγές εξαντλώντας τες και αδιαφορώντας για τις μελλοντικές γενεές; Το ερώτημα γίνεται ακόμη πολυπλοκώτερο εάν λάβομε υπ’όψη το γεγονός ότι μπορούμε να επηρεάσομε το μέγεθος των μελλοντικών γενεών μέσω της πληθυσμιακής πολιτικής μας.

Στην προσέγγιση του προβλήματος του υπερπληθυσμού υποβόσκει και το φιλοσοφικό ερώτημα όχι μόνο του ποιο είναι το βέλτιστο μέγεθος του πληθυσμού, αλλά και ποιο είναι το αποδεκτό βιοτικό του επίπεδο. Τα δύο αυτά ερωτήματα είναι αλληλένδετα. Για να απαντήσομε στο ερώτημα εάν υπάρχει υπερπληθυσμός, πρέπει πρώτα να συμφωνήσομε στο επιθυμητό επίπεδο ζωής.είναι αυτό των Η.Π.Α. και της Δ. Ευρώπης, ή της Ν. Αμερικής, ή της Αφρικής;

Τέλος, και εάν ακόμη συμφωνήσομε στην ανάγκη επιβολής περιορισμών τόσο στην αναπαραγωγική συμπεριφορά όσον στην περιβαλλοντική συμπεριφορά, το ερώτημα είναι μέχρι ποίου σημείου μπορούν και πρέπει να φθάσουν αυτοί οι περιορισμοί;

Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι για την αντιμετώπιση της Περιβαλλοντικής κρίσης απαιτείται αναθεώρηση των απόψεών μας για τη θέση του ανθρώπου στον Φυσικό κόσμο. Το εάν αυτή η αναθεώρηση μπορεί να οδηγήσει εγκαίρωςστην τροποποίηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς ώστε να εξασφαλισθεί η μακροχρόνια επιβίωση του ανθρώπινου είδους δεν μπορούμε να το γνωρίζομε. Γνωρίζομε, βέβαια, ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά έχει μεγάλη προσαρμοστικότητα. Το παράδειγμα των ανεπτυγμένων χωρών οι οποίες έχουν σταθεροποιήσει το μέγεθος του πληθυσμού τους, αποτελεί παρήγορο σημείο, παρ’όλο που η τροποποίηση της συμπεριφοράς δεν επεκτείνεται, προς το παρόν, και στην συνετή χρήση του Περιβάλλοντος.

Αισιόδοξη, επίσης, είναι η περίπτωση της Κίνας, όπου η πολιτική περιορισμού των γεννήσεων την δεκαετία του 70, είχε ως αποτέλεσμα την πτώση του ρυθμού γέννησης από 5.93 γεννήσεις ανά γυναίκα σε 2.66, εντυπωσιακό πράγματι αποτέλεσμα. Δεν πρέπει, όμως, να λησμονούμε ότι το αποτέλεσμα αυτό πραγματοποιήθηκε υπό καθεστώς αυταρχικό. Η αμφιβολία πολλών είναι το εάν η έγκαιρη αντιμετώπιση των όλο και περισσότερο πιεστικών προβλημάτων στην σχέση ανθρώπου-Περιβάλλοντος μπορεί να γίνει υπό συνθήκες ελευθερίας και συναίνεσης ή θα πρέπει, κατ’ανάγκην, να οδηγηθούμε σε απολυταρχικές λύσεις;

Ο μόνος τρόπος τροποποίησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς υπό συνθήκες ελευθερίας είναι η παιδεία. Είναι, όμως, μία διαδικασία αργή, που χρειάζεται προϋποθέσεις που, όμως, δεν υπάρχουν εκεί όπου το πρόβλημα είναι οξύτερο, δηλαδή στις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες.

Συγγραφέας:

Γεώργιος Μ. Μανιάτης Καθηγητής Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών
via

Για λύσεις στα προβλήματα… κοιμηθείτε

$
0
0


Στη φάση RΕΜ ο εγκέφαλος περνάει σε έναν τύπο δραστηριότητας η οποία βοηθάει τον σχηματισμό νευρικών συνάψεων

O ύπνος νωρίς το πρωί, οπότε και έχουμε τα περισσότερα όνειρα, αποτελεί την καλύτερη «συνταγή» για την επίλυση προβλημάτων που μας ταλανίζουν και στα οποία δεν μπορούμε να βρούμε απάντηση με τα… μάτια ανοιχτά. Η νέα αυτή ανακάλυψη, που ανήκει σε ειδικούς του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια στο Σαν Ντιέγκο, μπορεί να εξηγήσει τις αναφορές που έχουν κάνει κατά καιρούς πολύ διάσημοι διανοούμενοι σχετικά με το ότι μπόρεσαν να βρουν τη λύση σε ζητήματα που τους απασχολούσαν μόνο ύστερα από έναν καλό νυχτερινό ύπνο.

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι η αποκαλούμενη φάση RΕΜ του ύπνου, όταν ο εγκέφαλος αρχίζει να δραστηριοποιείται κατά τις πρώτες πρωινές ώρες και τα μάτια τρεμοπαίζουν κάτω από τα κλειστά βλέφαρα, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην υποσυνείδητη επίλυση προβλημάτων. Κατά τη διάρκεια του ύπνου RΕΜ, ο οποίος αφορά περίπου το ένα τέταρτο του συνολικού χρόνου που περνάμε κοιμισμένοι τη νύχτα, εμφανίζονται συνήθως τα όνειρα.

Οπως αναφέρουν οι αμερικανοί ερευνητές στην επιθεώρηση «Ρroceedings of the Νational Αcademy of Sciences», έπειτα από τεστ τα οποία διεξήγαγαν σε 80 άτομα ανακάλυψαν ότι ο ύπνος RΕΜ αυξάνει τις πιθανότητες επίλυσης ενός νέου προβλήματος. Και αυτό διότι, όπως εκτιμούν, κατά τη διάρκεια αυτής της φάσης του ύπνου ο εγκέφαλος περνάει σε έναν διαφορετικό τύπο νευρικής δραστηριότητας, η οποία ενθαρρύνει τον σχηματισμό νέων νευρικών συνάψεων.
via

«Φυσική» η συνείδηση και η ηθική στον ανθρώπινο εγκέφαλο

$
0
0


Επιστήμονες του Ινστιτούτου Εγκεφαλικών Ερευνών ισχυρίζονται πως επιβεβαίωσαν την ύπαρξη της ηθικής συνείδησης στον ανθρώπινο εγκέφαλο.


Όλοι οι άνθρωποι έχουν ηθική και συνείδηση, σύμφωνα με έρευνα Ρώσων επιστημόνων του Ινστιτούτου Εγκεφαλικών Ερευνών, οι οποίοι οδηγήθηκαν στο συμπέρασμα αυτό ενώ διεξήγαγαν έρευνα πάνω στην εγκεφαλική διαδικασία του «ψεύδεσθαι». Όπως φάνηκε, ο εγκέφαλος «διαμαρτύρεται» όταν κάποιος λέει ψέματα, παρουσιάζοντας μια αντίδραση η οποία μπορεί να φανεί στους υπολογιστές και τα μέσα των παρατηρητών.

Κατά τη μελέτη, δεν υπάρχουν «ανήθικοι» άνθρωποι, καθώς όλοι έχουν αυτό που θα αποκαλούσαμε ως συνείδηση: το να πει κάποιος ψέματα κάνει τον εγκέφαλο να αντιδράσει, επομένως- συμπέραναν οι ερευνητές- η εν λόγω διαδικασία είναι αφύσικη/ εξαναγκασμένη για την ανθρώπινη φύση.


«Το τεστ έχει ως εξής: κάποιος βλέπει βέλη που δείχνουν προς τα πάνω και προς τα κάτω σε μια οθόνη και μετά καλείται να παίξει ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι. Το μόνο πράγμα που έχει να κάνει είναι να λέει ψέματα: να λέει ότι ένα βελάκι δείχνει προς τα κάτω όταν στην πραγματικότητα δείχνει προς τα πάνω και το αντίθετο…έχουμε τη δυνατότητα να παρατηρήσουμε τις εγκεφαλικές αντιδράσεις όταν κάποιος λέει την αλήθεια ή όταν λέει ψέματα. Αλλά μπορούμε επίσης να συγκρίνουμε και τις προθέσεις του υπό εξέτασιν ατόμου, αν σκοπεύει να πει ψέματα ή να πει την αλήθεια. Ακόμα και αν κάποιος απλά προτίθεται να πει ψέματα, (χωρίς να το έχει κάνει ακόμα), ο εγκέφαλός του αρχίζει να ‘διαμαρτύρεται’ πριν το κάνει. Εκείνη είναι η στιγμή που ‘ξυπνάει’ η συνείδηση» είπε ο Μαξίμ Κιρέεφ, ένα από τα μέλη της ομάδας που διεξήγαγε την έρευνα.

Κατά το Σβιατοσλάβ Μεντβέντεφ, διευθυντή του Κέντρου Εγκεφαλικής Έρευνας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών: «Υπάρχει ένας μηχανισμός στον εγκέφαλό μας, ο οποίος μας ενημερώνει πως έχουμε κάνει κάτι λάθος. Ο μηχανισμός αυτός είναι που προκαλεί το φαινόμενο που θα χαρακτηρίζαμε ως συμπόνια – το οποίο φαινόμενο και είναι ο βασικός λόγος που πολλοί άνθρωποι δεν βλέπουν ευμενώς την ύπαρξη συνείδησης – για αυτό και είναι πολλοί αυτοί που προσπαθούν να απαλλαγούν από αυτήν. Και ο πιο δημοφιλής και εύκολος τρόπος να απαλλαγεί κάποιος από τη συνείδησή του είναι να το κάνει μέσω της κατανάλωσης αλκοόλ».
via

Η ανάπτυξη των φιλοσοφικών ιδεών από την εποχή του Καρτέσιου σε σύγκριση με τη νέα κατάσταση στην κβαντική θεωρία

$
0
0


Στα δύο χιλιάδες χρόνια που ακολούθησαν το μεσουράνημα της ελληνικής επιστήμης και παιδείας, τον πέμπτο και τέταρτο αιώνα π.Χ., το ανθρώπινο πνεύμα απασχολήθηκε σε μεγάλο βαθμό με προβλήματα διαφορετικού είδους από εκείνα της προηγουμένης περιόδου. Τους πρώτους αιώνες της ελληνικής παιδείας η ισχυρότερη ώθηση είχε προέλθει από την άμεση πραγματικότητα του κόσμου, στον οποίο ζούμε και τον οποίο αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας. Η πραγματικότητα αύτη ήταν γεμάτη ζωή και δεν υπήρχε κανένας σοβαρός λόγος να τονιστεί ή διάκριση ανάμεσα στην ύλη και το πνεύμα ή στο σώμα και την ψυχή.

Στη φιλοσοφία όμως τού Πλάτωνα παρατηρεί κιόλας κανείς πως αρχίζει να γίνεται ισχυρότερη μία άλλη πραγματικότητα. Στην περίφημη παρομοίωση της σπηλιάς ο Πλάτωνας συγκρίνει τους ανθρώπους με φυλακισμένους, που είναι δεμένοι μέσα σε μια σπηλιά, και μπορούν να βλέπουν προς μία μόνο κατεύθυνση. Έχουν από πίσω τους μία φωτιά και βλέπουν σ’ ένα τοίχο τις σκιές τους καθώς και τις σκιές των αντικειμένων που είναι πίσω τους. Επειδή δεν βλέπουν τίποτε άλλο από τις σκιές, νομίζουν πως οι σκιές αυτές είναι πραγματικές και δεν έχουν ιδέα για τα αντικείμενα. Τελικά, ένας από τους φυλακισμένους δραπετεύει και βγαίνει από τη σπηλιά στο φως του ήλιου. Για πρώτη φορά βλέπει αληθινά πράγματα και αντιλαμβάνεται πως μέχρι τότε τον εξαπατούσαν οι σκιές. Για πρώτη φορά μαθαίνει την αλήθεια και συλλογιέται μονάχα με λύπη τη μακρόχρονη ζωή του μέσα στο σκοτάδι.


Ο αληθινός φιλόσοφος είναι ο φυλακισμένος που δραπέτευσε από τη σπηλιά στο φως της αλήθειας, είναι ο μόνος που κατέχει την πραγματική γνώση. Αυτή ή άμεση συνάφεια με την αλήθεια ή, πως μπορούμε να πούμε κατά τη χριστιανική αντίληψη, με το θεό είναι ή καινούργια πραγματικότητα, που άρχισε να γίνεται ισχυρότερη από την πραγματικότητα του κόσμου, πως τον αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας. Ή άμεση επαφή με το θεό γίνεται μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, χι στον κόσμο, και αυτό ήταν το πρόβλημα που απασχόλησε την ανθρώπινη σκέψη περισσότερο από κάθε άλλο πράγμα στα δυο χιλιάδες χρόνια μετά τον Πλάτωνα.

Αυτή την περίοδο τα μάτια των φιλοσόφων ήταν στραμμένα προς την ανθρώπινη ψυχή και στη σχέση της με το θεό, στα προβλήματα της ηθικής και στην ερμηνεία της αποκάλυψης, άλλα όχι προς τον εξωτερικό κόσμο. Μόνο την εποχή της ιταλικής Αναγέννησης παρατηρείται και πάλι μία βαθμιαία μεταβολή του ανθρώπινου πνεύματος, η οποία τελικά είχε σαν αποτέλεσμα μιαν αναγέννηση του ενδιαφέροντος για τη φύση.

Η ανάπτυξη των φιλοσοφικών ιδεών που ήταν στενά δεμένες με τις θεμελιακές έννοιες της επιστήμης είχε προηγηθεί μεν, άλλα και συνόδεψε τη μεγάλη εξέλιξη των φυσικών επιστημών που άρχισε το δέκατο έκτο καώ δέκατο έβδομο αιώνα. Γι αυτό το λόγο μπορεί να είναι ωφέλιμο να σχολιάσουμε τις ιδέες αυτές από τη θέση που τελικά έφτασε στον καιρό μας η σύγχρονη επιστήμη.

Ο πρώτος μεγάλος φιλόσοφος αυτής της νέας περιόδου της επιστήμης ήταν ο Καρτέσιος, ο οποίος έζησε στο πρώτο μισό του δεκάτου εβδόμου αιώνα. Εκείνες από τις ιδέες του, που είναι οι πιο σπουδαίες για την ανάπτυξη του επιστημονικού τρόπου σκέψης, περιέχονται στο έργο του "Λόγος περί Μεθόδου". Στηριζόμενος στην αμφιβολία και το λογικό συλλογισμό προσπαθεί να βρει μία εντελώς καινούργια και, πως πιστεύει, στερεή βάση για ένα φιλοσοφικό σύστημα. Δεν δέχεται την αποκάλυψη σαν τέτοια βάση ούτε θέλει να παραδεχτεί χωρίς κριτική ό,τι αντιλαμβάνεται με τις αισθήσεις του. Έτσι αρχίζει με τη μέθοδο του της αμφιβολίας. Ρίχνει την αμφιβολία του πάνω σ’ εκείνο για το όποιο οι αισθήσεις μας λένε για τα αποτελέσματα του συλλογισμού μας και τελικά φτάνει στην περίφημη πρόταση του: "cogito ergo sum" ("σκέπτομαι, άρα υπάρχω"). Δεν μπορώ να αμφιβάλω για την ύπαρξη μου, γιατί προκύπτει από το γεγονός πως σκέπτομαι. μετά τη θεμελίωση της ύπαρξης του Εγώ κατά τον τρόπο αυτό, προχωρεί στην απόδειξη της ύπαρξης του Θεού ουσιαστικά πάνω στις γραμμές της σχολαστικής φιλοσοφίας. Τελικά, ή ύπαρξη του κόσμου προκύπτει από το γεγονός πως ο θεός μου έδωσε μιαν ισχυρή διάθεση να πιστεύω στην ύπαρξη του κόσμου, και είναι απλώς αδύνατον να με έχει εξαπατήσει ο θεός.

Η βάση Αυτή της φιλοσοφίας του Καρτέσιου είναι ριζικά διαφορετική από εκείνη των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Εδώ ή αφετηρία δεν είναι μία θεμελιακή αρχή η ουσία, αλλά η απόπειρα μιας θεμελιακής γνώσης. Και ο Καρτέσιος διαπιστώνει πως ό,τι γνωρίζουμε για το πνεύμα μας, είναι περισσότερο βέβαιο από ό,τι ξέρουμε για τον εξωτερικό κόσμο. "Αλλά από την αφετηρία του κιόλας με το "τρίγωνο" θεός – Κόσμος – Εγώ απλουστεύει κατά επικίνδυνο τρόπο τη βάση για πιο πέρα συλλογισμό. Ή διαίρεση ανάμεσα σε ύλη και πνεύμα, ανάμεσα σε ψυχή και σώμα, που είχε αρχίσει στη φιλοσοφία του Πλάτωνα, είναι τώρα πλήρης. Ο θεός διαχωρίζεται και από το Εγώ και από τον Κόσμο. Πραγματικά, ο Θεός υψώνεται τόσο ψηλά πάνω από τον κόσμο και τους ανθρώπους, ώστε τελικά φαίνεται στη φιλοσοφία του Καρτέσιου μόνο σαν κοινό σημείο αναφοράς που αποκαθιστά τη σχέση ανάμεσα στο Εγώ και τον Κόσμο.

Ενώ ή αρχαία ελληνική φιλοσοφία προσπάθησε να βρει μία τάξη στην άπειρη ποικιλία πραγμάτων και γεγονότων ψάχνοντας για κάποια θεμελιακή ενοποιητική αρχή, ο Καρτέσιος προσπαθεί να αποκαταστήσει την τάξη με τη βοήθεια μιας θεμελιακής διαίρεσης. Αλλά τα τρία μέρη που προκύπτουν απ’ τη διαίρεση χάνουν κάτι από την ουσία τους, όταν ένα οποιοδήποτε μέρος θεωρείται χωριστά από τ’ άλλα δύο. Γι’ αυτόν που θα χρησιμοποιήσει τις θεμελιακές έννοιες του Καρτέσιου στο σύνολο τους, είναι ουσιώδες πως ο Θεός υπάρχει στον Κόσμο και στο Εγώ και ακόμα πως το Εγώ δεν μπορεί να χωριστεί πραγματικά από τον Κόσμο. Φυσικά, ο Καρτέσιος γνώριζε την αναμφισβήτητη αναγκαιότητα της σύνδεσης, αλλά στην περίοδο που ακολούθησε, η φιλοσοφία και οι φυσικές επιστήμες αναπτύχθηκαν με βάση την πολικότητα ανάμεσα στη "res cogitans" και στη "res extensa" και οι φυσικές επιστήμες συγκέντρωσαν το ενδιαφέρον τους στη "res extensa". Είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε πλήρως την επίδραση της Καρτεσιανής διαίρεσης στην ανθρώπινη σκέψη κατά τους αιώνες που ακολούθησαν, αλλά αυτην ακριβώς τη διαίρεση πρέπει να επικρίνουμε αργότερα από την ανάπτυξη της Φυσικής στον καιρό μας.

Φυσικά, θα ήταν λάθος να πούμε πως ο Καρτέσιος, με την καινούργια του φιλοσοφική μέθοδο, έδωσε νέα κατεύθυνση στην ανθρώπινη σκέψη. Εκείνο που πραγματικά έκανε ήταν να διατυπώσει για πρώτη φορά μία τάση στον ανθρώπινο τρόπο σκέψης, που μπορούσε κιόλας να παρατηρηθεί στην ιταλική Αναγέννηση και τη Μεταρρύθμιση. Υπήρχε η αναγέννηση του ενδιαφέροντος για τα μαθηματικά, η οποία προκάλεσε μία αυξανόμενη επίδραση Πλατωνικών στοιχείων στη φιλοσοφία και την εμμονή σε προσωπική θρησκεία. Το αυξανόμενο ενδιαφέρον για τα μαθηματικά ευνόησε ένα φιλοσοφικό σύστημα που ξεκίνησε από το λογικό συλλογισμό και προσπάθησε με τη μέθοδο Αυτή να φτάσει σε κάποια αλήθεια που ήταν τόσο βέβαιη όσο και ένα μαθηματικό συμπέρασμα. Η εμμονή σε προσωπική θρησκεία διαχώρισε το Εγώ και τη σχέση του με το Θεό από τον Κόσμο. Το ενδιαφέρον για το συνδυασμό εμπειρικής γνώσης και μαθηματικών, όπως παρατηρείται στο έργο του Γαλιλαίου, οφειλόταν ίσως κατά ένα μέρος στη δυνατότητα να φτάσει κανείς με τον τρόπο αυτό σε κάποια γνώση που θα μπορούσε να κρατηθεί εντελώς μακριά από τις θεολογικές διαμάχες που ξεσήκωσε ή Μεταρρύθμιση. Η εμπειρική Αυτή γνώση μπορούσε να διατυπωθεί χωρίς να μιλάει κανείς για το Θεό ή τον εαυτό του και ευνοούσε το διαχωρισμό των τριών θεμελιακών εννοιών Θεός – Κόσμος – Εγώ ή το διαχωρισμό ανάμεσα σε "res cogitans" και "res extensa".

Την περίοδο αυτή σε μερικές περιπτώσεις οι πρωτοπόροι των εμπειρικών επιστημών συμφωνούσαν σαφώς, πως στις συζητήσεις τους δεν θα έπρεπε να αναφέρεται το όνομα του Θεού ή οποιαδήποτε θεμελιακή αίτια.

Από την άλλη μεριά, ο διαχωρισμός παρουσίαζε δυσκολίες από την αρχή κιόλας. Στη διάκριση, π.χ., ανάμεσα στη "res cogitans" και τη "res extensa" ο Καρτέσιος εξαναγκάστηκε να βάλει όλα τα ζώα προς την πλευρά της "res extensa". κατά συνέπεια, τα ζώα και τα φυτά δεν διαφέρανε ουσιαστικά από τις μηχανές, η συμπεριφορά τους καθοριζόταν τελείως από υλικά αιτία. Πάντοτε όμως δυσκολευόταν κανείς να αρνηθεί τελείως την ύπαρξη κάποιου είδους ψυχής στα ζώα, και μας φαίνεται πως η παλιότερη έννοια της ψυχής, π.χ. στη φιλοσοφία του Θωμά του Άκινατη, ήταν πιο φυσική και λιγότερο παρατραβηγμένη από την Καρτεσιανή έννοια της "res cogitans", ακόμα και αν έχουμε πειστεί πως οι νόμοι της Φυσικής ή της Χημείας ισχύουν αυστηρά και στους ζωντανούς οργανισμούς. Μιά από τις μεταγενέστερες συνέπειες της άποψης αυτής του Καρτέσιου ήταν πως, αν τα ζώα θεωρούνταν απλώς μηχανές, θα ήταν δύσκολο να μη σκεφτούμε το ίδιο και για τους ανθρώπους. Επειδή, εξάλλου, η "res cogitans" και η "res externa" θεωρούνταν τελείως διαφορετικές ως προς την ουσία τους, δεν φαινόταν δυνατό πως μπορούσαν να ενεργούν η μία πάνω στην άλλη. κατά συνέπεια, για να διατηρηθεί πλήρης παραλληλισμός ανάμεσα στις εμπειρίες του πνεύματος και του σώματος, και το μυαλό επίσης στις δραστηριότητες του, καθοριζόταν τελείως από νόμους οι οποίοι αντιστοιχούσαν στους νόμους της Φυσικής και της Χημείας. Εδώ ανέκυψε το θέμα της δυνατότητας της "ελεύθερης βούλησης". Είναι φανερό πως ολόκληρη Αυτή η περιγραφή είναι κάπως τεχνητή και δείχνει τα σοβαρά ελαττώματα της Καρτεσιανής διαίρεσης.

Από την άλλη όμως μεριά, στις φυσικές επιστήμες, η διαίρεση για μερικούς αιώνες είχε εξαιρετική επιτυχία. Η μηχανική τού Νεύτωνα και όλοι οι άλλοι κλάδοι της κλασικής φυσικής οικοδομήθηκαν έχοντας σαν πρότυπο την υπόθεση, πως μπορεί κανείς να περιγράψει τον κόσμο χωρίς να μιλάει για το θεό ή τον εαυτό του. Ή δυνατότητα Αυτή γρήγορα φάνηκε σα σχεδόν αναγκαία συνθήκη για λες γενικά τις φυσικές επιστήμες.

Στο σημείο όμως αυτό ή κατάσταση άλλαξε ως ένα βαθμό με την κβαντική θεωρία και γι αυτό μπορούμε τώρα να κάνουμε μία σύγκριση τού φιλοσοφικού συστήματος τού Καρτέσιου με τη σημερινή μας κατάσταση στη σύγχρονη φυσική. Τονίσαμε και προηγουμένως πως, σύμφωνα με την- ερμηνεία της κβαντικής θεωρίας από τη Σχολή της Κοπεγχάγης, μπορούμε πράγματι να προχωρήσουμε χωρίς να αναφέρουμε τους εαυτούς μας, ως άτομα, άλλα δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός πως οι φυσικές επιστήμες διαμορφώθηκαν από τους ανθρώπους.

Οι φυσικές επιστήμες δεν περιγράφουν και δεν εξηγούν απλώς τη φύση· είναι μέρος από την αλληλεπίδραση ανάμεσα στη φύση και τους εαυτούς μας περιγράφουν τη φύση πως Αυτή φανερώνεται στη μέθοδο των ερωτήσεων μας. αυτό ήταν μία περίπτωση που ο Καρτέσιος δεν μπορούσε να σκεφτεί, άλλα κάνει αδύνατο τον οξύ διαχωρισμό ανάμεσα στον Κόσμο και το Εγώ.

Αν κανείς ακολουθήσει τη μεγάλη δυσκολία, που ακόμα και έξοχοι επιστήμονες, σαν τον Αϊνστάιν, συνάντησαν στην κατανόηση και αποδοχή της ερμηνείας της κβαντικής θεωρίας από τη Σχολή της Κοπεγχάγης, θα βρει τις ρίζες της δυσκολίας αυτής στην Καρτεσιανή διαίρεση. Η διαίρεση Αυτή τρύπωσε βαθιά στο ανθρώπινο πνεύμα μέσα στους τρεις αιώνες που ακολούθησαν τον Καρτέσιο και θα περάσει πολύς καιρός για να αντικατασταθεί από μία πραγματικά διαφορετική στάση αντίκρυ στο πρόβλημα της πραγματικότητας.

Η θέση στην όποια οδήγησε η Καρτεσιανή διαίρεση, αναφορικά με τη "res extensa", ήταν αυτό που μπορεί κανείς να ονομάσει μεταφυσικό ρεαλισμό. Ο κόσμος, δηλαδή τα εκτεινόμενα πράγματα, "υπάρχει". Το ρεαλισμό αυτόν πρέπει να τον διακρίνουμε από τον πρακτικό ρεαλισμό και τις διάφορες μορφές ρεαλισμού που μπορούν να περιγραφούν ως εξής: "Αντικειμενοποιούμε" μία πρόταση, όταν ισχυριζόμαστε πως το περιεχόμενο της δεν εξαρτιέται από τις συνθήκες κάτω από τις όποιες μπορεί να επαληθευτεί. Ο πρακτικός ρεαλισμός παραδέχεται πως υπάρχουν προτάσεις που μπορούν να αντικειμενοποιηθούν και πως στην πραγματικότητα το μεγαλύτερο μέρος της καθημερινής μας πείρας αποτελείται από τέτοιες προτάσεις. Ο δογματικός ρεαλισμός ισχυρίζεται πως δεν υπάρχουν προτάσεις, αναφερόμενες στον υλικό κόσμο, που να μη μπορούν να αντικειμενοποιηθούν. Ο πρακτικός ρεαλισμός ήταν και θα είναι πάντοτε ουσιαστικό μέρος των φυσικών επιστημών. Ο δογματικός ρεαλισμός όμως, όπως τον βλέπουμε τώρα, δεν είναι αναγκαστική συνθήκη για τις φυσικές επιστήμες. Αλλά στο παρελθόν έπαιξε πολύ σπουδαίο ρόλο στην εξέλιξη της επιστήμης πραγματικά, ο δογματικός ρεαλισμός είναι η θέση της κλασικής φυσικής. Μόνο με την κβαντική θεωρία μάθαμε πως η ακριβής επιστήμη είναι δυνατή χωρίς τη βάση τού δογματικού ρεαλισμού. Όταν ο Αϊνστάιν επέκρινε την κβαντική θεωρία, το έκανε από τη σκοπιά του δογματικού ρεαλισμού. αυτό είναι πολύ φυσικό. Κάθε επιστήμονας που κάνει ερευνητική εργασία αισθάνεται πως ψάχνει για κάτι που είναι αντικειμενικά αληθινό. Οι προτάσεις του δεν νοούνται πως εξαρτιόνται από τις συνθήκες κάτω από τις οποίες μπορούν να επαληθευτούν. Ειδικά στη Φυσική, το γεγονός πως μπορούμε να εξηγούμε τη φύση με απλούς μαθηματικούς νόμους μας λέει ότι έχουμε συναντήσει εδώ κάποιο γνήσιο χαρακτηριστικό της πραγματικότητας και όχι κάτι που – με κάθε σημασία της λέξης – επινοήσαμε εμείς οι ίδιοι. αυτό είναι που είχε ο Αϊνστάιν στο μυαλό του, όταν πήρε το δογματικό ρεαλισμό σα βάση για τις φυσικές επιστήμες.

Η ίδια όμως η κβαντική θεωρία αποτελεί παράδειγμα για τη δυνατότητα ερμηνείας της φύσης με τη βοήθεια απλών μαθηματικών νόμων χωρίς Αυτή τη βάση. Βέβαια, οι νόμοι αυτοί μπορεί να μη φαίνονται πολύ απλοί σε σύγκριση με τη Νευτώνεια μηχανική. Αλλά κρίνοντας από τα φοβερά πολύπλοκα φαινόμενα, που πρέπει να ερμηνευτούν (
π.χ. τα γραμμικά φάσματα των ατόμων με μεγάλο ατομικό αριθμό), η μαθηματική μορφή της κβαντικής θεωρίας είναι συγκριτικά απλή. Η φυσική επιστήμη είναι πράγματι δυνατή χωρίς τη βάση του δογματικού ρεαλισμού.

Ό μεταφυσικός ρεαλισμός πάει ένα βήμα πιο πέρα από το δογματικό ρεαλισμό λέγοντας πως "Τα πράγματα αληθινά υπάρχουν". αυτό είναι ακριβώς εκείνο που ο Καρτέσιος προσπάθησε να αποδείξει με το επιχείρημα ότι "Ό Θεός δεν μπορεί να μας έχει εξαπατήσει". Ή πρόταση, πως τα πράγματα υπάρχουν στ’ αλήθεια, διαφέρει από την πρόταση του δογματικού ρεαλισμού μόνο στο ότι εδώ χρησιμοποιείται η λέξη "υπάρχω", πράγμα που εννοεί επίσης και ή άλλη πρόταση "cogito ergo sum" … "Σκέπτομαι, άρα υπάρχω". Αλλά είναι δύσκολο να καταλάβουμε τι εννοείται σε αυτό το σημείο, που δεν περιέχεται ακόμη στη θέση του δογματικού ρεαλισμού· και αυτό μας οδηγεί σε μία γενική κριτική της πρότασης "cogito ergo sum", που ο Καρτέσιος θεώρησε σαν τη στερεή βάση πάνω στην οποία θα μπορούσε να κτίσει το σύστημα του. Είναι πράγματι αλήθεια πως η πρόταση Αυτή έχει την βεβαιότητα μαθηματικού συμπεράσματος, αν οι λέξεις "cogito" και "sum" οριστούν με το συνηθισμένο τρόπο η, για να το τοποθετήσουμε πιο προσεχτικά και ταυτόχρονα πιο κριτικά, αν οι λέξεις οριστούν κατά τρόπο που να προκύπτει η πρόταση. αυτό όμως δεν μας λέει τίποτα για το ως που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τις έννοιες "σκέπτεσθαι" και "είναι" για να βρούμε τον δρόμο μας. Τελικά, κατά γενική έννοια, είναι πάντοτε θέμα πείρας το ως πού μπορούν να εφαρμοστούν οι αντιλήψεις μας.

Η δυσκολία τού μεταφυσικού ρεαλισμού έγινε γρήγορα αισθητή μετά τον Καρτέσιο και στάθηκε η αφετηρία για την εμπειριστική φιλοσοφία, την αισθησιοκρατία και το θετικισμό.

Οι τρεις φιλόσοφοι που μπορούν να θεωρηθούν αντιπρόσωποι της πρώιμης εμπειριστικής φιλοσοφίας είναι οι Λοκ, Μπέρκλευ και Χιούμ. Ο Λοκ ισχυρίζεται, αντίθετα με τον Καρτέσιο, πως όλη η γνώση βασίζεται τελικά στην εμπειρία. Η εμπειρία Αυτή μπορεί να είναι αίσθηση ή αντίληψη της λειτουργίας του μυαλού μας. Η γνώση, όπως δηλώνει ο Λοκ, είναι η αντίληψη της συμφωνίας ή διαφωνίας δύο ιδεών. Ο Μπέρκλευ έκανε το επόμενο βήμα. Αν πραγματικά όλη μας η γνώση προέρχεται από την αντίληψη, δεν έχει καθόλου νόημα ή πρόταση πώς τα πράγματα όντως υπάρχουν γιατί αν είναι δοσμένη ή αντίληψη, ίσως να μην ενδιαφέρει το αν τα πράγματα υπάρχουν ή δεν υπάρχουν. κατά συνέπεια, το να είμαστε αντιληπτοί είναι ταυτόσημο με την ύπαρξη. Αυτή η γραμμή επιχειρηματολογίας επεκτάθηκε κατόπιν σε άκρο σκεπτικισμό από τον Χιουμ, ο οποίος αρνιόταν τη λογική επαγωγή και τη σχέση ανάμεσα στο αίτιο και το αποτέλεσμα και με τον τρόπο αυτό έφτανε σε ένα συμπέρασμα που, αν το πάρουμε στα σοβαρά, θα μπορούσε να καταστρέψει τη βάση κάθε εμπειρικής επιστήμης.

Η επίκριση του μεταφυσικού ρεαλισμού, η οποία εκφράστηκε στην εμπειριστική φιλοσοφία, δικαιώνεται βέβαια στο βαθμό που αποτελεί προειδοποίηση ενάντια την απλοϊκή χρήση τού όρου "ύπαρξη". Οι θετικές προτάσεις αυτής της φιλοσοφίας μπορούν να επικριθούν πάνω στην ίδια βάση. Πρώτα – πρώτα, οι αντιλήψεις μας δεν είναι δέσμιες από χρώματα ή ήχους· ό,τι αντιλαμβανόμαστε έχει γίνει κιόλας αντιληπτό σαν κάποιο πράγμα, εδώ πρέπει να τονίσουμε τη λέξη "πράγμα", και για το λόγο αυτό είναι αμφίβολο αν κερδίζουμε τίποτα παίρνοντας τις αντιλήψεις αντί για τα πράγματα σαν τα έσχατα στοιχεία της πραγματικότητας.

Ο σύγχρονος θετικισμός αναγνώρισε καθαρά τη δυσκολία πού κρυβόταν από κάτω. Αυτή η γραμμή σκέψης εκφράζει μία επίκριση ενάντια στην απλοϊκή χρήση ορισμένων όρων, όπως "πράγμα", "αντίληψη", "ύπαρξη" με το γενικό αξίωμα, πως το ζήτημα, αν μία δοσμένη πρόταση έχει καθόλου νόημα, θα έπρεπε πάντοτε να εξετάζεται στην εντέλεια και με κριτική διάθεση. Το αξίωμα αυτό και η συγκαλυμμένη του στάση πηγάζουν από τη μαθηματική λογική. Η πορεία των φυσικών επιστημών εικονίζεται σαν προσάρτηση συμβόλων στα φαινόμενα. Τα σύμβολα μπορούν, όπως στα μαθηματικά, να συνδυάζονται σύμφωνα με ορισμένους κανόνες και μ’ αυτό τον τρόπο προτάσεις για τα φαινόμενα μπορούν να παρασταίνονται με συνδυασμούς συμβόλων. Παρόλα αυτά, ένας συνδυασμός συμβόλων που δεν συμμορφώνεται με τους κανόνες δεν είναι λαθεμένος, άλλα δεν περιέχει κανένα νόημα.

Η φανερή δυσκολία στο επιχείρημα αυτό είναι ή έλλειψη οποιουδήποτε γενικού κριτηρίου για το πότε μία πρόταση πρέπει να θεωρείται χωρίς νόημα. Μία οριστική απόφαση είναι δυνατή μόνον όταν η πρόταση ανήκει σε ένα κλειστό σύστημα εννοιών και αξιωμάτων, πράγμα που στην εξέλιξη των φυσικών επιστημών θα αποτελεί εξαίρεση περισσότερο παρά κανόνα. Σε μερικές περιπτώσεις η εικασία, πως κάποια πρόταση είναι χωρίς νόημα, οδήγησε ιστορικά σε σπουδαία πρόοδο, γιατί άνοιξε το δρόμο προς τη θεμελίωση νέων σχέσεων, που θα ήταν αδύνατη αν η πρόταση είχε ένα νόημα. Ένα παράδειγμα στην κβαντική θεωρία, που έχει κιόλας συζητηθεί, είναι η πρόταση: "Σε ποια τροχιά κινείται το ηλεκτρόνιο γύρω από τον πυρήνα; ". Γενικά όμως το θετικιστικό σχήμα που πάρθηκε από τη μαθηματική λογική είναι πολύ στενό για την περιγραφή της φύσης, η οποία χρησιμοποιεί αναγκαστικά λέξεις και έννοιες, που έχουν οριστεί με ασάφεια μόνο.

Η φιλοσοφική θέση πως όλη η γνώση βασίζεται τελικά στην εμπειρία οδήγησε στο τέλος σε ένα αξίωμα που αφορά τη λογική διευκρίνηση κάθε πρότασης για τη φύση. Ένα τέτοιο αξίωμα μπορεί να ήτανε δικαιολογημένο στην περίοδο της κλασικής φυσικής, άλλα από την εποχή της κβαντικής θεωρίας μάθαμε πως δεν μπορεί να εκπληρωθεί. Οι λέξεις "θέση" και "ταχύτητα" ενός ηλεκτρονίου, για παράδειγμα, φαίνονταν τέλεια καθορισμένες και ως προς τη σημασία τους και ως προς τις δυνατές τους σχέσεις, και πράγματι ήσαν έννοιες καθαρά προσδιορισμένες μέσα στα μαθηματικά πλαίσια της Νευτώνειας μηχανικής. Στην πραγματικότητα όμως δεν ήσαν καλά καθορισμένες, όπως φαίνεται από τις σχέσεις απροσδιοριστίας. Μπορεί κανείς να πει ότι, αναφορικά με τη θέση τους στη Νευτώνεια μηχανική, ήσαν καλά προσδιορισμένες, αλλά σε σχέση με τη φύση δεν ήσαν. Τούτο αποδείχνει πως δεν μπορούμε ποτέ να ξέρουμε προκαταβολικά ποιους περιορισμούς ως προς το εφαρμόσιμο ορισμένων αντιλήψεων θα βάλει η εξάπλωση της γνώσης μας στα απόμακρα μέρη της φύσης, στα οποία μπορούμε να εισχωρήσουμε μόνο με τα πιο λεπτεπίλεπτα εργαλεία. Γι αυτό, στη διαδικασία της διείσδυσης δεσμευόμαστε μερικές φορές να χρησιμοποιήσουμε τις αντιλήψεις μας κατά τρόπο που δεν δικαιολογείται και που δεν έχει κανένα νόημα. Η επιμονή στο αξίωμα της πλήρους λογικής διευκρίνισης θα έκανε την επιστήμη αδύνατη. Εδώ η σύγχρονη φυσική μας υπενθυμίζει την παλιά σοφή παροιμία, πως εκείνος που επιμένει να μην ξεστομίσει ποτέ ένα λάθος πρέπει να μένει αμίλητος.

Ο Καντ, που ήταν ο θεμελιωτής του γερμανικού ιδεαλισμού, προσπάθησε στη φιλοσοφία του να συνδυάσει αυτές τις δυο γραμμές σκέψης που άρχισαν με τον Καρτέσιο, από τη μια μεριά, και τους Λοκ και Μπέρκλεϋ, από την άλλη. Το μέρος εκείνο τού έργου του, που είναι σημαντικό σε σύγκριση με τα αποτελέσματα της σύγχρονης φυσικής, περιέχεται στην "Κριτική τού Καθαρού Λόγου". Τον απασχολεί το πρόβλημα αν η γνώση βασίζεται μονάχα στην εμπειρία ή μπορεί να προέρχεται και από άλλες πηγές και φθάνει στο συμπέρασμα πως η γνώση μας είναι κατά ένα μέρος "a priori" και δεν συνάγεται επαγωγικά από την εμπειρία. Κατά συνέπεια, κάνει διάκριση ανάμεσα στην "εμπειρική" γνώση και τη γνώση που είναι "a priori". Ταυτόχρονα, κάνει διάκριση ανάμεσα σε "αναλυτικές" και "συνθετικές" προτάσεις. Οι αναλυτικές προτάσεις προκύπτουν απλώς από τη λογική και ή άρνηση τους θα οδηγούσε σε αυτοαντίφαση. Προτάσεις που δεν είναι "αναλυτικές" ονομάζονται "συνθετικές".

Ποιο είναι, σύμφωνα με τον Καντ, το κριτήριο για τη γνώση "a priori" ; Ο Καντ συμφωνεί πως κάθε γνώση αρχίζει με την εμπειρία, αλλά προσθέτει ότι δεν προέρχεται πάντοτε από την εμπειρία. Είναι αλήθεια, πως η εμπειρία μας διδάσκει ότι ένα πράγμα έχει αυτές ή εκείνες τις ιδιότητες, αλλά δεν μας διδάσκει πως δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικό. Κατά συνέπεια, εάν μία πρόταση είναι μαζί σκέψη και αναγκαιότητα, πρέπει να είναι "a priori". Ή εμπειρία δεν δίνει ποτέ στις κρίσεις της πλήρη γενικότητα. Π.χ., η πρόταση " Ό ήλιος ανατέλλει κάθε πρωί" σημαίνει πως δεν γνωρίζουμε να υπάρχει καμιά εξαίρεση αυτού του κανόνα στο παρελθόν και ότι περιμένουμε πως θα ισχύει στο μέλλον. Μπορούμε όμως να φανταστούμε εξαιρέσεις στον κανόνα. Αν μία κρίση διατυπώνεται με πλήρη γενικότητα, κατά συνέπεια, αν είναι αδύνατο να φανταστούμε οποιαδήποτε εξαίρεση, πρέπει να είναι "a priori". Μία αναλυτική κρίση είναι πάντοτε «a priori» ακόμα κι αv ένα παιδί μαθαίνει αριθμητική παίζοντας βώλους δεν χρειάζεται αργότερα να ξαναγυρίσει στην έμπειρα για να ξέρει πως "δύο και δύο κάνουν τέσσερα". ‘Από την άλλη μεριά, η εμπειρική γνώση είναι συνθετική. Είναι όμως δυνατές οι a priori συνθετικές κρίσεις; Ο Καντ προσπαθεί να το αποδείξει δίνοντας παραδείγματα, στα οποία φαίνονται να εκπληρώνονται τα παραπάνω κριτήρια. Ό χώρος και ο χρόνος είναι, λέει, a priori μορφές καθαρής εποπτείας.

Στην περίπτωση του χώρου προβάλλει τα ακόλουθα μεταφυσικά επιχειρήματα:

1. Ο χώρος δεν είναι εμπειρική έννοια απομονωμένη από άλλες εμπειρίες, γιατί όταν οι αισθήσεις αναφέρονται σε κάτι εξωτερικό προϋποτίθεται ο χώρος και οι εξωτερικές εμπειρίες είναι δυνατές μονάχα με την παράσταση του χώρου.

2. Ο χώρος είναι αναγκαία a priori παράσταση, που αποτελεί υπόβαθρο κάθε εξωτερικής αντίληψης· γιατί

δεν μπορούμε να φανταστούμε πως δεν υπάρχει χώρος, αν και μπορούμε να φανταστούμε πως δεν υπάρχει τίποτα στο χώρο.

3. Ο χώρος δεν είναι ανεξάρτητη ή γενική έννοια των σχέσεων των πραγμάτων γενικά, γιατί υπάρχει μονάχα ένας χώρος, του οποίου ό,τι ονομάζουμε "χώρους" είναι μέρη, όχι παραδείγματα.

4. Ο χώρος παρουσιάζεται άπειρος ως προς το μέγεθος, που περιέχει έλα τα μέρη του χώρου, η σχέση αυτή είναι διαφορετική από τη σχέση μιας έννοιας και των παραδειγμάτων της και κατά συνέπεια ο χώρος δεν είναι έννοια αλλά μορφή εποπτείας.

Δεν θα συζητήσουμε εδώ αυτά τα επιχειρήματα. Τα αναφέραμε απλώς σαν παραδείγματα για το γενικό τύπο απόδειξης, που είχε στο μυαλό του ο Καντ, για τις a priori συνθετικές κρίσεις.

Αναφορικά με τη Φυσική ο Καντ πήρε σαν a priori, εκτός από το χώρο και το χρόνο, το νόμο αιτιότητας και την έννοια της ουσίας. Σ’ ένα μεταγενέστερο στάδιο του έργου του προσπάθησε να συμπεριλάβει το νόμο διατήρησης της ύλης, την ισότητα των "actio και reactio" ("δράση και αντίδραση"), ακόμα και το νόμο της βαρύτητας. Κανένας φυσικός δεν θάθελε να ακολουθήσει εδώ τον Καντ, αν ο όρος "a priori" χρησιμοποιηθεί με την απόλυτη έννοια που του έδωσε ο Καντ. Στα μαθηματικά ο Καντ θεώρησε την Ευκλείδεια Γεωμετρία "a priori".

Προτού συγκρίνουμε τις δοξασίες αυτές του Καντ με τα συμπεράσματα της σύγχρονης φυσικής πρέπει να αναφέρουμε ένα άλλο μέρος του έργου του, στο οποίο θα χρειαστεί να αναφερθούμε αργότερα. Το δυσάρεστο ερώτημα του αν "τα πράγματα όντως υπάρχουν", που γέννησε την εμπειριστική φιλοσοφία, παρατηρήθηκε επίσης και στο σύστημα του Καντ. Ο Καντ όμως δεν ακολούθησε τη γραμμή των Μπέρκλεϋ και Χιούμ, αν και αυτό θα ήταν λογικά συνεπές, θεωρούσε πως η ιδέα του "πράγματος καθαυτό" ήταν διαφορετική από το αντικείμενο της παρατήρησης και μ’ αυτό τον τρόπο διατήρησε κάποια σύνδεση με το ρεαλισμό.

Καθώς ερχόμαστε τώρα στη σύγκριση των δοξασιών του Καντ με τη σύγχρονη φυσική, φαίνεται από την πρώτη στιγμή σα να έχουν εκμηδενίσει πλήρως οι ανακαλύψεις του αιώνα μας την κεντρική του έννοια για τις "a priori συνθετικές κρίσεις". Ή θεωρία της σχετικότητας άλλαξε τις απόψεις μας για το χώρο και χρόνο, έχει πραγματικά αποκαλύψει εντελώς νέα χαρακτηριστικά του χώρου και χρόνου, για τα οποία τίποτα δεν παρατηρείται στις Καντιανές a priori μορφές καθαρής εποπτείας. Ο νόμος της αιτιότητας δεν εφαρμόζεται πια στην κβαντική θεωρία και ο νόμος διατήρησης της ύλης δεν αληθεύει πια για τα στοιχειώδη σωμάτια. Είναι φανερό πως ο Καντ δεν μπορούσε να προβλέψει τις νέες ανακαλύψεις, άλλα μια και είχε πειστεί πως οι έννοιες του θα ήσαν "ή βάση οποιασδήποτε μελλοντικής μεταφυσικής που μπορεί να ονομάζεται επιστήμη", είναι ενδιαφέρον να δούμε που ήσαν λαθεμένα τα επιχειρήματα του.

Σαν παράδειγμα παίρνουμε το νόμο της αιτιότητας. Ο Καντ λέει πως, όποτε παρατηρούμε ένα γεγονός, υποθέτουμε ότι υπάρχει ένα προηγούμενο γεγονός από το οποίο πρέπει να προκύπτει σύμφωνα με κάποιο κανόνα. Αυτό αποτελεί, όπως δηλώνει ο Καντ, τη βάση κάθε επιστημονικού έργου. Στη συζήτηση αυτή δεν έχει σημασία το αν μπορούμε ή όχι να βρούμε πάντοτε το προηγούμενο γεγονός, από το οποίο προέκυψε το άλλο. Στην πραγματικότητα μπορούμε να το βρούμε σε πολλές περιπτώσεις. Αλλά ακόμα και αν δεν μπορούμε, δεν μας εμποδίζει τίποτα να ρωτήσουμε ποιο θα μπορούσε να ήταν το προηγούμενο αυτό γεγονός και να ψάξουμε να το βρούμε. Κατά συνέπεια, ό νόμος της αιτιότητας ανάγεται στη μέθοδο επιστημονικής έρευνας· είναι ή απαραίτητη προϋπόθεση για την επιστήμη. Επειδή στην πραγματικότητα εφαρμόζουμε τη μέθοδο αυτή, ο νόμος της αιτιότητας είναι "a priori" και δεν παράγεται από την εμπειρία.

Αληθεύει αυτό στην ατομική φυσική; Ας θεωρήσουμε ένα άτομο ραδίου, που μπορεί να εκπέμψει ένα σωμάτιο α. Ο χρόνος εκπομπής του σωματίου α δεν μπορεί να προβλεφτεί. Μπορούμε μόνο να πούμε πως κατά μέσον όρο η εκπομπή θα γίνει σε δύο χιλιάδες χρόνια περίπου. Κατά συνέπεια, όταν παρατηρούμε
την εκπομπή δεν ψάχνουμε στην πραγματικότητα για ένα προηγούμενο γεγονός, από το οποίο πρέπει να προκύπτει η εκπομπή σύμφωνα με ένα κανόνα. Λογικά θα ήταν τελείως δυνατό να ψάξουμε για ένα τέτοιο προηγούμενο γεγονός και δεν χρειάζεται να αποθαρρυνθούμε από το ότι μέχρι τώρα δεν το βρήκε κανένας. Γιατί όμως άλλαξε πράγματι η επιστημονική μέθοδος από την εποχή του Καντ σ’ αυτό το πολύ θεμελιακό ζήτημα;

Στο ερώτημα τούτο μπορούν να δοθούν δυο μόνον απαντήσεις. Η μία είναι: ‘Έχουμε πειστεί από την εμπειρία πως οι νόμοι της κβαντικής θεωρίας είναι σωστοί και, αν είναι, ξέρουμε πως δεν μπορεί να βρεθεί ένα προηγούμενο γεγονός σαν αίτιο για την εκπομπή σε δοσμένο χρόνο. Η άλλη απάντηση είναι: Γνωρίζουμε το προηγούμενο γεγονός, αλλά όχι με μεγάλη ακρίβεια. Γνωρίζουμε τις δυνάμεις στον ατομικό πυρήνα, που είναι υπεύθυνες για την εκπομπή του σωματίου α. Ή γνώση όμως αυτή περιέχει την αβεβαιότητα, ή οποία προέκυψε οπό την αλληλεπίδραση ανάμεσα στον πυρήνα και τον υπόλοιπο κόσμο. Αν θέλαμε να μάθουμε γιατί το σωμάτιο α εκπέμφθηκε εκείνη ειδικά τη στιγμή, θα έπρεπε να γνωρίζουμε τη μικροσκοπική δομή ολόκληρου του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων και των εαυτών μας, και αυτό είναι αδύνατο. Κατά συνέπεια, δεν εφαρμόζονται πια τα επιχειρήματα του Καντ για τον a priori χαρακτήρα του νόμου της αιτιότητας.

Μία παρόμοια συζήτηση θα μπορούσαμε να κάνουμε και για τον a priori χαρακτήρα του χώρου και χρόνου σαν μορφών εποπτείας. Το συμπέρασμα θα ήταν το ίδιο. Οι a priori έννοιες, τις όποιες ο Καντ θεώρησε σαν αναμφισβήτητη αλήθεια, δεν περιέχονται πια στο επιστημονικό σύστημα της σύγχρονης φυσικής.

Παρόλα αυτά αποτελούν ουσιαστικό μέρος του συστήματος αυτού κατά μια κάπως διαφορετική έννοια. Στη συζήτηση για την ερμηνεία της κβαντικής θεωρίας από τη Σχολή της Κοπεγχάγης τονίστηκε ιδιαίτερα, πως χρησιμοποιούμε τις κλασικές έννοιες για να περιγράφουμε τις πειραματικές συσκευές και, πιο γενικά, για να περιγράφουμε εκείνο το μέρος του κόσμου, το όποιο δεν ανήκει στο αντικείμενο του πειράματος. Η χρήση αυτών των εννοιών, μαζί με τις έννοιες του χώρου, χρόνου και αιτιότητας, αποτελεί πράγματι την προϋπόθεση για την παρατήρηση των ατομικών περιστατικών και είναι, μ’ αυτή την έννοια της λέξης, "a priori". Εκείνο που ο Καντ δεν είχε προβλέψει ήταν πως αυτές οι a priori έννοιες μπορούν να είναι προϋποθέσεις για την επιστήμη και ταυτόχρονα να έχουν μόνο περιορισμένη περιοχή ως προς το εφαρμόσιμο τους. ‘Όταν κάνουμε ένα πείραμα πρέπει να υποθέτουμε μια αιτιακή αλυσίδα γεγονότων, που οδηγεί από το ατομικό γεγονός, με τη βοήθεια της συσκευής, τελικά στο μάτι του παρατηρητή, εάν δεν υποθέταμε αυτή την αιτιακή αλυσίδα, δεν θα γνωρίζαμε

τίποτα για το ατομικό γεγονός. Πρέπει ακόμα να θυμόμαστε πως η κλασική φυσική και η αιτιότητα έχουν περιορισμένη μόνο περιοχή ως προς το εφαρμόσιμο τους. Ο Καντ δεν μπορούσε να προβλέψει το θεμελιακό παράδοξο της κβαντικής θεωρίας. Η σύγχρονη φυσική άλλαξε τη δήλωση του Καντ, για τη δυνατότητα συνθετικών κρίσεων a priori, από μεταφυσική σε πραχτική. M’ αυτό τον τρόπο οι a priori συνθετικές κρίσεις έχουν το χαρακτήρα σχετικής αλήθειας.

Αν κανείς ξαναερμηνεύσει μ’ αυτό τον τρόπο το Καντιανό "a priori", δεν υπάρχει λόγος να θεωρήσει σα δοσμένες τις αντιλήψεις περισσότερο από τα πράγματα. ‘Όπως ακριβώς και στην κλασική φυσική, μπορούμε να μιλάμε για τα γεγονότα που δεν παρατηρούνται με τον ίδιο τρόπο που μιλάμε και για τα γεγονότα που πράγματι παρατηρούνται. Κατά συνέπεια, ό πραχτικός ρεαλισμός είναι φυσικό μέρος της επανερμηνείας.

Θεωρώντας το Καντιανό "πράγμα καθαυτό" ο Καντ υπόδειξε πως δεν μπορούμε να συμπεράνουμε τίποτα από την αντίληψη για το "πράγμα καθαυτό". Η πρόταση αυτή έχει, όπως παρατήρησε ο Βαϊτσέκερ, το τυπικό της ανάλογο στο γεγονός πως, παρά τη χρήση των κλασικών εννοιών σε όλα τα πειράματα, είναι δυνατή μια μη κλασική συμπεριφορά των ατομικών αντικειμένων. Το "πράγμα καθαυτό" είναι, τελικά, για τον ατομικό φυσικό, αν χρησιμοποιήσει καθόλου αυτή την έννοια, μια μαθηματική δομή· η δομή όμως αυτή συνάγεται — αντίθετα με τον Καντ — έμμεσα από την εμπειρία.

Σ’ αυτή την επανερμηνεία το Καντιανό "a priori" συνδέεται έμμεσα με την εμπειρία, στο βαθμό που διαμορφώθηκε με την ανάπτυξη του ανθρώπινου μυαλού σ’ ένα πολύ μακρινό παρελθόν.

Ακολουθώντας το επιχείρημα αυτό ο βιολόγος Λόρεντς παρομοίασε κάποτε τις "a priori" έννοιες με μορφές συμπεριφοράς, οι οποίες στα ζώα ονομάζονται "κληρονομικά ή έμφυτα σχήματα". Είναι πραγματικά πολύ εύλογο, πως για ορισμένα πρωτόγονα ζώα ο χώρος και ο χρόνος είναι διαφορετικοί απ’ αυτό που ο Καντ ονομάζει "καθαρή εποπτεία" μας του χώρου και χρόνου. Το τελευταίο, δηλ. ή καθαρή εποπτεία, μπορεί να ανήκει στο είδος "άνθρωπος", όχι όμως και στον κόσμο ανεξάρτητα άπό ανθρώπους. ‘Αλλά μπαίνουμε ίσως σε πολύ υποθετικές συζητήσεις ακολουθώντας το βιολογικό αυτό σχόλιο για το "a priori". To αναφέραμε εδώ απλώς σαν παράδειγμα για το πως είναι δυνατόν να ερμηνευτεί ο όρος "σχετική αλήθεια" σε συνδυασμό με το Καντιανό "a priori".

Χρησιμοποιήσαμε εδώ τη σύγχρονη φυσική σαν παράδειγμα ή, μπορούμε να πούμε, σαν υπόδειγμα έλεγχου των συμπερασμάτων μερικών σημαντικών φιλοσοφικών συστημάτων του παρελθόντος, για τα οποία, φυσικά, υπήρχε ή γνώμη πως ίσχυαν σε πολύ πιο πλατύ πεδίο. Αυτά που μάθαμε, ειδικά από τη συζήτηση των φιλοσοφιών του Καρτέσιου και του Καντ, μπορούν ίσως να διατυπωθούν με τον ακόλουθο τρόπο:

Οι έννοιες και οι λέξεις, που διαμορφώθηκαν στο παρελθόν από την αλληλεπίδραση ανάμεσα στον κόσμο και τον εαυτό μας, δεν έχουν στην πραγματικότητα οριστεί με αυστηρή ακρίβεια αναφορικά με τη σημασία τους, σα να λέμε, δεν ξέρουμε ακριβώς πόσο θα μας βοηθήσουν να βρούμε το δρόμο μας μέσα στον κόσμο. Συχνά ξέρουμε πως μπορούν να εφαρμοστούν σε μια πλατειά περιοχή της εσωτερικής ή εξωτερικής εμπειρίας μας, πραχτικά όμως δεν θα μάθουμε ποτέ με ακρίβεια τα όρια του εφαρμόσιμου τους. Αυτό είναι αλήθεια ακόμα και για τις πιο άπλες και πιο γενικές έννοιες όπως ή "ύπαρξη", ο "χώρος" και ό "χρόνος". Κατά συνέπεια, δεν θα μπορέσουμε ποτέ με την καθαρή λογική να φτάσουμε σε μιαν απόλυτη αλήθεια.

Παρόλα αυτά, οι έννοιες μπορούν να οριστούν με ακρίβεια ως προς τις σχέσεις τους. Αυτό είναι πράγματι γεγονός, όταν οι έννοιες γίνουν μέρος ενός συστήματος αξιωμάτων και ορισμών, το οποίο μπορεί να εκφραστεί με συνέπεια από ένα μαθηματικό σχήμα. Μια τέτοια ομάδα συσχετιζόμενων εννοιών μπορεί να εφαρμοστεί σε ένα πλατύ πεδίο εμπειρίας και θα μας βοηθήσει να βρούμε το δρόμο μας σ’ αυτό το πεδίο. Τα όρια όμως του εφαρμοσίμου της δεν θα είναι γενικώς γνωστά, τουλάχιστον όχι πλήρως.

‘Ακόμη και αν αντιλαμβανόμαστε πως η σημασία μιας έννοιας δεν ορίζεται ποτέ με απόλυτη ακρίβεια, μερικές έννοιες αποτελούν ένα ακέραιο μέρος επιστημονικών μεθόδων, επειδή αντιπροσωπεύουν προς το παρόν το τελικό αποτέλεσμα της εξέλιξης της ανθρώπινης σκέψης στο παρελθόν, ακόμη και στο πολύ μακρινό παρελθόν μπορεί ακόμα να είναι κληρονομικές και να αποτελούν σε κάθε περίπτωση τα απαραίτητα εργαλεία για τη διεξαγωγή επιστημονικής δουλειάς στην εποχή μας. M’ αυτή την έννοια μπορούν να ναι πραχτικά a priori. Στο μέλλον όμως μπορεί να βρεθούν και άλλοι περιορισμοί ως προς το εφαρμόσιμο τους.

Werner Heisenberg: Φυσική και φιλοσοφία
via

Ο αλτρουισμός γεννήθηκε στη… μάχη

$
0
0


Κατά τους ερευνητές αναπτύχθηκε στην προσπάθεια των φυλών να επιβιώσουν τα μέλη τους ανεξάρτητα από συγγένεια

Μία από τις διαχρονικές διαμάχες ανάμεσα στους επιστήμονες είναι η καταγωγή του χαρακτηριστικού της αυτοθυσίας και του αλτρουισμού που διαθέτουν οι άνθρωποι. Οι βιολόγοι δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν αν ο αλτρουισμός ήταν ανέκαθεν «γραμμένος» στα γονίδια του ανθρώπου ή αν ήταν αποτέλεσμα της εξέλιξης όπως την ανέλυσε ο ΚάρολοςΔαρβίνος. Και αυτό γιατί συχνά αυτές οι πράξεις αυτοθυσίας γίνονται προς όφελος ατόμων που δεν είναι συγγενείς.

Επιστήμονες του Ινστιτούτου Σάντα Φε στο Νέο Μεξικό διατυπώνουν μια θεωρία που εξηγεί ότι ο άνθρωπος απέκτησε τον αλτρουισμό μέσω της φυσικής επιλογής. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, ο αλτρουισμός αναπτύχθηκε μέσα από τις διαμάχες που υπήρχαν στις προϊστορικές κοινωνίες των ανθρώπων. Για περίπου 200.000 χρόνια ο άνθρωπος βάσιζε την επιβίωσή του στο κυνήγι και οι διάφορες φυλές σε όλο αυτό το διάστημα πολεμούσαν μεταξύ τους για την κυριαρχία στα εδάφη όπου υπήρχε τροφή.

Στη συνέχεια η ανακάλυψη της γεωργίας περιόρισε σημαντικά αυτές τις διαμάχες. Σύμφωνα με τους ερευνητές, όλες αυτές οι προϊστορικές φυλές διέφεραν και μάλιστα σημαντικά μεταξύ τους γονιδιακά. Θεωρούν επίσης ότι οι διαμάχες και οι αναμετρήσεις μεταξύ τους ήταν μεγάλης σφοδρότητας. Μελετώντας αυτά τα δεδομένα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα μέλη της κάθε φυλής «υποχρεώθηκαν» εκ των πραγμάτων να αναπτύξουν συμπεριφορές αλτρουισμού και αυτοθυσίας για το γενικότερο όφελος της φυλής και την επιβίωση των μελών της, ακόμη και αν δεν συνδέονταν μεταξύ τους συγγενικά.
via

Εγκέφαλος και θρησκεία

$
0
0


Τα τελευταία χρόνια έχει αναθερμανθεί η παλαιά διαμάχη επιστήμης και θρησκείας με αιχμή το μείζον ερώτημα: πάρχει ΘεόςΕίναι η πραγματικότητα αυτό που βλέπουμε;Υπάρχει μια πνευματική επικράτεια αόρατη συνήθως σε μας;

Η πιο πρόσφατη και ενδιαφέρουσα εξέλιξη είναι οι διαφοροποιήσεις στο μέτωπο του επιστημονικού κόσμου, κυρίως στον χώρο των νευροεπιστημών, ο οποίος κάθε άλλο παρά αρραγής εμφανίζεται, με συνέπεια να τροφοδοτεί με επιχειρήματα και τις δύο πλευρές.

Όλα «κατασκευασμένα»

Με αιχμή του δόρατος τον Βρετανό βιολόγο Ρίτσαρντ Ντόκινς, συγγραφέα, μεταξύ άλλων βιβλίων, του μπεστ σέλερ «Η αυταπάτη του Θεού», μια ομάδα επιστημόνων και λοιπών διανοουμένων (όπως ο Ντάνιελ Ντένετ, ο Κρίστοφερ Χίτσενς κ.ά.) εκπροσωπούν έναν σύγχρονο και μαχητικό υλισμό, που θεωρεί ανύπαρκτη – αν όχι γελοία – την ιδέα ενός πνεύματος ξέχωρου από την ύλη και το σώμα.

Συνοπτικά, οι ρητά αυτοπροσδιοριζόμενοι ως άθεοι επιστήμονες θεωρούν ότι τα πάντα πηγάζουν από την κίνηση των ατόμων της ύλης και από τα γονίδια, ενώ η συμπεριφορά καθορίζεται από τις χημικές ουσίες του εγκεφάλου, οι νευρώνες του οποίου δημιουργούν τη συνείδηση σταδιακά με το πέρασμα του χρόνου.
Η ελεύθερη βούληση είναι ουσιαστικά μια αυταπάτη, καθώς οι άνθρωποι ωθούνται βασικά από τις προϋπάρχουσες βιολογικές-εγκεφαλικές προδιαγραφές της εξέλιξης να κάνουν οτιδήποτε.

Η θρησκεία, λένε, δεν είναι παρά μια κοινωνική σύμβαση, χρήσιμη για την εξουσιαστική ελίτ και για την ψυχική ανακούφιση των μαζών από τα υπαρξιακά άγχη – αν δεν είναι ένα ατύχημα κι ένα επικίνδυνο λάθος, που μόνο δεινά φέρνει στην ανθρωπότητα (πολέμους, βία, τρομοκρατία κ.λ.π.).

Σύμφωνα με αυτό το επιστημονικό σκεπτικό, οι άνθρωποι κατασκευάζουν θρησκευτικές πεποιθήσεις, επειδή οι εγκέφαλοί τους έχουν διαχρονικά εξελιχθεί έτσι ώστε να ακολουθούν τα συστήματα πεποιθήσεων και τις ιδεολογίες του περιβάλλοντός τους.

Σε αυτό το μήκος κύματος, ορισμένοι επιστήμονες τονίζουν ότι αρκετά πειράματα στον τομέα των νευροεπιστημών έχουν πλέον δείξει πως αρκεί μια ηλεκτρομαγνητική διέγερση (από ένα ειδικό κράνος) ορισμένων σημείων του εγκεφάλου για να αρχίσουν οι εθελοντές, χωρίς να το επιδιώκουν συνειδητά, να αισθάνονται μυστικιστικές και πνευματικές εμπειρίες, να μιλάνε με τον Θεό κ.ά.

Έτσι, οι ραγδαίες εξελίξεις στη γενετική και ακόμα περισσότερο στις νευροεπιστήμες που μελετούν τον εγκέφαλο και τον νου τείνουν, κατά την τελευταία δεκαετία, να ενισχύσουν την αντίληψη ότι τελικά όλα είναι υλικά, ότι το πνεύμα είναι νεκρό (και ο Θεός μαζί του;) και ότι τίποτε δεν επιζεί μετά τον θάνατο του σώματος.
«Νευρωνικός βουδισμός»

Όπως η “Καταγωγή των ειδών” του Δαρβίνου τον 19ο αιώνα, πέρα από μια επιστημονική επανάσταση, άλλαξε δραματικά τις κοινωνικές και προσωπικές αντιλήψεις της ανθρωπότητας και όπως η θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν επηρέασε σημαντικά τη σύγχρονη Τέχνη μετά τις αρχές του 20ού αιώνα, έτσι και τώρα, στην αρχή του 21ου αιώνα, διαφαίνεται ότι η εξελισσόμενη επανάσταση της νευροεπιστήμης έχει τη δυνατότητα να δράσει καταλυτικά, όχι μόνο στον χώρο της επιστήμης, αλλά γενικότερα στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι βλέπουν τους εαυτούς τους και τον κόσμο γύρω τους.

Όπως έγραψε ο Ντέιβιντ Μπρουκς σε ένα σημαντικό άρθρο στους «New York Times» (με τίτλο «Οι νευρωνικοί βουδιστές»), στην πραγματικότητα η περί αθεϊσμού διαμάχη τελικά δεν θα υποσκάψει την πίστη στον Θεό γενικά, αλλά το πολύ – πολύ να υποσκάψει την πίστη στον προσωπικό Θεό της Βίβλου, στον οποίο πιστεύουν ο καθένας με τον τρόπο του – χριστιανοί, εβραίοι και μουσουλμάνοι, δηλαδή οι μονοθεϊστικές θρησκείες.

Το κλειδί και το μεγάλο οχυρό κατά του υλισμού βρίσκεται στο μείζον μυστήριο της συνείδησης.

Όλο και περισσότεροι νευροεπιστήμονες, με την υποστήριξη διαφόρων πειραμάτων, σκιαγραφούν σταδιακά μια άλλη εικόνα:Ο εγκέφαλος φαίνεται πια όλο και λιγότερο σαν μια ψυχρή μηχανή, που κάνει αδιάκοπους υπολογισμούς όπως ένα κομπιούτερ.

Αντίθετα, το νόημα, η πίστη, η θέληση και κυρίως η συνείδηση φαίνεται να ξεπηδούν μυστηριωδώς από τα κυκλώματα των εγκεφαλικών νευρώνων.Τα συναισθήματα παίζουν καθοριστικό ρόλο στη νοημοσύνη, ενώ η αγάπη είναι ζωτική για την ανάπτυξη του εγκεφάλου.

Από την άλλη, τα γονίδια δεν φαίνεται να είναι απλώς εγωιστικά, όπως ακράδαντα πιστεύει ο Ντόκινς, αλλά αντίθετα οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο ενστικτωδώς φαίνεται πως έχουν βαθιά ηθικά αισθήματα, όπως η δικαιοσύνη, η στοργή κ.ά.

Τελικά, αρκετοί επιστήμονες αρχίζουν να εκτιμούν όλο και πιο πολύ τις υπερβατικές πνευματικές εμπειρίες και να μην τις θεωρούν απλώς αυταπάτη.

Ο νους, όπως έχουν δείξει διάφορα πειράματα, φαίνεται πως έχει την ικανότητα να υπερβαίνει τον εαυτό του και να συγχωνεύεται με μια ανώτερη παρουσία (που πολλοί ονομάζουν Θεό), η οποία γίνεται αντιληπτή ως πιο πραγματική από την καθημερινή, υλική πραγματικότητα.

Επιστήμονες που ανήκουν σε αυτό το νέο ρεύμα επιστήμης είναι, μεταξύ άλλων, οι Andrew Newberg, Daniel Siegel, Michael Gazzaniga, Jonathan Haidt, Antonio Damasio, Marc Hauser κ.ά., τα πειράματα και τα βιβλία των οποίων επηρεάζουν πλέον όλο και περισσότερο τον δημόσιο διάλογο.

Με δεδομένο ότι από όλες τις θρησκείες αυτή που δέχεται μια ανώτερη πραγματικότητα, αλλά δεν την ταυτίζει με έναν προσωπικό Θεό, είναι κατ’ εξοχήν ο βουδισμός, το νέο επιστημονικό ρεύμα, σύμφωνα με τον Μπρουκς, θα μπορούσε να αποκληθεί «νευρωνικός βουδισμός».

Τι πρεσβεύει το νέο ρεύμα

Ποιες είναι όμως οι βασικές αντιλήψεις του νέου ρεύματος;

Πρώτον, ο εαυτός δεν είναι μια σταθερή και λίγο-πολύ μόνιμη οντότητα, αλλά μια δυναμική διαδικασία αλληλεξαρτώμενων σχέσεων.

Δεύτερον, κάτω από την επιφάνεια των διαφόρων θρησκειών οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έχουν κοινές ηθικές αντιλήψεις, αξίες και ενοράσεις.

Τρίτον, οι άνθρωποι έχουν τον κατάλληλο «εξοπλισμό» για να βιώνουν το ιερό και να έχουν εμπειρίες πνευματικής ανάτασης, στη διάρκεια των οποίων ξεπερνούν τα στενά σύνορα του εαυτού τους και πλημμυρίζουν από αγάπη για τον υπόλοιπο κόσμο.

Τέταρτον, ο Θεός μπορεί καλύτερα να γίνει αντιληπτός ως η φύση αυτού που βιώνει ο άνθρωπος κατά τις ανωτέρω στιγμές και θα μπορούσε να θεωρηθεί ως «το άγνωστο σύνολο όλων όσων υπάρχουν».

Όπως παρατηρεί ο Μπρουκς στο άρθρο του περί «Νευρωνικών βουδιστών», είναι ευκολότερο για τον Ντόκινς και τους υπόλοιπους μαχητικούς άθεους να επιτίθενται κατά του προσωπικού Θεού στο όνομα της επιστήμης, αλλά θα αποδειχτεί πολύ δυσκολότερο να κάνουν το ίδιο κατά των επιστημόνων συναδέλφων τους (κυρίως των νευροεπιστημόνων), οι πεποιθήσεις των οποίων εν μέρει επικαλύπτονται με τον βουδισμό και οι οποίοι, αν και όντως θεωρούν τις θρησκείες πολιτιστικά κατασκευάσματα, χτισμένα πάνω στα κοινά χαρακτηριστικά της ανθρωπότητας, σέβονται την αίσθηση του ιερού και το μυστήριο της συνείδησης.

Έτσι, την ίδια στιγμή που ο νέος επιστημονικός αθεϊσμός κάνει μεγάλο «θόρυβο», με απρόσμενο τρόπο, άλλοι επιστήμονες βρίσκουν κοινό έδαφος με τον μυστικισμό και την πνευματικότητα του νου, δίνοντας έμφαση στην έμφυτη υπερβατικότητα του ανθρώπινου νου, αλλά όχι στον θείο νόμο ή την άνωθεν αποκάλυψη.Το σκηνικό γίνεται, λοιπόν, όλο και πιο περίπλοκο και τα επόμενα χρόνια από τη μια οι πιστοί θα πρέπει να υπερασπίζονται την πίστη τους σε έναν προσωπικό Θεό, ενώ παράλληλα οι επιστήμονες θα πρέπει να ξεκαθαρίσουν μεταξύ τους τι σημαίνουν τα ευρήματά τους στο βασίλειο του νου αναφορικά με την ύπαρξη ή μη μιας άλλης πραγματικότητας, πέρα από αυτήν που βλέπουν καθημερινά τα μάτια μας.

Εν κατακλείδι, ο «νευρωνικός βουδισμός» μπορεί να υποσκάψει μελλοντικά την πίστη σε έναν Θεό, αλλά όχι στο επέκεινα.
via

Ο εγκέφαλος μεγαλώνει με το διαλογισμό και γίνεται πιο υγιής

$
0
0


Οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο τρέχουν σε κάθε είδους γυμναστήρια για να μεγαλώσουν τους μυς τους. Τι μπορούν όμως να κάνουν για να μεγαλώσουν τον εγκέφαλό τους; Διαλογισμό, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική έρευνα του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες (UCLA).

Η μελέτη, με επικεφαλής την Αϊλίν Λούντερς, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό έντυπο NeuroImage, χρησιμοποίησε υψηλής ανάλυσης τρισδιάστατες μαγνητικές τομογραφίες για να παρακολουθήσει τους εγκεφάλους εθελοντών σε φάση διαλογισμού. Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου των εθελοντών, που διαλογίζονταν εδώ και πολλά χρόνια (κατά μέσο όρο 24), είναι σημαντικά μεγαλύτερες σε σχέση με υπολοίπων ανθρώπων.

Οι περιοχές αυτές είναι κυρίως ο δεξιός ιππόκαμπος, ο δεξιός θάλαμος και η αριστερή κάτω κροταφική έλικα, περιοχές όλες σχετιζόμενες με τη ρύθμιση των συναισθημάτων. Καμία περιοχή του εγκεφάλου των μη διαλογιζομένων δεν είναι αισθητά μεγαλύτερη από αυτήν των διαλογιζομένων.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτή η διόγκωση των συγκεκριμένων περιοχών πιθανώς οφείλεται στο ότι οι διαλογιζόμενοι, μεταξύ άλλων, έχουν μια μοναδική ικανότητα να καλλιεργούν θετικά συναισθήματα και να παραμένουν συναισθηματικά σταθεροί.

Προηγούμενες έρευνες είχαν δείξει τα πολλαπλά οφέλη του διαλογισμού. Πέρα από τον καλύτερο έλεγχο των συναισθημάτων, πολλοί άνθρωποι που διαλογίζονται τακτικά, έχουν μειωμένο επίπεδο στρες και ενισχυμένο ανοσοποιητικό σύστημα.

Η νέα έρευνα -που εστιάστηκε στις διάφορες μορφές βουδιστικού διαλογισμού, όπως ζαζέν, βιπασάνα και σάματα- διαπίστωσε το αυξημένο μέγεθος του εγκεφάλου των διαλογιζομένων, αλλά, όπως είπαν, θα χρειαστούν πιο αναλυτικές έρευνες στο μικροσκοπικό επίπεδο, για να διαπιστωθεί αν η αύξηση αυτή του μεγέθους οφείλεται στη δημιουργία νέων νευρώνων (εγκεφαλικών κυττάρων), στην αύξηση του μεγέθους των υφισταμένων νευρώνων ή σε κάποια ξεχωριστή «καλωδίωση» των νευρώνων μεταξύ τους.

Οι ερευνητές, προς το παρόν, δεν αποκλείουν και την πιθανότητα να ισχύει η αντίστροφη σχέση, δηλαδή οι εθελοντές να είχαν ήδη μεγαλύτερες ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου, γεγονός που τους τράβηξε υποσυνείδητα στο διαλογισμό. Όμως επεσήμαναν ότι οι πρόσφατες έρευνες έχουν επιβεβαιώσει την αξιοσημείωτη πλαστικότητα του εγκεφάλου και την ικανότητα του περιβάλλοντος να εμπλουτίζει και να διευρύνει τις νευρωνικές δομές του εγκεφάλου.

Μια άλλη έρευνα, που βασίστηκε σε μελέτη χιλιάδων Aμερικανών βετεράνων του πολέμου του Βιετνάμ, διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι με χαμηλότερο δείκτη νοημοσύνης (ο οποίος εξαρτάται και από το μέγεθος του εγκεφάλου) έχουν περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από διάφορα προβλήματα υγείας σε σχέση με όσους έχουν υψηλότερη νοημοσύνη (και πιθανώς μεγαλύτερο μέγεθος εγκεφάλου).

Η έρευνα έγινε από τη Ροσαλίντ Αρντεν, ψυχολόγο του Κολλεγίου King’s του Λονδίνου και δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό έντυπο Intelligence.

Όπως είπε η ερευνήτρια, μια πιθανή ερμηνεία είναι ότι οι πιο έξυπνοι άνθρωποι κάνουν καλύτερες επιλογές στη ζωή τους σε σχέση με την υγεία τους (π.χ. κόβουν το τσιγάρο, κάνουν φυσική άσκηση ή τρώνε πιο υγιεινά). Όμως ως πιθανότερη αιτία προβάλλεται η ύπαρξη γενετικών παραγόντων που επηρεάζουν αρνητικά τη νοημοσύνη.

Η ίδια ερευνητική ομάδα, μελετώντας τους ίδιους βετεράνους του Βιετνάμ, είχε πρόσφατα διαπιστώσει ότι οι άνθρωποι με υψηλότερο δείκτη νοημοσύνης (IQ) παράγουν πιο υγιές σπέρμα.
via

Η θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων

$
0
0


Η Αρχαία Ελληνική Θρησκεία έπαιξε μεγάλο ρόλο στην αρχαία Ελλάδα και συνεχίζει και σήμερα να είναι σημαντική στην πολιτιστική κληρονομιά των Ελλήνων καθώς διαμόρφωσε τη μυθολογία τους και τη θέαση και προσέγγιση του κόσμου τους.
Ο άνθρωπος πάντα ένιωθε την ανάγκη να πιστεύει σε μια ανώτερη, θεϊκή δύναμη. Ο Δωδεκαθεισμός ήταν η θρησκεία των Αρχαίων Ελλήνων. Μέσω της θρησκείας αυτής οι άνθρωποι της αρχαίας Ελλάδος μπορούσαν να εκφραστούν και να δημιουργήσουν.


Ο Αρχαίος πολιτισμός αναπτύχθηκε πολύ εξαιτίας της θρησκείας. Οι άνθρωποι άρχιζαν να χτίζουν ναούς, να φτιάχνουν αγάλματα, τοιχογραφίες προς τιμή των θεών που μερικές από αυτές σώζονται ως σήμερα. Όλα αυτά αποτελούν ταυτότητα για τον Έλληνα αφού πολλοί ξένοι έρχονται στην χώρα μας και δείχνουν μεγάλο ενδιαφέρον για την Αρχαία Ελληνική Θρησκεία και για τα αρχαία αντικείμενα που σχετίζονται με αυτήν, σώζονται και αποτελούν μεγάλα έργα τέχνης.

Η Αρχαία Ελληνική Θρησκεία βοήθησε όχι μόνο τους αρχαίους Έλληνες αλλά και τους σημερινούς αφού μεγάλο μέρος του τουρισμού και της οικονομίας της Ελλάδος στηρίζεται στην αρχαιότητα και στην κληρονομιά που άφησε σε μας ( μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι ). Βέβαια, έχουν γραφεί πολλά βιβλία για την Αρχαία Ελληνική Θρησκεία, φιλοσοφικού και διδακτικού περιεχομένου. Σε όλη την γη διαβάζονται είτε από ενδιαφέρον είτε για μάθηση και εμβάθυνση στον αρχαίο πολιτισμό είτε από απλή περιέργεια. Πολλές ταινίες εξάλλου έχουν παιχθεί στον παγκόσμιο κινηματογράφο που αφορούν την Αρχαία Ελλάδα, την  θρησκεία της και τους ήρωές της.

Ουρανος-Γη-Κρονος

Οι σχέσεις μεταξύ του Ουρανού και των παιδιών του δεν ήταν πολύ φιλικές. Η οργή του μεγάλου Θεού έπεσε πάνω στους Τιτάνες τους οποίους φυλάκισε στα έγκατα της γης. Η μητέρα τους, εξοργισμένη από την αδικία, ζήτησε από τους γιους της να σκοτώσουν τον πατέρα τους.

Ο Κρόνος ,ο μικρότερος γιος, επειδή ήταν απ’τους πιο θαρραλέους, το βράδυ κρύφτηκε στο δωμάτιο των γονιών του και έκοψε τα γεννητικά όργανα του πατέρα του, τα οποία έπεσαν στη θάλασσα. Από αυτά τα όργανα γεννήθηκε η Αφροδίτη ,οι Ερινύες, οι Νύμφες και οι Γίγαντες.

Κρόνος – Ρέα- Διας

Μετά την πτώση του Ουρανού, αρχηγός του σύμπαντος έγινε ο Κρόνος. Αμέσως αποφυλάκισε τα αδέλφια του και παντρεύτηκε την Ρέα. Από την ένωσή τους γεννήθηκαν η Δήμητρα, η Εστία, η Ήρα, ο Άδης και ο Ποσειδώνας.  Ο Κρόνος όμως αποδείχθηκε χειρότερος από τον πατέρα του – φοβούμενος ότι τα παιδιά του θα τον εκθρόνιζαν,  τα κατάπινε όταν γεννιόνταν. Η Ρέα, πριν γεννήσει τον Δία, το τελευταίο της παιδί, συμβουλεύτηκε τον Ουρανό και την Γη. Με την βοήθεια τους έκρυψε τον Δία σε μια σπηλιά στην Κρήτη και έδωσε στον Κρόνο να καταπιεί μια πέτρα αντί για τον γιο της. Όταν μεγάλωσε, ο Δίας νίκησε τον Πατέρα του και με τα αδέλφια του έγιναν οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου.

Οι Θεοί

Ο πολυθεϊσμός ήταν από τις πιο διαδεδομένες θρησκείες των Αρχαίων Ελλήνων. Για τους Αρχαίος Έλληνες, οι θεοί σαν σύνολο αντιπροσώπευαν  μια σημαντική έννοια – την φύση σε όλες της τις εκφορές και κάθε θεός η θεά συσχετιζόταν με μια η περισσότερες δυνάμεις της φύσης.

Για τους Έλληνες, οι θεοί ήταν αθάνατοι, πανταχού παρόντες και αξιολάτρευτοι. Μπορούσαν να ελέγξουν όλους τους θνητούς σε κάθε στάδιο της ζωής τους , προκαθορίζοντας την μοίρα τους και τις σχέσεις τους. Παρόλα αυτά, για τους Έλληνες οι θεοί δεν ήταν απόμακρα, απρόσιτα όντα – οι άνθρωποι μπορούσαν να τους πλησιάσουν, να τους δούνε, να τους ακούσουν και να τους αγγίξουν εύκολα. Ως αντιφατικά και πολύπλευρα όντα, οι θεοί αποτελούσαν παράδειγμα προς μίμηση για έναν τέλειο άνθρωπο – αλλά έναν άνθρωπο ελεύθερο από τις στερήσεις και τις απαγορεύσεις της ζωής, ο οποίος μπορούσε να διασκεδάσει με ο,τιδήποτε,  μπορούσε να τραυματιστεί χωρίς να νιώσει πόνο ή να πεθάνει, μπορούσε να ερωτευτεί χωρίς να υποβάλλεται σε όρια παρόμοια με των ανθρώπων, μπορούσε να νιώσει θυμό ή ζήλια χωρίς να καταπιέζει τα συναισθήματά του  και τέλος, μπορούσε να γλεντήσει και να μεθύσει απεριόριστα. Οι Αρχαίοι Έλληνες ανέθεταν στους θεούς τους όλες τις ιδιότητες που θα ήθελαν οι ίδιοι να κατέχουν αλλά τις οποίες η ανθρώπινη φύση δεν τους επέτρεπε να αποκτήσουν. Οι ανθρώπινες ιδιότητες των θεών, ωστόσο, δεν μειώνουν την θεϊκή τους υπόσταση. Στην πραγματικότητα, τα χαρακτηριστικά τα οποία οι άνθρωποι απέδιδαν στους θεούς λειτουργούσαν ως παραδείγματα για την ανθρώπινη συμπεριφορά και αποτελούσαν τους στόχους, τους οποίους έθεταν οι θνητοί για τον εαυτό τους.

Η σωματική ομοιότητα μεταξύ των θεών και ανθρώπων εξυπηρετούσε έναν σημαντικό σκοπό. Οι θεϊκές μορφές που γεννήθηκαν από το Αρχαίο Ελληνικό πνεύμα, δεν ήταν ούτε λιγότερο ούτε περισσότερο από  μια εικόνα την οποία  όφειλαν  να προσεγγίσουν οι άνθρωποι. Από την άλλη πλευρά, οι θεοί υιοθετούσαν ανθρώπινοι μορφή όταν εμφανίζονταν στους θνητούς και έτσι τα σώματά τους δεν ήταν απαραίτητα εξωπραγματικά – καλύτερα θα μπορούσαν να περιγράφονται ως πηγές ενέργειας και έμπνευσης από τις οποίες μπορούσαν να δημιουργηθούν υπερφυσικές δυνάμεις.

Κάθε μια από τις Αρχαίες Ελληνικές πόλεις-κράτη είχε το δικό της Πάνθεον. Παρόλα αυτά, ολόκληρη η Ελλάδα μοιραζόταν τους ίδιους θεούς που είχαν δημιουργηθεί από τις κοινές ανάγκες μελών τις ίδιας φυλής. Οι πρώτες γραπτές αναφορές στους Αρχαίους Έλληνες Θεούς χρονολογούνται από την Μυκηναϊκή περίοδο. Τα ονόματα του Δία, Ποσειδώνα, Άρη, Ερμή και Διονύσου ήταν χαραγμένα σε πήλινες  πινακίδες στην Γραμμική Β γραφή και βρέθηκαν σε Μυκηναϊκά παλάτια των πόλεων των Μυκηνών, Πύλου και Κνωσού. Αυτές χρονολογούνται περίπου από το 1400 – 1200 π.Χ.

Το Ολύμπιο Πάνθεον πήρε την τελική του μορφή τον 10οαιώνα π.Χ. ( Γεωμετρική Περίοδος ) και καθιερώθηκε στο Ελληνικό πνεύμα χάρη στα έπη του Ομήρου τα οποία ήταν δημοφιλή και σημαντικά ως υλικό παιδείας και εκπαίδευσης από τα αρχαία ακόμη χρόνια.

Όταν στις πόλεις-κράτη πέρασαν τον 8οαιώνα π.Χ. τα καινούρια στοιχεία του ολοκληρωμένου δωδεκαθέου,  οι θρησκευτικές έννοιες των Ελλήνων ανανεώθηκαν και βελτιώθηκαν με αυτά τα νέα στοιχεία και εμφανίστηκαν οι πρώτες επίσημες τοποθεσίες για λατρεία των θεών. Το Αρχαίο Ελληνικό θρησκευτικό σύστημα ολοκληρώθηκε στην Αρχαϊκή  και Κλασσική περίοδο ( 6ος– 5οςαιώνας π.Χ.) που θα αποτελέσει και την περίοδο της κορύφωσης του Ελληνικού Πολιτισμού.

Οι δώδεκα θεοί του Ολύμπου

Ανάμεσα σε όλους τους θεούς που λάτρευαν οι Έλληνες, οι δώδεκα θεοί του όρους Ολύμπου, σχημάτιζαν μια ειδική κατηγορία. Οι θεοί του Ολύμπου ήταν ο Δίας, η Ήρα, η Αθηνά, ο Ποσειδώνας, ο Απόλλωνας, η Άρτεμις, η Δήμητρα, ο Ερμής, η Αφροδίτη,  ο Άρης, ο Ήφαιστος  και  η Εστία. Σε μερικές περιοχές, διάφορες θέσεις των δώδεκα θεών διεκδικούσαν ο Πλούτωνας, ο Διόνυσος , ο Ηρακλής και άλλοι τοπικοί ήρωες.

Οι θεοί του Ολύμπου ζούσαν κυρίως φιλικά μεταξύ τους, σε ένα σπίτι-ανάκτορο που ήταν ιδανικό στην χρήση του και ιδιαίτερα μαγευτικό. Με την απόφαση των θεών να κατοικήσουν στον Όλυμπο, αυτομάτως εισάγεται η έννοια ότι ζούσαν στο όριο μεταξύ της Γης και του Ουρανού και έτσι μπορούσαν να επιτηρούνε ό,τι γινόταν στο κόσμο. Το κύριό  τους μέλημα ήταν ο άνθρωπος, τον οποίο μερικές φορές «έλουζαν» με δώρα και μερικές φορές δίωκαν. Ο αρχηγός των θεών ήταν ο Δίας, ο πανταχού παρών, ακολουθούμενος από άλλους, μικρότερους σε σημασία θεούς, σε μια στοιχειώδη ιεραρχία στην οποία κάθε θεότητα είχε την δική της επιρροή. Όποια δύναμη και αν είχε ο καθένας από τους δώδεκα θεούς, κανείς δεν είχε το δικαίωμα να «πατήσει» τον ιερό όρκο που είχε δώσει δίπλα στα νερά της π Στίγας, η οποία βρισκόταν στο κάτω κόσμο. Οι θεοί ορκίστηκαν πως εάν δεν τηρούσαν την υπόσχεση που είχαν δώσει, η τιμωρία τους θα ήταν ένας χρόνος σε κατάστασης κόμματος έπειτα από τον οποίο, οι θεοί απαγορευόταν να συναντηθούν με τους άλλους θεούς για άλλα εννέα χρονιά.

Ο μεγαλύτερος όρκος που μπορούσαν να πάρουν οι θνητοί ήταν προς στους δώδεκα θεούς. Η ποινή για τους επιόρκους ήταν αυστηρή διότι οι δώδεκα θεοί ήταν και αμείλικτοι δικαστές για τους ανθρώπους. Οι Αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν κάθε θεό διαφορετικά και επίσης έστηναν προσκυνητάρια για να τιμήσουν τους δώδεκα θεούς.

Δίας

Ο «Πατήρ Θεών τε και Ανθρώπων» ο Δίας, ο Βασιλιάς του Ολύμπου και αρχηγός του δωδεκαθέου, άρχοντας των κεραυνών, τιμωρός και προστάτης, εραστής και πολέμαρχος, νίκησε τον πατέρα του Κρόνο και έριξε τους Τιτάνες και τους Γίγαντες στα Τάρταρα. Ήταν ο αδιαμφισβήτητος κυβερνήτης του σύμπαντος και ήλεγχε τα πάντα. Αλλά η δύναμη του δεν ήταν χωρίς περιορισμούς. Ο ρόλος του ήταν κυρίως να συντονίζει της δραστηριότητες των άλλων θεών και να επιβεβαιώνει ότι οι άλλοι θεοί δεν ξεπερνούσαν τις δυνάμεις τους φτάνοντας στην ύβρη. Αυτός ήταν σε κάθε περίπτωση ο εγγυητής της τάξης σε θεϊκά και σε ανθρώπινα θέματα. Οι βασιλιάδες της γης θεωρούνταν  απόγονοί του.

Ο Δίας λεγόταν πολιούχος και «πολιεύς» –  πατέρας της πόλης. Η άμυνα των Ελληνικών πόλεων ήταν μια από τις ευθύνες του, η οποία είναι ο λόγος για τον οποίο λατρευόταν όπως και η Αθηνά ως Πρόμαχος, αρχηγός σε μάχες και Σωτήρ, σωτήρας. Άλλα επίθετά του ήταν Ελευθέριος, ελευθερωτής, επειδή έδινε την ελευθερία σε αυτούς που προστάτευε.

Όταν οι Αρχαίοι Έλληνες αναφερόντουσαν στον Ολύμπιο Δία εννοούσαν τον πατέρα των θεών και των ανθρώπων που κυβερνούσε τον κόσμο από το παλάτι του στον Όλυμπο. Ο Δίας ήταν η πηγή του παραδεισένιου φωτός και αυτός ρύθμιζε τα μετεωρολογικά φαινόμενα. Έστελνε στην γη, τον άνεμο, τα σύννεφα, την βροχή και τον κεραυνό. Τα σύμβολά του συνδέονταν με αυτές τις δυνάμεις – όχι μόνο ο κεραυνός αλλά και ο αετός, το ιερό πουλί που πετάει πιο ψηλά και γρήγορα από όλα τα άλλα πτηνά στο ουρανό υπήρξε σύμβολο του Δία.

Οι Έλληνες λάτρευαν τον Δία σε κορυφές βουνών οπού η Γη συναντούσε τον Ουρανό. Τα φυσικά φαινόμενα, ελεγχόμενα από τον Δία, όταν συμβαίνανε θεωρούνταν ως σημάδια από τους θεούς και ικανά να παρέχουν στους ανθρώπους πληροφορίες για γεγονότα που θα γίνονταν στο προσεχές μέλλον. Ο μάντης στην Δωδώνη, ένας από τους πιο σημαντικούς της Ελλάδας, ήταν αφοσιωμένος στον Δία. Εκτός από την δύναμη του στον Ουρανό και στην Γη, ο Δίας προστάτευε και τα ανθρώπινα όντα. Σε κάθε σπίτι υπήρχε ένα Προσκυνητάριο προορισμένο για τη λατρεία στο Δία και ήταν ο προστάτης της ειρήνης και στην οικία. Επιπλέον, αυτός προφύλασσε την φιλία ανάμεσα στους ανθρώπους (Δίας Φίλιος) και βοηθούσε αυτούς που τον είχαν ανάγκη, ιδιαίτερα τους ταπεινούς και τους ξένους (Δίας Ξένιος). Οι δυνάμεις του Δία ολοκληρώνονται με την επίβλεψη του για τους όρκους των θνητών και η ευθύνη να αποδίδει δικαιοσύνη εάν κάποιος όρκος δεν τηρούνταν. Οι τιμωρίες του μπορεί να ήταν σκληρές έως υπερβολικές, αλλά ήταν πάντα πρόθυμος να συγχωρήσει εάν οι θνητοί έδειχναν την μεταμέλεια τους και προσεύχονταν σε αυτόν. Για αυτούς τους λόγους, οι Έλληνες δεν παρέλειπαν να τιμούν τον αρχηγό των θεών με εντυπωσιακές τελετές, γιορτές και αθλητικούς αγώνες – δυο από τις τέσσερις μεγαλύτερες διοργανώσεις, οι Ολυμπιακοί αγώνες και τα Νέμεα, ήταν αποκλειστικά αφιερωμένες στον Δία. 

Υπάρχουν άπειροι μύθοι που σχετίζονται με τον Δία και πολλοί από αυτούς είναι ιδιαιτέρως  συναρπαστικοί. Συμπεριλαμβάνουν αφηγήσεις για τις ερωτικές σχέσεις του Δία που προκαλούν αίσθηση και διχάζουν την κοινή γνώμη για την ηθική των γάμων και των δεσμών των αρχαίων θεών. Παρόλα αυτά, είναι εύκολο να κατανοήσουμε αυτούς τους μύθους εάν μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε το συμβολικό τους περιεχόμενο. Με το να περιγράφουν τις ερωτικές συναντήσεις της κυριότερης θεότητάς τους, οι Έλληνες απέδιδαν στους θεούς όλα τα στοιχεία της φύσης, των νόμων και πνευματικών δυνατοτήτων, των κανόνων που «κυβερνούν» την κοινωνία και ακόμη, την προέλευση της ανθρωπότητας.

Σύμφωνα με τις παραδόσεις, ο Δίας κοιμήθηκε με την Μέτιδα, την προσωποποίηση της σοφίας και της μάθησης, και έτσι γεννήθηκε η Αθηνά. Έπειτα κοιμήθηκε με την Θέμιδα, που συμβόλιζε τον νόμο και την ηθική τάξη, και έτσι γεννήθηκαν οι Ώρες και οι Μοίρες, που κυβερνούσαν την μοίρα όλων των ανθρώπων. Η ένωσή του με την Μνημοσύνη δημιούργησε τις εννέα Μούσες, πηγή όλων των ποιητικών εμπνεύσεων, και από την ένωσή του με την Δήμητρα γεννήθηκε η Περσεφόνη, που συμβολίζει την γονιμότητα της γης. Ο Δίας και η Λιτώ ήταν οι γονείς του Απόλλωνα και της Άρτεμης και με την ένωση του Δια με την Ευρυνόμη γεννήθηκαν οι Χάριτες, που έφεραν έναν άγγιγμα ομορφιάς στον κόσμο. Ο σχηματισμός αυτών των μύθων ικανοποιούσε την ανάγκη που ένιωθαν οι Αριστοκράτες της Ιστορικής Περιόδου να ανιχνεύσουν τους προγόνους τους στον μεγαλύτερο θεό που λάτρευε ο λαός και έτσι, οι ίδιοι ένιωθαν απόγονοι μεγάλων θεών με εξαιρετικές δυνάμεις.

Το συμβολικό νόημα των μύθων ήταν συχνά κρυμμένο πίσω από ποικίλες διασκευές στις «περιστάσεις» τους  και σε πολλές από αυτές τις ιστορίες εντοπίζεται περίτρανα η ευφυΐα των Ελλήνων. Στα αποσπάσματα των αρχαίων συγγραφέων, ο Δίας είναι πάντοτε ζευγάρι με την Ήρα(παρόλο που ήταν ταυτόχρονα αδελφή του) και η ζωή των θεϊκών συζύγων απεικονίζεται παρόμοια με αυτή μιας συνηθισμένης πατριαρχικής οικογένειας. Ο Δίας ήταν συστηματικά άπιστος στην γυναίκα του και σκαρφιζόταν ιστορίες για να βρεθεί με τις ερωμένες του. Η Ήρα, απελπισμένη από ζήλια έκανε ό,τι ήταν δυνατόν και ό,τι μπορούσε για να εκνευρίσει τον Δία και τις ερωμένες του και έπαιρνε εκδίκηση όταν ο Δίας της ήταν άπιστος. Παρόλο που ο μεγάλος θεός ήταν άρχοντας της δημιουργίας, δεν μπορούσε να αντισταθεί στην μοίρα του, που ήταν να προικίσει την ανθρωπότητα με τους πλούσιους καρπούς  των περιπετειών του.

Ήρα

Αδελφή και σύζυγος του Δια, ήταν η Ήρα, η οποία ως κύριο σκοπό της είχε να προστατεύει τις γυναίκες και το γάμο, αν και συνήθως αρεσκόταν να κατατρέχει και να τιμωρεί τις πάμπολλες ερωμένες του άντρα της και τα παιδιά που προέκυπταν από τις ερωτοτροπίες αυτές εκτός του γάμου τους. Βέβαια, και η Ήρα συχνά κατέφευγε σε ερωτικές περιπλανήσεις, όμως πάντα ξαναγύριζε στον άντρα της. Η Ήρα ανάμεσα στις θεές του Ολύμπου απολάμβανε τη θέση της πιστής γυναίκας και επίσημης συζύγου του Δία. Σύμφωνα με μια παράδοση γεννήθηκε στην Σάμο – οι άνθρωποι του νησιού πίστευαν ότι η Ήρα είδε για πρώτη φορά το φως της ημέρας κάτω από ένα δέντρο, δίπλα στις όχθες του ποταμού Ίμπρασσου, όπου αργότερα χτίστηκε ο φημισμένος ναός της Ήρας στην Σάμο, το Ηραίο.

Υπήρχε και ένας ακόμη ναός της Ήρας στο Άργος. Αυτός ο ναός ήταν το πιο σημαντικό θρησκευτικό κέντρο της Πελοποννήσου και σχετιζόταν με την αγάπη της Ήρας και του Δία. Η ιστορία έλεγε πως ο αδελφός και η αδελφή αγαπιόταν από πολύ παλιά, πριν γίνουν  κυβερνήτες του Ολύμπου, ακόμη και στην παιδική τους ηλικία συναντιόντουσαν κρυφά από τους γονείς τους.

Ο ιερός γάμος μεταξύ αυτών των θεοτήτων έχει ερμηνευτεί ως σύμβολο της γονιμότητας της γης και αυτό ταιριάζει με την περιγραφή του Ομήρου στην Ιλιάδα : « καθώς ο Δίας  κρατούσε στην αγκαλιά του την γυναίκα, η γη έβγαλε χορτάρι, καρπούς και ευωδιαστά άνθη, απαλά και ζεστά που φύτρωναν από το έδαφος». Με την ένωσή της με τον μεγαλύτερο Ολύμπιο θεό, η Ήρα απέκτησε όλες τις ιδιότητες του Δία, όμως σε μια θηλυκή έκδοση. Αυτή στα αρχαία χρόνια λατρευόταν ως Ακραία και Γαμήλια, δηλαδή ως σύμβολο του γάμου και της γαμήλιας ζωής. Αφού για τους Αρχαίους Έλληνες η καλύτερη μοίρα μιας γυναίκας και η κοινωνική της καταξίωση ήταν να φέρει νόμιμα παιδιά στον κόσμο, η Ήρα συχνά ονομαζόταν και «Τέλεια» διότι με το να εκπληρώσει την αποστολή της είχε φτάσει στην τελειότητα.

Ήταν έθιμο για τα νεαρά ζευγάρια, προτού παντρευτούν, να θυσιάσουν στην Τέλεια Ήρα και στον Τέλειο Δία. Αλλά η Ήρα επίσης αντιπροσώπευε και όλα τα άλλα στάδια της ζωής των γυναικών – τα μικρά κορίτσια την τιμούσαν ως Παρθένο, οι παντρεμένες γυναίκες ως Τέλεια και οι χήρες ως Χήρα – υπήρχε ένας μύθος που έλεγε ότι ο Δίας και η Ήρα χώρισαν και ενώ η διαμάχη τους κρατούσε, η Ήρα θεωρούνταν χήρα.

Τα νόμιμα παιδιά του Δία και της Ήρας ήταν ο Άρης, η Ήβη και η Ειλειθυία. Μερικές συγγραφείς προσθέτουν και τον Ήφαιστο στον κατάλογο ως παιδί τους, ενώ σύμφωνα με άλλους, ο Ήφαιστος γεννήθηκε από την Ήρα χωρίς αρσενική παρέμβαση, ενώ την ίδια ώρα η Αθηνά γεννήθηκε από το κεφάλι του Δία. Δεν είναι σύμπτωση παρόλα αυτά ότι και οι δυο θεότητες ήταν γονείς της Ήβης, της θεάς που συμβόλιζε την παντοτινή νεότητα και της Ειλειθυίας, της προστάτιδας και βοηθού των γυναικών στην γέννα και έτσι εγγυήτρια της αναγέννησης της ζωής.

Η Ήρα είχε μεγαλύτερο κύρος από τις άλλες θεές του Ολύμπου. Καθήμενη στο χρυσό της θρόνο ενέπνεε το σεβασμό των άλλων θεοτήτων που της φερόντουσαν σαν βασίλισσα. Όπως και με την περίπτωση του Δία, ο Όλυμπος έτρεμε όταν νευρίαζε η Ήρα. Οι καυγάδες μεταξύ του ζευγαριού πολύ συχνά κατέληγαν σε υπερβολικά βίαιες συγκρούσεις. Ο θυμός της Ήρας ήταν ικανός να δημιουργήσει χάος σε όλο το κόσμο, που σύμφωνα με μια ερμηνεία δηλώνει μια πολεμική διάσταση στην προαίρεσή της. Αυτό μάλλον εξηγεί γιατί λεγόταν πως ο θεός Άρης ήταν γιος της Ήρας και του Δία. Εκτός από την επιθυμία της να εκδικηθεί τον σύζυγό της, η Ήρα χωρίς έλεος καταδίωκε τις ερωμένες του και τα μη νόμιμα παιδιά του. Αλλά η Ήρα περισσότερο προστάτευε αυτούς που της ήταν πιστοί και αυτούς που είχαν αδικηθεί. Της άρεσε ιδιαίτερα η πόλη Άργος και κατά τον Τρωικό Πόλεμο υποστήριζε με όλη της την καρδιά τους Έλληνες, θέτοντας σε κίνδυνο την ζωή της. 

Αθηνά

Η Αθηνά, η οποία ξεκίνησε ως πάνοπλη Θεά του πολέμου και στη συνέχεια εξελίχθηκε σε πολιούχο Θεά της Αθήνας και σύμβολο της σοφίας, σύμφωνα με το μύθο, ξεπετάχτηκε μέσα από το κεφάλι του Δία κρατώντας δόρυ και ασπίδα και φορώντας περικεφαλαία. Αγαπημένη της πόλη ήταν η Αθήνα, η οποία πήρε και το όνομα της. Τα σύμβολα της ήταν το δόρυ, η κουκουβάγια και η ελιά. Για τους Αρχαίους Έλληνες η Αθηνά, μια από τις πιο σημαντικές Ολύμπιες θεότητες  σύμφωνα με την παράδοση, υπήρξε κόρη του Δία και της Μέτιδας. Κατά την διάρκεια της μάχης των Γιγάντων ο Δίας κοιμήθηκε με την Μέτιδα, κόρη του Ωκεανού και της Τύφης, που έκρυβε μέσα της όλη την σοφία του κόσμου. Το γεγονός ότι η Αθηνά γεννήθηκε από το κεφάλι του Δία και ποτέ δεν είχε μητρική στοργή, σημαίνει ότι οι δυνάμεις της ήταν περισσότερο αρσενικές παρά θηλυκές. Η Αθηνά ήταν η μόνη που επιτρεπόταν να μπαίνει στην αίθουσα εξοπλισμού του Δία και να χρησιμοποιήσει ακόμη και τον κεραυνό του.

Η μαχητική φύση της Αθηνάς εξαιτίας της  οποίας  λατρευόταν ως Άρια, διαφοροποιούνταν από τον χαρακτήρα του Άρη, το θεό του πολέμου. Ο Άρης αντιπροσώπευε αναρχικές διαμάχες, την βία του πολέμου, ενώ η Αθηνά πιστευόταν ότι είχε διδάξει στην ανθρωπότητα τις τεχνικές και τους κανόνες του πολέμου. Ως αποτέλεσμα, τα δυο αδέλφια συχνά περιγράφονταν από αρχαίους συγγραφείς σε μια κατάσταση διαμάχης και αυτό ήταν ιδιαίτερα αληθινό κατά την διάρκεια του Τρωικού πολέμου. Χάρη στην βοήθεια της Αθηνάς στην ανθρωπότητα, η Αθηνά λατρευόταν από τους Αρχαίους Έλληνες ως Σώτειρα. Ένα άλλο από τα επίθετα της Αθηνάς ήταν Προμάχη, το οποίο προήλθε από την προστασία που πρόσφερε αυτή στις μάχες. Πράγματι, η Αθηναίοι ήταν πεπεισμένοι ότι καθ’όλη την διάρκεια των Περσικών Πολέμων του 5οαιώνα π.Χ. ήταν αυτή που τους χάρισε την νίκη. Για αυτό το λόγο την ονόμασαν Αθηνά Νίκη και έχτισαν έναν ναό στο όνομά της πάνω στην Ακρόπολη. Έχτισαν επίσης ένα πελώριο άγαλμα της Αθηνάς Προμάχου – φτιαγμένο από τον μεγάλο γλύπτη Φειδία – στον ιερό βράχο. Η παράδοση μας λέει ότι τη «μύτη» του δόρατός της και το λοφίο της περικεφαλαίας της μπορούσαν να τα δουν από ακτή του Σουνίου και έτσι το άγαλμα κυριαρχούσε σε όλη την Αθήνα.

Το συχνά χρησιμοποιημένο όνομα Αθηνά Ιππία σχετίζεται επίσης με την στρατιωτική δύναμη της θεάς. Σύμφωνα  με το σχετικό μύθο, αυτή ήταν η Αθηνά που δίδαξε στην ανθρωπότητα πώς να εξημερώσουν το άλογο και έδωσε στον Βελλεροφόντη δυο χρυσά χαλινάρια ώστε να μπορεί να ιππεύσει το φτερωτό άλογο Πήγασος. Εδώ υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ της Αθηνάς και του Ποσειδώνα, εξίσου σημαντικού θεού του Ολύμπου, που λέγεται επίσης Ίππιος.

Όταν η Αθηνά Ιππία ημέρεψε το άγριο άλογο, απέκτησε μια «φρέσκια», ανανεωμένη  διάσταση στο μυαλό των Ελλήνων- έγινε η θεά της εξυπνάδας και της νοητικής ικανότητας, αντιπροσωπεύοντας την αντίληψη της υπεροχής του μυαλού πάνω  στη φυσική δύναμη και την βία του πολέμου. Ήταν υπεύθυνη για την ανάπτυξη όλων των τεχνών και τεχνικών που έκαναν την ζωή των ανθρώπων πιο εύκολη. Για αυτό το λόγο, απέκτησε το επίθετο «Εργάνη» και αρχιτέκτονες, γλύπτες και ζωγράφοι την τιμούσαν ιδιαιτέρα. Οι μουσικοί της απέδωσαν την εφεύρεση της φλογέρας και πίστευαν ότι ήταν η πρώτη που δίδαξε τον πολεμικό χορό με το όνομα  «Πυρρίχιο» στους ανθρώπους μετά την νίκη των θεών στην μάχη των Τιτάνων. Ήταν η Αθηνά επίσης που έφτιαξε τα πρώτα όπλα και εργαλεία των ανθρώπων, τους δίδαξε την τέχνη των πλοίων, την καλλιέργεια των χωραφιών με χρήση  βοδιού, την τέχνη του μπρούτζου και το να φτιάχνουν αντικείμενα από χρυσό. Η ανάμιξή της με τις τέχνες της φωτιάς την έφερε κοντά στο θεό Ήφαιστο με τον οποίο λατρευόταν στο Ηφαιστείο, στην αγορά της Αθήνας.

Η μεγαλύτερη εφεύρεσή της ήταν, παρόλ΄ αυτά,  η τέχνη της υφαντουργικής. Καθ’όλη την αρχαιότητα πιστευόταν ότι η θεά Αθηνά κατείχε τις μεγαλύτερες ικανότητες σε αυτόν τον κλάδο και ήταν αυτή που έφτιαχνε τα ρούχα των θεών.

Η ειρηνική πλευρά του χαρακτήρα της Αθηνάς συμβολίζονταν από την ελιά, το δέντρο που έδωσε στους Αθηναίος και που τους έμαθε πώς να το καλλιεργούν. Λεγόταν πως ο Ερεχθέας, ο θρυλικός πρώτος βασιλιάς της Αθήνας ανατράφηκε από την Αθηνά που είναι και ο λόγος για τον οποίο λατρευόταν με αυτήν στο Ερεχθείο, έναν από τους μεγαλύτερους και σημαντικότερους ναός της Ακρόπολης. Ο ναός ήταν, πρώτον και κυριότερον, αφιερωμένος στην Αθηνά – την πολιούχο της πόλης. Στον ναό υπήρχε το διάσημο ξύλινο θρησκευτικό άγαλμα ονόματι Παλλάδιο που σύμφωνα με την παράδοση έπεσε από τον ουρανό.

Η «θρησκεία» και λατρεία της Αθηνάς ήταν  μεγάλης σημασίας στην Αθήνα. Οι κάτοικοι αφιέρωσαν στην Αθηνά το πιο εντυπωσιακό μνημείο, τον Παρθενώνα που ακόμη κυριαρχεί στην Αθήνα. Αυτός ο εντυπωσιακός ναός, σχεδιασμένος από τους αρχιτέκτονες Ικτίνο και Καλλικράτη και διακοσμημένος από το σπουδαίο γλύπτη Φειδία, ήταν αφιερωμένος στην Αθηνά Παρθένο. Το επίθετο αυτό το πήρε η Αθηνά επειδή όπως μας λέει ο Όμηρος απέφευγε το γάμο και ήταν απρόσβλητη από τους πειρασμούς της ζωής και της σάρκας. Ένας άλλος από τους τρόπους με τους οποίους οι Αθηναίοι λάτρευαν την θεά ήταν με το να διοργανώνουν την πιο ωραία τελετή, τα Παναθήναια προς τιμήν της. Την τελετή αυτή σύμφωνα με την παράδοση την ξεκίνησε ο Εριχθόνιος και το 566 π.Χ ο Τύραννος Πεισίστρατος την ξανα οργάνωσε και τη χώρισε σε δυο γιορτές, τα Μεγάλα και τα Μικρά Παναθήναια. Τα Μεγάλα Παναθήναια διοργανώνονταν κάθε τέσσερα χρόνια το μήνα των Εκατομβών. Οι Αθλητικοί αγώνες γίνονταν τις πρώτες μέρες της τελετής και περιλάμβαναν ιππασία, αρματοδρομία, πάλη, πυγμαχία, το παγκράτιο, άλμα εις μήκος, ακοντισμό και δισκοβολία, αγώνες δρόμου και αγώνες με δαυλούς.  Έπειτα εμφανίστηκαν αγώνες μουσικής και χορού συμπεριλαμβάνοντας τον διάσημο και περίφημο πυρρίχιο τον οποίο η Αθηνά πρώτα εκτέλεσε. Οι νικητές έπαιρναν βραβεία Παναθηναϊκούς Αμφορείς – αυτά ήταν τεράστια και όμορφα διακοσμημένα σκεύη γεμάτα με μια ποσότητα ελαιόλαδου που σήμαινε μεγάλο οικονομικό απόκτημα για κάποιον.

Η τελευταία ημέρα των Παναθηναίων ήταν και η πιο εντυπωσιακή αφού όλος ο πληθυσμός της Αθήνας έπαιρνε μέρος σε αυτήν τη μεγαλειώδη Παναθηναϊκή παρέλαση που έφτανε ως την Ακρόπολη για να φορέσει στο θρησκευτικό άγαλμα της Αθηνάς ένα καινούργιο ρούχο, τον πέπλο. Η παρέλαση άρχιζε από την περιοχή του Κεραμεικού, από το κτήριο που ονομαζόταν «Πομπείο» στην αυλή του οποίου είχε στηθεί ένα μεταφερόμενο πλοίο. Κάθε φορά που γινόταν Παναθήναια, το καινούργιο πέπλο για το άγαλμα – στολισμένο με σκηνές από την μάχη των Γιγάντων – κρεμιόταν από το κατάρτι του πλοίου. Μετέπειτα το πέπλο συνοδευμένο από όλους τους Αθηναίους μεταφερόταν  μέσα στην Αγορά κατά μήκος της Παναθηναϊκής  οδού και στην συνέχεια στην Ακρόπολη. Στο τέλος,  παρουσία όλων των αξιωματούχων και διακεκριμένων πολιτών  της Αθήνας, ο λαός των Αθηνών θα μεταφέρει το πέπλο για να καλύψει το άγαλμα της Αθηνάς στο Ερεχθείο. Η τελετή ολοκληρωνόταν  με την θυσία διαφόρων ζώων, ενώ οι Αθηναίοι γιόρταζαν με διάφορα συμπόσια, δείχνοντας έτσι την αγάπη τους προς την Θεά. Η Παναθηναϊκή παρέλαση ήταν ένα τόσο σημαντικό γεγονός στην ζωή των ανθρώπων της Αθήνας που ο γλύπτης Φειδίας αποφάσισε να το απεικονίσει με ασυναγώνιστη ικανότητα. Ήταν επίσης ο Φειδίας που κατασκεύασε το μεγαλειώδες, φτιαγμένο από χρυσό και ελεφαντοστό άγαλμα της Αθηνάς που στόλιζε τον ναό και που ήταν από τα σπουδαιότερα δημιουργήματα της Αρχαίας Εποχής.

Ποσειδώνας

Ο Ποσειδώνας  ήταν ο θεός της θάλασσας, των ποσίμων υδάτων και πηγών, κυρίαρχος των θαλασσών και των γεωλογικών φαινομένων. Ήταν, όπως ο Δίας, γιος του Κρόνου και της Ρέας. Σύμφωνα με μια εκδοχή του μύθου, όταν γεννήθηκε, η Ρέα τον έκρυψε σε ένα στάβλο και έδωσε στον Κρόνο να φάει ένα μουλάρι αντί για το βρέφος. Όταν μεγάλωσε ο Ποσειδώνας βοήθησε τον Δία στην μάχη των Τιτάνων και πήρε την διάσημη Τρίαινα ως δώρο από τους Κύκλωπες. Αφού εξαφανιστήκαν όλα τα εμπόδια, ο Δίας, ο Ποσειδώνας και ο Άδης – οι γιοι του Κρόνου – μοιράστηκαν την δύναμη στον κόσμο. Ο Δίας πήρε τον Ουρανό, ο Ποσειδώνας την Θάλασσα και ο Άδης τον Κάτω Κόσμο ενώ και οι τρεις είχαν κομμάτια της γης. Ο Ποσειδώνας έγινε για τους Έλληνες ο θεός της θάλασσας που ήταν ικανός να ηρεμήσει τα κύματά της  ή να δημιουργήσει φοβερές θύελλες και έτσι να πάρει την ζωή από αυτούς που ήταν ασεβείς προς αυτόν. Οι καλλιτέχνες συχνά τον απεικόνιζαν να ταξιδεύει μέσα  στα κύματα ανεβασμένος σε ένα χρυσό άρμα, περικυκλωμένος από δελφίνια και άλλα πλάσματα του βυθού. Το ίδιο συχνά απεικονιζόταν με τον πιο επιθετικό χαρακτήρα του χτυπώντας την θάλασσα με την Τρίαινά του και μη δείχνοντας έλεος σε κανένα πλάσμα της.

Η δύναμη του Ποσειδώνια να ελέγχει ο,τιδήποτε είχε σχέση με τον θαλάσσιο κόσμο ήταν η αιτία να τον χαρακτηρίζουν ως Θαλάσσιο, Πελάγιο, Πόντιο, Ποντοκράτωρ, Ίσθμιο και Πορθμείο. Τα πιο σημαντικά του προσκυνητάρια ήταν παραθαλάσσια όπως αυτό στον Ισθμό της Κορίνθου.

Στα πρώτα στάδια της Ελληνικής Θρησκείας οι δυνάμεις του Ποσειδώνα ήταν περισσότερες από ότι είχε αργότερα. Ήταν υπεύθυνος για δραστηριότητες μεταξύ της γης και των δυνάμεων της θάλασσας. Οι Έλληνες απέδιδαν τους καταστροφικούς σεισμούς στον Ποσειδώνια που ήταν και ο λόγος για τον οποίο ονομαζόταν Σεισίχθιος. Πολλά σημερινά νησιά πιστεύεται ότι είχαν δημιουργηθεί από τον Ποσειδώνια όπως η Νίσυρος, η Κως, η Ρόδος, η Κύπρος, η Σαρδηνία και το μυθολογικό νησί Ατλανίδα. Σύμφωνα με μια Θεσσαλική παράδοση, ήταν ο Ποσειδώνας που πρώτα έφερε τα άλογα στον κόσμο. Η σχέση του με τα άλογα ήταν γνωστή στον Ελληνικό κόσμο κι αυτός  είναι και ο λόγος που τον λένε και  Ίππειο. Πολλοί κάτοικοι νησιών έδειχναν την λατρεία τους προς τον Ποσειδώνα κάνοντας πολλές θρησκευτικές τελετές και στην Τρωική εκστρατεία, πριν κάποιος ναύτης ξεκινήσει ένα ταξίδι προσευχόταν και θυσίαζε στον Ποσειδώνια.

Απόλλωνας

Ο Απόλλωνας, γιος του Δίας και της Λητώς ήταν ο Θεός της μουσικής και της Αρμονίας. Γεννημένος στο ιερό νησί της Δήλου, ανέβηκε από την πρώτη κιόλας μέρα στον Όλυμπο. Ήταν ο Θεός που περισσότερο από τους άλλους αντιπροσώπευε τις αξίες του Ελληνικού Πολιτισμού.

Αμέσως μετά την γέννησή του ο Απόλλωνας «ανέβηκε» στον Όλυμπο όπου τον χαιρέτησαν οι θεοί και του προσέφεραν νέκταρ και αμβροσία που θα τον έκαναν αθάνατο. Η πρώτη του ανησυχία ήταν να βρει έναν μάντη έτσι ώστε να μπορεί να μεταφέρει στους ανθρώπους τις αποφάσεις και τις επιθυμίες του Δία. Έτσι, όταν έφυγε από τον Όλυμπο ταξίδεψε σε πολλά μέρη της Ελλάδος ώσπου να φτάσει στους Δελφούς. Φτάνοντας εκεί ο θεός Απόλλωνας πάλεψε και νίκησε το φοβερό δράκοντα Πύθωνα για να ελευθερώσει την μεγάλη μάντισσα Πυθία. Στους Δελφούς,  ο Απόλλωνας έστησε τα όρια του προσκυνηταριού του, που σύντομα θα εξελσσόταν σε ένα από τα πιο ιερά μέρη των Ελλήνων. Το Πανελλαδικό θρησκευτικό «φεστιβάλ» που γινόταν στους Δελφούς προς τιμή του Απόλλωνα λεγόταν «Πύθια». Ολοκληρώνοντας το έργο του στους Δελφούς ο Απόλλωνας ταξίδεψε έως την Θεσσαλία με σκοπό να «αγιοποιηθεί». Εις μνήμη του γεγονότος, μια γιορτή ονόματι «Σεπτέρια» γινόταν στους Δελφούς κάθε οκτώ χρόνια.

Αφού ο Απόλλωνας πήρε τον έλεγχο των Δελφών έψαξε για ανθρώπους καταλλήλους να διοικήσουν το «Προσκυνητάριό» του. Από ένα ψηλό σημείο στον Παρνασσό, ο Απόλλωνας παρακολουθούσε ένα πλοίο που έφερνε Κρητικούς εμπόρους , οι οποίοι είχαν στην κατοχή προϊόντα από το νησί τους. Αποφάσισε λοιπόν ο Απόλλωνας ότι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι θα ήταν οι ιεροί μάντεις του.

Από όλους τους Ολύμπιους θεούς, ο Απόλλωνας ήταν ο πιο γνωστός σε σχέση με μαντείες. Δίδαξε στην ανθρωπότητα την τέχνη της προφητείας και αυτό φαίνεται σε διάφορους μύθους όπου ο Απόλλωνας είναι πατέρας των πιο σημαντικών μάντεων και μαντειών. Οι προφητικές του δυνάμεις σχετίζονται με την αυθεντική εικόνα που οι Έλληνες είχαν γι αυτόν – ο Απόλλωνας ήταν ο Θεός του φωτός και του ηλίου, η θεότητα που δημιουργούσε ηλιακή ενέργεια νικώντας έτσι το σκοτάδι. Ήταν ικανός στο φως της ημέρας να αποκαλύψει στους ανθρώπους το μέλλον τους  και να ξεκαθαρίσει σε αυτούς ασαφή γεγονότα. Πολλές αρχαίες παραδόσεις σχετίζονται με το πρώτο φως της ημέρας που οι Έλληνες αποκαλούσαν «λυκόφως» και ο Απόλλωνας λατρευόταν γι αυτό ως λύκειος. Στα μαντεία του, έδινε στους θνητούς συμβουλές που χρειαζόντουσαν είτε για την προσωπική τους ζωή είτε για κάποιο πολιτικό θέμα. Οι Ελληνικές πόλεις απέφευγαν να πάρουν αποφάσεις εάν δεν συμβουλεύονταν το μαντείο των Δελφών. Στην τέχνη, ο Απόλλωνας συχνά απεικονίζεται με το τόξο και τα βέλη του, όπλα που είχε πάντα στην κατοχή του. Συχνά με τα βέλη του ο Απόλλωνας είτε προστάτευε τους ήρωες που αγαπούσε είτε τιμωρούσε αυτούς που του ήταν ασεβείς. Ως αποτέλεσμα, το αρχαίο Ελληνικό μυαλό απέδιδε ξαφνικούς θανάτους στα «βέλη του Απόλλωνα» και έτσι απέκτησε το επίθετο Μοιραγέτης, ηγέτης των Μοιρών και πολλοί τον θεωρούσαν ως την θεότητα που άλλαζε την ανθρώπινη μοίρα.

Παρόλα αυτά ακόμη και όταν ο Θεός του φωτός προκαλούσε ανθρώπινο θάνατο σιγουρευόταν ότι το θύμα θα πέθαινε ακαριαία και δεν θα υπέφερε από πόνους. Ο Απόλλωνας ήταν επίσης ικανός να γιατρέψει όλες τις ανθρώπινες αρρώστιες. Εκτός από αυτό, ο Απόλλωνας ήταν για τους Έλληνες ένας αιώνιος έφηβος, ο αντιπρόσωπος της αιωνίας νεότητας και για αυτό το λόγο οι καλλιτέχνες είχαν την τάση να τον απεικονίζουν με νεαρό, γεροδεμένο σώμα και με μακριές ξανθές μπούκλες που έλαμπαν στο φως του ηλίου. Για αυτό το λόγο ο Απόλλωνας έγινε ο θεός των εφήβων και παρακολούθούσε τελετές στις οποίες οι έφηβοι γινόταν άνδρες. Στις Δωρικές πόλεις, η γιορτή ονόματι Καρνεία γινόταν προς τιμήν του – αποτελούνταν από ειδικές τελετές στις οποίες οι νεαροί άνδρες  εισέρχονταν στο «σώμα» και στην κατάσταση  των ολοκληρωμένων πολιτών.

Άρτεμις

Η Άρτεμις, δίδυμη αδελφή του Απόλλωνα, ήταν η αειπάρθενος θεά της αγρίας φύσης και του κυνηγιού, προστάτιδα των λεχώνων γυναικών και της υπαίθρου. Έτσι οι περιοχές όπου λατρευόταν ήταν πάντα εύφορες ενώ στα μέρη που δεν την τιμούσαν, αντιμετώπιζαν την οργή της.

Στο προσκυνητάριό της στο Βύρωνα της Αττικής, οι γυναίκες που επιτυχώς είχαν γεννήσει, έκαναν θυσίες στην Θεά Άρτεμη και τα ρούχα των γυναικών που πέθαιναν στην γέννα ήταν επίσης αφιερωμένα σε αυτήν.

Η Άρτεμις συχνά λατρευόταν ως Κουροτρόφος επειδή πιστευόταν ότι παρακολουθούσε και φρόντιζε τα μικρά παιδιά που μεγάλωναν. Αυτή η άποψη ήταν ιδιαίτερα «δυνατή» στην Έφεσο όπου ο σημαντικός ναός της ήταν ένα από τα Επτά Θαύματα του Κόσμου.

Η βοήθεια της Αρτέμιδος συνέχισε να είναι σημαντική ακόμη και όταν τα παιδιά μεγάλωναν ως την εφηβεία. Κατά την  περίοδο της δύσκολης μετάβασης από την εφηβεία στην ενηλικίωση, οι Αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να ζητούν την υποστήριξη της Αρτεμις και διοργάνωναν ειδικές τελετές αφιερωμένες σε αυτήν. Στο ναό της Αρτεμις στο Βύρωνα, τα νεαρά κορίτσια διδάσκονταν ό,τι χρειαζόταν όσο αφορά στην Μητρότητα. Σε ένα άλλο σημαντικό προσκυνητάριο, στην Σπάρτη, οι νέοι μαστιγώνονταν μπροστά στην είσοδο του ναού σε μια τελετή που έχει από πολλούς ερμηνευτεί ως σκληρή εκπαίδευση πριν την είσοδο τους στο στρατό των ενηλίκων.

Ως θεά του κυνηγιού η Αρτεμις σχετιζόταν με τα ζώα της φύσης και λατρευόταν ως βασίλισσα της φύσης και των ζώων.

Δήμητρα

Η Δήμητρα, θεά της βλάστησης και της γεωργίας, προστάτευε ιδιαίτερα τις καλλιέργειες δημητριακών και τους αγρότες. Η Θεά της γης λατρευόταν, όπως καθένας θα περίμενε, από τις πρώτες φυλές των αγροτών που κατοίκησαν στην Ελλάδα και τα παλαιότερα προσκυνητάρια της βρίσκονταν σε απομονωμένες αγροτικές περιοχές. Στα όρη της Αρκαδίας, η Δήμητρα λεγόταν Δύω και το μπρούτζινο άγαλμά της, φτιαγμένο από τον γλύπτη Ώνατα, την έδειχνε με γυναικείο σώμα και κεφάλι αλόγου. Η μεγαλύτερη γιορτή προς τιμήν της Δήμητρας ήταν τα Θεσμοφόρια που γινόταν στην Ελλάδα το φθινόπωρο όταν σπερνόταν το χειμερινό σιτάρι. Καθ’όλη τη διάρκεια των θεσμοφορίων, οι γυναίκες έκαναν μυστικές τελετές για να εγγυηθούν μια καλή σοδιά. Στις αρχές του καλοκαιριού, κατά την περίοδο της γιορτής ονόματι Συροφόρεια, οι γυναίκες έθαβαν μερικούς χοίρους σε λάκκους σκαμμένους στη γη.

Πριν αναπαυτεί, η Δήμητρα δίδαξε στους βασιλιάδες πώς να την λατρεύουν. Οι τελετές που θα γίνονταν προς τιμήν της Δήμητρας, τα μυστήρια, αρχικά ήταν ανοιχτά σε όλους. Αυτή ήταν η αρχή των Ελευσίνιων Μυστηρίων που επαινέθηκαν από τους αρχαίους συγγραφείς ως αντιπροσώπευση μιας μοναδικής στιγμής ευτυχίας. Τα Μεγάλα μυστήρια γινόταν στα τέλη του Σεπτεμβρίου. Έξι μήνες πριν τα Μεγάλα Μυστήρια, τα Μικρά Μυστήρια γινόταν στις όχθες του ποταμού Ιλισσού στην Αθήνα ως προκαταρτικό στάδιο των Μεγάλων Μυστηρίων. 

Ερμής

Ο φτεροπόδαρος Ερμής ήταν ο αγγελιοφόρος που έφερνε μηνύματα σε θεούς και ανθρώπους, ιδιότητα που τον έκανε ιδιαίτερα δημοφιλή ανάμεσά τους. Προστάτης των εμπόρων, των οδοιπόρων και των παλαιστών, εξελίχθηκε σε θεό του πνεύματος. Ο Ερμής ,ο αγαπητός Αγγελιοφόρος των θεών,  απεικονίζονταν από τους καλλιτέχνες κρατώντας το ραβδί του, με φτερωτά σανδάλια και ένα καπέλο στο κεφάλι. Για τους αρχαίους Έλληνες ήταν ο άρχοντας των ανέμων και όλων των άλλων φαινομένων που σχετίζονταν με τον αέρα.

Ως Θεός των ανέμων, ο Ερμής ταυτιζόταν με τα ταξίδια, γινόμενος  έτσι ο προστάτης των ταξιδευτών και ήταν επίσης υπεύθυνος για την προστασία των σπιτιών. Οι πλάκες στα σταυροδρόμια των οδών λεγόντουσαν  «ερμίδες» και αποτελούνταν από ορθογώνιες στήλες με προτομές θεών. Ως αγγελιοφόρος των θεών και μεταφραστής των λέξεων, ο Ερμής παρουσιαζόταν ως κομψός και πειστικός και γι’αυτό λεγόταν Ερμής Λόγιος, προστάτης των ρητόρων, των συγγραφέων και των φιλοσόφων. Δεν είναι σύμπτωση ότι η ελληνική λέξη «ερμηνεύω» παίρνει το όνομά της από τον θεό Ερμή. Επίσης ο Ερμής ήταν ικανός να βγει έξω από τα όρια της γης, στον κάτω κόσμο. Ήταν ο Ερμής Ψυχοπομπός και Ψυχαγωγός. Την τελευταία μέρα των Ανθεστηρίων οι Αθηναίοι τιμούσαν τους νεκρούς θυσιάζοντας στον Έρμή.

Αφροδίτη

Η Αφροδίτη, η οποία αναδύθηκε από την θάλασσα, ήταν η Θεοποίηση της γυναικείας ομορφιάς, θεά του έρωτα και της αγάπης. Θεοί και θνητοί, ήταν όλοι μπλεγμένοι στα ερωτικά της δίχτυα. Χαρακτηριστικότερη των περιπτώσεων, είναι ο έρωτάς της με τον Άρη και η επ’αυτοφώρω σύλληψή τους από το σύζυγό της Ήφαιστο με άθραυστες αλυσίδες.

Στα Κύθηρα  η Αφροδίτη ήταν πολύ διάσημη και εκεί η θεά λατρευόταν ως Κυθαιρία. Στην Κύπρο πήρε τον όνομα Κύπρια και έγινε προστάτρια του νησιού. Η «αίρεσή»  της και η συνοδευτική της λατρεία ήταν ιδιαιτέρα σημαντική στην πόλη Πάφο της Κύπρου όπου οι κάτοικοι  λάτρευαν την  Αφροδίτη περισσότερο από  όλους τους άλλους Ολύμπιους θεούς. Τα σύμβολα της Αφροδίτης ήταν το περιστέρι, ο κύκνος, ο λαγός, ο κριός και άλλα πολλά. Σε μερικά προσκυνητάρια, ιδιαίτερα σε αυτά κοντά στην θάλασσα, η Αφροδίτη λατρευόταν ως Πελάγια, Πόντια και Λιμένια,  προσωνύμια τα οποία αναφερόντουσαν στη δύναμη της συγκεκριμένης θεάς να ηρεμήσει την  θάλασσα και να σιγουρέψει ότι τα πλοία ταξίδευαν με ασφάλεια. Από τα συνολικά στοιχεία της λατρείας της φαίνεται  ότι οι δραστηριότητες της Αφροδίτης δεν ήταν περιορισμένες μόνο σε αγάπη και σαρκικά πάθη αλλά επεκτείνονταν  και σε άλλους τομείς που σχετιζόταν με την αναπαραγωγή.  Με την Ήρα ήταν οι προστάτριες του γάμου – συμπεριλαμβανομένου ότι η αγάπη ήταν στοιχειώδες στοιχείο για την αρμονία μεταξύ των συζύγων.   

Άρης

Ο αιμοδιψής Άρης ήταν πολεμικός θεός, ο οποίος εκπροσωπούσε τη μανία και το παράλογο του πολέμου. Όπως ήταν φυσικό, καμιά πόλη δεν τον έκανε πολιούχο της ενώ δεν ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και στον κύκλο των υπολοίπων θεών. Για τους αρχαίους Έλληνες ο Άρης ήταν η κυρίαρχη φιγούρα πίσω από την βία, τις μάχες και τις άλλες διαμάχες μεταξύ των ανδρών.  Η «αίρεση» και η συνακόλουθη λατρεία  του θεού μάλλον άρχισε στην Θράκη όπου σύμφωνα με τον Όμηρο ζούσε ο Άρης. Από εκεί η λατρεία  του εξαπλώθηκε στην Βοιωτία και μετά σε ολόκληρη την Ελλάδα ολοκληρωτικά, οδηγώντας στην καθιέρωση του Άρη ως ενός  από τους δώδεκα θεούς του Ολύμπου. Οι ιδιότητες του Άρη συνδέονται με τις ρίζες του αφού, για τους αρχαίους Έλληνες, η Θράκη ήταν ένα μέρος σκληρών ανθρώπων και εθίμων.

Στην ανθρώπινη φαντασίωση αυτός ο πελώριος μαχητής, οπλισμένος από την κορυφή ως τα νύχια, σκορπούσε τον θάνατο όπου πήγαινε, είτε σκοτώνοντας με φλόγες είτε πολεμώντας από το άρμα. Σε αντίθεση με την Αθηνά που επινοούσε μεθοδικούς τρόπους για να κηρύττει και να διεξάγει  πόλεμο, ο Άρης αγαπούσε τις αιματοχυσίες και τις χαοτικές μάχες. Στον Τρωικό πόλεμο, ο Άρης τραυματίστηκε σοβαρά από την Αθηνά καθώς βοηθούσε τους Τρώες, αποδεικνύοντας έτσι ότι η τεχνική ήταν ικανή να υπερνικήσει την ωμή βία.

Ήφαιστος

Ο Ήφαιστος, ο δύσμορφος θεός, που όμως ήταν πανέξυπνος και εφευρετικότατος άρχοντας των κατασκευών και της μεταλλουργίας, επιδέξιος και δυνατός τεχνίτης, για τους αρχαίους Έλληνες  ήταν ο θεός που προστάτευε την φωτιά σε όλες της τις μορφές. Πιστεύεται ότι όταν ο Ήφαιστος έπεσε από τον Όλυμπο, προσγειώθηκε στη Λήμνο, ένα ηφαιστειακό νησί. Κατ’ επέκταση ο θεός σχετίστηκε με τα Ηφαίστεια και την πόλη Ηφαιστεία και τους  έδωσε το όνομά του.

Ο Όμηρος αποκαλεί τον Ήφαιστο «Χαλκέα» επειδή από όλους  τους θεούς ήταν ο πιο ικανός σε αυτήν την τέχνη της μεταλλουργικής. Η μεταλλουργική ήταν ο αποκλειστικός τομέας του διότι αυτή δεν γινόταν να αναπτυχθεί χωρίς τη βοήθεια της φωτιάς. Στη φαντασία των Ελλήνων ο Ήφαιστος, ντυμένος με μανδύα, φορώντας καπέλο και κρατώντας σφυρί, περνούσε όλη την ώρα του παράγοντας έργα ασύγκριτης ικανότητας και μεταλλουργικής τέχνης και τεχνικής.

Το εργαστήριο του Ήφαιστο πιστεύονταν ότι ήταν στην Λήμνο. Προς τιμή του συγκεκριμένο θεού, οι νησιώτες ονόμασαν την μεγαλύτερή τους πόλη, Ηφαιστεία και έχτισαν έναν ναό στο όνομά του κοντά στον ηφαιστειακό λόφο «Μόσχιλο» οπού γιόρταζαν ένα ασυνήθιστο θρησκευτικό έθιμο:  Μια φορά το χρόνο έσβηναν τις φωτιές από τα σπίτια τους για εννέα μέρες και τις ξανάναβαν από μια φλόγα που είχε έρθει από την Δήλο.  Χάρη στις μοναδικές του ικανότητες, ο Ήφαιστος σχετίστηκε με την Αθηνά, θεά της σοφίας και της ευφυΐας. Στην Αττική πιστευόταν ότι  και οι δυο αυτές θεότητες διδάξαν τους τεχνίτες πώς να κάνουν πράγματα ομορφιάς και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο λατρεύονταν μαζί σε ένα ναό στην Αγορά των Αθηνών, το θαυμάσιο «Ηφαιστείο» .

Εστία

Η Εστία ήταν η μεγαλύτερη κόρη και το πρώτο παιδί του Κρόνου και της Ρέας, γι’αυτό και τέθηκε επικεφαλής όλων των μεγάλων θεοτήτων. Προστάτιδα της οικογενειακής ευτυχίας, είχε ως ιερό της το κέντρο του σπιτιού και δεν της προσφερόταν μόνο η πρώτη, αλλά και η τελευταία θυσία σε κάθε γιορταστική σύναξη του αρχαίου ανθρώπου. Στο  μυαλό των Ελλήνων, η Εστία ήταν η προσωποποίηση της ασφάλειας του σπιτιού και της οικογενειακής γαλήνης. Όπως φαίνεται άλλωστε από το όνομά της, προστάτευε την εστία – την φωτιά που έκαιγε στην «καρδιά κάθε σπιτιού η οποία  ήταν ένα είδος ιερού προσκυνηταριού από τις προϊστορικές εποχές. Σε αυτό το προσκυνητάριο τα μέλη κάθε ελληνικής οικογένειας θυσίαζαν ζώα και η φωτιά δεν επιτρεπόταν ποτέ να σβήσει ώστε η θεά να είναι πάντα παρούσα. Με δεδομένο ότι η πόλη ήταν ανάλογη μιας οικογένειας σε μεγαλύτερο βαθμό, η Εστία είχε επίσης ναό σε κάθε Ελληνική πόλη.  Στο Πρυτανείο που ήταν το κέντρο της δημόσιας ζωής θα υπήρχε πάντα ένα προσκυνητάριο αφιερωμένο στην Εστία, όπου η κοινή φλόγα των κατοίκων έκαιγε ακατάπαυστα. Το προσκυνητάριο θεωρούνταν ως καταφύγιο και ιερό μέρος όπου γίνονταν θυσίες για τους θεούς, απαραβίαστοι όρκοι δίνονταν και λαμβάνονταν για  φιλοξενία οι ξένοι επισκέπτες. Φωτιά από το προσκυνητάριο της εστίας δινόταν στους πολεμιστές που πήγαιναν σε εκστρατείες και σε αποίκους που θα ταξίδευαν για έναν καινούργιο προορισμό. Επιπλέον, η Εστία λατρευόταν και στο μεγάλο ναό των Δελφών που ήταν για τους Έλληνες το κέντρο της χώρας τους και όλου του κόσμου.

Άλλοι Θεοί:

Διόνυσος

Παρόλο που ο Διόνυσος δεν ήταν ένας από τους θεούς του Ολύμπου, ήταν μια από τις πιο σημαντικές θεότητες των Αρχαίων Ελλήνων. Ο Διόνυσος  ανήκε στην σφαίρα των θεών και λατρεύονταν μαζί με τους αθάνατους. Ήταν  φυσικό που ειδικές τιμές είχαν «κρατηθεί» για τον θεό της φύσης, αφού η ζωή και οι περιπέτειές του ήταν η έμπνευση για την δημιουργία του διθυράμβου, της σάτιρας, της κωμωδίας και της τραγωδίας – με λίγα λόγια του θεάτρου. Στο μυαλό των Αρχαίων Ελλήνων ο Διόνυσος ήταν ο προστάτης του γλεντιού, του κρασιού και γενικότερα της γονιμότητας και της βλάστησης. Μέσω της μέθης και του εκστατικού χορού πρόσφερε στην ανθρωπότητα το αίσθημα της απεριόριστης ελευθερίας που  απελευθέρωνε τους ανθρώπους από τις καθημερινές τους ανησυχίες. Για αυτό το λόγο ονομάστηκε Λύσιος και Καθάρειος. Η «αίρεση» και η λατρεία του Διόνυσου ξεκίνησε σε αγροτικές περιοχές και μετέπειτα απλώθηκε σε όλη την Ελλάδα. Η ευρεία φύση της λατρείας του φαίνεται στο ότι ο θεός είχε ένα δικό του προσκυνητάριο-βωμό μέσα στον ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς.

Τα Μεγάλα Διονύσεια ήταν η πιο εξαίρετη γιορτή αφιερωμένη στο Διόνυσο. Γινόταν το μήνα του Ελαφηβολιου-Ελαφηβολιών  [Μάρτιος – Απρίλιος] και τιμούσε την εισαγωγή της λατρείας  του Διονύσου στην Αθήνα. Δυο μέρες πριν αρχίσει η γιορτή, γινόταν ο προάγων κατά την διάρκεια του οποίου οι ποιητές ανακοίνωναν δημοσίως τα θεατρικά έργα που θα παρουσίαζαν. Η επόμενη μέρα ήταν αφιερωμένη στις περιπέτειες του Διονύσου: ήταν μια αναπαράσταση του ταξιδιού του Διονύσου στην Αθήνα.  Μια άλλη από τις γιορτές του Διονυσίου ήταν τα Κατώτερα Διονύσια όπου οι πιο αρχαίες παραδόσεις που σχετίζονταν με τη λατρεία του Διονύσου διατηρούνταν. Τα κατώτερα Διονύσια γίνονταν κατά τον μήνα του Ποσειδώνα [Δεκέμβριος – Ιανουάριος] και τότε πραγματοποιούνταν  θυσίες στους θεούς, συμπόσια, διαγωνισμοί, χοροί και ανταλλαγές προϊόντων.

Άδης – Χάρων

O Άδης ήταν ο γιος του Κρόνου και της Ρέας και αδελφός του Δία και του Ποσειδώνα. Ήταν ο θεός του κάτω κόσμου και κρατούσε εκεί τις ψυχές των ανθρώπων. Στους Ελληνικούς μύθους, ο Άδης σχετίζεται περισσότερο με την έννοια του θανάτου παρά με τα εγκόσμια. Αμέσως μετά τον θάνατο, οι ψυχές πήγαιναν σε αυτό το σκοτεινό βασίλειο όπου έμειναν για πάντα. Το έργο του να μεταφέρει τους νεκρούς στον Άδη αναλάμβανε παραδοσιακά ο Χάρων. Για να μεταφέρει τους νεκρούς από τον ποταμό, ο Χάρων τους χρέωνε έναν οβολό, ένα κέρμα το οποίο τοποθετούσαν οι συγγενείς του νεκρού στο στόμα του. Ο Πολύγνωτος, ο μεγάλος ζωγράφος του 5οαιώνα π.Χ. απεικόνισε σε ένα από τα έργα του ονόματι νέκυια  [κατάβαση στον Κάτω Κόσμο] τον Χάροντα, ως ηλικιωμένο, να μεταφέρει έναν άνδρα και μια γυναίκα απέναντι από έναν ποταμό. Παρόλο αυτά, φαίνεται ότι η προσωπικότητα του Χάροντα διαμορφώθηκε από ένα μεταγενέστερο  μύθο, αφού σε παλαιότερες εποχές, τις ψυχές τις μετέφερε ο Ερμής [Ψυχοπομπός].

Άλλες Θεότητες στην θρησκεία των Αρχαίων Ελλήνων ήταν : ο Πάνας ( κυρίως Αρκάδιος θεός ), οι Νύμφες ( νεαρές γυναίκες των πηγών και των δασών), ο Έρως, οι Χάρες , η Ήβη, οι Μούσες , οι Μοίρες, η Θέμις ( κόρη του Ουρανού και της Γης ), οι Ώρες, η Νέμεσις. Θαλάσσιες Θεότητες ήταν : οι Νεράιδες, ο Πρωτέας, ο Τρίτων, οι Σειρήνες, η Χάρυβδη και η Σκύλλα.

Θρησκευτικά Έθιμα

Η πίστη των Αρχαίων Ελλήνων στους θεούς ήταν συνδεδεμένη με τα θρησκευτικά τους έργα και τις τελετουργίες τους. Τα θρησκευτικά τους πιστεύω και οι μυθολογικές τους παραδόσεις που μιλούσαν για τα κατορθώματα των θεών δεν θα σήμαιναν τίποτα χωρίς τα θρησκευτικά έθιμα που εκτελούσε κάθε πόλη-κράτος και γενικότερα όλοι οι Έλληνες σαν Έθνος. Σε αυτές τις θρησκευτικές τελετές, οι πολίτες τιμούσαν τους θεούς που τους προστάτευαν, ενώ την ίδια στιγμή επιβεβαίωναν την εθνική τους ταυτότητα και το αίσθημα ότι ανήκαν σε μια πόλη- κράτος ως σημαντικοί παράγοντες.

Τα κέντρα λατρείας στην Αρχαία Ελλάδα ήταν οι ναοί που βρίσκονταν στην Ακρόπολη και την Αγορά των πόλεων. Ο ναός περιλάμβανε θρησκευτικά αγάλματα, προσκυνητάρια όπου γίνονταν τελετές, θυσιαστήρια και στοές στεγασμένες με κιονοστοιχίες για να προστατεύουν τους προσκυνητές από αντίξοες καιρικές συνθήκες. Κάθε σημαντικό γεγονός στην ζωή της πόλης και γιορτές κάθε είδους θα συμπεριελάμβαναν μια ή περισσότερες θυσίες για τις οποίες έπρεπε πρώτα να εκτελεστεί μια συγκεκριμένη τελετή. 

Οι Πανελλαδικοί Αγώνες

Θρησκευτικές τελετές προς τιμή των θεών γενικότερα  πραγματοποιούνταν κατά την διάρκεια θρησκευτικών εορτών. Οι γιορτές της αρχαιότητας γινόταν για να θυμηθούν οι πολίτες σημαντικούς μύθους  και περιελάμβαναν τελετές, θυσίες και αγώνες σε όλους τους τομείς της τέχνης. Κάθε πόλη οργάνωνε πολλές γιορτές καθαρά τοπικής φύσεως αλλά υπήρχαν τέσσερεις αξιοσημείωτοι αγώνες κατά την διάρκεια των οποίων όλοι οι Έλληνες ενωνόταν για να τιμήσουν τους μεγαλύτερους θεούς. Αυτοί οι αγώνες, πιο γνωστοί ως Πανελλαδικοί, ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, Τα Πύθια, Τα Ίσθμια και Τα Νέμεα.

Ολυμπιακοί Αγώνες

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν αφιερωμένοι στον Δία και γινόταν κάθε τέσσερα χρόνια στο ναό του στην Ολυμπία. Ο Ίφιτος πιστεύεται ότι αναδιοργάνωσε τους αγώνες και εισήγαγε την εκεχειρία – δηλαδή απαγορευόταν να γίνονται πόλεμοι ανάμεσα σε Ελληνικές πόλεις για όσο διαρκούσαν οι αγώνες. Επίσημη καταγραφή των νικητών των Ολυμπιακών Αγώνων άρχισε το 776 π.Χ. και εκείνη την περίοδο οι αγώνες έγιναν γνωστοί σε όλη την Πελοπόννησο. Σταδιακά οι αγώνες προσέλκυσαν το ενδιαφέρον όλων των Ελλήνων. Όλοι οι Έλληνες πολίτες μπορούσαν να παρακολουθήσουν και να συμμετάσχουν με την αυστηρή εξαίρεση των γυναικών. Στην αρχή, η εκδήλωση διαρκούσε μόλις μια ημέρα αλλά αργότερα η διάρκεια των αγώνων έγινε πέντε ημέρες.

Η ευθύνη για την διοργάνωση των αγώνων ήταν στα χέρια των ειδικών παραγόντων ονόματι «Ελλανοδικών» που επιτηρούσαν την προπόνηση των αθλητών και διασφάλιζαν ότι οι κανόνες των αγώνων θα τηρούνταν. Την πρώτη μέρα γινόταν θυσίες στους θεούς και οι αθλητές έπαιρναν όρκους. Τις επόμενες μέρες οι αθλητές αγωνίζονταν για τιμή και δόξα. Τα πιο σημαντικά αθλήματα ήταν οι αγώνες δρόμου , ο δίαυλος, ο δόλιχος, το πένταθλο, το παγκράτιο, η πυγμαχία, η αρματοδρομία και η ιππασία. Την τελευταία μέρα των αγώνων οι νικητές στεφανωνόντουσαν με κότινο – κλαδί ελιάς – και έπαιρναν  χρήματα. Τα ονόματα των νικητών χαραζόταν σε πέτρινους στύλους και ποιητές έγραφαν στίχους για να γιορτάσουν την νίκη τους αφού όταν επέστρεφαν στην πόλη τους οι συμπολίτες τους θα τους τιμούσαν ως ήρωες.

Τα Πύθια- Τα Ίσθμια- Τα Νέμεα

Εκτός από τους Ολυμπιακούς αγώνες υπήρχαν και τρεις εξίσου σημαντικοί αγώνες, οι οποίοι ήταν αφιερωμένοι στους θεούς: τα Πύθια, τα Ίσθμια και τα Νέμεα.

Αρχικά, τα Πύθια γινόταν κάθε οκτώ χρόνια αλλά μετά από τον 6οαιώνα π.Χ. άρχισαν να γίνονται κάθε πέντε έτη. Το 582 π.Χ. προστέθηκαν αθλήματα στο πρόγραμμα και την ευθύνη για την διοργάνωση των αγώνων πήραν οι Αμφικτιονίες των Δελφών. Όλες οι Ελληνικές πόλεις – κράτη έστελναν αθλητές στα Πύθια που ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή. Τα Πύθια διαρκούσαν έξι με οκτώ μέρες και άρχιζαν με λατρευτικές τελετές  και θυσίες.

Τα Ίσθμια γινόταν κάθε τρία χρόνια στον ναό του Ποσειδώνα κοντά στην Κόρινθο προς τιμή του θεού. Οι αγώνες αναδιοργανώθηκαν το 582 π.Χ. έχοντας πολλά χαρακτηριστικά των Ολυμπιακών αγώνων. Ήταν  Πανελλαδικοί από την αρχή και κατά την διάρκεια των αγώνων επικρατούσε εκεχειρία. Το έπαθλο για τους νικητές ήταν ένα στεφάνι- κότινος όμως αργότερα αντικαταστάθηκε από ένα κομμάτι άγριου σέλινου.

Τα Νέμεα ήταν αφιερωμένα στον Δία. Καθιερώθηκαν ως Πανελλαδική εορτή το 573 π.Χ. και γινόταν κάθε δυο χρόνια. Ακολουθούσαν και αυτά το «μοντέλο» των Ολυμπιακών αγώνων και ήταν από τους πιο σημαντικούς αγώνες της αρχαιότητας.

Οι μάντεις

Ο φόβος των ανθρώπων όταν αντιμετώπιζαν μυστήρια και ανεξήγητα φαινόμενα στη ζωή καθώς και η αδυναμία τους σε σχέση με την φύση, δημιούργησε σε αυτούς την ανάγκη να επικοινωνήσουν με τις θειικές δυνάμεις που πίστευαν ότι είχαν χτίσει τον κόσμο και καθόριζαν τις μοίρες τους. Η γνώση των επιθυμιών των θεών ήταν πάντα ένας σίγουρος οδηγός για την ανθρώπινη συμπεριφορά. Στην Αρχαία Ελλάδα, η ακριβής φύση αυτών των επιθυμιών των θεών αποκωδικοποιήθηκε από την τέχνη της προφητείας, που ασκούνταν από ειδικούς οι οποίοι  είχαν το χάρισμα να καταλαβαίνουν τα σημάδια των θεών. Οι μάντεις εξηγούσαν τις προφητείες τους με το να ερμηνεύουν αστραπές ή  το πέταγμα ιερών πουλιών. Διαφορετικά θα παρατηρούσαν την κατεύθυνση της φωτιάς κατά την διάρκεια μιας θυσίας, θα εξέταζαν τα ίχνη-σημάδια από τα σπλάχνα των ζώων που είχαν θυσιαστεί ή θα έβγαζαν συμπεράσματα από την προθυμία του θυσιαζομένου ζώου να πάει στο θυσιαστήριο. Η ερμηνεία των ονείρων ήταν  επίσης δημοφιλής όπως και η ερμηνεία μέσα από τις γραμμές της παλάμης του χεριού. Οι πιο δημοφιλείς μάντεις ήταν : ο Τειρεσίας, ο Κάλχας, η Κασσάνδρα και η Πυθία.

Παρόλ’  αυτά,  υπήρχαν άπειρα παραδείγματα στα οποία οι θεοί δεν φανέρωναν τις επιθυμίες τους με σημάδια αλλά μιλούσαν με μεσολαβητή που για ένα μικρό διάστημα ήταν επηρεασμένος από μια θειική μανία και αδιαφορούσε για τη γήινη  ύπαρξή του. Εδώ οι μάντεις εισέρχονταν σε μια κατάστασης έκστασης στην οποία μετέφεραν το μήνυμα των θεών. Αυτοί οι τρόποι πρόβλεψης του μέλλοντος ήταν οι βάσεις  στις οποίες «πατούσαν» και λειτουργούσαν οι αρχαίοι Έλληνες μάντεις. Κάθε μάντης βρισκόταν σε έναν προκαθορισμένο ναό και σχετιζόταν με έναν ή περισσότερους θεούς.

Στους Δελφούς ήταν αρχικά έθιμο να δίνονται προφητείες μια φορά το χρόνο αλλά αργότερα οι μάντεις μιλούσαν μια φορά το μήνα. Αυτοί που ήθελαν να συμβουλευτούν τον μάντη έπρεπε να πληρώσουν ένα ειδικό φόρο, να εξαγνιστούν, να προσφέρουν όλους τους καρπούς από το κτήμα τους και να θυσιάσουν μια κατσίκα. Οι απαντήσεις δίνονταν από την Πυθία, αφού αυτή και οι άλλοι μάντεις έκαναν μια ειδική τελετή. Αυτή περιλάμβανε καθαρισμό των μαντών στα νερά της Κασταλλίας πηγής κοντά στο ναό και κατάβαση στο άδυτο του ναού, όπου  υπήρχαν ιερά σκεύη με ένα άγαλμα θεού. Η Πυθία στη συνέχεια καθόταν σε ένα τρίποδο, εισέπνεε ατμούς που έβγαιναν από τα έγκατα της γης και μασούσε φύλλα δάφνης για να εισέλθει σε κατάσταση έκστασης.  Παρόμοια λειτουργούσε και το μαντείο της Δωδώνης που ήταν αφιερωμένο στο Δία.

ΠΗΓΕΣ-Ενδεικτική βιβλιογραφία:

  • GREEK MYTHOLOGY AND RELIGION (EDITIONS HAITALIS) ISBN 960-8284-60-0
  • Εορτές και ιεροπραξίες των Ελλήνων, Βλάσης Ρασσιάς, β΄ έκδοση.
  • «Τα έπη του Ομήρου (Ιλιάδα & Οδύσσεια) μέσα από την εξαιρετική εικαστική απεικόνιση των Ζανέτ & Άννας Γκράχαμ Τζόνστον».
  • R. L. Nettleship, The theory of education in Plato’s Republic, 2e ed. Oxford, 1935.
  • J. Stenzel, Platon: der Erzieher, Leipzig, 1928.
  • J. Moreau, La construction de l’ idealisme platonicien, Paris, 1939.
  • Werner Jaeger, Paideia: the ideals of Greek culture, 3 vol., Oxford, 1939-1944-1945.
  • E. Dupreel, Les Sophistes, Neuchâtel et Paris, 1948.
  • H. I. Marrou, Histoire de l’éducation dans l’Antiquité, Paris, 1948.
  • A. Heuss, Stadt und Herrscher des Hellenismus. 2 Aufl. 1963.
  • W. Otto, Kulturgeschichte des Altertums. 1925.
  • W. Tarn, The Hellenic Civilisation. 1949.
  • J. Juthner, Hellenen und Barbaren. 1923.
  • A. Reinach, Η εξελλήνισις του αρχαίου κόσμου 1932 (μετ. Ξ. Μακκά).
  • Αλέκος Αγγελίδης, Ρασοφόροι, Ημέρες και Έργα του Ιερατείου, Εκδόσεις Πλάτωνος, Θεσσαλονίκη 1999.
  • Απάντησις εις τό Χριτιανικόν Κείμενον – Λίβελλον «Κοινότοπα Αρχαιο-λατρικά Παραμύθια», Συλλογική Εργασία της Επιτροπής διά τήν Αναγνώριση της Ελληνικής Θρησκείας, «Τό Καρουχαρείον» Διδακτικόν Μέσον 84, Απρίλιος 2006.
  • Η Aντιπαγανιστική Nομοθεσία της Ύστερης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μέσα από τους Κώδικες, Εισαγωγή – Μετάφραση Αφροδίτη Καμάρα, Εκδόσεις Κατάρτι.

της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη, Φιλολόγου-Ιστορικού, ΜΑ Βυζαντινής Ιστορίας δημοσιευμένο στο http://www.e-telescope.gr/

Η Αμαλία Κ. Ηλιάδη γεννήθηκε στα Τρίκαλα Θεσσαλίας το 1967. Σπούδασε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσ/νίκης Ιστορία-Αρχαιολογία με ειδίκευση στην Ιστορία. Πήρε Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Βυζαντινής Ιστορίας απ’ τη Φιλοσοφική Σχολή του ιδίου Πανεπιστημίου και από το 1992 διδάσκει στη Μέση Εκπαίδευση ως Φιλόλογος. Έχει συγγράψει βιβλία ιστορικού, λογοτεχνικού και παιδαγωγικού περιεχομένου. Παράλληλα, ασχολείται ερασιτεχνικά με τη ζωγραφική και την ποίηση.
via

Η ψευδαίσθηση της ελεύθερης βούλησης

$
0
0


Πρόσφατα επιστημονικά πειράματα αποδεικνύουν  πως ο εγκέφαλος μας παίρνει την απόφαση για δράση  λίγα δευτερόλεπτα  πριν αντιληφθούμε καν  ότι … πήραμε απόφαση.  Αυτό σαν ιδέα είναι λίγο περίεργη. Βασικά σημαίνει πως το να νομίζουμε πως η συμπεριφορά μας οφείλεται στην θέλησή μας είναι λάθος. Στην πραγματικότητα, ο εγκέφαλος μας είναι αυτός που αποφασίζει και  η συνειδητή μας απόφαση (που ακολουθεί) είναι απλά μια ψευδαίσθηση που δημιουργείται από τον εγκέφαλό μας.
Σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό Nature Neuroscience, οι ερευνητές χρησιμοποίησαν σαρωτές εγκεφάλου και μπόρεσαν να προβλέψουν αποφάσεις ανθρώπων επτά ολόκληρα δευτερόλεπτα πριν οι άνθρωποι αντιληφθούν καν ότι πήραν αυτές τις αποφάσεις.

Οι εν λόγω αποφάσεις που προβλέφθηκαν  ήταν κατά βάση πάρα πολύ απλές και του τύπου να πατηθεί ένα κουμπί είτε με το αριστερό είτε με το δεξί χέρι. Αυτές οι ενέργειες σίγουρα και δεν είναι αντιπροσωπευτικές των σύνθετων επιλογών που κάνουμε συνεχώς. Τα ευρήματα  όμως αυτά θέτουν κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με την αληθινή έννοια του «εαυτού» και της «αυτοδιάθεσης».

Πόσο ελεύθερη είναι  πραγματικά  η βούλησή μας; Υπάρχει περίπτωση οι συνειδητές μας επιλογές να είναι απλά ψευδαισθήσεις και τίποτα άλλο;

Η απάντηση, λέει ο  νευροφυσιολόγος John Dylan Haynes του Ινστιτούτου  Max Planck , είναι ότι οι όποιες αποφάσεις μας προετοιμάζονται υποσυνείδητα από  εγκεφαλικές μας διεργασίες.  Η περισσότερη λοιπόν δουλειά έχει ήδη γίνει όταν μπαίνει στην εν λόγω  διαδικασία και η συνείδησή μας….
via

Φιλελευθερισμός και Σοσιαλισμός: Συγκλίσεις στην πολιτική φιλοσοφία των J.S. Mill και Κ. Καστοριάδη

$
0
0


Η επιστήμη της ιστορίας, για καθαρά πρακτικούς και μεθοδολογικούς λόγους, έκρινε απαραίτητη την  κατηγοριοποίηση του ιστορικού της υλικού (ιδέες, κινήματα, κ.α.) σε σύνολα ομάδων με κοινά γνωρίσματα. Η μεθοδολογική αυτή ταξινόμηση υπήρξε καταλυτική για την διάδοση των ιδεών, χωρίς αυτό να σημαίνει πως αποτέλεσε πανάκεια για την ιστορική έρευνα, καθώς οδήγησε στην εδραίωση παγιωμένων αντιλήψεων και μονόπλευρων κατεστημένων απόψεων. Αντικείμενο της παρούσης εργασίας είναι ο κοινός τόπος σύγκλισης δύο φαινομενικά αντίθετων και ασυμφιλίωτων κοινωνικών συστημάτων: του φιλελευθερισμού και του σοσιαλισμού, όπως εκφράστηκαν μέσα από το έργο και την δράση των John Stuart Mill και Κορνήλιου Καστοριάδη.

Δεν θα πρέπει να φαντάζει παράδοξο πως οι ιδέες του φιλελεύθερου Μιλλ μπορούν να απηχούν σοσιαλιστικά ιδεώδη, ενώ ο σοσιαλιστής Κορνήλιος Καστοριάδης να ασπάζεται ακόμη και φιλελεύθερες αρετές[1]. Ο Μιλλ αντιπροσωπεύει την πρώιμη φάση της φιλελεύθερης σκέψης, προτού δηλ. αυτή νοθευτεί και αποτελέσει την ουσιαστική βάση του σύγχρονου καπιταλιστικού μοντέλου. Πιο συγκεκριμένα, το φιλελεύθερο όραμα του Μιλλ για τον κοινωνικό σχεδιασμό συνίσταται στην ίση ελευθερία των μελών της κοινωνίας για ικανοποίηση των ατομικών τους επιθυμιών. Αντίθετα, στη σύγχρονη εποχή ο μεταλλαγμένος φιλελευθερισμός -νεοφιλελευθερισμός- πρεσβεύει την ελευθερία του οικονομικά ισχυρού εις βάρος της πλειοψηφίας των ασθενέστερων.

Από την άλλη πλευρά, ο Καστοριάδης υπήρξε από τους στοχαστές εκείνους που άσκησε εντονότατη κριτική, όχι μόνο στην «ορθολογικότητα» του καπιταλισμού, δηλ. του αντίπαλου δέους, αλλά και στο σταλινικό καθεστώς που υποτίθεται πως αποτελούσε ενσάρκωση των σοσιαλιστικών οραμάτων. Παρά τη διάψευση των σοσιαλιστικών ιδεών, ο Καστοριάδης δεν απομακρύνθηκε από το πρόταγμα της σοσιαλιστικής λύσης, στο οποίο βασίστηκε ολόκληρη η φιλοσοφική του ανθρωπολογία.

Στις μέρες μας, πληθαίνουν οι υποστηρικτές εκείνης της πολιτικής σύγκλισης που θα συνδράμει θετικά στην αποτελμάτωση της δημοκρατίας στις μετα-παραδοσιακές κοινωνίες[2]. Η ιδέα της συναίνεσης εντοπίζεται στο θεωρητικό έργο του ιταλού διανοητή Νορμπέρτο Μπόμπιο[3], που υπήρξε ένας από τους πρώτους εμπνευστές τουφιλελεύθερου σοσιαλισμού, την δεκαετία του ’30.

Μια πρώτη προσέγγιση του έργου τους θα μπορούσε να συνοψισθεί σε δύο θέσεις: κατά πρώτον, στο βαθύ και ειλικρινές δημοκρατικό τους αίσθημα και κατά δεύτερον, στον τρόπο που αποδομούν την κοινωνία, για να πετύχουν ακριβώς την καλύτερη δυνατή της δόμηση. Εκκινούν από το άτομο, το οποίο δεν λυγίζει υπό το βάρος της ιστορικής αναγκαιότητας και δεν συνθλίβεται στις ανάγκες ενός απρόσωπου, συλλογικού φορέα. Τίθενται, τόσο το άτομο όσο και η κοινωνία, σε μια ισότιμη βάση, ώστε να μην προκρίνεται το ένα έναντι του άλλου. «Το άτομο δεν είναι τυχαίο, δευτερεύον ή ασήμαντο σε σχέση με την κοινωνία» και «η κοινωνία δεν μπορεί να υπάρξει παρά μέσω της ενσάρκωσης και της ενσωμάτωσής της στα άτομα»[4].

Με το «Περί ελευθερίας» (1859), ο Μιλλ προτάσσει το αίτημα της προσωπικής ελευθερίας και της ατομικής τελείωσης. Ο βρετανός φιλόσοφος υπογραμμίζει την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός minimum πεδίου εντός του οποίου είναι δυνατόν να ασκηθεί η ελευθερία του ατόμου. Η ελεύθερη εκδίπλωση της ατομικότητας αποτελεί αναντικατάστατο στοιχείο του τελειοκρατικού του συστήματος. Πέρα από κάθε εξωτερική παρέμβαση χειραγώγησης, το άτομο θα καταφέρει να ανέλθει στο υψηλότερο σκαλοπάτι της ατομικής του ανάπτυξης. Μόνο τότε, που αδέσμευτο από την ανασταλτική επίδραση των κοινωνικών ηθών και της πολιτικής προπαγάνδας, θα καταφέρει να πλησιάσει πιο κοντά στην τελειότητα που η φύση του προστάζει. Η ατομική τελείωση καθρεπτίζεται στην κοινωνία, της οποίας το άτομο είναι ζωντανό κύτταρο. «Όσο πιο ανεπτυγμένη είναι η ατομικότητά του, τόσο πιο πολύτιμο γίνεται το άτομο για τον εαυτό του, και συνεπώς πιο πολύτιμο για τους άλλους»[5].

Με τη δημοσίευση του «Ωφελιμισμού» (1861), ο Μιλλ συμπληρώνει το τελειοκρατικό του πρότυπο, με το να χαρτογραφήσει τα όρια του ατομικισμού, προτού αυτός τείνει να μετεξελιχθεί σε έναν αδέσμευτο και ανεξέλεγκτο φιλελευθερισμό. Το πεδίο, λοιπόν, της ατομικής ελευθερίας δεν μπορεί να είναι απεριόριστο, διότι «αυτό το είδος φυσικής ελευθερίας θα οδηγούσε σε μια μορφή κοινωνικού χάους, όπου θα ήταν αδύνατον να ικανοποιηθούν ακόμη και οι στοιχειώδεις ανάγκες των ανθρώπων- όπου οι δυνατοί θα κατέπνιγαν τις ελευθερίες των αδυνάτων»[6].

Η ωφελιμιστική του θεωρία λειτουργεί ως ασφαλιστική
δικλείδα με διπλή κατεύθυνση: από τη μία, να καθορίσει την ετεροαναφορική διάστασητου ηθικού του προτύπου δηλ. για το ποιες θα πρέπει να είναι οι ηθικές υποχρεώσεις και τα καθήκοντα του ατόμου προς τους άλλους. Aπό την άλλη, να διασφαλίσει την αυτοαναφορική διάστασητου προτύπου του δηλ. να κατοχυρώσει τα ατομικά δικαιώματα έναντι των υπολοίπων. Η ετεροαναφορική διάσταση του μιλιανού ωφελιμισμού δεν έρχεται να εξοβελίσει τον αυτοαναφορικό χαρακτήρα του «Περί ελευθερίας». Tο πετυχαίνει είτε εισάγοντας το κριτήριο της αυτοθυσίας, το οποίο «μπορεί να αποτελεί μια ενθαρρυντική απόδειξη του τι δύνανται να πράξουν οι άνθρωποι, αλλά, οπωσδήποτε, δεν αποτελεί παράδειγμα του τι πρέπεινα πράξουν»[7], είτε τονίζοντας και πάλι την αξία της διανοητικής τελείωσης, επικρίνοντας όσους παραμελούν την αισθητική και πνευματική άσκηση[8].

Στο έργο του Κ. Καστοριάδη συναντάμε τόσο την ιδέα της ατομικής ελευθερίας, όσο και την σπουδαιότητα της πνευματικής καλλιέργειας, προϋποθέσεις απαραίτητες και αναντικατάστατες για τη κοινωνική ευρυθμία και συνοχή. Ό,τι αποκαλεί ελευθερία ο Μιλλ, ο Καστοριάδης το ονομάζει αυτονομία[9]. Πώς μπορώ να είμαι ελεύθερος/αυτόνομος, εάν είμαι υποχρεωμένος να ζω σε μια κοινωνία στην οποία ο νόμος καθορίζεται από άλλους; Η μόνη αποδεκτή απάντηση συνίσταται στο να πω: έχω την ουσιαστική δυνατότητα να συμμετάσχω ισότιμα με οποιονδήποτε άλλον στη διαμόρφωση και στην εφαρμογή του νόμου.

Η κοινωνία αυτοθεσμίζεται, δημιουργεί με το δικό της τρόπο τους κανόνες και τους νόμους της ύπαρξής της. Το άτομο συγκροτείται εσωτερικεύοντας τις αξίες, τους κανόνες, τις αρχές της θεσμίζουσας κοινωνίας, η οποία είχε θεσμιστεί σε προγενέστερο χρόνο από άτομα κάποιας άλλης θεσμίζουσας κοινωνίας. «Οι Αθηναίοι όμως είναι Αθηναίοι ακριβώς γιατί τους διαμόρφωσε ο νόμος της πόλεως. Έχουμε εδώ μία σχέση ανάμεσα στη θεσμισμένη κοινωνία, η οποία υπερβαίνει απείρως το σύνολο των ατόμων που την συνθέτουν, και η οποία δεν μπορεί να υπάρξει παρά πραγματοποιημένη, ενσαρκωμένη μέσα στα άτομα που κατασκευάζει»[10]. Υπάρχει μια διηνεκής επανάληψη της κοινωνίας, κάθε φορά όμως με κάποιες διαφορές. Τα πνευματικά αγαθά έχουν καταλυτική επίδραση στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου και κατά συνέπεια στην θέσμιση της κοινωνίας. Οι τραγωδίες, λ.χ., αποτελούν κι αυτές μέρος της φαντασιακής θέσμισης του κοινωνικού συνόλου, διότι φέρουν νόρμες, αξίες του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο συνελήφθησαν. Η αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία, που αποτέλεσε πρότυπο για τον Καστοριάδη, είχε ως αποστολή της, μεταξύ άλλων, την αισθητική και πνευματική άσκηση των μελών της, όπως άλλωστε το μαρτυρά και η περίφημη ρήση του Περικλή στον Επιτάφιο: «Φιλοκαλούμεν τε γαρ μετ’ ευτελείας και φιλοσοφουμεν άνευ μαλακίας»[11].

Το πρότυπο της ατομικής τελείωσης ή της ατομικής αυτονομίας δεν μπορεί να ευδοκιμήσει παρά μόνο στο γόνιμο έδαφος του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ο Καστοριάδης έκρινε ότι το μοντέλο της άμεσης δημοκρατίας δεν είναι μια ουτοπία, καθώς εφαρμόσθηκε στην Αθήνα του 5ουαιώνα π.Χ., δοκιμάσθηκε κατά την παρισινή Κομμούνα το 1871 και λειτούργησε στα κοινοτικά συμβούλια την περίοδο της αμερικανικής επανάστασης. Η ιδέα της αντιπροσώπευσης ήταν τότε άγνωστη, αφού θα κατέλυε την πραγματική αυτονομία, την ελεύθερη δηλ. συμμετοχή των ατόμων στις διαδικασίες εκλογής των νόμων. «Η πολιτική είναι τομέας της δόξης,της γνώμης δηλ, και δεν υπάρχει ούτε πολιτική επιστήμη ούτε πολιτική τέχνη. Γι’ αυτό οι δόξες, οι γνώμες όλων, είναι σε πρώτη προσέγγιση ισοδύναμες»[12].

Παρόμοια είναι και η θέση του Μιλλ, που θεωρούσε την συμμετοχή στις πολιτικές διαδικασίες απαραίτητη για την ωρίμανση του πολιτικά ενεργού ατόμου, καλλιεργώντας του την συναίσθηση των κοινωνικών του ευθυνών και τη συνείδησή του ως μέλους του συνόλου. Το πολίτευμα κατά τον βρετανό φιλόσοφο έπαιζε καθοριστικό ρόλο για την διαμόρφωση του ανθρώπινου χαρακτήρα. Ένα δεσποτικό καθεστώς, ασχέτως αν αυτοαποκαλείται δημοκρατικό, φιλελεύθερο, βυθίζει τους υπηκόους του στην παθητικότητα και την πολιτική ραστώνη. Όλοι λοιπόν έχουν δικαίωμα ψήφου, ακόμη και τα μέλη της εργατικής τάξης, παρόλο που αποτελούσαν το λιγότερο μορφωμένο κομμάτι της κοινωνίας. Δεδομένης όμως της πλειοψηφικής της υπεροχής, ο Μιλλ καταφεύγει σε ένα σύστημα πολλαπλής ψήφου για τα μέλη της μειοψηφούσας τάξης. Όσο αντιδημοκρατικό κι αν ακούγεται το παραπάνω, ο Μιλλ ήθελε να επιτύχει μια ισορροπία, ώστε να μην υπερτερεί καμία ταξική ομάδα έναντι της άλλης. Επιπλέον, υπογράμμιζε πως πρόκειται για ένα προσωρινό μέτρο, έως ότου η εργατική τάξη ωριμάσει πνευματικά και πολιτικά[13].

Γίνεται επομένως  φανερό, πως το άτομο και η κοινωνία αποτελούν όψεις του ίδιου νομίσματος, η αξία του οποίου είναι ίδια από όποια μεριά κι αν το παρατηρήσεις. Και οι δυο στοχαστές επιμένουν πως χωρίς τις ατομικές ελευθερίες, λ.χ. την ελευθερία του τύπου ή της έκφρασης, η ενεργή συμμετοχή στα κοινά δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση. Aντιλαμβάνονται ότι χωρίς την λαϊκή συμμετοχή στις πολιτικές διαδικασίες, οι ατομικές ελευθερίες κινδυνεύουν να μείνουν κενό γράμμα. Η λύση που θα οδηγήσει στην κοινωνική αρμονία δεν αναζητείται σε μεταφυσικές σφαίρες ή σε απρόσωπους ιστορικούς νόμους, αλλά αποκτά εργαλειακό χαρακτήρα, με αιχμή του δόρατος το άτομο.

Δύο παράμετροι θα συνεπικουρήσουν προς επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού: η παιδεία και οι θεσμοί της άμεσης δημοκρατίας, που βρίσκονται σε μια συνεχή αλληλεπίδραση και αλληλεξάρτηση. Η κατάργηση της ισχυρής αστικής τάξης και η συγκέντρωση ολόκληρης της πολιτικής, κοινωνικής, οικονομικής και ιδεολογικής εξουσίας υπό τον έλεγχο μιας μειοψηφίας, που ενδιαφέρεται παρά μόνο για τα δικά της συμφέροντα, αποτελούν τους καθοριστικούς παράγοντες κατάρρευσης αυτών που ο Πόππερ ονόμασε κλειστές κοινωνίες.

Το ερώτημα, ωστόσο, στις μέρες μας παραμένει κατά πόσο είναι εφικτό το όραμα της συμμετοχικής δημοκρατίας την στιγμή που υπάρχει τεράστια οικονομική διαφοροποίηση[14]. Πώς να λειτουργήσουν οι θεσμοί μιας πολιτείας, εάν αυτή είναι διαρθρωμένη γύρω από κομματικούς μηχανισμούς και βασίζεται σε πελατειακές σχέσεις. Ο παραισθησιογόνος καταναλωτισμός έχει βυθίσει τους πολίτες στην μικρόνοια, την πλαδαρότητα και την αποχαύνωση, με αποτέλεσμα η διακυβέρνηση των σύγχρονων κοινωνιών να στηρίζεται σε κανόνες που βρίσκονται έξω από την επιρροή των ψηφοφόρων τους. Η χρεωκοπία των σοσιαλιστικών οραμάτων άνοιξε τον δρόμο για την μονοκαθεδρία του καπιταλισμού, ενώ διάχυτη είναι η ιδέα πως δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Η κατάρρευση, όμως, ενός αποτυχημένου συστήματος δεν συνεπάγεται ούτε πως το θεωρητικό του υπόβαθρο είναι κακό, ούτε πως αυτό που το αντικαθιστά είναι το καλύτερο δυνατό.

Κρίνοντας, τέλος, τις προθέσεις των δύο στοχαστών, που εξετάσαμε, αντιλαμβανόμαστε πως ο σκοπός τους είναι κοινός. Κι αν στο ένα άκρο έχουμε τον φιλελευθερισμό – ως αντίδραση στον ανελεύθερο σοσιαλισμό- και στο άλλο άκρο τον σοσιαλισμό- ως αντίδραση στην φιλελεύθερη ανισότητα-, τότε το ζητούμενο είναι η αριστοτελική τους μεσότητα, ήτοι ο φιλελεύθερος σοσιαλισμός. Η μέση οδός δεν αποτελεί ιδεολογική σύγχυση, ούτε όμως και πολιτικό οπορτουνισμό. O λόγος της παραδοσιακής αριστεράς εμφανίζεται παρωχημένος, νικημένος κατά κράτος από το παιχνίδι της αγοράς, ώστε τώρα να αναγκάζεται να αναγνωρίσει τη σημασία της, ενώ οι θέσεις της νεοφιλελεύθερης δεξιάς οδήγησαν σε νέα πολιτικά αδιέξοδα, αποδεικνυόμενες στην πράξη ως αντιφατικές. Η ορατή κρίση που διέρχονται οι παραδοσιακές ιδεολογίες, προτάσσει την αγαστή συνεργασία ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική πρόοδο.

Η πρόταση του φιλελεύθερου σοσιαλισμού  θα ήταν εξάλλου απολύτως συμβατή με το πνεύμα της  μιλιανής πολυαρχίας[15], καθώς και με τη βαθιά πεποίθηση του Καστοριάδη πως οι ιδέες της ελευθερίας και της ισότητας αλληλοσυμπληρώνονται[16]. Δεν θα έπρεπε όμως να λησμονούμε, πως ο μετασχηματισμός μιας φιλοσοφικής θεωρίας σε πολιτική πράξη προσκρούει σε ένα ανυπέρβλητο σκόπελο: τον άνθρωπο.

Νίκος Ταγκούλης

ΣHMEIΩΣEIΣ

1.Σαφώς, η επιλογή άλλων εκπροσώπων θα ήταν δυνατόν να οδηγήσει σε αντίθετα συμπεράσματα, αποδεικνύοντας το ανυπέρβλητο του συγκερασμού τους. Ακόμη κι αν στρεφόμασταν σε μια συγκριτική παρουσίαση δύο στοχαστών της φιλελεύθερης λ.χ. «παράταξης», πολύ πιθανόν ήταν να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως προέρχονται από διαφορετικούς πολιτικούς χώρους.

2.Η ποθητή σύγκλιση αποτελεί αντικείμενο εργασίας τόσο της Monique Canto-Sperber, στο έργο της Σοσιαλισμός και Φιλελευθερισμός. Οι κανόνες της ελευθερίας, μτφρ. Κ. Παπαγιώργης, εκδ. Πόλις, Αθήνα, 2005, όσο και του David Held, στο έργο του Μοντέλα Δημοκρατίας, μτφρ. Μαριάννα Τζιαντζή, εκδ Πολύτροπον, Αθήνα, 2004. Και ο Άντονυ Γκίντενς προτάσσει την ανανέωση και τον επαναπροσδιορισμό των παραδοσιακών ιδεολογιών. Βλ. σχετικάΟ Τρίτος δρόμοςμτφρ. Ανδρέας Τάκης, εκδ. Πόλις, Αθήνα και Πέρα της Αριστεράς και της Δεξιάς, μτφρ Στ. Ροζάνης, εκδ. Πόλις, Αθήνα,1999.

3. O ίδιος ο Νορμπέρτο Μπόμπιο παραδέχεται πως η ιδέα φιλελευθεροσοσιαλισμού και του φιλε
λεύθερου σοσιαλισμού ξεκίνησαν «ως θεωρητικές και τεχνητές κατασκευές που έγιναν στο τραπέζι, περισσότερο φραστικές παρά πραγματικές». Νορμπέρτο Μπόμπιο, Αυτοβιογραφία, μτφρ. Μπάμπης Λυκούδης, εκδ. Εκκρεμές, Αθήνα, 1999, σελ. 53.

4.Κορνήλιος Kαστοριάδης, Οι ομιλίες στην Ελλάδα, εκδ. Ύψιλον, Αθήνα, 2000, σελ. 48.

5. J.S. Mill, Περί Ελευθερίας, μτφρ. Νίκος Μπαλής, εκδ. Επίκουρος, Αθήνα, 1983, σελ. 111.

6.Αϊζάϊα Μπερλίν, Τέσσερα δοκίμια περί ελευθερίας, σελ.260.

7. J.S. Mill, Ωφελιμισμός, σελ. 93.

8.Ό.π. σελ. 100.

9.Ο ίδιος αναφέρει πως: «στόχος της πολιτικής δεν είναι η ευτυχία, αλλά η ελευθερία. Την πραγματική ελευθερία […] την αποκαλώ αυτονομία». Κορνήλιος Καστοριάδης, Η άνοδος της ασημαντότητας, εκδ. Ύψιλον, Αθήνα, 2000, σελ. 268. Και συμπληρώνει: «Αυτονομία, όπως το δείχνει η ίδια η λέξη, σημαίνει τελείως το αντίθετο από το ‘κάνω ό,τι μου καπνίσει’. Σημαίνει ότι δίνω στον εαυτό μου ένα νόμο».

10. Κορνήλιος Καστοριάδης, Οι ομιλίες στην Ελλάδα, εκδ. Ύψιλον, Αθήνα, 2000, σελ. 49.

11.Θουκυδίδης, Περικλέους Επιτάφιος, εκδ. ΟΕΔΒ, Αθήνα, σελ. 30.

12.Κορνήλιος Καστοριάδης, Η άνοδος της ασημαντότητας, σελ. 202.

13. J.S. Mill, «Representative Government”, κεφ. 6, “Collected Works”, XIX,445 παρά Μακφέρσον Κ. Μπ., Η ιστορική πορεία της φιλελεύθερης δημοκρατίας,σσ. 88-97.

14.Ο αμερικανός φιλόσοφος Τζων Ρωλς στο έργο Θεωρία της Δικαιοσύνης εκδ. Πόλις, Αθήνα, 2003 αναφέρει πως πρέπει όλοι να «έχουν ίσες ευκαιρίες για να καταλάβουν θέσεις πολιτικής εξουσίας, ανεξάρτητα από την οικονομική και την κοινωνική τους τάξη» (σελ. 270) και για τον λόγο αυτό προτείνει την ιδέα της ‘‘ιδιοκτησιακής δημοκρατίας’’ η οποία θα διασφαλίζει «την ευρύτερη δυνατή διασπορά παραγωγικών πόρων και ανθρώπινου κεφαλαίου […] με υπόβαθρο τις ίσες βασικές ελευθερίες και την ακριβοδίκαιη ισότητα των ευκαιριών». Για να συμπληρώσει πως η ιδέα αυτή «δεν είναι να συνδράμει απλώς κανείς όσους βγήκαν χαμένοι από κακοτυχία ή λόγω συγκυριών (αν και αυτό είναι αναγκαίο να γίνει), αλλά να καταστήσει, αντίθετα, όλους τους πολίτες ικανούς να διαχειρίζονται οι ίδιοι τις υποθέσεις τους και να λαμβάνουν ενεργά μέρος στην κοινωνική συνεργασία με κατάλληλους όρους ισότητας και αμοιβαίου σεβασμού». (σελ. 14).

15.Ο Μιλλ θεμελιώνει μια φιλοσοφία φιλελευθέρου πλουραλισμού η οποία στηρίζεται στην οδυνηρή διάγνωση των ανυπέρβλητων ορίων της ανθρώπινης γνώσης. Την ίδια άποψη συμμερίζεται και ο Μπερλίν που θεωρεί πως δεν μπορεί να δοθεί μια μοναδική, καθολική, οριστική και πλήρης απάντηση στο ηθικό ερώτημα πως θα πρέπει να ζουν οι άνθρωποι.

16.Συγκεκριμένα αναφέρει ο Καστοριάδης: «όταν κανείς σκεφτεί δηλ. τις ιδέες της ελευθερίας και της ισότητας, διαπιστώνει ότι καθεμία από αυτές τις ιδέες οδηγεί στην άλλη, αυτό μου φαίνεται αυτονόητο. Δεν μπορεί δηλ. να υπάρξει ελευθερία χωρίς πραγματική ισότητα και δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική ισότητα χωρίς ελευθερία». Κορνήλιος Καστοριάδης,Οι ομιλίες στην Ελλάδα,εκδ. Ύψιλον, Αθήνα, 2000, σελ. 75.
via

Οι Eγγενείς Hθικές Aξίες στη Βαθιά Οικολογία και τη Θεωρία της Bιώσιμης Aνάπτυξης

$
0
0


Η  παραδοσιακή ηθική είναι ανθρωποκεντρική. Ο άνθρωπος ως σκοπός αναγνωρίζει στα άλλα όντα σχετική μόνο αξία, ανάλογα με τη χρησιμότητα που έχουν γι’ αυτόν. Αντίθετα, η οικολογική ηθική αναγνωρίζει εγγενή, απόλυτη αξία σε ολόκληρη τη δημιουργία.

Το  πρώτο  κυρίως  μισό  της  δεκαετίας  του  εβδομήντα, οι  ηθικές, πολιτικές  και  νομικές  διαμάχες  για  το  περιβάλλον, διάφορες  νέες  φιλοσοφίες  που  υποστήριζαν  τα  δικαιώματα  των  ζώων, καθώς  και  οι  διαφωνίες  για  το  αν  η  οικολογική  ηθική  αποτελούσε  κάτι  το  νέο  ή  απλώς  την  προέκταση  ήδη  υπαρχόντων  ηθικών  θεωριών, έβρισκαν  την  έκφρασή  τους  σε  ευρύτερα  κινήματα, περιβαλλοντικά, κοινωνικά, πολιτικά. Οι διαφορές αυτές, αποτελούν το καθαυτό  περιεχόμενο  του  έργου  του  Arne Naess, ο  οποίος  εισήγαγε  και  τη  διάκριση  μεταξύ  ρηχών  και  βαθέων  οικολογικών  κινημάτων. Ο όρος  "βαθύ"  εν μέρει αναφέρεται στο  επίπεδο  ή  το  βαθμό  αναζήτησης  και  διερεύνησης  στόχων  και  αξιών  κατά  τη  διάρκεια  μιας  περιβαλλοντικής  διαμάχης. Το "βαθύ" κίνημα  συμπεριλαμβάνει  βαθιά, εκτενή  και  αναλυτική  εξέταση  των  πραγμάτων  φτάνοντας  μέχρι  τα  θεμέλια. Το  "ρηχό"  σταματά  πριν  από το  τελευταίο   αυτό  επίπεδο[1].


Τα  κυριότερα  σημεία  του  βαθέως  οικολογικού  κινήματος  είναι  η  αναγνώριση  της  εγγενούς  αξίας  όλων των έμβιων όντων καθώς και της ποικιλομορφίας αυτών. Η παραδοχή αυτή χρησιμεύει στη δημιουργία  περιβαλλοντικών  πολιτικών  και  πρακτικών. Εκείνοι  που  προσπαθούν  να  επιτύχουν  κοινωνικές  αλλαγές,  βάσει  αυτής  της  παραδοχής, έχουν  ως κίνητρο την αγάπη για τη φύση και τον άνθρωπο. Θεωρούν πως οι αντιλήψεις μας χρήζουν θεμελιωδών αλλαγών, όσον αφορά τις αξίες  και  τις πρακτικές που εναγκαλίζονται, ειδάλλως η ποικιλομορφία, η ομορφιά και η ικανότητα του περιβάλλοντος να στηρίξει την επιβίωσή του αλλά και τον ανθρώπινο πολιτισμό θα εκλείψει.

To 1972 πολλοί άνθρωποι αμφισβητούσαν το ενδεχόμενο να ασχολείται ο Arne Naess με τα κοινωνικά κινήματα βάσης, χωρίς να έχει αναπτύξει προσωπική αναλυτική φιλοσοφία. Για το λόγο αυτό, εκείνος  δημιούργησε μια σειρά από αρχές κοινής βάσης. Οι υποστηρικτές των  κινημάτων  βάσης, έχουν συχνά διαφορετικές αντιλήψεις και  διαφορετικές καταβολές. Εκείνο που απαιτείται, λοιπόν, είναι μια κοινή ιδεολογική βάση γενικών αρχών,  κοινών  στόχων και αξιών  η οποία θα συνέχει το κίνημα.

Ο Arne Naess και οι συνεργάτες του πρότειναν  μια  σειρά  από  οκτώ  αρχές, για  να  ορίσουν  το  βαθύ  οικολογικό  κίνημα  ως  μέρος  του  ευρύτερου  οικολογικού  κινήματος. Τις  αρχές  αυτές ενστερνίζονται  άνθρωποι  που  προέρχονται  από  πολύ  διαφορετικούς  θρησκευτικούς   και  φιλοσοφικούς   χώρους, ωστόσο  μοιράζονται  κοινές  ανησυχίες  για  τον  πλανήτη. Οι πολιτικές πεποιθήσεις των ανθρώπων αυτών  ενδέχεται να διαφέρουν αρκετά. Εκείνο, όμως, που τους συνέχει, είναι το μακροπρόθεσμο όραμα αυτού  που  είναι  αναγκαίο  να  γίνει, για  να  προστατευθεί  αποτελεσματικότερα η ακεραιότητα  των  οικολογικών  κοινοτήτων της γης και των ηθικών αξιών, που αυτές αντιπροσωπεύουν. Οι  υποστηρικτές  των  αρχών  βάσης  ενδέχεται, επίσης, να εκκινούν από διαφορετικές φιλοσοφικές αφετηρίες. Έχουν τις προσωπικές τους  μεταφυσικές και θρησκευτικές θέσεις. Διαθέτουν τις ιδιαίτερες μυθολογίες τους και άλλες ιστορικές καταβολές. Μπορούν  όμως, να  στηρίξουν την κοινή βάση και να καταλήξουν σε λύσεις αναφορικά με το πρόβλημα της περιβαλλοντικής κρίσης που απειλεί όλους. Κάθε άτομο  έχει κάτι μοναδικό να προσφέρει καταθέτοντας τη δική του οικοσοφία (φιλοσοφία οικολογικής ισορροπίας).

Οι  προτεινόμενες  αρχές  κοινής  βάσης  του βαθέως  οικολογικού  κινήματος, όπως διετυπώθησαν αρχικά από τον Arne Naess και τον συνεργάτη του George Sessions είναι οκτώ.

1. Yποστηρίζεται πως η καλή  κατάσταση και η άνθιση της ανθρώπινης και μη-ανθρώπινης  ζωής  στη  γη έχουν εγγενή αξία, ανεξάρτητα  από  τη  χρησιμότητα  του  μη-ανθρώπινου  έμβιου  κόσμου για
τον άνθρωπο.

2.  Aναγνωρίζεται  εγγενής  αξία  στην  ποικιλία  των  μορφών  ζωής, που  συνεισφέρουν στην πραγμάτωση αυτών των αξιών.

3. Oρίζεται πως ο άνθρωπος δεν έχει δικαίωμα να μειώσει αυτόν τον πλούτο και τη διαφορετικότητα των μορφών ζωής, παρά μόνο εάν πρόκειται για την  ικανοποίηση ζωτικών του αναγκών.

4.  Διαπιστώνεται,  πως η άνθιση της ανθρώπινης ζωής και του πολιτισμού είναι συμβατή  με  τη  μείωση  του  ανθρώπινου πληθυσμού και  πως  αυτή  είναι  αναγκαία, για  την  ανάπτυξη  της  μη-ανθρώπινης έμβιας ζωής.

5. Aναγνωρίζεται ότι ο βαθμός παρέμβασης του ανθρώπου στη φύση είναι  υπερβολικός, ενώ  η  κατάσταση  διαρκώς  χειροτερεύει.

6. Προτείνεται η αλλαγή της οικονομικής και τεχνολογικής πολιτικής, καθώς και οι ιδεολογικές τους δομές. Τα πράγματα τότε θα είναι πολύ  διαφορετικά.

7. Διευκρινίζεται, πως η ιδεολογική  αλλαγή  θα  αφορά  στη  σωστή  κατανόηση  της  έννοιας  της  ποιότητας  ζωής, σε  αντίθεση  με την  επιδίωξη  ενός  υψηλότερου  οικονομικά  επιπέδου  ζωής. Θα επέλθει, τοιουτοτρόπως, η συνειδητοποίηση της διαφοράς του υψηλού από το ωραίο.

8. Tονίζεται πως, όσοι  υποστηρίζουν  τις  παραπάνω  θέσεις, οφείλουν  να  προωθήσουν  έμμεσα  ή  άμεσα  τις  αλλαγές  αυτές[2].

Μια  άλλη  διαμάχη  επικεντρώθηκε  στην κριτική  του  ανθρωποκεντρισμού  από τους υποστηρικτές του βαθέως  οικολογικού  κινήματος. Όταν ο άνθρωπος υπερασπίζεται τους  δικούς του ή  συγκινείται  περισσότερο  από  τον  ανθρώπινο  πόνο  παρά  από  εκείνον  άλλων  όντων, λειτουργεί  ως   συγγενής, γονέας, φίλος  κ.τ.λ.[3]. Μπορεί  κανείς  να  είναι  υποστηρικτής  του  βαθέως  οικολογικού  κινήματος  έχοντας  τα  συναισθήματα  αυτά. Εκείνο  που  δεν  επιτρέπεται  όμως, είναι  η  αμείλικτη  εκμετάλλευση   και  καταστροφή  μορφών  ζωής  με  μοναδικό  σκοπό  το  ανθρώπινο  κέρδος  και  συμφέρον. Όποιος  υποστηρίζει τον  ανθρωποκεντρισμό  με  την  έννοια  της  προκατάληψης  απέναντι  σε  άλλες μορφές ζωής, αδυνατεί να συλλάβει ότι είμαστε μέρος της ζωής αυτής και εκείνη μέρος του εαυτού μας. Ο ανθρώπινος εαυτός μας δεν μπορεί να χωριστεί από τον πλανήτη. Ο  ανθρωποκεντρισμός είναι καταδικαστέος, διότι προβάλλει την  προτεραιότητα του ανθρώπου, παραγνωρίζοντας την ουσιαστική ενότητα της δημιουργίας.

Οι  υποστηρικτές  του  βαθέως  οικολογικού  κινήματος  είναι  υποχρεωμένοι  να  αναγνωρίζουν  και  να  σέβονται  στην  πράξη  την  εγγενή  αξία  των  ανθρώπων  και  των  άλλων όντων. Αυτό απαιτεί να ενεργούν με τρόπο τέτοιο, ώστε  να  μειωθούν  τα  προβλήματα  των  οικολογικών  κοινοτήτων  και  άλλων  ανθρώπινων  πολιτισμών. Η  βιομηχανική  κοινωνία  αυτοπαρουσιάζεται ως  το  μόνο  παραδεκτό  μοντέλο  προόδου  και  ανάπτυξης. Αν όμως κατισχύσει, θα  καταστραφούν  τα  είδη, οι  πρωτόγονοι  πολιτισμοί  και  ο  ζωτικός  χώρος  πολλών  όντων. Η κρίση  της  βιοποικιλομορφίας έχει σχέση με την προοπτική της απώλειας ειδών, πληθυσμών  και  διαδικασιών  αναγκαίων  λόγω  των  λειτουργιών  που  επιτελούν, αλλά  και  της  απώλειας  αξιών  που  σχετίζονται  με  τη  διατήρηση  της  ποικιλίας φυσικών εξελικτικών  διαδικασιών. Η  βιομηχανική  κοινωνία έχει επιβάλλει, κατά τον Arne Naess, έναν απολυταρχικό πολιτισμό, ο οποίος επηρεάζει ή διαμορφώνει πλήρως το αξιολογικό μας σύστημα. Η  Γη  θεωρείται  απλώς  ως  πρώτη  ύλη  για  να  ικανοποιηθούν  οι  ανάγκες  της  κατανάλωσης. Η παραγωγή καλείται να ικανοποιήσει τεχνητές και όχι απλώς τις ζωτικές μας ανάγκες, οι οποίες απαιτούν διαρκώς αυξανόμενη κατανάλωση. Η βιομηχανική κοινωνία, τέλος, καταστρέφει  την  πολιτισμική  και  βιολογική  ποικιλία, καταστάσεις απαραίτητες για την επιβίωση και ανάπτυξη του ανθρώπου.

Μελετώντας  κανείς  τους  πρωτόγονους  λαούς, είναι  δυνατό  να  παρατηρήσει αξίες  και  πρακτικές  χρήσιμες  για  τη  σχέση  του  ανθρώπου  με  το  φυσικό  του  περιβάλλον. Επίσης  κανείς  μπορεί  να  διδαχθεί  πολλ
ά  από τη  σοφία του παρελθόντος, όπως επιβιώνει στον εκάστοτε τοπικό λαϊκό πολιτισμό. Οι οικοκεντρικές  αξίες  οδηγούν  στην  αναγνώριση  της αρχής, ότι  όλοι  οι  ανθρώπινοι  πολιτισμοί  έχουν  αμοιβαίο  συμφέρον  από τη συνέχιση της  ύπαρξη  ζωής  στη  Γη,  σε όλη την έκταση της ποικιλομορφίας της για το καλό  των ιδίων αλλά και  του  πλανήτη. Φυσική τάση του ανθρώπου είναι να ζει σε  αρμονία  με  άλλα  όντα  και  πολιτισμούς. Οι  αρχές  κοινής  βάσης  του  βαθέως  οικολογικού  κινήματος δείχνουν  το  δρόμο της αρμονικής  συνύπαρξης. Δεν  υπάρχει  μόνο  μια  φιλοσοφία  και  τεχνολογία  εφαρμόσιμη  σε  όλον  τον  πλανήτη. Η  διαφορετικότητα  σε  όλα  τα  επίπεδα   είναι  κάτι  που  πρέπει  να  επιδιωχθεί[4].

Η σχολή της βαθιάς οικολογίας ευρύνοντας την ηθική και το δίκαιο προβάλλει τα δικαιώματα της φύσης. Δικαιώματα δεν έχει μόνο ο άνθρωπος, αλλά και τα ζώα, τα φυτά, ακόμα και τα ανόργανα στοιχεία της φύσης. Ο άνθρωπος οφείλει σεβασμό  στη φύση και σε όλα τα πλάσματά της. Η σχολή της βαθιάς οικολογίας προσέφερε θετική υπηρεσία στη δημόσια πολιτική και στο δίκαιο του περιβάλλοντος επανεισάγοντας στη δόμηση του προβλήματος την κρίσιμη σημασία των οικοσυστημάτων για την επιβίωση του ανθρώπου. Υποτιμά ωστόσο, έως ενός βαθμού, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του και κυρίως το ρόλο της τεχνολογικής ανάπτυξης στην εξέλιξή του. Τα οικοσυστήματα έχουν ζωτική σημασία ως αναντικατάστατη φυσική βάση των ανθρωπογενών συστημάτων. Από την υπόμνηση αυτή πήγασε η ορθή ιδέα της βιωσιμότητας που έδωσε νέα διάσταση στην ιδέα της ανάπτυξης και την αναζωογόνησε.

Η σχολή της βιώσιμης ανάπτυξης έχει μακροχρόνιο ορίζοντα και συλλαμβάνει ορθά τη δυναμική των οικοσυστημάτων, αφού δεν απορρίπτει εκ των προτέρων την δυνατότητα εναρμόνισης οικοσυστημάτων και ανθρωπογενών συστημάτων, τη συνύπαρξη δηλαδή φυσικής και πολιτιστικής εξέλιξης. Ωστόσο αυτό είναι το κύριο πρόβλημα, αφού τα ανθρώπινης κατασκευής συστήματα διαφοροποιούνται από τα βιοτικά και διαθέτουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και δυνατότητες. Χάρις στα χαρακτηριστικά αυτά και ιδίως στη λογική ικανότητα και δημιουργικότητα του ανθρώπου, η συνεξέλιξη των ανθρωπογενών συστημάτων και των οικοσυστημάτων είναι εφικτή. Εξαρτάται κυρίως από την εναρμόνιση δύο διαφορετικών χρονικών κλιμάκων αποφάσεων, αφού τα ανθρωπογενή συστήματα έχουν βραχύτερο χρόνο χαλάρωσης από τα οικοσυστήματα. Από τη διαπίστωση αυτή γεννήθηκε η σχολή της βιωσίμου ανάπτυξης. Εκείνη αποτελεί την ορθή προσέγγιση στο θεμελιώδες πρόβλημα των σχέσεων ανθρωπογενών συστημάτων και οικοσυστημάτων, γιατί στηρίζεται στην ακέραια συστηματική λογική. Η συστηματική επιστήμη συλλαμβάνει το σύνολο χωρίς να χάνει τα μέρη του. Η δυναμική του συστήματος δεν είναι απλή, αλλά προκύπτει από την αλληλεπίδραση διαφορετικών χρονικών κλιμάκων λόγω της εγγενούς ιεραρχίας των συστημάτων. Έτσι η βιωσιμότητα εισάγει το μέχρι τώρα αγνοηθέν μακροχρόνιο κριτήριο στις αποφάσεις του ανθρώπου αντί της καιροσκοπικής προσαρμογής του με τη λογική της αγοράς.

Η επικράτηση της σχολής της βιώσιμης ανάπτυξης σήμερα σημαίνει και το τέλος της κλασικής οικονομικής επιστήμης. Ακόμη και η πιο συντηρητική τάση της νέας περιβαλλοντικής οικονομίας επιδιώκει την ένταξη των παραμέτρων του περιβάλλοντος στα οικονομικά πρότυπα. Η θεωρία της βιώσιμης ανάπτυξης αντί απλουστευτικών νόμων προσανατολίζεται προς τα προβλήματα της επιδιωκόμενης σταθερής συνεξέλιξης πολιτισμού και φύσης. Η πρακτική της βιώσιμης ανάπτυξης χρησιμοποιεί συνδυασμένες ποιοτικές και ποσοτικές μεθόδους. Οι πεπαλαιωμένες αντιλήψεις για την έννοια των οικονομικών αγαθών  αναθεωρούνται, εισάγεται η έννοια του φυσικού κεφαλαίου, μετράται η κατάσταση και κυρίως η μείωσή του, και επανακαθορίζονται τα στοιχεία των εθνικών πράσινων λογαριασμών. Η βιώσιμη ανάπτυξη δεν απορρίπτει την αγορά· αρνείται την αυτονομία της.

Το σύστημα των αρχών της βιωσιμότητας έχει ως κατευθυντήρια γραμμή την παγκόσμια σκέψη και την τοπική ενέργεια. Απόρροιά της είναι τόσο η θεωρία της βιώσιμης κοινωνίας όσο και οι αρχές οργάνωσης του βιώσιμου κράτους, καθώς και οι κανόνες βιωσίμου συμπεριφοράς του πολίτη.

Aρχές Bιώσιμης Aνάπτυξης

1. Θεσπίζεται σύστημα ελέγχου της δημόσιας οικολογικής τάξης με ευθύνη του κράτους και δεν αφήνεται στη λειτουργία της αγοράς η υπόθεση αυτή.

2. Aπαγόρευση τη
ς μείωσης του φυσικού κεφαλαίου.

3. Eπιβάλλεται ο σεβασμός της φερούσης ικανότητας των οικοσυστημάτων.

4. Eπιβάλλεται η διόρθωση του σφάλματος όσον αφορά την προηγούμενη περίπτωση, όπου είναι ακόμα εφικτή.

5. Προστατεύεται η βιοποικιλομορφία.

6. Eπιδιώκεται η διασφάλιση της κοινής φυσικής κληρονομιάς του ζωτικού πυρήνα του φυσικού κεφαλαίου, δηλαδή της άγρια φύση.

7. Aπαγορεύεται η μη ήπια ανάπτυξη των ευπαθών οικοσυστημάτων.

8. Eπιτάσσεται η ισορροπία ανθρωπογενών συστημάτων και οικοσυστημάτων βάσει της αρχής της χωρονομίας.

9. Προστατεύεται η πολιτιστική κληρονομιά και υποστηρίζεται ο ποιοτικό-πνευματικός χαρακτήρα της ανάπτυξης.

10. Eπανέρχεται η ποιότητα ζωής στην πόλη μέσω του βιώσιμου αστικού περιβάλλοντος.

11. Mε το σεβασμό του φυσικού κάλλους εξυπηρετούνται οι αισθητικές ανθρώπινες ανάγκες.

12. Kαθιερώνεται το υγιές σύστημα αξιών και η οικολογική συνείδηση ως πραγματική εγγύηση όλου του συστήματος ελέγχου της βιώσιμης ανάπτυξης[5].

Εγγενής ηθική αξία αποδίδεται ακόμη στο φυσικό κεφάλαιο, τα οικοσυστήματα, τη βιοποικιλομορφία, την πολιτιστική κληρονομιά, το φυσικό κάλλος και τέλος, στην άγρια φύση[6].

Η Διάσκεψη του Ρίο με τη διακήρυξη της Agenda 21 κατέληξε σε προτάσεις για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών απειλών του πλανήτη. Το 5οΠρόγραμμα Δράσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο "Στόχος η αειφορία" περιλαμβάνει την έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης. Η Συνθήκη του Άμστερνταμ ανάγει την έννοια αυτή σε καταστατική αρχή της Ε.Ε. Διαπνέει τη δράση της Ένωσης για την προστασία του περιβάλλοντος στο σύνολό της και στις επιμέρους πολιτικές της[7]. Στην Ελλάδα, η εμπειρία από τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας για τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι πρωτοπόρος. Η εμπειρία αυτή έχει μεγάλη αξία γιατί γέννησε τις προϋποθέσεις για τη δημιουργία του συστήματος των γενικών αρχών της βιωσιμότητας. Σύμφωνα με τη Νίκη Γουλανδρή, το νομικό καθεστώς προστασίας του περιβάλλοντος από μόνο του δεν είναι αρκετό. Μ’ εκείνο, δεν εξασφαλίζεται η οικολογική ισορροπία. Η υποκρισία που πηγάζει από την αδιαφορία και την ιδιοτέλεια εξακολουθεί να διέπει ακόμη την ανάπτυξη. Η βιώσιμη ανάπτυξη επιδιώκει την αποκατάσταση των πνευματικών και ηθικών αξιών που παραμερίστηκαν στην υλόφρονα εποχή της ασύδοτης ανάπτυξης. Είναι η επιστροφή στις κλασικές ελληνικές αξίες του  μέτρου, της λιτότητας και της δικαιοσύνης, τις διαχρονικές και πανανθρώπινες αξίες, που συνθέτουν την ίδια την αξία του ανθρώπου[8]

Αλέξα Τσερώνη

ΣHMEIΩΣEIΣ                                                   



[1] A. Næss, 1973. ‘The Shallow and the Deep, Long-Range Ecology Movement’, Deep Ecology for the 21st Century, G. Sessions, Boston: Shambhala, 1995, pg. 151.

[2]Ε. Δ. Πρωτοπαπαδάκης, Οικολογική Ηθική, Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα- Κομοτηνή, 2005, σσ. 120 – 126.

[3] Kevin Doak, The Japan Romantic School and the crisis of Modernity, University of California Press, 1994, pg. 7.

[4] Alan  Drengson, "Ecophilosophy , Ecosophy  and  the  Deep  Ecology  Movement: An  Overview", TheTrumpeteer : JournalofEcosophy, 14:3, 110-11, 1997.

[5]Μιχαήλ Ηλ. Δεκλερή, Το Δίκαιο της Βιώσιμου Αναπτύξεως (Γενικές Αρχές), Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 2000.

[6] David M. Johns, "The Relevance of Deep Ecology to the Third World," Environmental Ethics 12, τ. 3: 233-253, 1990.

[7]Αγγελική Καλλία-Αντωνίου, ΜΟΥΣΕΙΟ ΓΟΥΛΑΝΔΡΗ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ-ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΒΙΟΤΟΠΩΝ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ, Ποιότητα ζωής, βιώσιμη ανάπτυξη και προστασία του περιβάλλοντος, Νομοθεσία Ελληνική και Κοινοτική, Έτη 1995-1996, Αντ. Σάκκουλας, Αθήνα – Κομοτηνή, 1998, σσ. 9-11.

8Αγγελική Καλλία-Αντωνίου, ΜΟΥΣΕΙΟ ΓΟΥΛΑΝΔΡΗ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ-ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΒΙΟΤΟΠΩΝ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ, Ελληνική και Κοινοτική Νομοθεσία Προστασίας Περιβάλλοντος, Έτη 1989-1994, Aντ. Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή, 1997, σελ. 5.
via

Σύνδρομο χρόνιας κόπωσης

$
0
0


Πόσες φορές δεν έχουμε νιώσει όλοι μας τόσο έντονη κούραση ώστε δεν μπορούμε να ανταπεξέλθουμε στις καθημερινές μας υποχρεώσεις;  Πόσες φορές νιώθουμε ότι το έντονο άγχος, η σωματική και ψυχική κούραση μας καταβάλλουν; Πότε όμως παύουμε να μιλάμε για απλή κούραση και πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε το σύνδρομο της χρόνιας κόπωσης; To σύνδρομο της χρόνιας κόπωσης είναι ένα ιδιαίτερα συχνό φαινόμενο της σύγχρονης εποχής και μαστίζει ολοένα και περισσότερους ανθρώπους. Υπολογίζεται ότι περίπου σε κάθε 1.000 άτομα αντιστοιχούν δύο (2) τα οποία εμφανίζουν χαρακτηριστικά του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης.

Σύμφωνα με μια βρετανική έρευνα, το 20% των ανδρών και το 30% των γυναικών παραδέχονται ότι νιώθουν συνεχώς κουρασμένοι. Εμφανίζεται πολύ συχνά σε ανθρώπους που εργάζονται αρκετές ώρες, υπό έντονες συνθήκες ψυχικής και σωματικής πίεσης.


Συμπτώματα Πρόκειται για μια περίπλοκη διαταραχή που χαρακτηρίζεται από έντονη κούραση η οποία όμως δεν υποχωρεί με ξεκούραση. Τα άτομα που πάσχουν από το σύνδρομο βιώνουν έντονη σωματική εξάντληση με τρεμούλες, μυαλγίες, πονοκεφάλους, διαταραχές ύπνου. Επίσης χαρακτηριστικό είναι ότι τα άτομα αυτά παρουσιάζουν διαταραχή της μνήμης ή/και της ικανότητας συγκέντρωσης, μειωμένη λειτουργικότητα και κυρίως χαμηλά επίπεδα ενεργητικότητας.

Ορισμός Συνδρόμου Χρόνιας Κόπωσης (κριτήρια CDC*) Προκειμένου να τεθεί η διάγνωση του ΣΧΚ, πρέπει να ικανοποιούνται δύο κριτήρια:
1. Σοβαρού βαθμού χρόνια κόπωση διάρκειας τουλάχιστον έξι μηνών, η οποία δεν αποδίδεται σε άλλες γνωστές κλινικές καταστάσεις.
2. Συνύπαρξη τεσσάρων ή περισσότερων από τα παρακάτω συμπτώματα, τα οποία θα πρέπει να αναφέρονται τουλάχιστον για χρονικό διάστημα έξι συνεχόμενων μηνών:

  • Διαταραχή της μνήμης ή της ικανότητας συγκέντρωσης
  • Φαρυγγαλγία (πονόλαιμος)
  • Λεμφαδενοπάθεια (πρησμένοι λεμφαδένες)
  • Μυαλγία
  • Πολυαρθραλγία (πόνος όλων των αρθρώσεων) χωρίς οίδημα (πρήξιμο) ή ερυθρότητα
  • Κεφαλαλγία (πονοκέφαλος) με πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά
  • Ύπνος που δεν αναζωογονεί
  • Κόπωση, που διαρκεί περισσότερο από 24ώρες, έπειτα από έντονη άσκηση

*CDC- Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ

Αιτιολογία
Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης αποτελεί μια περιπλοκή νόσο, η οποία σχετίζεται τόσο με οργανικούς, όσο και ψυχολογικούς παράγοντες. Θεωρείται περίπλοκη διαταραχή κυρίως γιατί τα αίτια που την προκαλούν παραμένουν ακόμη ασαφή.

Οι πιο απλές αιτιολογίες είναι χρόνια οικονομικά και οικογενειακά προβλήματα, υπερβολική εργασία κυρίως όταν αυτή δεν μας αρέσει, κακή διατροφή, έλλειψη σωματικής άσκησης, διαταραχές ύπνου, κατάχρηση αλκοόλ ή εξαρτησιογόνων ουσιών, κάπνισμα, ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας ή διαβίωσης, έντονο stress.
Πιθανοί παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη της πάθησης θεωρούνται επίσης και αυτοί που σχετίζονται με τους ενδοκρινείς αδένες, αλλά και με το κεντρικό νευρικό σύστημα, όπως η υπόφυση και τα επινεφρίδια. Συσχετίζεται μάλιστα με ελαττωμένα επίπεδα κορτιζόλης στο αίμα. Εντούτοις, δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία που να τεκμηριώνουν αιτιολογική συσχέτιση. (Σ.Τσουνάκης)

Έρευνες έδειξαν επίσης ότι για το ένα τρίτο των περιστατικών ευθύνεται κάποια νόσος σε εξέλιξη (γρίπη, ίωση, διαβήτης, ηπατίτιδα, καρκίνος).Οι αλλεργίες, ο διαβήτης, οι μολύνσεις του ουροποιητικού συστήματος, το έλκος, οι διαταραχές του θυρεοειδούς αδένα, καθώς επίσης και ορισμένα φάρμακα, όπως τα αντισταμινικά και οι βήτα αναστολείς μπορούν να προκαλέσουν κούραση και εξάντληση.

Τον τελευταίο καιρό, διερευνάται επίσης η σχέση του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης με την ορθοστατική υπόταση, δηλαδή την απότομη πτώση της αρτηριακής πίεσης που παρουσιάζουν ορισμένα άτομα όταν σηκωθούν απότομα από το κρεβάτι, όταν κάνουν ένα πολύ ζεστό ντους ή όταν απλώς στέκονται όρθια επί πολλή ώρα. Αυτό που κυρίως προσπαθούν να διαπιστώσουν οι μελετητές είναι κατά πόσο η φαρμακευτική αγωγή για την ορθοστατική υπόταση μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση του συνδρόμου.
Η προσωπικότητα των ασθενών, φαίνεται να εμπλέκεται όλο και περισσότερο στην αιτιοπαθογένεια του ΣΧΚ. Σύμφωνα με μελέτες των Sharpe και συν. οι περισσότεροι είναι τελειομανείς, ενώ αυτοπεριγράφονται ως άτομα προσανατολισμένα στην επίτευξη υψηλών στόχων και με υψηλά στάνταρντς εργασιακής απόδοσης και υπευθυνότητας.

Επιπλέον, δίνουν μεγάλη σημασία στη γνώμη των άλλων ανθρώπων για το άτομό τους και
βρίσκονται σε μια συνεχή πάλη για να ανταποκριθούν στις προσωπικές και κοινωνικές απαιτήσεις.
Είναι συνήθως άτομα που παρουσιάζουν χαρακτηριστικά τύπου Α (όπως τα παραπάνω). Αυτό επιβεβαιώθηκε από τους Lewis και συν. που σε μελέτη ανέφεραν ότι οι εξεταζόμενοι βαθμολόγησαν τον εαυτό τους υψηλότερα σε πολλά από τα χαρακτηριστικά του τύπου Α.

Διάγνωση Είναι πολύ σημαντικό να γίνει έγκαιρα σαφής διάγνωση ώστε να βρεθεί η πιο σωστή θεραπευτική προσέγγιση για κάθε πάσχοντα. Η διάγνωση βασίζεται στο ιατρικό ιστορικό, την αντικειμενική εξέταση, αλλά και τις εργαστηριακές εξετάσεις. Σημαντικό ρόλο παίζει επίσης και η εμπειρία. Στη συνέχεια και με βάση τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων ίσως είναι απαραίτητες και πιο εξειδικευμένες εξετάσεις όπως π.χ. σπινθηρογράφημα νεφρών. Ίσως χρειαστεί και νευρολογική εκτίμηση.

Θεραπεία
Καθώς δεν έχει εξακριβωθεί το ακριβές αίτιο του συνδρόμου, δεν είναι δυνατό να υπάρξει και ειδική θεραπεία.
Παρ΄ όλα αυτά, η αντιμετώπιση της πάθησης αυτής περιλαμβάνει μέτρα που αφορούν σε παρεμβάσεις στον ψυχολογικό τομέα, μεταβολή της δραστηριότητας του ασθενή, αλλά και φαρμακευτική αγωγή.

Η φαρμακοθεραπεία βασίζεται κυρίως στη λεπτομερή καταγραφή του ιατρικού ιστορικού του ασθενούς και στην έρευνα για πιθανή προηγούμενη ύπαρξη ψυχικών διαταραχών, όπως είναι η κατάθλιψη και το άγχος. Σε αυτήν την περίπτωση ενδέχεται να προταθεί θεραπεία με αντικαταθλιπτικά φάρμακα. Παρά το ότι χρησιμοποιούνται ευρέως στο ΣΧΚ, οι ενδείξεις αποτελεσματικότητάς τους στο συγκεκριμένο σύνδρομο είναι εκπληκτικά ανεπαρκείς. Κατά τους Sharpe και συν. τα αντικαταθλιπτικά είναι αποτελεσματικά στη μικρής διάρκειας αντιμετώπιση του πόνου και της κόπωσης, συνήθως σε χαμηλότερες δόσεις από αυτές που χορηγούνται στην ψυχιατρική. Δεν υπάρχουν όμως αποδείξεις σχετικά με τη μακρόχρονη αποτελεσματικότητά τους και οι περισσότερες ενδείξεις στο ΣΧΚ προτείνονται από μη-ελεγχόμενες ή μεμονωμένων περιστατικών μελέτες.

Ωστόσο, η κύρια μέθοδος θεραπείας συνίσταται στην ψυχολογική υποστήριξη του πάσχοντος.Ο γιατρός οφείλει να εξηγήσει λεπτομερώς στον πάσχοντα την κατάστασή του και να αποφασίσουν από κοινού την θεραπεία που θα ακολουθήσουν. Συνήθως προτείνονται τα εξής (από το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ)

  • Αλλαγές τρόπου ζωής: μείωση της έντασης των δραστηριοτήτων και του ψυχολογικού στρες
  • Σταδιακή έναρξη ασκήσεων- το πρόγραμμα των οποίων τηρείται σχολαστικά
  • Θεραπεία του πόνου: με τη χρήση αναλγητικών, όπως η ασπιρίνη και η παρακεταμόλη και μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών
  • Θεραπεία αλλεργικών συμπτωμάτων: με αντισταμινικά και αποσυμφορητικά.

Πρόληψη
Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης αποτελεί μια πολύπλοκη νόσο, που χρήζει ειδικής αντιμετώπισης και προσοχής. Όπως και σε κάθε άλλη νόσο η πρόληψη είναι ιδιαίτερα σημαντική καθώς μπορεί να είναι ο σημαντικότερος τρόπος αντιμετώπισης της νόσου.

Το πρώτο πράγμα που μπορεί να κάνει κάποιος προκειμένου να αποτρέψει την εμφάνιση της νόσου, είναι να δημιουργήσει ένα λειτουργικό προγραμματισμό των καθημερινών δραστηριοτήτων του. Οι ατελείωτες ώρες στη δουλειά δεν είναι ο καλύτερος σύμμαχος της υγείας, μπορούν όμως να γίνουν πιο δημιουργικές και αποδοτικές ακολουθώντας ένα πρόγραμμα διαχείρισης χρόνου (time management).

Ένα δεύτερο και πολύ σημαντικό βήμα είναι ο καθορισμός των προτεραιοτήτων.Μπορεί κάτι τέτοιο να είναι δύσκολο, ιδίως αν η υφή της δουλειάς εξαρτάται από τη συνεργασία μιας ομάδας ατόμων, ωστόσο δεν είναι ανέφικτο. Το ομαδικό πνεύμα καθώς και η συναδελφικότητα μπορούν να αποβούν ιδιαίτερα αποτελεσματικές αρετές για όλα τα μέλη της ομάδας.

Ο τρίτος παράγοντας είναι η φροντίδα για τη διασφάλιση της σωματικής ακεραιότητας.Οι άνθρωποι που είναι επιφορτισμένοι με πλήθος δραστηριοτήτων τείνουν πολύ συχνά να παραμελούν τη σωματική αρτιμέλειά τους. Οι ασκήσεις στο γραφείο είναι μια πολύ καλή λύση για τη διατήρηση της πνευματικής διαύγειας και τη μείωση των πιθανοτήτων εκδήλωσης μιας παράλληλης οργανικής νόσου.

Τέλος, η μεγαλύτερη σημασία θα πρέπει να προσδίδεται στην διατήρηση της καλής  ψυχικής υγείας. Χαρακτηριστικά προσωπικότητας όπως τελειομανία, το να θέτει κάποιος ανέφικτους στόχους, να αγχώνεται με το παραμικρό, κτλ είναι παράγοντες που παίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση της νόσου.Το να θέτει κάποιος στόχους και να προσπαθεί να τους επιτύχει αποτελεί σαφώς το νόημα της ζωής, όπως και να προσπαθεί να είναι υπεύθυνος και παραγωγικός σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας του χωρίς όμως αυτό να γίνεται εις βάρος της ψυχικής ισορροπίας του. Όταν κάποιος αντιληφθεί ότι κάποια χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του «μπλοκάρουν» την λειτουργικότητά του καλό θα ήταν να επισκεφθεί έναν ψυχολόγο ώστε να προλάβει να τα διορθώσει πριν να είναι αργά.

Για όλα τα παραπάνω είναι αναγκαία η επαφή των ατόμων με άλλες δραστηριότητες. Μια εκδρομή στη θάλασσα ή το βουνό, μια επίσκεψη σε φίλους, μια βόλτα στο πάρκο ή ένα ταξίδι είναι ενέργειες που οι περισσότεροι από τους ανθρώπους θεωρούν πολυτέλεια. Ωστόσο, αποτελούν πηγή ζωής και σίγουρα βοηθούν τόσο την προσωπική, όσο και την επαγγελματική και οικογενειακή ευτυχία
via

Προβλήματα βιοηθικής: Σχέσεις ιατρικής και φιλοσοφίας

$
0
0


Είναι δυνατό να υποστηριχθεί ότι ο αιώνας που διανύουμε θεωρείται αυτός της βιοτεχνολογίας. Πράγματι, ο καθημερινός καταιγισμός ειδήσεων βιοϊατρικών εξελίξεων προκαλεί ανάμεικτα αισθήματα δέους, θαυμασμού και απορίας. Δέος και θαυμασμό μπροστά στις νέες προοπτικές που σχετίζονται με τη δημιουργία ή τη θεραπεία της ζωής και απορία ως προς τις δυνατότητες των ατόμων και των κοινωνιών να επεξεργαστούν, να εκμεταλλευτούν καθώς και να διαχειριστούν τις νέες γνώσεις και δυνατότητες συμβιβάζοντάς τις με ηθικές και κοινωνικές αντιλήψεις. Αμείλικτα ερωτήματα παρουσιάζονται, όταν καινούρια δεδομένα αναφύονται στο χώρο της ιατρικής και βιολογίας, που φαντάζουν ως διλήμματα ορίων. Ποια είναι τα όρια της επιστημονικής έρευνας, αν βέβαια υπάρχουν όρια, ποιος τα ορίζει και με ποια κριτήρια; Ποια είναι τα όρια της αντοχής στους κινδύνους; Σπουδαίες επιστημονικές ανακαλύψεις από το χώρο της ιατρικής αναθεωρούνται με ταχύτατους ρυθμούς. Οι ειδικοί μοιάζει να διχάζονται ή να ισορροπούν σε τεντωμένο σκοινί ανάμεσα στα υπέρ και στα κατά. Από τη μια πλευρά, υπάρχει η πρόκληση και, από την άλλη πλευρά, ο φόβος μπροστά στη νέα γνώση. Από τη μια, ο φιλόσοφος που συζητά για το επιθυμητό βασισμένος σε φιλοσοφικές αρχές και, από την άλλη, ο βιολόγος που αναζητά πιθανές λύσεις.

Η ταχύτητα της ερευνητικής εξέλιξης είναι πολύ μεγαλύτερη από τη δυνατότητα προεκτίμησης των αποτελεσμάτων. Η φύση της βιοτεχνολογικής έρευνας δεν μας επιτρέπει να προλάβουμε να σκεφθούμε τις συνέπειές της λόγω της τριπλής ιδιότητάς της, η οποία την καθιστά ασύλληπτη στο μέγεθός της, απρόβλεπτη στις συνέπειές της και πάντοτε αιφνιδιαστική στο χρόνο της. Η γενετική μηχανική μαζί με την εντυπωσιακή αποκάλυψη των μυστικών της ζωής εμφανίζεται απρόβλεπτα προκλητική στο να γεννά μέσα στο κοινωνικό σώμα αναπάντητα διλήμματα καθώς η αρχή και το τέλος της ζωής ορίζονται με δυσκολία. Το δικαίωμα στη ζωή και το θάνατο λαμβάνει άλλο νόημα καθώς ζούμε σε μια ευγονική και ευθανασιακή εποχή. Λόγω της αλματώδoυς προόδου της επιστήμης και της τεχνολογίας, πρωτόγνωρα ηθικά προβλήματα έχουν προκύψει, ζητήματα «ζωής και θανάτου», ταυτότητας και αυτονομίας. Οι παλαιότεροι «κώδικες ηθικής και δεοντολογίας» δεν επαρκούν. Η σχέση γιατρού- ασθενή, η ηθική έννοια του προσώπου, η αξία της ζωής, οι «γκρίζες ζώνες της ζωής» όπως χαρακτηρίστηκαν, προγεννητικά και επιθανάτια προβλήματα είναι κοινά στη βιοηθική και την παραδοσιακή ιατρική ηθική.

Η ανάγκη διαμόρφωσης προτάσεων κανονιστικής υφής πρόβαλε αδήριτη και οι φιλόσοφοι άρχισαν να βγαίνουν από την κοινωνική απομόνωση στην οποία τους καταδικάσει ο θετικισμός, να εγκαταλείπουν τον «χρυσελεφάντινο πύργο» τους και «να κατεβαίνουν στην αγορά»1. Άρχισαν έτσι να αποκρυσταλλώνονται οι κυριότεροι κλάδοι της εφαρμοσμένης ηθικής, όπως η περιβαλλοντική, η επιχειρησιακή και η βιοηθική,η οποία αποτελεί το αντικείμενο μελέτης της παρούσας εργασίας. Το παράδοξο για πολλούς είναι πώς μια καθαρά πρακτική επιστήμη, η βιοτεχνολογία συμβιώνει και εξαρτάται εν πολλοίς από μια καθαρά θεωρητική επιστήμη, τη φιλοσοφία. Κατά αυτόν τον τρόπο, η φιλοσοφία, και ιδιαίτερα ο κλάδος της εφαρμοσμένης ηθικής, γίνεται σήμερα τόσο επίκαιρος, όσο ποτέ άλλοτε.

Η σχέση βέβαια ιατρικής και φιλοσοφίας είναι πολύ παλιά. Στοιχεία παράλληλης πορείας καταγράφονται στους προσωκρατικούς, τον Αριστοτέλη, τον Πλάτωνα και τους Στωικούς. Κείμενα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη περιέχουν στοιχεία διαλεκτικής και πρακτικού συλλογισμού που μπορούν να χρησιμεύσουν στην αντιμετώπιση πολλών ηθικών διλημμάτων. Ο όρος βιοηθική είναι νέος, αλλά οι ρίζες της ως μετεξέλιξη της ιατρικής ηθικής και δεοντολογίας, εντοπίζονται στον όρκο του Ιπποκράτη που αποτελεί τον πρώτο κώδικα ιατρικής δεοντολογίας2. Ο νέος κλάδος οφείλει την ονομασία του στον Van Renssealer Potter (1971), ερευνητή ογκολόγο του Πανεπιστημίου Madison του Wisconsin, και τον Andre Hellegers, μαιευτήρα ογκολόγο, ιδρυτή του Ινστιτούτου Βιοηθικής Kennedy στο Πανεπιστήμιο της Georgetown. O πρώτος χρησιμοποίησε τον όρο «βιοηθική» για θέματα που σχετίζονται με τον πληθυσμό και το περιβάλλον, αλλά ο όρος επεκτάθηκε σε θέματα υγείας3. H βιοηθική αποτελεί κλάδο της ηθικής φιλοσοφίας, που ασχολείται με την αξιολόγηση της συμπεριφοράς και των πράξεων του ανθρώπου έτσι ώστε να μην εμποδίζονται οι ευεργετικές εφαρμογές της νέας γνώσης (της γενετικής και των νέων τεχνολογιών γενικότερα) και να περιορίζονται οι κίνδυνοι από τις βλαβερές συνέπειές αυτών. Το αντικείμενο της βιοηθικής έχει σχεδόν α
ποκρυσταλλωθεί, αλλά είναι φυσικό και πρέπον να μένει το πεδίο ανοικτό για τα νέα προβλήματα που δημιουργούνται καθημερινά. Ό,τι είναι ιατρικά εντυπωσιακό δε σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι είναι και ηθικά αποδεκτό. Σ’ αυτή την διαπίστωση χρωστάει την ύπαρξή της και η βιοηθική. Αποστολή του ανθρώπου είναι η απόκτηση της γνώσης, η μετάδοση της, καθώς και η σωστή για την εποχή και την κοινωνία εφαρμογή και χρήση της4.

Απαιτείται όμως μια κάποιου είδους χαρτογράφηση βιοηθικών προβλημάτων ώστε να διευκολυνθεί η επίλυσή τους λόγω της δυσχέρειας που αυτά παρουσιάζουν.Τα σπουδαιότερα ηθικά διλήμματα, όπως ανακύπτουν στο χώρο της ιατρικής και της βιοτεχνολογίας για τα οποία καλείται να πάρει θέση η φιλοσοφία είναι δυνατόν να αναφέρουμε ότι είναι, σε γενικές γραμμές, επιγραμματικώς τα παρακάτω:

1) Μεταμοσχεύσεις οργάνων 5

2) Χρησιμοποίηση εθελοντών για δοκιμή νέων φαρμάκων.

3) Χρήση παρένθετης μητέρας

4) Εξωσωματική γονιμοποίηση

5) Εξωσωματική γονιμοποίηση με σπέρμα συζύγου που ήδη έχει πεθάνει

6) Κατεψυγμένα έμβρυα που ανήκουν σε ζευγάρι που έχει χωρίσει.

7) Έμβρυο που είναι φορέας ανίατης ασθένειας.

8) Προεμφυτευτική και προγεννητική διάγνωση

9) Παρασκευή επιθυμητών τύπων ανθρώπων

10) Δημιουργία τραπεζών πληροφοριών DNA

11) Θεραπευτική και αναπαραγωγική κλωνοποίηση

12) Μεταλλαγμένα τρόφιμα

13) Υπερήλικες μητέρες

14) Παθητική και ενεργητική ευθανασία6

15) Επιλογή φύλου

Η άσκηση της φιλοσοφίας μπορεί να φανεί ιδιαίτερα χρήσιμη στην αντιμετώπιση προβλημάτων βιοηθικής. Η πρακτική εφαρμογή των ηθικών θεωριών είναι το δυσκολότερο σημείο αντιμετώπισης τους, γεγονός που καταδείχνει ότι απαιτούνται νέοι τύποι θεωριών ή καλύτερα η διαμόρφωση μιας ηθικής θεωρίας, η οποία κριτικά θα ενσωματώνει στοιχεία τόσο ωφελιμιστικά όσο και δεοντολογικά7. Συγχρόνως, είναι βέβαια αναγκαία η θεωρητική κατάρτιση όλων των εμπλεκομένων σε προβλήματα βιοηθικής ώστε να μην αναγκαστούμε να υποκύψουμε σε κάποιο είδος σχετικιστικής ηθικής που θα περιλαμβάνει ρευστά και ιδιωτικά κριτήρια8. Οι ηθικές αποφάσεις λαμβάνονται με κριτήριο κάποιες αρχές που αποδέχεται κανείς ελεύθερα. Η χρήση της ηθικής επιχειρηματολογίας, σε αντίθεση με την επίκληση των συνειδησιακών προσταγών, προσδίδει κύρος στις θέσεις τους, συμβάλλοντας στην επίτευξη μιας γενικά αποδεκτής τεκμηρίωσης9.

Σύμφωνα με τον Θ. Πελεγρίνη, «η φιλοσοφία δεν μας καλεί να προσθέσουμε τις δικές μας ιδέες σ’ ένα πρόβλημα, αλλά να εξετάσουμε και την πιθανότητα μήπως αυτό εμφανίζεται ως ένα ψευδοπρόβλημα, που προέκυψε από παρανοήσεις, παραλείψεις ή παρεξηγήσεις»10. Ως παρεξηγήσεις θεωρούνται η διαστρέβλωση ενός ορισμού, η παρανόηση του τρόπου χρησιμοποίησης των όρων και των αρχών που ρυθμίζουν την συμπεριφορά μας, η εμμονή μας σε ξεπερασμένο περιεχόμενο των εννοιών.

Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της βιοηθικής χρειάζεται να γίνει αναμόρφωση του περιεχομένου των εννοιών που σχετίζονται με αυτές. Παραδείγματος χάριν, το πρόβλημα των «δανεικών μητέρων» μπορεί να βρει την λύση εφόσον ανασκευαστεί το παραδοσιακό περιεχόμενο της έννοιας «μητέρα».Η έννοια μητέρα συνιστά μια εμπειρική έννοια που είναι μεταβλητή. Ό,τι θεωρείται σήμερα αφύσικο, ενδέχεται στο μέλλον να θεωρείται φυσικό. Είναι πιθανό, μελλοντικώς, να έρχονται στον κόσμο παιδιά χωρίς φυσικές μητέρες. Η μητρότητα μπορεί να γίνει μια υπόθεση καθώς μπορεί να είμαστε στα πρόθυρα μιας εποχής που η εξωγένεση, η ανατροφή του εμβρύου σε τεχνητή μήτρα, θα είναι πιθανή11.

Τα προβλήματα της ηθικής προέρχονται από την κοινωνία και η τήρησή τους είναι έργο ατομικής επιλογής. Τρεις επιπλέον παράγοντες επιτείνουν τις δυσκολίες στην επίλυση των βιοηθικών προβλημάτων, όπως η απίστευτα ταχύρρυθμη εξέλιξη της επιστημονικής έρευνας, συμφέροντα, οικονομικής κυρίως φύσεως που συσκοτίζουν το τοπίο του ηθικού προβληματισμού και οι προτεινόμενες λύσεις σε προβλήματα βιοηθικής είναι σε συνάρτηση με τις μεταφυσικές πεποιθήσεις του καθενός12. Πολλές φιλοσοφικές αρχές που προέκυψαν από διαφορετική ανθρωπολογία αλληλοσυγκρούστηκαν, όπως η αρχή της αυτονομίας που έχει καντιανή προέλευση, με την αρχή της ευεργεσίας και της μη πρόκλησης βλάβης και πόνου που έχουν ωφελιμιστική προέλευση. Το πατερναλιστικό μοντέλο υποκαθίσταται από την αυτονομία του ασθενούς που έχει τις καταβολές του στη θεωρία του ωφελιμισμού.

Η βοήθεια της φιλοσοφίας στην ιατρική πράξη δεν έγκειται στην παροχή ελιξιρίων ιατρικής ηθικής αλλά στην ανάλυση συγκεκριμένων καταστάσεων που εμφανίζονται στα διάφορα ιατρικά διλήμματα, στην ανάγκη ιεράρχησης των ηθικών αρχών και, ενίοτε, στην υπέρβαση, και όχι στην παραβίαση, ασυμβίβαστων ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η εναπόθεση της λήψης απόφασης στη συνείδηση του γιατρού, χωρίς να δοθούν κάποιες κατευθυντήριες γραμμές της ιατρικής ηθικής και δεοντολογίας ανάγεται σε αυθαιρεσία ή ταυτίζεται με τα συναισθήματα. Κάθε κοινωνία προσδιορίζει, σε κάθε εποχή με δικά της κριτήρια, τι είναι σωστό δεδομένου ότι οι αξίες μεταβάλλονται. Το αν υπάρχουν διαχρονικές αξίες είναι ένα βασικό ερώτημα για την ηθική, γιατί βάσει και αυτής της απάντησης θα απαντήσει στα σύγχρονα ηθικά διλήμματα. Για την απάντηση της φιλοσοφίας στα προαναφερόμενα προβλήματα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη:

(1) Η ζωή αποτελεί ύψιστο αγαθό σ’ αυτό τον κόσμο. (Θεωρία της «ιερότητας της ανθρώπινης ζωής»/ Theory of the Sanctity of Human Life).

(2) Ο άνθρωπος είναι η τελειότερη μορφή ζωής που εξελίχτηκε σ’ αυτόν τον πλανήτη.

(3) Η βάση για κάθε υποτιθέμενο καλό είναι η ελευθερία η οποία εμπεριέχει και τη δυνατότητα επιλογής του κακού. Η εξαρχής όμως κατάλυση της ελευθερίας είναι το χειρότερο δεινό, κάτι που δεν εξαγιάζεται ούτε στο βωμό των καλύτερων προθέσεων.

(4) Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να βλάψει άμεσα ή έμμεσα την υγεία άλλου ατόμου.

(5) Οποιαδήποτε χρήση των επιτευγμάτων της βιοτεχνολογίας πρέπει να γίνεται για το καλό του ανθρώπου. Το οικονομικό όφελος είναι δευτερεύον σε σχέση με τη ζωή και την ελευθερία του ατόμου. Κανείς δεν μπορεί να έχει την αποκλειστική χρήση και εμπορία οποιασδήποτε μορφής ζωής.

(6) Κανείς δεν μπορεί να εμποδίσει την έρευνα για τη γνώση.

(7) Πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη η θέση «ό,τι είναι τεχνητά δυνατόν δεν είναι πάντοτε προς όφελος του ανθρώπου και του κόσμου γενικότερα».

(8) Μπορεί να απαγορεύονται σε ακραίες περιπτώσεις οι εφαρμογές της γνώσης (η πολιτεία είναι υποχρεωμένη να προστατεύει τους πολίτες της), όχι όμως και η αναζήτηση της αλήθειας η οποία υπάρχει και απλώς ο άνθρωπος προσπαθεί να την κατανοήσει. 

(9) Η γνώση έχει ηθικό περιεχόμενο όταν ωφελεί το σύνολο.

(10) Είναι απαραίτητη η βιολογική και η φιλοσοφική παιδεία, ώστε να μπορούν οι πολίτες να συμμετέχουν στις αποφάσεις με κριτήριο τη γνώση και όχι με τον ενστικτώδη φόβο για το νέο και το άγνωστο.

Η βιοηθική καλείται να προτείνει λύσεις σε προβλήματα που σχετίζονται κυρίως με τη ζωή και το θάνατο. Μέχρι σήμερα δεν έχει επιτευχθεί αντικειμενικά ο ορισμός των ορίων της ζωής, που θα ήταν αποδεκτός από τις κοινωνίες13. Η βιοηθική δεν έρχεται να σταματήσει την πρόοδο, αλλά να υποδείξει τις ασφαλιστικές δικλείδες που θα διασφαλίσουν το σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, αυτονομίας και αξιοκρατικής συμβίωσης14. Σκοπός της βιοηθικής δεν είναι να βάλει όρια στην επιστήμη, αλλά να δείξει δρόμους. Αυτοί οι δρόμοι ορίζουν, δεν περιορίζουν. Δεν έχει σκοπό να εκδίδει συναινετικές ή απαγορευτικές συνταγές για κάθε σοβαρό πρόβλημα, αλλά να γνωστοποιεί τις βασικές βιοηθικές αρχές, να ενημερώνει για τις τυχόν συνέπειες που μπορεί να έχει η συγκατάθεση του ανθρώπου σε μια νέα τεχνολογία και έτσι να καθιστά τον άνθρωπο υπεύθυνο για τις αποφάσεις του και έναντι των επερχόμενων γενεών.

Ε. Παπαγεωργίου

Η εργασία βασίζεται, κατά κύριο λόγο, στο δοκίμιο του καθηγητή Θεοδόσιου Πελεγρίνη Βιοηθική και φιλοσοφία

            ΣHMEIΩΣEIΣ

  1. N. Chomsky,  ‘Philosophers and Public Philosophy’, Ethics 79 (1968) σελ. 7.
  2. Iπποκράτους, Άπαντα τα έργα, εκδ. Μαρτίνη, Αθήνα  Β΄ τόμος, σσ. 286-307.
  3. Ν. Γ. Κόιος,  Ηθική Θεώρηση των τεχνικών παρεμβάσεων στο ανθρώπινογονιδίωμα, εκδ. Κέντρο Βιοϊατρικής Ηθικής και Δεοντολογίας, Αθήνα 2003, σελ.110.
  4. Σ. Ν. Αλαχιώτης,  Βιοηθική, Αναφορά στους γενετικούς και τεχνολογικούςνεωτερισμούς, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2004, σελ. 68.
  5. J. Habermas, Το μέλλον της ανθρώπινης φύσης. Πίστη και γνώση, εκδ. Scripta, Αθήνα 2004, σελ. 105.
  6. Κ. Μαρκεζίνη, «Η έννοια της συγκατάθεσης ως έκφραση αυτονομίας του ασθενή»,Επιστήμη και Κοινωνία 8-9, (1989), σελ. 63.
  7. Μ. Δραγώνα-Μονάχου, Σύγχρονη Ηθική Φιλοσοφία. Ο αγγλόφωνοςστοχασμός ,εκδ. Ελληνικά Γράμματα,  Αθήνα 1995, σελ. 377.             
  8. Ό. π. Σελ. 379.
  9. Φ. Παιονίδης, «Επικλήσεις της συνείδησης και επιχειρηματολογία στην ιατρική ηθική», Ιατρική 58 (1990), σελ.19.
  10. Θ. Πελεγρίνης, Βιοηθική και φιλοσοφία, Σύλλογος Διδακτικού- Ερευνητικού Προσωπικού Οδοντιατρ
    ικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα, 2003. 
  11. Σ. Ν. Αλαχιώτης, Βιοηθική, Αναφορά στους γενετικούς και τεχνολογικούςνεωτερισμού, εκδ. Ελληνικά Γράμματα,  Αθήνα 2004, σελ. 81.
  12. Γ. Κουμάντος, Προβλήματα Βιοηθικής, εκδ. Πόλις, Αθήνα 2003, σελ.13
  13. R. Dworkin,  LifesDominion, New York, 1994.
  14. Μ. Δραγώνα- Μονάχου, «Ηθική και βιοηθική», Επιστήμη και κοινωνία 8-9, (1989), σελ. 13.    
via

Bία και Kοινωνική Δικαιοσύνη

$
0
0



Το καλό και το κακό στην κινέζικη φιλοσοφία αναπαρίστανται με  το γιν και το γιαν. Το ένα αποτελεί όχι μόνο αντίθεση αλλά και αιτία ύπαρξης του άλλου.

Στη Δύση, οι φιλόσοφοι προσπαθούν ανά τους αιώνες να καταλήξουν στο αν ο άνθρωπος είναι φύσει καλός ή κακός. Ίσως όμως, όπως το γιν και το γιαν ενυπάρχουν το ένα στο άλλο, έτσι και ο άνθρωπος δε μπορεί να είναι αμιγώς καλός ή αμιγώς κακός. Δεν είμαστε μονοδιάστατοι αλλά συγκερασμός πολλών πραγμάτων. Η ψυχολογία υποστηρίζει πως ό,τι είμαστε είναι αλληλεπίδραση γονιδίων και περιβάλλοντος. Εφόσον λοιπόν το περιβάλλον είναι καταλυτικός παράγοντας στην ανάδειξη ενός ατόμου σε καλό ή κακό και στη μετατροπή από το δυνάμει στο ενεργεία είναι,    καθώς μεταφερόμαστε στο πεδίο της κοινωνικής φιλοσοφίας θα διερευνήσουμε  φιλοσοφικές προσεγγίσεις ως προς αυτό.

Ορισμένες στηρίχτηκαν είτε στην έμφυτη καλοσύνη του ανθρώπου ενώ άλλες στην έμφυτη κακία του. Θα δούμε επίσης, πως η κοινωνία όταν γίνεται εχθρική, τα μέλη της εύκολα μπορούν να προσφύγουν στη βία.

Ο Τόμας Χόμπς αναπτύσσει το φιλοσοφικό του στοχασμό βασιζόμενος στην έμφυτη κακία του ανθρώπου. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, “Ηomo hominis lupus”. Ο άνθρωπος  συμπεριφέρεται στο συνάνθρωπό του σαν λύκος και είναι έρμαιο των κατώτερων παθών και ενστίκτων του, με κυρίαρχα πάθη τη φιλαυτία, τον εγωισμό και την απληστία. Ο Χόμπς θεωρεί πως η φυσική κατάσταση, μια κατάσταση ισότητας στην οποία βρισκόταν ο άνθρωπος ήταν μια πολεμική κατάσταση, ένας εφιάλτης, εφόσον κινδύνευε ανά πάσα στιγμή η ζωή του. Υπήρξε λοιπόν μια καταλυτική ανάγκη του ανθρώπου να αποδράσει από τη φυσική κατάσταση[1].

Θα δούμε ότι το πέρασμα από τη φυσική κατάσταση στην κοινωνία και πολιτική κατάσταση γίνεται εν είδει συμβολαίου, του κοινωνικού συμβολαίου, με σκοπό να διαφυλαχθεί το πολύτιμο αγαθό της ζωής. Ο Χόμπς είναι κατηγορηματικός ως προς αυτό: ο μόνος δρόμος για τη σωτηρία των ανθρώπων ακόμα και αν αυτό σημαίνει απεμπόληση του αγαθού της ελευθερίας, είναι να δηλώσουν απόλυτη υποταγή στο Λεβιάθαν. Τι είναι Λεβιάθαν;«Θνητός Θεός, στον οποίο οφείλουμε κάτω από το όνομα του αθάνατου Θεού, την ειρήνη μας και την προστασία μας…»[2].

H Χομπσιανή εμμονή στην απόλυτη υποταγή του ατόμου σε ένα πρόσωπο ή ομάδα ανθρώπων μπορεί να θεωρηθεί ακραία και υπερβολική, γιατί θεωρεί τον άνθρωπο αποκλειστικά ως ένα ον που άγεται και φέρεται από τα πάθη του και όχι ένα έλλογο ον που μπορεί να  χαλιναγωγήσει τα ένστικτά του. Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η άποψη του Ρουσσώ για τον άνθρωπο. Η θέση αυτή  βασίζεται στην πίστη του Pουσώ στην απόλυτη καλοσύνη και στην ανάγκη του ανθρώπου για συνεχή βελτίωση και υπέρβαση της φύσης του. Ο Pουσώ είναι πεπεισμένος, ότι αν κάναμε μια ανατομία της ανθρώπινης ψυχής και απομακρύναμε κάθε εξωγενή παράγοντα που επηρεάζει τη συμπεριφορά μας, θα καταλήγαμε στο ότι ο άνθρωπος  είναι κατεξοχήν φιλεύσπλαχνος. O εξωγενής παράγοντας που είναι υπεύθυνος για την αλλαγή της συμπεριφοράς του ανθρώπου της οργανωμένης κοινωνίας είναι η έλευση και επικράτηση του θεσμού της ιδιοκτησίας. Κατά τον Ρουσσώ πάντα, «οι ισχυροί θέσπισαν τους πολιτικούς νόμους για να διαιωνίσουν την ανισότητα που δημιουργήθηκε από τη συσσώρευση ιδιοκτησίας, νομιμοποιώντας έτσι για πάντα την ανισότητα μεταξύ των ανθρώπων…»[3].Η ιδιοκτησία είναι συνυφασμένη με την εξέλιξη και ένταξη του ανθρώπου σε πολιτική κοινότητα. Επειδή όμως η εξελικτική πορεία ενίοτε καταλήγει σε εκφυλισμό, έτσι και ο άνθρωπος, μοιραία, αφού αποκόπηκε από τη φύση και προσαρμόστηκε στην κοινωνική κατάσταση, εκφυλίστηκε. Το τίμημα για τη συμμετοχή στα αγαθά του πολιτισμού ήταν η καλλιέργεια του εγωισμού.

Πως μπορεί ο άνθρωπος να σωθεί από αυτό ενταγμένος ταυτόχρονα και σε μια κοινωνία; Η κοινωνική δικαιοσύνη και στη θεωρία του Ρουσσώ θα εξασφαλιστεί  μέσω ενός κοινωνικού συμβολαίου, το οποίο όμως έχει ως κύριο άξονα τη λαϊκή κυριαρχία. Το νέο αυτό συμβόλαιο δεν είναι περιοριστικό της ελευθερίας σε μια κοινότητα, αλλά αντίθετα τη μεγεθύνει επεκτείνοντας τους ορίζοντές της. Ο στοχαστής της Γενεύης παρότρυνε την επιστροφή στη φύση και κατ’ επέκτασιν την ανάκτηση της έμφυτης ανθρώπινης καλοσύνης. Aυτή η προτροπή συχνά παρεξηγείται. Όμως, κάνοντας έκκληση για επιστροφή στη φυσική κατάσταση, ο Pουσσώ«δεν εννοούσε μια πρωτόγονη ζωή στα δάση, αλλά μια ζωή ισότητας και πραγματικής ελευθε
ρίας σε μια κοινότητα»
[4].   

Το μόνο περιοριστικό της ελευθερίας του ατόμου σε μια κοινότητα θα είναι η γενική βούληση, η οποία πρέπει να εννοηθεί ως ένα ενωμένο όλον και όχι απλά ως το άθροισμα της βούλησης του καθενός ξεχωριστά.

Επειδή όμως δε βρισκόμαστε σε έναν κόσμο αγγελικά πλασμένο και επειδή κάποιος άλλος δρόμος πρέπει να υπάρχει ανάμεσα στην απόλυτη υποταγή του ανθρώπου στο Λεβιάθαν και στην απόλυτη εμπιστοσύνη στην έμφυτη καλοσύνη του, αποκτά ξεχωριστή σημασία η σχετική άποψη του Τζον Λοκ. Ο Λοκ θεωρεί ότι «ο άνθρωπος είναι αγαθός, αλλά δεν είναι τέλειος»[5].Ο θεμελιωτής του πολιτικού φιλελευθερισμού δέχεται πως όλοι οι άνθρωποι, δεδομένου ότι γεννιούνται και παραμένουν ίσοι, παραχωρούν στην εξουσία ορισμένες ελευθερίες με σκοπό να διαφυλαχθούν τα αγαθά της ζωής, της ελευθερίας και της ατομικής ιδιοκτησίας. Ο Λοκ προσφεύγει στο νομικό όρο καταπίστευμα, για να ονομάσει αυτή την παραχώρηση, αυτό το πρωταρχικό κοινωνικό συμβόλαιο.

Για τον κήρυκα της Ένδοξης Eπανάστασης η εξουσία παραχωρείται από τους πολίτες στον κυβερνήτη δίκην δανείου[6]. Το πιο σημαντικό σημείο το οποίο κρίνω ως κατευθυντήρια γραμμή του παρόντος δοκιμίου είναι αυτός ακριβώς ο σκοπός για τον οποίο θεσπίζεται η πολιτική κοινότητα, που είναι και μία εκ των βασικών αρχών του φιλελευθερισμού: « Η πολιτεία είναι ένας υπηρέτης των ανθρώπων»[7]. Αρμονία υπάρχει όταν διατηρείται η ισότητα μεταξύ των πολιτών, η εξουσία ελέγχεται και οι κυβερνώντες δεν καταχρώνται της «εμπιστοσύνης» των πολιτών.

Aμυντική Bία

Όπως είδαμε στην αρχή, ο άνθρωπος είναι και καλός και κακός, εξαρτάται από το ποιο στοιχείο από τα δύο υπερισχύει κάθε φορά. Κατά την άποψή μου, η κοινωνία πρέπει να είναι σαν μια «φωλιά», μια μεγάλη μητέρα που με βάση την ισότητα βοηθάει τον κάθε πολίτη να γίνεται συνεχώς καλύτερος. Όταν η πολιτεία παύει να εξυπηρετεί το σκοπό για τον οποίο θεσπίστηκε, η «φωλιά» μετατρέπεται σε κλουβί. Όπως η γάτα όταν νιώσει ότι απειλείται γίνεται τίγρη, έτσι και ο άνθρωπος, αντιδρά για να υπερασπίσει τα συμφέροντά του, πράγμα που είναι και καθήκον του. Aσφαλώς, σε ενδεχόμενη κατάχρηση της εμπιστοσύνης των πολιτών απο μέρους της εξουσίας, αυτοί διατηρούν το δικαίωμα της αντίστασης.

Κατά τον Xέρμπερτ Μαρκούζε, υπέρμαχο της βίαιης αντίστασης, «χωρίς το δικαίωμα αντίστασης… θα ήμασταν ακόμα στο επίπεδο της πρωτόγονης βαρβαρότητας»[8]. Ο τελευταίος, διατείνεται πως η κοινωνία της αφθονίας στην οποία ζούμε είναι  κίβδηλη και καταπιεστική. Διατηρεί την ανισότητα και την αδικία και  αλυσοδένει σε ένα σύστημα καταστροφικό για την ευημερία μας. «Πολλές φορές το συμφέρον της ανθρωπότητας είναι συνδεδεμένο με την προσφυγή στη βία…»[9].

Το ουσιαστικό ζήτημα δεν είναι η αντίσταση καθεαυτή, αλλά ο τρόπος της αντίστασης. Θα έλεγε κανείς ότι η βία είναι η εύκολη λύση όταν η εύθραυστη ισορροπία μεταξύ πολίτη και εξουσίας διαταραχθεί. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι για κάποιους στοχαστές ήταν ο μόνος δρόμος. Για παράδειγμα, ο Μιχαήλ Μπακούνιν διακηρύσσει πως το πάθος της καταστροφής είναι ταυτόχρονα δημιουργικό πάθος. Στο ίδιο μήκος κύματος, ένας άλλος αναρχικός, ο Πιέρ Ζοζέφ Προυντόν  υποστηρίζει πως το κράτος είναι το έγκλημα και η επανάσταση είναι όχι μόνο το αγαθό, αλλά γιορτή χωρίς αρχή και τέλος για τους καταπιεζόμενους. Ο Μπακούνιν, πνευματικός πατέρας του πολιτικού αναρχισμού, προτείνει «Η θύελλα και η ζωή. Να τι μας χρειάζεται! Ένας νέος κόσμος, χωρίς νόμους και γι’ αυτό ελεύθερος»[10]. Eξωθώντας τον αναρχισμό στά άκρα ο Σεργκέι Νετσάγιεφ, βροντοφωνάζει υπέρ της δικαίωσης της βίας. Στο ερώτημα «τι δικαίωμα έχουμε να στερούμε τη ζωή από έναν άνθρωπο» ο Νετσάγιεφ απαντά: Δεν είναι μόνο δικαίωμα αλλά και καθήκον μας να εξαλείψουμε ο,τιδήποτε βλάπτει την υπόθεσή μας[11].

Όλα αυτά δεν είναι παρά η απόδειξη πως όταν τεντωθεί το σκοινί και οι άνθρωποι ασφυκτιούν, είναι εύκολο να οδηγηθεί η κοινωνία σε ακρότητες.

Όμως, η αλόγιστη άσκηση της βίας γεννά νέα βία, δημιουργεί μόνο χάος και τυφλό φανατισμό. Η βία είναι ίσως δικαιολογημένη μόνο ως έσχατη λύση σε περίπτωση προάσπισης του δικαιώματος της ζωής, άποψη που συμπίπτει όχι μόνο με αυτή του Λοκ, αλλά ακόμη και του Χόμπς. Όταν η εξουσία φέρεται με τρόπο που πλήττει  τα δικαιώματά σου μήπως υπάρχει κάποιος άλλος τρόπος άμυνας;

Στον  20ο αιώνα ο Τζων Ρωλς με το έργο του «Η θεωρία της δικαιοσύνης» προσπαθώντας να συγκεράσει μια ελεύθερη, δίκαιη και πολιτικά βιώσιμη κοινωνία, αντιλαμβάνεται τη δικαιοσύνη ως ακριβοδικία. Η τελευταία είναι η γνωστή σε μας αντίληψη του κοινωνικού συμβολαίου, αλλά σε υψηλότερο επίπεδο αφαίρεσης. Η αφαίρεση αυτή νοείται ως εξής: Εφόσον τυχαίοι παράγοντες όπως η τάξη, η θρησκεία η οικονομική θέση καθορίζουν τη ζωή μας, τι θα γινόταν αν φανταζόμασταν τους εαυτούς μας σε μια πρωταρχική θέση ισότητας και άγνοιας; Κατά τον Ρωλς αυτό το πέπλο άγνοιας είναι καταλυτικός παράγοντας στη  διαμόρφωση μιας δίκαιης κοινωνίας, εφόσον κανείς δε δεσμεύεται από προσωπικά συμφέροντα και ανταγωνισμούς. Θεωρεί ο Pωλς πως η κοινωνία είναι «ένα συνεργατικό εγχείρημα με στόχο το αμοιβαίο όφελος»[12].

Δεδομένης της συμμετρίας των σχέσεων μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας, συνεπάγεται ότι θα έπρεπε να υπάρχει και συμμετρία και ακριβοδικία και στις θεμελιώδεις συμφωνίες που συνάπτονται σ’ αυτήν.

Η εισήγηση του Pωλς είναι μια πολύ γοητευτική προσέγγιση του θέματος της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ίσης ελευθερίας, αν και κάπως ουτοπική ή έστω με πολλές δυσκολίες στην εφαρμογή της, κάτι που δεν αρνείται και ο ίδιος. Ίσως θα πρέπει να αρκεστούμε στο να τη δούμε σαν μια εναλλακτική πρόταση ή δυνατότητα. Aσφαλώς, η εμπεριστατωμένη  ανάλυση  και κριτική της θεωρίας του Ρωλς εκφεύγει από το περιεχόμενο αυτής της εργασίας. Θα περιοριστώ μόνο, στο να σχολιάσω δύο από τις κυριότερες παραμέτρους της.

Το όλο οικοδόμημα της ρωλσιανής θεωρίας κτίστηκε με υλικό την εξής ερώτηση: «Αν μπορούσαμε να ταξιδέψουμε σε μια νέα χώρα και να ιδρύσουμε εκεί μια νέα και βιώσιμη πολιτεία, αν ήταν στο χέρι μας να διαμορφώσουμε τις βάσεις πάνω στις οποίες θα οργανώναμε τη νέα μας πολιτεία, πώς και τι θα αποφασίζαμε[13].

Aσπάζομαι  το κομμάτι της θεωρίας του για τη μη βίαιη εναντίωση, την οποία ο ίδιος ονομάζει πολιτική ανυπακοή. Εξετάζει την τελευταία παίρνοντας ως  δεδομένο ότι προορίζεται για μια δίκαιη και ευτεταγμένη κοινωνία και όχι αντίδραση σε ένα «διεφθαρμένο» σύστημα. Θεωρεί πως δεν πρέπει να είναι βίαιη: «Πρόκειται για μια μορφή προσφυγής, έκφραση βαθιά ριζωμένων στη συνείδηση πολιτικών πεποιθήσεων…»[14].

H  βία  ενδέχεται να βλάψει και να παραβιάσει ελευθερίες των άλλων. Η εναντίωση λοιπόν δεν πρέπει να είναι βίαιη, όχι τόσο γιατί απεχθανόμαστε τη βία, όσο για το ότι αυτή συνιστά την ύστατη έκφραση ενός αιτήματος. Μια τελευταία καταφυγή όταν οι άλλες προσπάθειες έχουν αποτύχει. Το να καταφεύγει κανείς σε βία δε συνάδει με την, κατά Pωλς, πολιτική ανυπακοή ως τρόπο δημόσιας προσφυγής. Θα μπορούσε κανείς να παρομοιάσει τη βίαιη πρόταση με μια γυναίκα που εν βρασμώ ψυχής ουρλιάζει, σπάει πιάτα και χιμάει για να ζητήσει το δίκιο της. Κανείς δεν πρόκειται να την ακούσει. Ενώ μια γυναίκα που θα εκφραστεί με ήρεμο τρόπο, έχει από την αρχή κερδίσει έδαφος.

Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Xάρβαρντ αντιτίθεται στη βία και για έναν ακόμα λόγο: η πολιτική ανυπακοή αν και λειτουργεί ως ανυπακοή σε ένα νόμο, λειτουργεί στο πλαίσιο της πίστης σ’ αυτόν. Δε μπορεί δηλαδή να αρνηθεί το συσχετισμό με το νόμο, ακόμα και αν ο συσχετισμός αυτός έχει να κάνει με ένσταση. Μόνο αν η προσφυγή αυτή γίνει χωρίς βία μπορεί να πείσει και να αγγίξει το αίσθημα δικαιοσύνης του λαού.

Κλείνοντας, αν έπρεπε να πάρω μια θέση για το ρόλο της βίας ως μέσο για την επίτευξη της κοινωνικής δικαιοσύνης,  θα τασσόμουν εναντίον της βίας. Δεν μπορώ όμως, να εθελοτυφλώ πιστεύοντας πως μια προσέγγιση σαν αυτή του Ρωλς είναι πάντοτε συντελεστική. Όταν φτάσει το μαχαίρι στο κόκαλο είναι πολύ δύσκολο να αποφευχθεί η βία. Το περιστέρι της ειρήνης και της αρμονικής κοινωνικής συμβίωσης είναι ένα ωραίο θέμα για διήγημα· η πραγματικότητα είναι σαφώς απογοητευτική. Θα στραφώ λοιπόν σ’ αυτό που ο Καμύ βρίσκει ως έρεισμα για τον άνθρωπο που κατακλύζεται από την παράνοια της εποχής του:«Το μόνο που  του απομένει είναι η προσήλωση σε ένα ιδανικό, ικανό να διαφυλάξει μέσα στον κόσμο υψηλότερες ηθικές και πνευματικές αξίες…»[15].

Ευαγγελία Χαραλάμπους

1. Hans Fink, Social Philosophy, London, 1981, pg. 32.

2.Τόμας Χόμπς, Λεβιάθαν, μτφρ. Α. Βαγενά, σελ. 116.

3. Jean Jacques Rousseau, “Discours sur l’ origine et les fondements de l’ inégalité parmi les hommes”, στο OEuvres Completes de Jean Jacques Rousseau, τ. 3, Paris,1964, σσ. 174-184, παρά Γιώργου N. Πολίτη, Το Δικαίωμα της Πολιτικής Aνυπακοής και η Φιλοσοφία του Τζόν Λοκ, Έννοια, Αθήνα, 2004, σελ. 66,  σημ. 51. 

4. Hans Fink, Social Philosophy, London 1981, pg. 49.

5.Γιώργος N. Πολίτης, Το Δικαίωμα της Πολιτικής Aνυπακοής και η Φιλοσοφία του Τζoν Λοκ, Έννοια, Αθήνα,  2004, σελ. 30. 

6.Θεοδόσης Πελεγρίνης, Το Λεξικό της Φιλοσοφίας, Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2004, σελ. 280.

7. Hans Fink, Social Philosophy, London 1981, pg. 43.

8.Χέρμπερτ Μαρκούζε, Το Tέλος της Oυτοπίας, μτφρ. Ζάσης Σαρίκας, Ύψιλον, Αθήνα, 1985.

9.Χέρμπερτ Μαρκούζε, ό.π, σελ. 67.

10.Αλμπέρ Καμύ, Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος, μτφρ. Τζούλιας Τσακίρη, εκδόσεις Μπουκουμάνη, Αθήνα, 1971, σελ 201.

11.Αλμπέρ Καμύ, Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος, σελ. 207.

12. John Rawls, H Θεωρία της Δικαιοσύνης, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2003, σελ. 29.

13.Ό.π  επίμετρο, σελ. 677.

14.Ό.π., σελ. 426.

15.Αλμπέρ Καμύ, Ο Επαναστατημένος Άνθρωπος, μτφρ. Τζούλιας Τσακίρη, Αθήνα 1971, σελ. 12.
via

H ανάγκη της βιοηθικής

$
0
0


H επιστήμη της βιοτεχνολογίας προχωρά πιο γρήγορα από τον φιλοσοφικό στοχασμό για τις επιπτώσεις της στην κοινωνία με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζεται επιφανειακά κάθε πρόοδος σ’ αυτόν τον τομέα της επιστήμης, ισχυρίζεται ο καθηγητής βιοηθικής του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια Glenn McGee.

H επιστήμη της βιοτεχνολογίας προχωρά πιο γρήγορα από τον φιλοσοφικό στοχασμό για τις επιπτώσεις της στην κοινωνία με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζεται επιφανειακά κάθε πρόοδος σ’ αυτόν τον τομέα της επιστήμης, ισχυρίζεται ο καθηγητής βιοηθικής του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια Glenn McGee. «Σ’ αυτόν τον κόσμο είναι δύσκολο να ξοδεύουμε χρόνο προβλέποντας ή κριτικάροντας μελλοντικές ουτοπίες», λέει. «Όμως αν θεωρούμε σημαντικά τα σημερινά προβλήματα και πιστεύουμε πως υπάρχει ανάγκη να διδαχθούμε από τις παρελθόντα γενετικά εγκλήματα που έκανε η ανθρωπότητα, είναι πολύ σημαντικό να σχεδιάσουμε. Tα επόμενα 100 χρόνια θα δούμε αλλαγές πολύ πιο δραματικές από εκείνες που είδαμε στον 20ο αιώνα ο οποίος έφερε την μοριακή γενετική, την άνοδο και πτώση της ευγονικής, και το Πρόγραμμα για το Aνθρώπινο Γονιδίωμα… [Στον 21ο αιώνα] γενετική διάγνωση και θεραπεία θα γίνονται όλο και πιο αποτελεσματικές και το κόστος των γενετικών υπηρεσιών θα πέφτει συνεχώς… Kάθε πολιτισμός θα πρέπει να αντιμετωπίσει πρωτοφανείς πιέσεις να διατηρήσει τις κοινωνικές του δομές πιέζοντας με τη σειρά του τα άτομα να αλλάξουν την αναπαραγωγική τους συμπεριφορά και άλλες επιλογές της ζωής.

Ένας βασικός ρόλος της βιοηθικής είναι να σκεφτούμε από τώρα πως η κατανομή των πόρων, η δημιουργία νέων νόμων και η εκπαίδευση θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να προετοιμαστούμε για το γενετικό μας μέλλον. H βιοηθική μπορεί να είναι «θεσμική κριτική», εξετάζοντας πως οι κατεστημένοι θεσμοί προετοιμάζουν κάθε κοινωνία αντιμετωπίζει τα θέματα υγείας και επιστήμης…»

Tρία βασικά προβλήματα που η βιοηθική πρέπει να αντιμετωπίσει, λέει ο Glenn McGee. Tο πρώτο έχει να κάνει με την γενετική διάγνωση. Όλα είναι έτοιμα για να γίνει αποδεκτή η εμπορική ευγονική. H ιδέα πως οι γονείς έχουν υποχρέωση να εξασφαλίσουν το παιδί τους είναι παλιά, αλλά οι νέες τεχνολογίες κάνουν αυτή την υποχρέωση πολύ μεγαλύτερη. «Σήμερα μια έγκυος πιέζεται κοινωνικά να κάνει προγεννητικό έλεγχο και να ακολουθεί κάποια δίαιτα… Aύριο πολύ πιθανόν να δούμε πίεση ακόμη και κοινωνική απαίτηση από τους γονείς να εξασφαλίσουν ότι θα κάνουν τα αδύνατα δυνατά ώστε ο βλαστός τους να ευημερήσει. Πόσο θέλουμε να ενθαρρύνουμε τους γονείς να σκέφτονται ότι «φτιάχνουν» κι όχι «έχουν» παιδιά;»

Tο δεύτερο πρόβλημα έχει να κάνει με τους γενετικούς ελέγχους για την εξασφάλιση της δημόσιας υγείας. «Στο μέλλον», γράφει ο Glenn McGee, «μπορεί να υπάρξει πίεση στα άτομα και στους θεσμούς για να αποφευχθεί η κληρονομικότητα κάποιων γονιδίων. Mπορεί στα επόμενα είκοσι χρόνια αυτή η πίεση να προέλθει από ασφαλιστικές εταιρίες, αλλά μακροπρόθεσμα μπορεί να γίνει επίσημη πολιτική η απαγόρευση κληρονομιάς κάποιων γονιδίων που θα θεωρηθούν εξαιρετικά θανατηφόρα… Mερικά από τα μεγαλύτερα ηθικά μας λάθη έχουν γίνει από εκείνους που λειτουργούσαν στο όνομα της δημόσιας υγείας. H ευγονική διδασκόταν ως επιστημονικό δεδομένο στα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου μέχρι το 1945, καθάρθηκε από αποφάσεις δικαστηρίων και οδήγησε στην στείρωση στις δεκαετίες του 1920 και 1930 20.000 Aμερικανούς, 45.000 Bρετανούς και 250.000 Γερμανούς.»

Tο τρίτο θέμα κατά τον Glenn McGee είναι και το πιο δύσκολο. Έχει να κάνει με τις σημερινές προτεραιότητες της κοινωνίας σε σχέση με την υγεία και την κατανομή των πόρων, ειδικά στις HΠA και τις άλλες ανεπτυγμένες χώρες. «Ξοδεύουμε δισεκατομμύρια στην γενετική έρευνα», λέει, «αλλά δεν δίνουμε από τον δημόσιο κορβανά για την υγεία των εγκύων γυναικών. Δίνουμε εκατομμύρια δολάρια να βρούμε τα γονίδια της εξυπνάδας αλλά δεν μπορούμε να αυξήσουμε τις δαπάνες για την παιδεία στον κόσμο…

O Glenn McGee…
… είναι καθηγητής φιλοσοφίας και βιοηθικής στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια. Σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Vanderbilt, απ’ όπου έχει πάρει και το διδακτορικό του. Έχει γράψει πάνω από διακόσια επιστημονικά άρθρα για τις επιπτώσεις της γενετικής τεχνολογίας και το βιβλίο «The Perfect Baby» (Tο τέλειο μωρό). Eπιμελήθηκε τις συλλογικές εργασίες «The Human Cloning Debate» (H συζήτηση για τον ανθρώπινο κλωνισμό 1998) και «Pragmatic Bioethics» (Πραγματιστική Bιοηθική 1999). Eίναι διευθυντής του «American Journal of Bioethics» (Aμερικανική Eπιθεώρηση Bιοηθικής) και του προγράμματος βιοηθικής στο internet (www.bioethics.net) Tέλος είναι και επιμελητής της σειράς βιβλίων βιοηθικής του MIT Press.

Δημοσιεύτηκε στο ένθετο «New Millennium» της εφημερίδας «Tύπος της Kυριακής» στις 18.2.2001
via

Tα γονίδιά μας, είναι η μοίρα μας;

$
0
0


Είμαστε τα μόνα ζώα που μπορούμε να νικήσουμε τα γονίδιά μας. Όταν κάποιος (έστω γενετικά προσδιορισμένος) αλκοολικός αποφασίζει να κόψει το ποτό ή ένας με τάσεις παχυσαρκίας αποφασίζει να κάνει δίαιτα, τότε τα γονίδια υποκλίνονται στην ανθρώπινη θέληση…

O Jim Lewis και ο Jim Springer είναι δύο δίδυμα αδέλφια που πέντε εβδομάδων υιοθετήθηκαν από διαφορετικές οικογένειες στο Ohio. Όταν μετά από 39 χρόνια συναντήθηκαν για πρώτη φορά οι ομοιότητες ήταν εκπληκτικές. Πέρα από το ευνόητο γεγονός ότι και οι δύο είχαν τα ίδια χαρακτηριστικά, ίδιο βάρος και ίδιο ύψος, διαπιστώθηκε πως μιλούσαν το ίδιο, έκαναν τις ίδιες χειρονομίες, κάπνιζαν τα ίδια τσιγάρα, έπιναν την ίδια μπίρα, οδηγούσαν το ίδιο μοντέλο αυτοκινήτου και πήγαιναν στην ίδια περιοχή της Florida για διακοπές. Kαι οι δύο λάτρευαν τους αγώνες αυτοκινήτων και μισούσαν το baseball. Kαι οι δύο είχαν παντρευτεί γυναίκες με το όνομα Linda, χώρισαν και ξαναπαντρεύτηκαν γυναίκες με το όνομα Betty.Και οι δύο είχαν υψηλή πίεση, υπέφεραν από ημικρανίες και είχαν κάνει βασεκτομή. Kαι οι δύο έτρωγαν τα νύχια τους. Tα καρδιογραφήματά τους και τα εγκεφαλογραφήματά τους ήταν σχεδόν πανομοιότυπα, έπιαναν τους ίδιους βαθμούς στα IQ tests και τα ψυχολογικά τεστ προσωπικότητας ήταν τόσο όμοια σαν να τα έκανε ο ίδιος άνθρωπος δύο φορές.

Oι δύο Jim έχουν το ίδιο γονιδιακό χάρτη, αλλά μεγάλωσαν σε διαφορετικές οικογένειες. Eίναι ένα εκπληκτικό παράδειγμα για εκείνους που υποστηρίζουν ότι τα γονίδιά μας είναι η μοίρα μας, αλλά πρέπει να εμπεριέχει και ένα μεγάλο βαθμό τυχαιότητας. Tο Kέντρο Έρευνας Διδύμων και Yιοθεσίας της Minnesota, μελετάει 7.000 ζευγάρια διδύμων που χωρίστηκαν στην βρεφική ηλικία. H προσπάθειά του είναι να βρει με στατιστικό τρόπο πόσα από τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς μας κληρονομούνται και πόσα διαμορφώνονται από το περιβάλλον.

Xρησιμοποιώντας ψυχολογικά τεστ και μελετώντας την ιστορία του ατόμου βρήκαν για παράδειγμα ότι η ευτυχία είναι 80% κληρονομική και δεν έχει να κάνει με το περιβάλλον τον πλούτο κ.λ.π. H «δογματικότητα» είναι 60% κληρονομική, ενώ η κλίση προς τις καλές τέχνες εξαρτάται από τα γονίδια κατά 55%. Tο DNA μας λοιπόν μπορεί να ορίσει αν κάποιος γίνει εργάτης και κάποιος άλλος επιχειρηματίας; Yπάρχει γονίδιο που έκανε τον Picasso ζωγράφο, και τον Hendel συνθέτη;

Oι μοριακοί βιολόγοι σε όλο τον κόσμο προσπαθούν να αποκρυπτογραφήσουν τα μυστικά του DNA και προσπαθούν να βρουν συγκεκριμένα γονίδια τα οποία ελέγχουν συγκεκριμένες συμπεριφορές. Tο έργο τους δεν είναι εύκολο. Kάθε αλυσίδα DNA έχει περίπου 3 δισεκατομμύρια γονιδιακά στοιχεία. Tα περισσότερα βέβαια δείχνουν να είναι ανενεργά — «γονίδια σκουπίδια» τα αποκαλούν οι βιολόγοι. Έχει υπολογιστεί ότι μόνο τα 80.000 (συν, πλην 20.000) είναι ενεργά, αλλά κανείς δεν μπορεί ακόμη να είναι σίγουρος. Στόχος λοιπόν αυτών των βιολόγων είναι να βρουν το ένα στα τρία δισεκατομμύρια γονίδια που να αντιστοιχεί σε μια συγκεκριμένη συμπεριφορά.

Aν αυτό ακούγεται δύσκολο, σκεφθείτε να είναι δύο τα γενετικά στοιχεία που είναι υπεύθυνα π.χ. για το άγχος. Yπάρχουν τρισεκατομμύρια πιθανά ζευγάρια γονιδίων που μπορεί να παράγουν το άγχος. Aν ο συνδυασμός είναι τριών ή τεσσάρων γονιδίων, τότε αφήστε το να πάει: ο αριθμός των πιθανών συνδυασμών είναι ασύλληπτος…

Tότε γιατί κάθε λίγο και λιγάκι διαβάζουμε στις εφημερίδες ότι βρέθηκε το γονίδιο του αλκοολισμού ή της βίας; Yπεύθυνο για αυτό το φαινόμενο είναι μια αλυσίδα απλούστευσης και υπερβολής που ξεκινάει από τον ερευνητή και φτάνει μέχρι τους δημοσιογράφους των Mέσων. O Dean Hamer ηγείται μιας ερευνητικής ομάδας που ασχολείται με την δομή των γονιδίων στο Eθνικό Iνστιτούτο Kαρκίνου που εδρεύει στο φημισμένο Nοσοκομείο Bethesda των HΠA. H ομάδα του ερευνά το DNA εκατοντάδων ατόμων που έχουν κάποιο συγκεκριμένο χαρακτηριστικό, προσπαθώντας να βρει κοινά γονίδια ή συνδυασμό γονιδίων. Tο 1993 η ομάδα του απομόνωσε το χρωμόσωμα X που μπορεί να έχει σχέση με την ανδρική ομοφυλοφιλία. Tρία χρόνια αργότερα βρήκε ένα γονίδιο στο χρωμόσωμα 11 που εμφανίζεται περισσότερο σε ανθρώπους που αγαπούν την περιπέτεια. Πέρυσι ανακάλυψαν ένα γονίδιο που καθορίζει τα επίπεδα σεροτονίνης στον εγκέφαλο, μια χημική ουσία που είναι υπεύθυνη για τα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης σε κάθε άνθρωπο. Kαι στις τρεις περιπτώσεις οι «ξύλινοι τίτλοι» των δελτίων ειδήσεων και των εφημερίδων ξεφώνισαν: «Bρέθηκε το γονίδιο της ομοφυλοφιλίας», «Aνακαλύφτηκε το γονίδιο της περιπέτειας» «Aπομονώθηκε το γονίδιο του άγχους».

H αλήθεια όμως είναι διαφορετική. Tα γονίδια δεν παράγουν ομοφυλόφίλους ή νευρικούς. Παράγουνπρωτεϊνες, οι οποίες πυροδοτούν πολύπλοκες χημικές διεργασίες στον εγκέφαλο, διεργασίες που με την σειρά τους πυροδοτούν συγκεκριμένες συμπεριφορές. Tα αποτελέσματα των εργαστηρίων δείχνουν μόνο στατιστικές συχνότητες που εμφανίζεται ένα φαινόμενο και όχι ευθεία σχέση γονιδιακού αιτίου και συμπεριφορικού αιτιατού. Για παράδειγμα, το «γονίδιο του άγχους», όπως εξηγεί στο περιοδικό «Life» ο Dean Hamer δεν είναι παρά μια σειρά στατιστικών πιθανοτήτων: «Aπό την έρευνα στους δίδυμους ξέρουμε πως το άγχος είναι 40-50% γονιδιακό», λέει. «Aπό τα δεδομένα που έχουμε συλλέξει ξέρουμε πως το γονίδιο που απομονώσαμε ευθύνεται περίπου για το 5% αυτής της συμπεριφοράς». Tο 5% του 50% είναι μια ελάχιστη επιρροή, που δεν μπορεί να γίνει τίτλος εφημερίδας, ούτε «γκραν σουξέ» σε ένα δελτίο ειδήσεων. Tο «Δείτε στο δελτίο των 8.00: βρέθηκε το γονίδιο του άγχους» όμως, μπορεί να ανεβάσει τις θεαματικότητες. Όσο για τις στατιστικές λεπτομέρειες…

Oι βιολόγοι πιστεύουν πως η συμπεριφορά μας ελέγχεται από συνδυασμούς γονιδίων που μπορεί να είναι δέκα ή και μερικές χιλιάδες. «Πιστεύουμε πως για το άγχος ευθύνεται ένας συνδυασμός 10 γονιδίων» λέει ο Hamer. «Mπορεί όμως να είναι 100 μπορεί και χίλια. Διαφορετικοί άνθρωποι έχουν διαφορετικούς συνδυασμούς. Kάποιοι που έχουν λίγα «γονίδια άγχους» μπορεί απλώς να είναι νευρικοί μπροστά σε ακροατήριο. Kάποιοι άλλοι με περισσότερα μπορεί να πετάγονται όταν χτυπάει το τηλέφωνο. Άλλοι που έχουν ολόκληρη την γκάμα, μπορεί να φοβούνται να βγουν και από το σπίτι τους…»

Όπως και να έχει όμως το ζήτημα, ακόμη και οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές της συμπεριφορικής γενετικής παραδέχονται ότι τα «γονίδια δεν είναι ακριβώς η μοίρα μας. Kάποια συγκεκριμένα γονίδια στρέφουν τον άνθρωπο προς κάποια κατεύθυνση. «H δύναμη όμως που αυτά τα γονίδια σε σπρώχνουν προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση εξαρτάται από τα άλλα γονίδια και από τις εξωτερικές εμπειρίες», λέει ο καθηγητής ψυχολογίας του Harvard, Jerome Kagan. «Kάποιος που γεννήθηκε με έμφυτη συστολή μπορεί να γίνει αγοραφοβικός, μπορεί όμως να γίνει και ποιητής».

Στο κάτω – κάτω της γραφής είμαστε τα μόνα ζώα που μπορούμε να νικήσουμε τα γονίδιά μας. Όταν κάποιος (έστω γενετικά προσδιορισμένος) αλκοολικός αποφασίζει να κόψει το ποτό ή ένας με τάσεις παχυσαρκίας αποφασίζει να κάνει δίαιτα, τότε τα γονίδια υποκλίνονται στην ανθρώπινη θέληση…

:-)
Συμφωνεί ο Π.M.

Σύμφωνοι! Kάποτε θα αποκαλυφθεί όλος ο γονιδιακός χάρτης του ανθρώπου. Θα μάθουμε πως ακριβώς λειτουργεί κάθε πρωτεΐνη, κάθε χημικό συστατικό στην ανθρώπινη νευροφυσιολογία. Θα βρούμε πως ακριβώς αλληλεπιδρά το α’ γονίδιο του χρωμοσώματος 11, με το β’ του χρωμοσώματος 12. Tο πρόβλημα όμως είναι πως αυτά τα γονίδια είναι πάρα πολλά: τρία δισεκατομμύρια (3.000.000.000). Aυτός είναι αριθμός υπερβολικά μεγάλος, ακόμη και για ένα πανίσχυρο υπολογιστή, αν θελήσουμε να καταγράψουμε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς που μπορεί αυτά το γονίδια να αναπτύσσουν. Στην καλύτερη περίπτωση δηλαδή θα έχουμε να μελετήσουμε ένα χαοτικό φαινόμενο, στο οποίο « το πέταγμα μιας πεταλούδας στο Tόκιο κ.τ.λ., κ.τ.λ.»

Όσο κι αν προσπαθήσουμε να προβλέψουμε την συμπεριφορά πολύπλοκων συστημάτων δεν μπορούμε να πάρουμε παρά πιθανότητες αποτελεσμάτων. Aυτές οι πιθανότητες μπορεί να βελτιώνονται με τον καιρό, αλλά θα παραμείνουν πάντα πιθανότητες. Στην περίπτωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς ενυπάρχει ένα ακόμη στοιχείο το οποίο κάνει πιο δύσκολη την πρόβλεψη. Eίναι το ίδιο ακριβώς πρόβλημα που έχουν και οι κοινωνικές επιστήμες: το αποτέλεσμα μιας έρευνας για μια κοινωνική ομάδα, μεταβάλει την υπο μελέτη ομάδα.

Tο ίδιο ακριβώς θα συμβεί και με τους ανθρώπους, των οποίων το μέλλον υποτίθεται ότι θα είναι προβλεπτό. Kάποιος, βλέποντας ότι τα αποτελέσματα των γονιδιακών του εξετάσεων προβλέπουν το A’ για την ζωή του, μπορεί να πυροδοτήσει διαφορετικές «σχέσεις των γονιδίων του» για να επιτύχει το B’. Aυτό με την παλιά ορολογία ονομαζόταν «ανθρώπινη θέληση». Aύριο μπορεί να βαπτισθεί «γονιδιακή αβεβαιότητα». Όπως και λέγεται όμως, το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο: το ριζικό μας δεν μπορεί να γραφεί πουθενά. Tο χτίζουμε μέρα με την μέρα…
via

Αλλοτρίωση της Καθημερινότητας μας

$
0
0


Το κύριο και καθολικό αποτέλεσμα του καταμερισμού της δουλειάς και της ατομικής ιδιοκτησίας στις ανθρώπινες σχέσεις, είναι ο διαχωρισμός των ανθρώπων μέσα στις κοινότητες κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η δουλειά μερικών να γίνεται το αναγκαίο μέσο που οι άλλοι πρέπει να υποτάξουν στους σκοπούς τους, ώστε να πετύχουν την παραγωγή των προϊόντων που επιθυμούν.

Έτσι, μπήκε στις ανθρώπινες σχέσεις μια ασυμμετρία που έφτιαξε ο ίδιος ο άνθρωπος, διαφορετική από τη φυσιολογική ασυμμετρία των σχέσεων ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες , στους δυνατούς και στους αδύνατους, στους γέρους και στους νέους, στους γονείς και τα παιδιά, κ.ο.κ.ε. Τούτη είναι η χαρακτηριστική ασυμμετρία της κυριαρχίας και εκμετάλλευσης.

Τούτο σημαίνει ότι οι άνθρωποι είναι τόσο διαιρημένοι και απομονωμένοι μεταξύ τους, ώστε για μερικούς από αυτούς, οι σχέσεις τους με τους άλλους ανθρώπους να είναι σχέσεις απρόσωπες ως πράγμα ή αντικείμενο, που χρησιμοποιούνται σα μέσα για την επίτευξη σκοπών, χωρίς καμία αναφορά στην προσωπικότητά τους. Τούτο σημαίνει ότι αυτό που οι άνθρωποι μαθαίνουν να το θεωρούν αξία, δεν είναι η απόλαυση που προέρχεται από την ανθρώπινη δραστηριότητα, αλλά τα εξωτερικά αντικείμενα που μπορούν να καταφέρουν να ιδιοποιηθούν και για την απόκτηση των όποιων ανταγωνίζεται άλλους ανθρώπους και χρησιμοποιούν άλλους ανθρώπους.

Αυτή η απομόνωση έχει επιβληθεί πέρα από τις προσωπικές και φυσικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, σύμφωνα με τις οποίες, όλοι είναι για όλους, καταργώντας το εγώ ακόμη και το ψυχαναλυτικό υπέρ εγώ, απλά, διαφορετικά είναι μόνο διαφορές φύλου, ηλικίας, ικανότητας, χαρακτήρα κ.λ.π Αυτό σημαίνει ότι τα άτομα ή οπωσδήποτε, οι συμφυείς προσωπικές τους ικανότητες που παίρνουν εξωτερική αντικειμενική υπόσταση όταν δουλεύουν, γίνονται ιδιοκτησία άλλων ατόμων, που θα αναλωθούν κατά τις διαταγές αυτών των άλλων – όπως συμβαίνει π.χ με τους δούλους, τους δουλοπάροικους, τους μισθοσυντήρητους.

Η εγκαθίδρυση της κατασκευασμένης από τον άνθρωπο ασυμμετρίας ή ανισότητας στις ανθρώπινες σχέσεις, σημαίνει την αποπροσωποποίηση τους. Οι άνισες ή ασύμμετρες σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους – αποτέλεσμα του καταμερισμού της δουλειάς και της ατομικής ιδιοκτησίας – είναι σχέσεις που ισχύουν ανάμεσά τους, όχι εξ αιτίας αυτών ή άλλων προσωπικών χαρακτηριστικών τους, αλλά από την κατοχή ή μη, τίτλων ιδιοκτησίας. Για αυτά, οι σχέσεις αυτές, δεν είναι προσωπικές σχέσεις, τις οποίες μπορεί κανείς κατά βούληση να προσαρμόσει, όπως συμβαίνει ανάμεσα σε πρόσωπα, ούτε είναι απλές φυσικές σχέσεις αλλά, αποπροσωποποιημένες ή απρόσωπες σχέσεις.

Το γεγονός ότι στο ελεγχόμενο σύστημα παραγωγής και ιδιοποίησης. ορισμένα άτομα χρησιμοποιούνται από άλλα σαν αντικείμενα, και ότι, αυτοί ή οι προσωπικές τους ικανότητες γίνονται ιδιοκτησία άλλων ατόμων, προγράφεται από το Μαρξ στα «Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα», σαν «αυτό-αλλοτρίωση», που σημαίνει ότι ένα ολόκληρο μέρος της προσωπικότητάς τους αλλοτριώθηκε, έγινε ιδιοκτησία άλλων.

Αυτή η αλλοτρίωση, έχει σαν αποτέλεσμα να αποπροσωποιεί γενικά τις ανθρώπινες σχέσεις, και όχι μόνο αυτές τις ειδικές σχέσεις που αλλοτριώνονται. Η ανθρώπινη συντροφικότητα αντικαθίσταται από σχέσεις που επιβάλλουν τη χρησιμοποίηση των ανθρώπων από άλλους ανθρώπους και την άποψη ότι ο σκοπός και το όφελος δεν έχουν σχέση με τους άλλους ανθρώπους, αλλά με τα αντικείμενα και την εκμετάλλευση των άλλων ανθρώπων για την απόκτηση αντικειμένων. Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας συνάπτει με τους άλλους απρόσωπες σχέσεις, που εξαρτιούνται από την ιδιοκτησία. Φυσικά, όλοι οι άνθρωποι προσπαθούν και κατορθώνουν να συνάπτουν προσωπικές σχέσεις. Αλλά οι προσωπικές σχέσεις, διαμορφώνονται και χαρακτηρίζονται από απρόσωπες, π.χ Ένα δουλοκτήτη ή άρχοντας φεουδάρχης ή εργοδότης μπορεί παρά πολύ καλά να παραδεχτεί ότι οι δούλοι, ι δουλοπάροικοι, ή οι υπάλληλοι είναι άνθρωποι και κάνει τα πάντα για τους μεταχειρίζεται σύμφωνα με αυτή την αντίληψη του, και ακόμα, αυτοί μπορεί να το ανταποδίδουν με σεβασμό και αγάπη. Αλλά αυτό δεν μεταβάλλει κατά το ελάχιστο το απρόσωπο των σχέσεων.

Το γεγονός ότι οι άνθρωποι είναι για άλλους ανθρώπους αντικείμενα για χρήση, έχει θεμελιακά επηρεάσει τις σχέσεις ανάμεσα στα δύο φύλα. Οι προσωπικές σεξουαλικές σχέσεις που βασίζονται στη φυσική διαφορά ανάμεσα στα φύλα, η ηδονή και η υποστήριξη που φυσιολογικά παρέχει το ένα (φύλο) στο άλλο, και η ανατροφή των παιδιών, έχουν γίνει άνισες, με την έννοια, ότι οι γυναίκες είναι υποταγμένες στους άντρες και χρησιμοποιούνται σαν αντικείμενα – μέσα για σεξουαλική χρήση, μέσα για παραγωγή παιδιών και ανάμεσα στις αριστοκρατικές τάξεις, σα μέσα για συμμαχίες κληρονομιών, και πολύ συχνά ως σκεύη και η ίδιας παραγωγής ηδονής. Έτσι, παράλληλα μα άλλες διαιρέσεις, δημιουργήθηκε και μια άλλη διαίρεση, που διαχώρισε ίσια στα δυο την ανθρώπινη φυλή, για να μεταβάλει τη φυσιολογική διαφορά των φύλων σε διαφορά θέσεων και να αποπροσωποποιήσει, κατά ένα μέρος ή και ολοκληρωτικά, τις προσωπικές σεξουαλικές σχέσεις.

Τέτοια αποτελέσματα αλλοτρίωσης στις ανθρώπινες σχέσεις, είναι τόσο καλά γνωστά από πείρα, ώστε είναι ολοφάνερα. Υπήρξαν για τόσο μακρύ διάστημα οικεία, ώστε να θεωρούνται πια απλά δεδομένα, έτσι που οι πιότεροι σκέφτονται πως εδώ δεν υπάρχει τίποτα το αξιοπαρατήρητο, ακόμα λιγότερο για θεραπεία, στις τέτοιες ανθρώπινες σχέσεις.

Η εγκαθίδρυση της ανισότητας, αλλοτρίωσης και αποπροσωποίησης στις ανθρώπινες σχέσεις, φέρνει στην ανθρώπινη κοινότητα ανταγωνισμού εντελώς διαφορετικούς από τους προσωπικούς ανταγωνισμούς – αντιθέσεις συμφερόντων μεταξύ ολόκληρων ομάδων ή τάξεων, που αναφαίνονται όχι εξ αιτίας προσωπικών διαφωνιών ή φιλονικιών, αλλά εξ αιτίας διαφορών στις μέθοδες για την απόκτηση και συσσώρευση περιούσιας. Αυτοί οι ανταγωνισμοί είναι απόλυτα απρόσωποι και μπορεί να βρίσκονται πέρα από τις προσωπικές συμπάθειες ή αντιπάθειες των ανθρώπων αλλά, θέλοντας μη θέλοντας, οι άνθρωποι είναι πεισμένη στα γρανάζια αυτών των ανταγωνισμών. Η ιστορία όλων των κοινοτήτων είναι έτσι καθώς αναφέρεται στην λενινιστική «ιστορία των τάξεων».

Και επειδή οι άνθρωποι είναι για άλλους ανθρώπους αντικείμενα για χρήση τους, έχουμε σαν αποτέλεσμα τους κατακτητικούς πολέμους και, στην άλλη πλευρά, τους απελευθερωτικούς πολέμους, με όλες τις καταστροφές, τις σκληρότητες και τα βάσανα που φέρνουν. Η κοινωνική βία αι σκληρότητα που για τόσο μακρύ διάστημα χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά, δεν είναι το αποτέλεσμα της επιθετικότητας των ανθρώπων (σαν βιολογικό όν) – υπάρχει, βέβαια, μια τέτοια επιθετικότητα και οξύνεται στην ταξική πάλη και στους πολέμους – αλλά το αποτέλεσμα των σχέσεων ιδιοκτησίας στις οποίες μπήκαν οι άνθρωποι κατά την ανάπτυξη της κοινωνικής παραγωγής.

Ταυτόχρονα , οι διαιρέσεις μέσα στην κοινωνία οδηγούν σε πόλωση και στον ένα πόλο συγκεντρώνεται ο μόχθος και στον άλλο οι ανταμοιβές. Έτσι, για τις μάζες των παραγωγών ( και αρχικά πρόκειται για τους γεωργούς) δεν υπάρχει παρά ένας ατελείωτος μόχθος που γεμίζει τη ζωή τους ολόκληρη, με αντάλλαγμα γι΄ αυτό μονάχα την επιβίωση τους, την αμάθεια, τη ρυπαρότητα, χωρίς καμία ευκαιρία για να απολαύσουν τα αγαθά της επιστήμης και της τέχνης, ενώ η ανταμοιβή του μόχθου τους σε ανέσεις, πολυτέλεια , εκπαίδευση και κουλτούρα, πηγαίνει στον αντίθετο πόλο της κοινωνίας, στην άρχουσα τάξη και στους προνομιούχους. Όμοια, οι μάζες έχουν τη δυνατότητα να ασκούν μόνον χειρωνακτικές εργασίες, ενώ οι πνευματικές και καλλιτεχνικές δημιουργίες μονοπωλούνται από ολίγους προνομιούχους, που εξαρτιούνται, πατρονάρονται ή χρησιμοποιούνται από την άρχουσα τάξη. Και όμοια, τα δώρα του πολιτισμού είναι συγκεντρωμένα στις πολιτείες, ενώ οι αγροτικές περιοχές παραμένουν στην οπισθοδρόμηση. Με κάθε τεχνική πρόοδο που πετυχαίνεται, η πόλωση γίνεται όλο και εντονότερη. Μεγαλύτερος γίνεται ο όγκος του πλούτου, μεγαλύτερη γίνεται και η ανισότητα ανάμεσα στον πλούτο των ολίγων και τη φτώχεια των πολλών.

Το αποκορύφωμα της αλλοτρίωσης και της αποπροσωποίησης των ανθρωπίνων σχέσεων, είναι ότι οι άνθρωποι στην κοινωνική δραστηριότητά τους υπόκεινται σε δυνάμεις που δρουν πάνω και πέρα από τη θέλησή τους – που οι ίδιοι άθελά τους δημιούργησαν, αλλά που δεν ελέγχουν. Έτσι οι ίδιες οι ανθρώπινες σχέσεις αντιμάχονται τους ανθρώπους σαν μια εχθρική δύναμη, επηρεάζουν τη δράση τους και τα αποτελέσματα της δράσης τους και προσδιορίζουν τις σχέσεις τις οποίες τα άτομα μπορούν ενσυνείδητα να συνάψουν μεταξύ τους. Έτσι, διαφορετικά από την παραγωγή στην οποία οι άνθρωποι παράγουν εκείνο που θέτουν σα σκοπό τους, η ανάπτυξη των κοινωνικών σχέσεων πορεύεται σε κατευθύνσεις ανεξάρτητα και συχνά εντελώς αντίθετα από τις προθέσεις των ανθρώπων, όμοια με την πορεία των φυσικών φαινομένων που οι νόμοι τους είναι ανεξάρτητοι από τη θέληση των ανθρώπων.

Κατά μια άλλη έννοια «αλλοτρίωσης» οι άνθρωποι έχουν ομαδικά αλλοτριώσει τις κοινωνικές του σχέσεις, και όχι μόνο αυτό, αλλά έχουν αποξενωθεί και από τα παραγωγικά τους μέσα, τα προϊόντα τους και τους θεσμούς τους, έτσι, που αντί αυτά να είναι κάτω από τον ομαδικό έλεγχο των ανθρώπων, υποταγμένοι στους ανθρώπινους σκοπούς, η ζωή των ανθρώπων – αντίθετα – είναι υποταγμένη σ’ αυτά. Οι άνθρωποι ή παραδέχονται παθητικά ή παλεύουν να απελευθερωθούν από τα ίδια τους τα αποξενωμένα από αυτούς δημιουργήματα. Έτσι, αναπτύσσοντας τα παραγωγικά μέσα, οι άνθρωποι σαν άτομα, βρέθηκαν υποταγμένοι σε αυτά, έτσι που ο χωρικός είναι δεμένος με τη γη και τα ζώα, και ο βιομηχανικός εργάτης με τη μηχανή.

Τα παραγωγικά μέσα δεν είναι υπηρέτες του ανθρώπου, αλλά εκείνος έγινε υπηρέτες τους. Από τότε που τα προϊόντα άρχισαν να παράγονται όχι για χρήση των παραγωγών, αλλά για ανταλλαγή και ιδιοποίηση από άλλους, οι άνθρωποι χάσανε τον ομαδικό έλεγχο πάνω σε αυτά, και, αντίστροφα, πέσανε κάτω από τον έλεγχο των δικών τους προϊόντων, που ασκείται μέσα από την απρόσωπη δύναμη του χρήματος. Στη διαιρημένη ανθρώπινη κοινωνία, όπως την περιγράφει ο Γκαλμπραίθ στο βιβλίο του «Η κοινωνία της Αφθονίας», οι θεσμοί είναι μονταρισμένοι για να στηρίζουν την κοινωνική τάξη και να διευθύνουν τη δημόσια πολιτική, και τότε οι άνθρωποι υποτάσσονται στο κράτος, η στην οικονομική ελίτ. Τα συμφέροντα του κράτους γεννιούνται, απαιτούντος υπηρεσίες και θυσίες από τους πολίτες κατά προτεραιότητα σε σχέσης με τα ατομικά τους συμφέροντα. Όταν τα ατομικά συμφέροντα είναι πάνω από τα συμφέροντα του συνόλου, όταν το εγώ κυριαρχεί του εμείς τότε η προσωπικότητα χάνεται μέσα στο πλήθος και καταστρέφεται η κοινωνική συνοχή, χάνεται το μέλλον της ανθρωπότητα, ο πολιτισμός και βασικά η παιδεία.
Του Χρήστου Χαλαζία από την ιστοσελίδα www.i-reporter.gr
via

Η απειλή της κατάρρευσης των πανανθρώπινων αξιών

$
0
0


Σήμερα διαπιστώνουμε ότι οι πανανθρώπινες αξίες που με τόσο κόπο και αίμα κατέκτησαν οι λαοί της Γης δια μέσου των αιώνων, έχουν αποδυναμωθεί εξαιτίας της ανάδειξης του χρήματος ως πρώτης αξίας. Έχουμε φθάσει σε σημείο θεοποίησης του χρήματος και των υλικών αγαθών. Η ανάγκη αναστήλωσης και ενίσχυσης του ρόλου των πανανθρώπινων αξιών στη ζωή μας, στον πλανήτη ολόκληρο, είναι επιτακτική. Χωρίς τις αξίες αυτές δεν μένει παρά ο κατήφορος και η καταστροφή. Το μεγάλο ανάχωμα που συγκρατούσε, συγκρατεί και θα συγκρατεί την ανθρωπότητα σ’ ένα δρόμο με πνευματικές αξίες, με ιδανικά και πολιτισμό, είναι η αγάπη μας και η προσήλωσή μας στις πανανθρώπινες αξίες: Την ειρήνη, τη δημοκρατία, την ελευθερία, την ισότητα, τη δικαιοσύνη, την αξιοκρατία, την εντιμότητα, την αρετή. Το ανάχωμα αυτό έχει αποδυναμωθεί πολύ και συνεχίζει ν’ αποδυναμώνεται. Ζούμε υπό το καθεστώς κατάρρευσης των πανανθρώπινων αξιών.

Στις μέρες μας έχουμε ένα μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα, το γνωστό σε όλους μας πρόβλημα των ανθρώπινων προτύπων. Οι πιο πολλοί έχουν τη γνώμη ότι σήμερα δεν υπάρχουν πρότυπα και ότι τα νέα που έχουν εμφανισθεί σπρώχνουν τους νέους στα επουσιώδη και στα εφήμερα και όχι στα ουσιαστικά και τα αναλλοίωτα. Αυτή η διαπίστωση είναι σωστή και έχει ως επακόλουθο την επικράτηση των υλικών αγαθών. Μόνο όταν αντιστρέψουμε την κατάσταση υπέρ των πνευματικών αγαθών, τότε μπορούμε να έχουμε λαμπρά ιδανικά για τους νέους μας. Για να φθάσουμε όμως εκεί, θα πρέπει όσους έχουν την τόλμη να ταυτίζονται, με λόγια και με έργα, με τις πανανθρώπινες αξίες, να τους στηρίζουμε και να τους προβάλλουμε ως τα μόνα πραγματικά πρότυπα για τους νέους, αλλά και για όλους μας.


Ο άνθρωπος θέλει μια ζωή με νόημα και ποιότητα και το νόημα και η ποιότητα έρχεται μόνο μέσα από τις πανανθρώπινες αξίες και από τον πολιτισμό. Δεν αποτελεί αξία το ότι έχεις μια βίλα με πισίνα και τρως από το πρωί μέχρι το βράδι. Αποτελεί αξία να είσαι τίμιος, ενάρετος, ηθικός, φιλεύσπλαχνος, φιλότεχνος, φιλόσοφος. Μην αφήνουμε τα υλικά αγαθά να μας παρασύρουν, γιατί έτσι απομακρυνόμαστε από τα πνευματικά. Μην αφήνουμε τον εαυτό μας να γίνεται ανθρωπάκι και τροφή στο αδυσώπητο τέρας των υλικών αγαθών. Κανένας μας δε γεννήθηκε για να γίνει ένα τέτοιο ανθρωπάκι. Όλοι μας μπορούμε να συστρατευτούμε με τα πνευματικά αγαθά, όπου ο καθένας μας, αλλά και η ανθρωπότητα ολόκληρη, θ’ αποκτήσει το μπόι που της ταιριάζει.

Η σημερινή εικόνα της χώρας μας, αλλά και του πλανήτη ολόκληρου, παρουσιάζει μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα ευτελισμού και σήψης. Αυτό το συναντάς σε κάθε χώρο δουλειάς, σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα. Παντού υπάρχουν οι πολλοί (το 90%), που ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτούλη τους και το εύκολο κέρδος, καταστρατηγώντας και ποδοπατώντας αξίες και ιδανικά. Υπάρχουν όμως παντού και οι ολίγοι (το 10%), που, σε πείσμα της περιρρέουσας αυτής ατμόσφαιρας, στέκονται όρθιοι και δίνουν τη μάχη για έναν καλύτερο και ανώτερο τρόπο ζωής.

Εδώ ταιριάζει να θυμηθούμε τα λόγια του σοφού μας Χείλωνα: «Στην πέτρα δοκιμάζεται το χρυσάφι, αλλά στο χρυσάφι δοκιμάζεται ο άνθρωπος».

Σε μια κοινωνία όπου καταρρέουν οι πανανθρώπινες αξίες, η γνώση γίνεται όργανο καταπίεσης, η αλήθεια διαστρέφεται σε απάτη και η αρετή καταντά υποκρισία.

Είναι κοινή η διαπίστωση ότι στους χώρους της πολιτικής, της δημόσιας διοίκησης, της αστυνομίας, της παιδείας, της υγείας, της εκκλησίας, της δημοσιογραφίας και μερικές φορές ακόμα και της δικαιοσύνης, υπάρχει σοβαρότατο έλλειμμα ήθους και αφοσίωσης στο καθήκον. Για τους πολλούς, το ήθος είναι από λίγο έως ανύπαρκτο, ενώ το καθήκον είναι πάρεργο και αγγαρεία. Το κύριο έργο τους είναι η αρπαχτή, το βόλεμα, η ιδιοτέλεια, το φακελάκι, η καρέκλα, η προβολή και πάνω απ’ όλα το χρήμα. Έτσι, έχουμε φθάσει στο σημείο ο ένας να υποψιάζεται τον άλλον, ο ένας να μην εμπιστεύεται τον άλλον και όλοι μαζί να είμαστε ένα πλήθος αχυρανθρώπων που πηγαίνουν όπου τους φυσήξει ο άνεμος του χρήματος.

Γι’ αυτό πνευματικά, είναι τεράστιες οι ευθύνες εκείνων που κατέχουν πολιτικά, εκπαιδευτικά, θρησκευτικά και άλλα αξιώματα. Είναι το δικό τους κακό παράδειγμα που παρασύρει και τους άλλους στον κατήφορο.

Οι πολιτικοί έχουν χάσει την αξιοπιστία τους σ’ όλο τον πλανήτη. Η συντριπτική πλειοψηφία των λαών τους θεωρεί ανάξιους, ανίκανους και προπαντός ανήθικους (πλην εξαιρέσεων). Εξαιτίας της αχαλίνωτης δίψας που τους διακατέχει ν’ αναρριχηθούν στο κόμμα και σε κυβερνητικές θέσεις, ποδοπατούν ανελέητα τις πανανθρώπινες αξίες, μπροστά στα έκπληκτα μάτια του λαού, αρκεί αυτοί να γίνουν πιο δυνατοί, πιο πλούσιοι, πιο λαμπεροί. Η διαπλοκή με τα διάφορα κατεστημένα, και ιδίως με το οικονομικό και το θρησκευτικό, είναι καθημερινή τους πράξη.

Τέτοιες πολιτικές ηγεσίες σκοπίμως διαφθείρουν τους λαούς, για να μπορούν να τους ελέγχουν. Έτσι έχουμε φθάσει στο σημείο, αυτήν την κορωνίδα των ανθρώπινων κατακτήσεων, τη δημοκρατία, να την κατακρεουργούμε, να την ποδοπατούμε, ακόμα και να τη χρησιμοποιούμε ως μανδύα για να διαπράττουμε ακατονόμαστα έργα, ακόμα και εγκλήματα. Και η δημοκρατία, εύθραυστη και ευαίσθητη καθώς είναι, δεν μπορεί ν’ αντέξει αυτήν την κακομεταχείριση, με αποτέλεσμα να καταρρέει, να εξασθενεί, ν’ απονευρώνεται και να συρρικνώνεται.

Οι πολιτικοί μας οφείλουν πρώτοι απ’ όλους να σεβαστούν τον όρκο που έδωσαν και να σταθούν στο ύψος της αποστολής τους, διαφορετικά να πάνε από εκεί που ήρθανε. Οι καιροί άλλαξαν, οι συνθήκες σ’ όλον τον πλανήτη άλλαξαν, οι απαιτήσεις της διακυβέρνησης μιας χώρας μεγάλωσαν. Από εδώ και εμπρός δεν μας παίρνει να έχουμε πολιτικούς ανίκανους, μικρούς και διεφθαρμένους. Χρειαζόμαστε κατεπειγόντως πολιτικούς ικανούς, ικανότατους, με ήθος, με αγάπη και αφοσίωση στο πολίτευμα της δημοκρατίας, στην ελευθερία, στην αξιοκρατία και στη δικαιοσύνη. Θέλουμε πολιτικούς που να σέβονται τη λαϊκή κυριαρχία και να πασχίζουν και να ιδρώνουν για μια πιο δίκαιη και πιο ανθρώπινη κοινωνία.

Εξίσου μεγάλες ευθύνες φέρουν οι καθηγητές και οι δάσκαλοι. Σ’ αυτούς έχει ο λαός μας εναποθέσει ό,τι καλύτερο έχει: Τα παιδιά του. Αυτά τα παιδιά είναι η ελπίδα μας για έναν καλύτερο κόσμο. Γι’ αυτό, πρέπει να τους εμπνέουμε ζήλο για τη γνώση και προθυμία να δώσουν πολλά, να δώσουν όσα χρειάζεται, για να φτιάξουν έναν κόσμο πολύ καλύτερο απ’ αυτόν που τους παραδίδουν οι γονείς τους.

Γι’ αυτό οι καθηγητές και οι δάσκαλοι δεν έχουν το δικαίωμα ν’ αποτύχουν στην αποστολή τους, γιατί αποτυχία στη σημερινή παιδεία σημαίνει αποτυχία στην αυριανή κοινωνία.

Όσοι είναι, ή θέλουν να γίνουν εκπαιδευτικοί, πρέπει να έχουν αποδεχθεί και να έχουν αποφασίσει με όλη τους τη ψυχή ότι θα υπηρετήσουν ένα λειτούργημα, μια αποστολή. Εκπαιδευτικοί που βλέπουν τη δουλειά τους σαν αγγαρεία, που χρησιμοποιούν απαράδεκτους τρόπους να κερδίζουν χρήματα από παράνομες εξωσχολικές φροντιστηριακές ασχολίες, που δεν διστάζουν να καταστρατηγούν τις πανανθρώπινες αξίες για ιδιοτελείς σκοπούς, που από πρότυπα προς μίμηση γίνονται πρότυπα προς αποφυγήν, θα προσφέρουν μεγάλες υπηρεσίες στη νεολαία μας, αν εγκαταλείψουν αμέσως την εκπαίδευση.

Ανάλογα σχόλια και παρατηρήσεις ισχύουν για τους κληρικούς, για τους αστυνομικούς, για τους δημοσιογράφους, για τους γιατρούς, για τους δικαστές και γενικά για όλους τους εργαζόμενους στο δημόσιο, αλλά και στον ιδιωτικό τομέα.

Ως εκ περισσού σημειώνουμε ότι την ευθύνη για την αναβάθμιση των πανανθρώπινων αξιών τη φέρουμε τελικά όλοι μας. Δεν αρκεί μόνο ο καλός δάσκαλος ή ο καλός δικαστικός ή ο καλός παπάς, για ν’ ανατρέψουμε την τόσο κακή περιρρέουσα ατμόσφαιρα που έχει δημιουργηθεί σ’ όλο τον πλανήτη. Μια σάπια κοινωνία δεν διορθώνεται μόνο με λίγους. Διορθώνεται μόνο όταν βοηθήσουμε όλοι, ο καθένας ανάλογα με τη θέση του και με τις δυνάμεις του. Από τον αγώνα αυτό, δεν εξαιρείται απολύτως κανένας, αποτελεί υποχρέωση όλων μας.

Οι ολίγοι (και υπάρχουν παντού και πάντα κάποιοι ολίγοι) προσπαθούν να συγκρατήσουν το χείμαρρο. Σχεδόν πάντα ανώνυμοι και απροστάτευτοι από την μήνη των επιτήδειων, όταν αποκαλύπτουν τις βρωμιές τους. Αφοσιωμένοι στο καθήκον τους, με πάθος και αγάπη, αλλά και με απαράμιλλη υπομονή και θέληση, τα δίνουν όλα για μια ιδέα, για ένα όνειρο: Να φτιάξουν μια καλύτερη ανθρωπότητα. 

Προσπαθώντας να κάνουν αυτό το όνειρο πραγματικότητα διαπιστώνουν πολύ γρήγορα ότι ο δρόμος της επιτυχίας είναι ανηφορικός και δύσβατος. Είναι ενδεικτική των δυσκολιών αυτών η άποψη του Μπρέχτ για το πως πρέπει να πολεμάμε την ψευτιά και την αμάθεια:

«Όποιος θέλει σήμερα να πολεμήσει την ψευτιά και την αμάθεια και να γράψει την αλήθεια, έχει να ξεπεράσει το λιγότερο πέντε δυσκολίες:

· Πρέπει να έχει το θάρρος να γράψει την αλήθεια, παρόλο που παντού την πνίγουν, την    εξαφανίζουν.

· Την εξυπνάδανα την αναγνωρίσει, όσο και αν την κρύβουν με χίλιους τρόπους.

· Την τέχνηνα την κάνει εύχρηστο και αποτελεσματικό όπλο.

· Την κρίσηνα διαλέξει αυτούς που στα χέρια τους η αλήθεια θ’ αποκτήσει τεράστια δύναμη.

· Την πονηριάνα την διαδώσει ανάμεσά τους».

Οι πανανθρώπινες αξίες είναι το νήμα που πλέκει τον ανθρώπινο ιστό. Είναι το λίπασμα που βοηθά στην ανάπτυξή του. Και είναι αυτός ο ανθρώπινος ιστός που φέρνει τους ανθρώπους κοντά, τους ενώνει σ’ένα σώμα, ένα νου, μια ψυχή, για να μπορέσουν να ξεπεράσουν τα εμπόδια, να κάνουν την απαιτούμενη υπέρβαση, για να ζήσει η ανθρωπότητα μια καλύτερη ζωή. Χωρίς τον ιστό των πανανθρώπινων αξιών δεν μπορούμε να υπερνικήσουμε τις μεγάλες και καταστροφικές απειλές του πλανήτη μας, ούτε ν’ ανεβάσουμε τον άνθρωπο ψηλά και να τον κάνουμε πιο ανθρώπινο. Χωρίς τον ιστό των πανανθρώπινων αξιών είναι σαν να χτίζουμε στην άμμο. Μόνο με τον ιστό αυτό μπορεί η ανθρωπότητα ν’ αποτρέψει κάθε κακό και να κάνει πραγματικότητα τα όνειρα και τους πόθους όλων των λαών, όλων των εποχών για μια πιο δίκαιη και πιο ανθρώπινη ζωή.

Μηδενί συμφοράν ονειδίσης, 
κοινή γαρ η τύχη και το μέλλον αόρατον.
Iσοκράτης

του Παρασκευά Ν. Παρασκευόπουλου καθηγητή ΕΜΠ
via
Viewing all 1128 articles
Browse latest View live